21 Φεβρουαρίου 2019

Η δουλειά με ασφάλεια θα κατακτηθεί με αγώνες

Το ζήτημα της υγιεινής και της ασφάλειας στη δουλειά στην ουσία του βρίσκεται καθημερινά στην επικαιρότητα. Οι θάνατοι εργατών και εργαζομένων, που αναδεικνύουν με τον πλέον τραγικό τρόπο τα αποτελέσματα της επίθεσης στα εργατικά δικαιώματα, το φέρνουν τακτικά και στα «ψιλά» των αστικών ΜΜΕ. Όγδοος νεκρός μέσα σε λιγότερο από ένα μήνα ήταν ο 52χρονος εργάτης Ε.Β., που βρέθηκε στο πλάι δεξαμενής περισυλλογής καυσίμου σε διυλιστήριο στο Πέραμα, το Σάββατο 26 Γενάρη. Εντοπίστηκε με ρούχα εργασίας στις 9:30 το βράδυ, αρκετές ώρες μετά το θάνατό του, από τον υπεύθυνο ασφαλείας της βάρδιας της εγκατάστασης, με πολλαπλές κακώσεις, αιμορραγία θώρακα και κοιλιάς και κάταγμα λεκάνης και δεξιού ποδιού.

Είναι άγνωστες και σίγουρα δεν θα δουν το φως της δημοσιότητας οι ειδικές συνθήκες που οδήγησαν στο θάνατο, όπως το πώς τραυματίστηκε, γιατί βρέθηκε μόνος του στον απομονωμένο αυτό χώρο ή αν θα είχε σωθεί αν είχε μεταφερθεί έγκαιρα σε νοσοκομείο. Παρ’ όλα αυτά, τα αστικά ΜΜΕ δεν δίστασαν να γράψουν από την πρώτη στιγμή για «παθολογικά αίτια», ώστε να συμβάλουν κι αυτά στη συνηθισμένη πρακτική κουκουλώματος των ευθυνών της εργοδοσίας: τόσο του εργολάβου που είχε αναλάβει την εργασία όσο και του ιδιοκτήτη της εγκατάστασης.

Χαρακτηριστική είναι και σ’ αυτήν την περίπτωση η απραξία των συνδικαλιστικών οργάνων και των δυνάμεων που τα ελέγχουν. Η διοίκηση του Εργατικού Κέντρου Πειραιά (με προεδρείο ΠΑΜΕ) περιορίστηκε σε ανακοίνωση συλλυπητηρίων και κάλεσμα στους «αρμόδιους φορείς» για διαλεύκανση των συνθηκών, ενώ το Συνδικάτο Μετάλλου δεν έχει αναφερθεί στο ζήτημα.

Κι όμως, η δουλειά με ασφάλεια είναι δικαίωμα προς κατάκτηση. Η αρμοδιότητα γι’ αυτό δεν βρίσκεται σε κανέναν κρατικό μηχανισμό, αλλά στο εργατικό κίνημα και τους αγώνες του. Οι μειώσεις μισθών, η εργοδοτική αυθαιρεσία, η εντατικοποίηση, τα εξαντλητικά ωράρια, οι μειώσεις προσωπικού, είναι όλα μέρος μια συνολικής επίθεσης σε όλους τους χώρους δουλειάς σε ιδιωτικό και δημόσιο τομέα. Η υποτίμηση της εργατικής δύναμης συνοδεύεται από υποτίμηση της ίδιας της ζωής των εργατών και οδηγεί στην έκθεση των εργαζομένων σε ολοένα και αυξανόμενους κινδύνους.

Η διεκδίκηση ασφαλών συνθηκών εργασίας είναι επομένως υπόθεση συλλογικού αγώνα, πολύ μεγαλύτερη από π.χ. τα μέσα ατομικής προστασίας, τα οποία –αν και είναι αναγκαία και πρέπει να παρέχονται από τον εργοδότη με τα κατάλληλα χαρακτηριστικά– δεν μπορεί παρά να νοούνται ως η τελευταία άμυνα του εργαζομένου. Η ουσία βρίσκεται πολύ «νωρίτερα» και σχετίζεται με τους όρους δουλειάς συνολικά, ώστε οι κίνδυνοι να εκμηδενίζονται πριν καταλήξουν στο κράνος ή στα παπούτσια ασφαλείας.

Το κεφάλαιο, όσο πιο απελευθερωμένο είναι από την πίεση που του ασκούν οι εργατικοί αγώνες, τόσο περισσότερο ακολουθεί τη φύση του και κάνει τις χειρότερες –για τον εργάτη– επιλογές. Το δικαίωμα στην υγιεινή και την ασφάλεια στη δουλειά θάβεται, μέσα σε καθεστώς τρομοκρατίας, από τις απαιτήσεις να βγει περισσότερη δουλειά, σε λιγότερο χρόνο, από λιγότερο κόσμο και με λιγότερα μέσα. Όσο το πράγμα «πάει καλά», το αφεντικό κερδίζει περισσότερο (οι εργάτες βέβαια μπορεί να αργοπεθαίνουν αθόρυβα καθώς επιβαρύνονται με ένα σωρό παράγοντες που προκαλούν επαγγελματικές ασθένειες). Όταν γίνεται το έγκλημα, είναι οι εργάτες που την πληρώνουν ακόμα και με τη ζωή τους, ενώ οι συνέπειες για το αφεντικό είναι κατά κανόνα μηδαμινές. Αυτή η κατάσταση ενισχύεται από τα αστικά δικαστήρια που συστηματικά επιχειρούν να αποκρύψουν ότι η ευθύνη ανήκει πάντα και εξ ολοκλήρου στην εργοδοσία.

Για τους λόγους αυτούς, τα εργοδοτικά εγκλήματα δεν πρέπει να μένουν αναπάντητα. Αντίθετα, χρειάζεται μόνιμη δράση και κινητοποιήσεις, με τους μαζικότερους δυνατούς όρους, για την καταγγελία των συνθηκών που οδηγούν σε αυτά, μαζί με την πολιτική που τις καλλιεργεί. Για την τιμωρία των πραγματικών υπεύθυνων, του κεφάλαιου, της εργοδοσίας και της κυβερνητικής πολιτικής, με σκοπό την αποτροπή των επόμενων εγκλημάτων, κόντρα στην πρακτική (και της συνδικαλιστικής ηγεσίας) που θέλει να μεταθέτει την ευθύνη στον μεμονωμένο εργαζόμενο.

Αυτή την κατεύθυνση προσπαθεί να ενισχύσει η Ταξική Πορεία. Σε αυτό το πλαίσιο ήταν π.χ. η εκδήλωση που πραγματοποίησε στο Ε.Κ. Ιωαννίνων στις 30/1 ή η πρωτοβουλία που ανέλαβε για διαδήλωση εργατικών σχημάτων στη Θεσσαλονίκη στις 2/2. Στην τελευταία, που έγινε με αφορμή το περιστατικό στα Διαβατά, η προσπάθεια κοινής δράσης ήρθε αντιμέτωπη με μια σειρά αρνητικά χαρακτηριστικά που κουβαλά η πλειοψηφία των δυνάμεων που αναφέρονται στο κίνημα. Απροθυμία κοινής τοποθέτησης χωρίς να ξεκαθαρίζονται οι διαφωνίες (αν υπάρχουν)· μικρο-ηγεμονισμοί και θέση όρων ακόμα και για συμμετοχή στη συγκέντρωση· υποτίμηση του ζητήματος και συμβολική παρουσία για όσους τελικά συμμετείχαν, όλα αυτά εκφράζουν τόσο την απροθυμία να τεθεί με μαζικούς όρους το συγκεκριμένο ζήτημα όσο και την αντίληψη που κυριαρχεί σχετικά με όλα τα ζητήματα του εργατικού κινήματος και οδήγησε σ’ αυτή την περίπτωση σε μια μικρή συγκέντρωση, με όρους πολύ χειρότερους από αυτούς που είχαν π.χ. επιτευχθεί σε αντίστοιχη πρωτοβουλία της Ταξικής Πορείας στη Θεσσαλονίκη δυο χρόνια νωρίτερα.

Η ίδια αντίληψη, άλλωστε, εκφράστηκε πρόσφατα και στην περίπτωση του οικοδόμου που σκοτώθηκε στο εργοτάξιο της ΑΕΚ. Από τη μια, το ΣΜΤ επέλεξε πρωινή συγκέντρωση στα γραφεία της εργολαβικής εταιρίας στο Χαλάνδρι, διευκολύνοντας στην ουσία την προσπάθεια της ΠΑΕ να αποδυθεί των ευθυνών της (στάση που βρίσκεται πιο πίσω ακόμα κι από τη αντεργατική νομοθεσία που ορίζει ευθύνες και για τον κύριο του έργου). Από την άλλη, το Συνδικάτο Οικοδόμων πραγματοποίησε στάση εργασίας στο εργοτάξιο ουσιαστικά «στα κρυφά», καθώς ανακοινώθηκε την προηγούμενη και είχε περισσότερο χαρακτήρα «απάντησης» στο ΣΜΤ παρά κινητοποίησης που θα μπορούσε να στηριχτεί ευρύτερα.Η κυριαρχία τέτοιων αντιλήψεων όχι μόνο δεν υπηρετεί, αλλά υπονομεύει την ανάπτυξη του εργατικού κινήματος.

Προλεταριακή Σημαία

Δεν υπάρχουν σχόλια: