27 Μαΐου 2018

Καρλ Μαρξ, ένας κορυφαίος διανοητής, ένας ακλόνητος επαναστάτης 200 χρόνια από τη γέννησή του


«Ολόκληρη η κοινωνική ιστορία δεν είναι τίποτε άλλο παρά η πάλη των τάξεων» (Μαρξ)

Ο Μαρξ γεννήθηκε στην πόλη Τριρ της Γερμανίας (της τότε Πρωσίας) στις 5 Μάη του 1818. Γόνος μεσοαστών -ο πατέρας του ήταν δικηγόρος-, εβραϊκής καταγωγής, κατάφερε να μπει στο Πανεπιστήμιο της Βόνης και αργότερα του Βερολίνου. Σπούδασε νομική και φιλοσοφία. Στο Βερολίνο εντάχθηκε στους «Νέους Χεγκελιανούς», μια ομάδα φοιτητών και καθηγητών με προοδευτικά χαρακτηριστικά που εναντιωνόταν στη φτώχεια, τη λογοκρισία και τις θρησκευτικές διακρίσεις και υποστήριζε ότι η συντηρητική πρωσική κοινωνία μπορούσε να υποστεί αλλαγές.

Στα 23 του χρόνια πήρε το διδακτορικό του δίπλωμα από το Πανεπιστήμιο της Ιένας για τη διατριβή του «H διαφορά ανάμεσα στη φυσική φιλοσοφία του Δημόκριτου και στη φυσική φιλοσοφία του Eπίκουρου».

Μετά την αποφοίτησή του ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία, αρθρογραφώντας στην «Εφημερίδα του Ρήνου» που εξέφραζε τις απόψεις του προοδευτικού-ριζοσπαστικού τμήματος της γερμανικής αστικής τάξης. Στα 1842 ανέλαβε τη θέση του αρχισυντάκτη. Όμως η κυβερνητική λογοκρισία δεν επέτρεψε τη συνέχιση της έκδοσης της εφημερίδας, η οποία έκλεισε ένα χρόνο μετά.

Στα 1843 θα γράψει την «Κριτική της Θεωρίας του Κράτους του Χέγκελ» και το «Εβραϊκό ζήτημα». Στο έργο αυτό, απαντώντας στον Μπρούνο Μπάουερ, κριτικάρει τις θέσεις του σχετικά με τη χειραφέτηση των Εβραίων και αμφισβητεί τη δυνατότητα του αστικού κράτους να διευθετήσει το ζήτημα. Γενικεύοντας, θέτει ως όρο για την πλήρη επίλυση του ζητήματος των πολιτικών δικαιωμάτων την υπέρβαση των αντιθέσεων της ίδιας της αστικής κοινωνίας. Είναι πλέον ξεκάθαρο ότι η σκέψη του Μαρξ περνάει από τον απλό ριζοσπαστισμό στην επαναστατική θεώρηση και την προοπτική της αλλαγής της κοινωνίας.

Λίγους μήνες μετά (Νοέμβρης του 1843) ο Μαρξ θα εγκατασταθεί στο Παρίσι και στις αρχές του 1844 θα εκδώσει μαζί με τον Α. Ρούγκε τα «Γαλλογερμανικά Χρονικά». Σύντομα θα σταματήσει και αυτή η έκδοση μετά τη ρήξη του με τον Ρούγκε και ο Μαρξ θα συνεχίσει την αρθρογραφία στην εφημερίδα «Vorwärts» («Εμπρός»). Στα άρθρα του φαίνεται πλέον καθαρά ότι εκφράζονται απόψεις που υποστηρίζουν την εργατική τάξη και τη δυνατότητά της να παίξει πρωτοπόρο ρόλο στην πρόοδο της ανθρώπινης κοινωνίας.

Την ίδια χρονιά θα γεννηθεί και η πρώτη του κόρη. Ο Μαρξ θα αποκτήσει πολλά παιδιά με τη σύζυγό του Τζένη αλλά στις δύσκολες συνθήκες της εποχής εκείνης θα καταφέρουν να επιβιώσουν μόνο τα τρία. Τα επόμενα χρόνια η οικονομική στήριξη από τον Ένγκελς θα σώσει κυριολεκτικά από την πείνα τον Μαρξ και την οικογένειά του.

Στο Παρίσι θα συναντήσει τον Ένγκελς με τον οποίο αλληλογραφούσε από παλιά. Θα αναπτυχθεί μια βαθιά φιλία μεταξύ τους και θα συνεργαστούν σε ζητήματα που αφορούν την πολιτική οικονομία και το ρόλο της εργατικής τάξης. Μαζί θα γράψουν το έργο «Η αγία οικογένεια» με το οποίο γίνεται μια κριτική στις ιδεαλιστικές απόψεις των Νεοχεγκελιανών, αποδεικνύοντας ότι η ιστορία της ανθρωπότητας γράφεται από τις πλατιές λαϊκές μάζες και όχι από κάποιες πεφωτισμένες προσωπικότητες.

Η διαμονή του Μαρξ στο Παρίσι θα διακοπεί όταν η πρωσική κυβέρνηση θα ζητήσει από τη γαλλική την απέλασή του λόγω των αντιπρωσικών άρθρων που έγραφε. Στις αρχές του 1845 θα καταφύγει στις Βρυξέλλες. Τον Απρίλη του 1845 θα γράψει τις «Θέσεις για τον Φόιερμπαχ», μια μελέτη σχετικά με την υλιστική αντίληψη της ιστορίας, σε αντιπαράθεση με την ιδεαλιστική αντιμετώπισή της από τη γερμανική φιλοσοφία. Αξιοποιώντας τον υλισμό του Φόιερμπαχ και τη διαλεκτική μέθοδο του Χέγκελ θα διατυπώσει τη νέα κοσμοθεωρία, τον διαλεκτικό υλισμό, δίνοντας μια συντριπτική απάντηση στον ιδεαλισμό και τη μεταφυσική που κυριαρχούσαν στη φιλοσοφία εκείνη την εποχή. Και αναφέρει: «Οι φιλόσοφοι μόνο εξηγούσαν με διάφορους τρόπους τον κόσμο, αλλά το ζήτημα είναι να τον αλλάξουμε».

Την ίδια περίοδο θα γράψει μαζί με τον Ένγκελς τη «Γερμανική Ιδεολογία» (1945-46), που είναι μια κριτική στη φιλοσοφία του Χέγκελ και των Νέων Χεγκελιανών. Στο έργο αυτό διατυπώνονται οι αντικειμενικοί νόμοι της κοινωνικής εξέλιξης και η θεωρία για το νομοτελειακό πέρασμα στην αταξική κοινωνία, η θεωρία του ιστορικού υλισμού. Εκεί επίσης αποδεικνύει ότι οι αντιθέσεις ανάμεσα στις παραγωγικές σχέσεις και τις παραγωγικές δυνάμεις είναι η βασική αιτία για τις επαναστατικές ανατροπές στην ιστορία.

Λίγο αργότερα θα ασχοληθεί με τις φιλοσοφικές θέσεις του Προυντόν, εκπροσώπου της μικροαστικής φιλοσοφίας, και ως απάντηση στο έργο του «Η Φιλοσοφία της Αθλιότητας» θα γράψει την «Αθλιότητα της Φιλοσοφίας» (1846-47). Με το σημαντικό αυτό έργο δίνει μια αποστομωτική απάντηση στην κυρίαρχη γαλλική φιλοσοφία και στις θέσεις του Προυντόν περί ειρηνικής μετάβασης στο σοσιαλισμό και κάνει μια προσπάθεια να αντιμετωπίσει την αρνητική επιρροή που είχαν οι θέσεις αυτές στο εργατικό κίνημα.

Αποφασιστικής σημασίας ήταν η συμβολή του Μαρξ στην αναδιοργάνωση της «Ένωσης Δικαίων» -μιας διεθνούς οργάνωσης εργατών που λειτουργούσε από το 1836- και στη δημιουργία της «Ένωσης Κομμουνιστών».

Το 1848 σε συνεργασία με τον Ένγκελς και με εντολή της «Ένωσης Κομμουνιστών» θα συγγράψει το «Κομμουνιστικό Μανιφέστο», έργο που έμελλε να εμπνεύσει πολλές γενιές κομμουνιστών. Στο «Κομμουνιστικό Μανιφέστο» εκφράζεται με επιστημονικό τρόπο ο στόχος και η στρατηγική της εργατικής τάξης μέσα από τη θεωρητική επεξεργασία της ιστορικής εξέλιξης των κοινωνιών. Διατυπώνονται επίσης βασικές αρχές όπως ο ιστορικός ρόλος του προλεταριάτου και η ανάγκη δημιουργίας κομμουνιστικών κομμάτων ως εργαλεία για την οργάνωση των πρωτοπόρων εργατών.

Το 1848 ήταν μια χρονιά με σοβαρά επαναστατικά γεγονότα σε όλη την κεντρική Ευρώπη. Ο Μαρξ πηγαίνει για ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Γερμανία όπου θα εκδώσει τη «Νέα Εφημερίδα του Ρήνου», συμβάλλοντας σημαντικά στη δράση των γερμανών κομμουνιστών.

Μετά τη νίκη της αντεπανάστασης το 1849, θα μεταναστεύσει στο Λονδίνο. Στα 1852 θα αρχίσει να συνεργάζεται με την αμερικανική εφημερίδα New York Tribune. Ασχολείται εντατικά με τις εξελίξεις των τελευταίων χρόνων στη Γαλλία και θα γράψει δύο ακόμα βιβλία: «Η 18η Μπρυμαίρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη» και «Οι ταξικοί αγώνες στη Γαλλία». Στα έργα αυτά αναφέρεται με σαφήνεια στην καταστροφή του αστικού κράτους ως απαραίτητο όρο για τη νίκη της εργατικής τάξης και στη «δικτατορία του προλεταριάτου» ως βασικό τρόπο άσκησης της εξουσίας της μέχρι την ολοκληρωτική κατάργηση της αστικής τάξης.

Στο Λονδίνο ο Μαρξ, μελετώντας πολιτική οικονομία, θα γράψει σημαντικά βιβλία όπως η «Εισαγωγή στην κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» (1857-58), η «Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας» (1859) και τον πρώτο τόμο από το σημαντικότερο έργο του, «Το Κεφάλαιο», που εκδίδεται το 1867. Σ’ αυτό εξηγεί αναλυτικά τον τρόπο λειτουργίας της καπιταλιστικής οικονομίας, τους νόμους που τη διέπουν, τους νόμους κίνησης της κοινωνίας (που είναι αντικειμενικοί) και αποδεικνύει τη νομοτέλεια του επαναστατικού περάσματος στον σοσιαλιστικό τρόπο παραγωγής και την κομμουνιστική κοινωνία. Οι επόμενοι δύο τόμοι θα εκδοθούν το 1885 και το 1894, μετά το θάνατό του, από τον Ένγκελς.

Το 1864, εκμεταλλευόμενος τις επαφές που απέκτησε με εργατικές οργανώσεις σε Ευρώπη και Αμερική, θα συμβάλει σημαντικά στην ίδρυση της «Διεθνούς Εργατικής Ένωσης» που αργότερα ονομάστηκε «Α’ Διεθνής». Ουσιαστικά ήταν η πρώτη προσπάθεια να οργανωθεί το εργατικό κίνημα σε διεθνή βάση. Η Α΄ Διεθνής θα αυτοδιαλυθεί στα 1872, μετά την ήττα της Παρισινής Κομμούνας. Άφησε όμως μια τεράστια πολιτική και οργανωτική κληρονομιά στην εργατική τάξη, κάτι που αποκρυσταλλώθηκε στο αμέσως επόμενο διάστημα με την ίδρυση εργατικών - σοσιαλιστικών κομμάτων σε όλες σχεδόν τις χώρες του κόσμου.

Την περίοδο αυτή ο Μαρξ ασχολείται και με τα συμπεράσματα από την ήττα της Κομμούνας του Παρισιού -της πρώτης προσπάθειας των Γάλλων εργατών να πάρουν την εξουσία- καθώς και με το ρόλο των τάξεων σε επαναστατικές περιόδους, γράφοντας το έργο «Ο εμφύλιος πόλεμος στη Γαλλία» το 1871.

Στα 1875 θα γράψει μαζί με τον Ένγκελς την «Κριτική του Προγράμματος της Γκότα», γνωστοποιώντας τη διαφωνία του με τη νέα πολιτική του Γερμανικού Εργατικού Κόμματος, αφού η ηγεσία του προσανατολιζόταν σε ένα «πιο κοινωνικό κράτος» και μια «γενικευμένη αυτοδιαχείριση» και όχι στην επαναστατική ανατροπή.

Ο Μαρξ πέθανε στις 14 Μάρτη του 1883 στο Λονδίνο. Αφιέρωσε όλη του τη ζωή στην υπόθεση της εργατικής τάξης, αφήνοντας μια νέα κοσμοθεωρία ως κληρονομιά στους προλετάριους όλου του κόσμου, ανοίγοντας δρόμους για να βαδίσουν προς την ολοκλήρωση της ιστορικής τους αποστολής.

Στέφανος Σκοδράνης

Προλεταριακή Σημαία - http://www.kkeml.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: