Δεν έχει πια αρκουδιάρηδες να παίζουνε το ντέφι,
χαλκά περνούνε στου λαού τη μύτη κι έχουν κέφι
που τονε βάζουν να πηδά όπως οι μαϊμούδες,
αφού δεν εκπαιδεύουνε πια συμπαθείς αρκούδες.
Τα κλαπατσίμπαλα βαρούν κι ΕΛΠΙΔΑ πάλι τάζουν,
έτσι θαρρούν πως εύκολα μπορούνε να διατάζουν,
δεν είναι πια αριστερή, οι δεξιοί τη φέρνουν,
στάχτη στα μάτια ρίχνουνε και όλα μας τα παίρνουν.
Είναι αξιοθαύμαστο το τι μπορούν να κάνουν,
εάν σωθούμε απ’ τον ιό, αυτοί θα μας ξεκάνουν.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ βάφτισαν τη μαζική απάτη,
εμάς θα ζέψουν στη δουλειά κι αυτοί θα ’ναι ραχάτι.
Για δύο κασόνια εμβόλια γίνεται η φασαρία,
φαίνεται ο εμβολιασμός θα είναι λοταρία,
σειρά προτεραιότητας πήρε η αφεντιά τους,
όλα όσα θέλουν έρχονται στα μέτρα τα δικά τους.
Όπως τον σκύλο που έχουνε κλεισμένο πεινασμένο
έτσι έχουνε και τον λαό απ’ τον λαιμό δεμένο,
κι όπως πετούν ξερό ψωμί του ζώου για να φάει,
έτσι σερβίρουν ψέματα κι ελπίδα για προσφάι.
Σε λίγο φεύγει η χρονιά. Πριν ρίξω πέτρα πίσω,
λέω στην άκρη να σταθώ να τηνε χαιρετήσω,
να κάνω τον λογαριασμό τι μου ’δωσε, τι παίρνει,
ίσως την ύστερη στιγμή κάποιο καλό να φέρνει.
Τηνέ θωρώ κουνάμενη να ’ρχεται όλο νεύρα
και να κρατά στο χέρι της και μια ρογδένια βέργα
κι εκεί που την περίμενα εξήγηση να δώσει,
θαρρώ πως είναι έτοιμη να με ξυλοφορτώσει.
Κι αρχίζει τον εξάψαλμο, ξετελεμό δεν έχει,
αν δεν τη δικαιώσουμε, θα μας σε κατατρέχει.
Μου ’πε «δεν φταίει η χρονιά που γίνατε άνω κάτω,
σας φταίει η κυβέρνηση που φτάσατε στον πάτο.
Η Γη είναι η ίδια πάντοτε, δεν άλλαξε η φύση,
η ίδια στην Ανατολή, η ίδια και στη Δύση,
ο πόλεμος καλά κρατεί, παντού υπάρχει πείνα,
δεν φταίει μόνο ο ιός που ήρθε στην Αθήνα.
Η πανδημία έφτασε τον Μάρτη απ’ άλλα μέρη
και τότε όλοι πιστέψατε πως σας κολλούν οι γέροι,
σας δείχνανε στις λαϊκές πως μάσκα δεν φορούσαν
και δεν διαμαρτυρόσασταν που σας εξαπατούσαν.
Αφού περάσατε άλαλοι την πρώτη καραντίνα
κι όλα τα μπατονιάρατε πίσω κι εννιά του μήνα
και είχατε κλειστά τ’ αυτιά και μάτια μη θωρείτε,
αυτοί σας σε καρφώνανε και ζείτε αυτά που ζείτε.
Πρώτα απαγορέψανε τις διαδηλώσεις όλες
και για τα δικαιώματα στήσανε καρμανιόλες,
μετά αύξησαν τα πρόστιμα, σας κλείσανε πιο μέσα,
κλαίτε δεν κλαίτε δεν φελά, αφού δεν έχουν μπέσα.
Αυτοί δεν έχουν πρόβλημα χούντα να επιβάλουν,
το έχουν κάνει δυο φορές, γύψο για να σας βάλουν».
Σωστά όσα λέει, μα βγήκαμε στους δρόμους τον Νοέμβρη,
γι’ αυτό μας μπαγλαρώσανε στις έξι του Δεκέμβρη.
Για ότι θέλουν ρίχνουνε λεφτά με το μουζούρι
και δακρυγόνα μας πετούν χωρίς φειδώ στη μούρη,
τις αύρες κατεβάζουνε και με νερό μας γραίνουν,
τα βραχιολάκια μας περνούν και στη ΓΑΔΑ μας παίρνουν.
Αλίμονο αν ο λαός άπραγος περιμένει
ν’ ανοίξει η τύχη να κοπεί ο κόμπος που τον δένει,
μάννα να πέσει εξ ουρανού, έτοιμη να ’ρθει λύση,
οι φόβοι του να διαλυθούν κι η ζωή ν’ ανθίσει.
Έρχομαι πάλι στο παρόν, στο τέλος του Δεκέμβρη
την Κεραμέως συναντώ, πάλι κακό θα μ’ έβρει.
Δάσκαλος, μαθητής, γονιός, ό,τι κι αν είσαι κλάψε
ή πέτα πέρα το λαπτόπ και στ’ «απ’ αυτά σου» γράψε.
Ω! μη με ανακαλέσετε στην τάξη για ένα «κόμμα»
δεν σβήνω κι ας μου βάλετε πιπέρι μες στο στόμα.
Καιρός ν’ απασφαλίσουμε, να πούμε ό,τι μας πνίγει,
μην καρτερούμε θάνατο, γιατί η ζωή είναι λίγη.
Κοιτώ το ημερολόγιο, τίποτα δεν αλλάζει,
πάντα τις ίδιες εορτές με τη σειρά τις βάζει.
Θρήσκοι και άθεοι μαζί, άστε τον Θείο Νόμο,
κοιτάξτε τα παράλογα μες στης ζωής τον δρόμο.
Μη μας φανεί παράξενο να γεννηθεί γαϊδούρι,
με δυο ποδάρια μοναχά και με ανθρώπου μούρη,
αφού στη μαύρη μας ζωή με τόσα νταβαντούρια
πολλούς ανθρώπους βλέπουμε να γίνονται γαϊδούρια.
Τη φετινή Πρωτοχρονιά αλλάζει η ιστορία,
Αη Βασίλης δεν θα ’ρθεί από την Καισαρεία,
θα έρθει άλλο στάτους κβο, άλλος θα πιάσει στέκι,
μα εμείς θα τον πληρώνουμε τον νέο τον ζεβζέκη.
Εγώ στη γη επιθυμώ, ελεύθερη να ζήσω
και για κανένα στάτους κβο δεν θα κακοφορμίσω.
Δεν θέλω να με τυραννούν, δεν θέλω να με δέρνουν,
και για χαζή κι ανόητη δεν θέλω να με παίρνουν.
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή κακός μας χρόνος,
αν περιμένουμε άπραγοι καλός να έρθει νόμος.
Ν’ απλώσουμε το χέρι μας πολύ ψηλά να φτάσει,
να δώσουμε όλοι μια γροθιά η σφαίρα να χαλάσει.
Να πάρει ανάποδες στροφές, να γίνει η νύχτα μέρα,
να βγει φεγγάρι την αυγή να πει το καλημέρα.
Ο ήλιος ο παντοτινός να φέξει από τη Δύση,
το κάθε άστρο να γενεί λουλούδι και ν’ ανθίσει.
Ελπίδα είναι ένα παιδί μ’ ένα άσπρο περιστέρι.
Το δίκιο δεν χαρίζεται, ο αγώνας θα το φέρει.
Β.Δ.
χαλκά περνούνε στου λαού τη μύτη κι έχουν κέφι
που τονε βάζουν να πηδά όπως οι μαϊμούδες,
αφού δεν εκπαιδεύουνε πια συμπαθείς αρκούδες.
Τα κλαπατσίμπαλα βαρούν κι ΕΛΠΙΔΑ πάλι τάζουν,
έτσι θαρρούν πως εύκολα μπορούνε να διατάζουν,
δεν είναι πια αριστερή, οι δεξιοί τη φέρνουν,
στάχτη στα μάτια ρίχνουνε και όλα μας τα παίρνουν.
Είναι αξιοθαύμαστο το τι μπορούν να κάνουν,
εάν σωθούμε απ’ τον ιό, αυτοί θα μας ξεκάνουν.
ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ βάφτισαν τη μαζική απάτη,
εμάς θα ζέψουν στη δουλειά κι αυτοί θα ’ναι ραχάτι.
Για δύο κασόνια εμβόλια γίνεται η φασαρία,
φαίνεται ο εμβολιασμός θα είναι λοταρία,
σειρά προτεραιότητας πήρε η αφεντιά τους,
όλα όσα θέλουν έρχονται στα μέτρα τα δικά τους.
Όπως τον σκύλο που έχουνε κλεισμένο πεινασμένο
έτσι έχουνε και τον λαό απ’ τον λαιμό δεμένο,
κι όπως πετούν ξερό ψωμί του ζώου για να φάει,
έτσι σερβίρουν ψέματα κι ελπίδα για προσφάι.
Σε λίγο φεύγει η χρονιά. Πριν ρίξω πέτρα πίσω,
λέω στην άκρη να σταθώ να τηνε χαιρετήσω,
να κάνω τον λογαριασμό τι μου ’δωσε, τι παίρνει,
ίσως την ύστερη στιγμή κάποιο καλό να φέρνει.
Τηνέ θωρώ κουνάμενη να ’ρχεται όλο νεύρα
και να κρατά στο χέρι της και μια ρογδένια βέργα
κι εκεί που την περίμενα εξήγηση να δώσει,
θαρρώ πως είναι έτοιμη να με ξυλοφορτώσει.
Κι αρχίζει τον εξάψαλμο, ξετελεμό δεν έχει,
αν δεν τη δικαιώσουμε, θα μας σε κατατρέχει.
Μου ’πε «δεν φταίει η χρονιά που γίνατε άνω κάτω,
σας φταίει η κυβέρνηση που φτάσατε στον πάτο.
Η Γη είναι η ίδια πάντοτε, δεν άλλαξε η φύση,
η ίδια στην Ανατολή, η ίδια και στη Δύση,
ο πόλεμος καλά κρατεί, παντού υπάρχει πείνα,
δεν φταίει μόνο ο ιός που ήρθε στην Αθήνα.
Η πανδημία έφτασε τον Μάρτη απ’ άλλα μέρη
και τότε όλοι πιστέψατε πως σας κολλούν οι γέροι,
σας δείχνανε στις λαϊκές πως μάσκα δεν φορούσαν
και δεν διαμαρτυρόσασταν που σας εξαπατούσαν.
Αφού περάσατε άλαλοι την πρώτη καραντίνα
κι όλα τα μπατονιάρατε πίσω κι εννιά του μήνα
και είχατε κλειστά τ’ αυτιά και μάτια μη θωρείτε,
αυτοί σας σε καρφώνανε και ζείτε αυτά που ζείτε.
Πρώτα απαγορέψανε τις διαδηλώσεις όλες
και για τα δικαιώματα στήσανε καρμανιόλες,
μετά αύξησαν τα πρόστιμα, σας κλείσανε πιο μέσα,
κλαίτε δεν κλαίτε δεν φελά, αφού δεν έχουν μπέσα.
Αυτοί δεν έχουν πρόβλημα χούντα να επιβάλουν,
το έχουν κάνει δυο φορές, γύψο για να σας βάλουν».
Σωστά όσα λέει, μα βγήκαμε στους δρόμους τον Νοέμβρη,
γι’ αυτό μας μπαγλαρώσανε στις έξι του Δεκέμβρη.
Για ότι θέλουν ρίχνουνε λεφτά με το μουζούρι
και δακρυγόνα μας πετούν χωρίς φειδώ στη μούρη,
τις αύρες κατεβάζουνε και με νερό μας γραίνουν,
τα βραχιολάκια μας περνούν και στη ΓΑΔΑ μας παίρνουν.
Αλίμονο αν ο λαός άπραγος περιμένει
ν’ ανοίξει η τύχη να κοπεί ο κόμπος που τον δένει,
μάννα να πέσει εξ ουρανού, έτοιμη να ’ρθει λύση,
οι φόβοι του να διαλυθούν κι η ζωή ν’ ανθίσει.
Έρχομαι πάλι στο παρόν, στο τέλος του Δεκέμβρη
την Κεραμέως συναντώ, πάλι κακό θα μ’ έβρει.
Δάσκαλος, μαθητής, γονιός, ό,τι κι αν είσαι κλάψε
ή πέτα πέρα το λαπτόπ και στ’ «απ’ αυτά σου» γράψε.
Ω! μη με ανακαλέσετε στην τάξη για ένα «κόμμα»
δεν σβήνω κι ας μου βάλετε πιπέρι μες στο στόμα.
Καιρός ν’ απασφαλίσουμε, να πούμε ό,τι μας πνίγει,
μην καρτερούμε θάνατο, γιατί η ζωή είναι λίγη.
Κοιτώ το ημερολόγιο, τίποτα δεν αλλάζει,
πάντα τις ίδιες εορτές με τη σειρά τις βάζει.
Θρήσκοι και άθεοι μαζί, άστε τον Θείο Νόμο,
κοιτάξτε τα παράλογα μες στης ζωής τον δρόμο.
Μη μας φανεί παράξενο να γεννηθεί γαϊδούρι,
με δυο ποδάρια μοναχά και με ανθρώπου μούρη,
αφού στη μαύρη μας ζωή με τόσα νταβαντούρια
πολλούς ανθρώπους βλέπουμε να γίνονται γαϊδούρια.
Τη φετινή Πρωτοχρονιά αλλάζει η ιστορία,
Αη Βασίλης δεν θα ’ρθεί από την Καισαρεία,
θα έρθει άλλο στάτους κβο, άλλος θα πιάσει στέκι,
μα εμείς θα τον πληρώνουμε τον νέο τον ζεβζέκη.
Εγώ στη γη επιθυμώ, ελεύθερη να ζήσω
και για κανένα στάτους κβο δεν θα κακοφορμίσω.
Δεν θέλω να με τυραννούν, δεν θέλω να με δέρνουν,
και για χαζή κι ανόητη δεν θέλω να με παίρνουν.
Αρχιμηνιά κι αρχιχρονιά κι αρχή κακός μας χρόνος,
αν περιμένουμε άπραγοι καλός να έρθει νόμος.
Ν’ απλώσουμε το χέρι μας πολύ ψηλά να φτάσει,
να δώσουμε όλοι μια γροθιά η σφαίρα να χαλάσει.
Να πάρει ανάποδες στροφές, να γίνει η νύχτα μέρα,
να βγει φεγγάρι την αυγή να πει το καλημέρα.
Ο ήλιος ο παντοτινός να φέξει από τη Δύση,
το κάθε άστρο να γενεί λουλούδι και ν’ ανθίσει.
Ελπίδα είναι ένα παιδί μ’ ένα άσπρο περιστέρι.
Το δίκιο δεν χαρίζεται, ο αγώνας θα το φέρει.
Β.Δ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου