Εφτάσαν τα Χριστούγεννα που τα προσμέναμ’ όλοι,
για να χαρούμε ελεύθεροι, στης Αθήνας την πόλη,
δίχως των Ούννων ο βραχνάς, τα στήθια να πλακώνει,
δίχως το βόλι του εχθρού, νεκρούς να μας ξαπλώνει.
Εφτάσαν τα Χριστούγεννα, μ’ αντίς χαρά κι ειρήνη,
στο βράχο της Ακρόπολης, κανόνια ο Σκόμπυ στήνει.
Αεροπλάνα, όλμοι, τανκς, καυτό μολύβι σπέρνουν,
που σε γυναίκες και παιδιά, φριχτό θάνατο φέρνουν.
Κι όμως δεν είναι Γερμανοί, είναι οι σύμμαχοί μας,
που τους υποδεχτήκαμε θερμά με την ψυχή μας,
σαν ήρθαν στην Ελλάδα μας, την ιερή κι αιώνια,
που πολεμήσαμεν πιστά, μαζί τους τόσα χρόνια.
Μ’ αντί να ξεφορτώσουνε τρόφιμα στην Αθήνα,
που τόσα χρόνια ηρωικά πάλευε με την πείνα,
ξεφόρτωσαν στρατεύματα, κανόνια, όπλα, σφαίρες,
για να χτυπήσουν το λαό, τις άγιες τούτες μέρες.
Μα ο λαός αλύγιστος, θέλει Ανεξαρτησία,
Δημοκρατία, Λευτεριά κι όχι δικτατορία.
Και προστατεύει απ’ τη σκλαβιά, με γρανιτένια στήθια,
τη χώρα που πρωτόδωσε, στο κόσμο την αλήθεια.
Στο δίκιο αγώνα θύματα, όμως, πέφτουν χιλιάδες,
πεντάρφανα μένουν παιδιά, τους γιους τους κλαιν μανάδες.
Όσο κι αν μεις στερούμεθα, να θυμηθούμε πρέπει,
αυτούς, που με το αίμα τους, γράφουν καινούργια έπη.
Χτίζουμε έτσι πιο λαμπρή, τη νέα μας Ελλάδα,
που θα κρατεί της λευτεριάς, άσβηστη τη λαμπάδα.
για να χαρούμε ελεύθεροι, στης Αθήνας την πόλη,
δίχως των Ούννων ο βραχνάς, τα στήθια να πλακώνει,
δίχως το βόλι του εχθρού, νεκρούς να μας ξαπλώνει.
Εφτάσαν τα Χριστούγεννα, μ’ αντίς χαρά κι ειρήνη,
στο βράχο της Ακρόπολης, κανόνια ο Σκόμπυ στήνει.
Αεροπλάνα, όλμοι, τανκς, καυτό μολύβι σπέρνουν,
που σε γυναίκες και παιδιά, φριχτό θάνατο φέρνουν.
Κι όμως δεν είναι Γερμανοί, είναι οι σύμμαχοί μας,
που τους υποδεχτήκαμε θερμά με την ψυχή μας,
σαν ήρθαν στην Ελλάδα μας, την ιερή κι αιώνια,
που πολεμήσαμεν πιστά, μαζί τους τόσα χρόνια.
Μ’ αντί να ξεφορτώσουνε τρόφιμα στην Αθήνα,
που τόσα χρόνια ηρωικά πάλευε με την πείνα,
ξεφόρτωσαν στρατεύματα, κανόνια, όπλα, σφαίρες,
για να χτυπήσουν το λαό, τις άγιες τούτες μέρες.
Μα ο λαός αλύγιστος, θέλει Ανεξαρτησία,
Δημοκρατία, Λευτεριά κι όχι δικτατορία.
Και προστατεύει απ’ τη σκλαβιά, με γρανιτένια στήθια,
τη χώρα που πρωτόδωσε, στο κόσμο την αλήθεια.
Στο δίκιο αγώνα θύματα, όμως, πέφτουν χιλιάδες,
πεντάρφανα μένουν παιδιά, τους γιους τους κλαιν μανάδες.
Όσο κι αν μεις στερούμεθα, να θυμηθούμε πρέπει,
αυτούς, που με το αίμα τους, γράφουν καινούργια έπη.
Χτίζουμε έτσι πιο λαμπρή, τη νέα μας Ελλάδα,
που θα κρατεί της λευτεριάς, άσβηστη τη λαμπάδα.
Από μια παλαιότερη δημοσίευσή μας εδώ: ΚΑΛΑΝΤΑ ΤΗΣ ΚΑΤΟΧΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου