25 Μαρτίου 2019

Το παμβαλκανικό 1821

Αν μελετήσει κάποιος τα κρατικά αρχεία με τους καταλόγους των αγωνιστών του ’21 θα δει πολλά επώνυμα όπως Βούλγαρης, Σέρβος, Μαυροβουνιώτης, Βοσνάκος, Αρναούτης αλλά και Μπιτολίτης, Στράντζαλης, πολλά μικρά ονόματα για παράδειγμα Στόγιαν, Στόικο, Γιοβάν, Βάσο όπως και κάμποσα μουσουλμανικά ονοματεπώνυμα. Ένας αριθμός μελετών πιστοποιούν τη συμμετοχή πολυάριθμων Βαλκάνιων, κυρίως χριστιανών αλλά και μουσουλμάνων, στα επαναστατικά γεγονότα του ’21, τόσο στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες της Μολδοβλαχίας, όσο και στην Ήπειρο, τη Θεσσαλία, τη Στερεά Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Με το παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να παρουσιάσουμε αυτή την πλευρά της επανάστασης του 1821 δηλαδή τη συνεργασία των βαλκανικών λαών.

Πριν το 1821

Το 1821 ως ένοπλη εκδήλωση των φιλελεύθερων ιδεών της Ευρώπης προκαλεί κινητοποίηση και στους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς όμως δεν αποτελεί την απαρχή του οράματος της συνεργασίας των βαλκανικών λαών εναντίον του οθωμανικού ζυγού.

Ο Ρήγας Βελεστινλής/Φεραίος, επηρεασμένος από το γαλλικό Σύνταγμα του 1793 οραματίζεται μια βαλκανική δημοκρατία με όλους τους βαλκανικούς λαούς ενωμένους ενάντια στον αυταρχισμό και την τυραννία. Χαρακτηριστικοί είναι οι στίχοι του Θούριου που υπογραμμίζουν την ανάγκη για μια παμβαλκανική συνεργασία ανεξαρτήτως εθνότητας και φυλής:


Σ’ Aνατολή και Δύσι, και Nότον και Bοριά,/
Για την Πατρίδα όλοι, νάχωμεν μια καρδιά./
Στην πίστιν του καθ’ ένας, ελεύθερος να ζη,/
Στην δόξαν του πολέμου, να τρέξωμεν μαζύ./
Βουλγάροι, κι’ Αρβανήτες, Αρμένοι και Ρωμιοί,/
Aράπιδες, και άσπροι, με μια κοινή ορμή./
Για την ελευθερίαν, να ζώσωμεν σπαθί

Ο Ρήγας, μαζί με επτά συντρόφους του που δεν πρέπει να λησμονούμε (οι αφοι Εμμανούηλ, Κορωνιός, Νικολίδης, Αργέντης, Καρατζάς, Τουρούντζιας), συνελήφθησαν από τις αυστριακές και παραδόθηκαν στις οθωμανικές αρχές, σε μια συνεργασία ενδεικτική για το πώς αντιμετώπιζαν διαχρονικά οι εξουσίες όσους απειλούσαν το status quo. Τελικά, όλοι μαζί εκτελέστηκαν το 1798 στον σερβικό παραδουνάβιο πύργο Νεμπόισα στο Βελιγράδι με τα πτώματα τους να ρίχνονται στα νερά του Δούναβη. Όμως, οι διαδικασίες αφύπνισης των βαλκανικών λαών είχαν ήδη ξεκινήσει.

Έξι χρόνια μετά, το 1804, η σερβική εξέγερση των αρχών του 19ου αιώνα θα φέρει το πνεύμα της γαλλικής επανάστασης στα Βαλκάνια. Στην πρώτη αυτή εξέγερση του 19ου αιώνα στα Βαλκάνια, πολέμησαν μερικές χιλιάδες εθελοντές από κάθε βαλκανικό έθνος. Βούλγαροι, Ρουμάνοι και Έλληνες έσπευσαν στα σερβικά εδάφη. Η “Βουλγαρική Λεγεώνα” εθελοντών που πολέμησε στη σερβική επανάσταση είχε αρχηγό τον Έλληνα Δημήτριο Βατικιώτη ενώ στην “Ελληνική Λεγεώνα” συμμετείχαν αρκετοί Βούλγαροι. Ο αρχηγός της ελληνικής λεγεώνας, Νικόλαος Πάγκαλος, απευθύνεται στους Βούλγαρους “Αδέλφια, θαρραλέοι και σταθεροί Βούλγαροι” ενώ καλεί επίσης Ρουμάνους και Αλβανούς να κηρύξουν γενική εξέγερση. Απ’ την ελληνική πλευρά συμμετείχαν επίσης οι μετέπειτα φημισμένοι μαχητές Γεωργάκης Ολύμπιος, Καρατάσος και Νικοτσάρας που πολέμησαν στο πλευρό του Σέρβου χαϊντούκου Βέλκο Πέτροβιτς. Τέλος, πολιτικό ρόλο διπλωμάτη υπέρ της σερβικής πλευράς παίζει και ο ελληνικής καταγωγής Πέτρος Ίτσκος που προσκαλείται από τον Σέρβο ηγεμόνα Καραγιώργη Πέτροβιτς.

Μάλιστα, η ιστορία της σερβικής επανάστασης του 1804 καταγράφηκε από έναν Έλληνα. Ο Καστοριανός Δούκας Τριαντάφυλλος εξιστορεί στην Πέστη της Αυστρο-Ουγγαρίας όπου διέμενε, το 1807, τα γεγονότα της σερβικής, αντι-οθωμανικής επανάστασης του 1804 ως εξής:

“Ανάμεσα στο στράτευμα των Σερβιάνων
Πολλοί δεν εγνωρίζονταν ο εις από τον άλλον
Ωσάν όπου συνάζονταν απ’ όλα δε τα μέρη,
Βούλγαροι δε περισσότεροι, Βλάχοι δε και Ρωμαίοι.”

Στη σερβική επανάσταση του 1804 εκφράζονται και τάσεις ανεξαρτησίας των βαλκανικών λαών. Πλάι στη λογική που ήθελε την επανάσταση στα Βαλκάνια να είναι αδύνατη χωρίς την προστασία μίας εκ των Μεγάλων Δυνάμεων προβάλλει κι η λογική που θέλει τους βαλκανικούς λαούς να μπορούν να τα καταφέρουν με βάση τις δικές τους δυνάμεις. Έτσι, ο Ανώνυμος Έλλην, αναστοχαζόμενος τη σερβική επανάσταση, θα γράψει το 1806: “Διατί αδελφοί μου να θέλωμεν να αλλάξωμεν κύριον, όταν μόνοι μας ημπορούμεν να ελευθερωθώμεν;”

serbian-revolution-a313645b-342c-42a5-898f-c917cd23fbc-resize-750
Πίνακας που απεικονίζει τη σερβική εξέγερση του 1804

Ενδιαφέρον παρουσιάζει κι η περίπτωση της ελληνο-αλβανικής, αντι-οθωμανικής συνεργασίας στην Πελοπόννησο το 1807 μεταξύ Κολοκοτρώνη και Αλί Φαρμάκη που κατέληξε στο σχέδιο για την ίδρυση δημοκρατικής πολιτείας, με ισοτιμία χριστιανών και μουσουλμάνων στα Επτάνησα.

Το πνεύμα που φέρνει η Γαλλική Επανάσταση κι οι πρώτοι αγώνες στην αυγή του 19ου αιώνα πιάνει η Φιλική Εταιρεία, που ιδρύεται το 1814 στην Οδησσό και προετοιμάζει μια παμβαλκανική εξέγερση. Η Φιλική Εταιρεία, έχοντας ως βασικό της κορμό το ελληνικό στοιχείο, προσπαθεί παράλληλα να συνεννοηθεί με Σέρβους, Μαυροβούνιους, Βλάχους και Βούλγαρους. Σλάβοι -συνήθως εύποροι- συμμετέχουν στη Φιλική Εταιρεία αλλά πολλοί Σλάβοι από την Οδησσό και τη Βεσσαραβία -συνήθως φτωχοί αγρότες- συμμετέχουν και στην εξέγερση στη Μολδοβλαχία υπό την αρχηγία του Υψηλάντη. Ανάμεσα στα καταγεγραμμένα μέλη της Εταιρείας υπάρχουν αρκετοί Βούλγαροι και Σέρβοι. Όπως αναφέρει ο Βούλγαρος επαναστάτης του 19ου αιώνα Ρακόφσκι: “Σε όλες τις πόλεις και τα γνωστά χωριά της Βουλγαρίας υπήρχαν Βούλγαροι συνωμότες για την απελευθέρωση των Ελλήνων από την τουρκική κατοχή”. Και όχι μόνο της Βουλγαρίας. Όπως μαρτυρά η ιστορία του Σπιριντόν Τζέροφ, με καταγωγή από την Οχρίδα που ζούσε στην πόλη Μπίτολα και απαγχονίστηκε λόγω της συμμετοχής του στη Φιλική Εταιρεία, η δράση και οι στόχοι της Εταιρείας είχαν αγκαλιαστεί από πλήθος Βαλκάνιων.

Η Επανάσταση του ’21 στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες

Κατά την προετοιμασία της εξέγερσης στη Μολδοβλαχία, η σύλληψη της οποίας αποτελεί από μόνη της απόδειξη ενός παμβαλκανικού σκέπτεσθαι από τους Φιλικούς, ο Υψηλάντης θα δει να προσέρχονται χιλιάδες εθελοντές διαφόρων εθνοτήτων. Ο ίδιος σε γράμμα του προς τον Ξάνθο της Φιλικής Εταιρείας αναφέρει: “Ο ενθουσιασμός μεγαλώτατος εδώ, δεν ηξεύρω που να βάλω τους όσους έρχονται. Βούλγαρους και άλλους προθύμους…”. Στην εξέγερση συμμετέχει, με δική του αυτόνομη δράση αλλά σε συνεννόηση με τη Φιλική Εταιρεία, ως αρχηγός των Βλάχων, ο Ρουμάνος Τούντορ Βλαντιμιρέσκου (που αργότερα βέβαια έρχεται σε σύγκρουση με τον Υψηλάντη και εκτελείται). Στον στρατό του ο Βλαντιμιρέσκου έχει ως πρωτοπαλίκαρα και τους Σάββα Μπίμπαση και Στόγιαν Ιντζέ, επίσης βουλγαρικής καταγωγής, που διηύθηναν πολυεθνικά στρατιωτικά σώματα Βουλγάρων, Σέρβων κι Αλβανών στη Βλαχία παίρνοντας μέρος στην κοινή εξέγερση. Εκεί βρήκαν αμφότεροι τον θάνατο, το καλοκαίρι του 1821, μαχόμενοι τα οθωμανικά στρατεύματα. Ανάμεσα στους πιο έμπιστους οπλαρχηγούς του Υψηλάντη είναι και οι αδελφοί Μακεντόνσκι, επίσης βουλγαρικής καταγωγής.

Μαζί με τα στρατεύματα του Υψηλάντη δρα και ο Σέρβος οπλαρχηγός Μλάντεν Μιλοβάνοβιτς ο οποίος ζητά από τον Υψηλάντη να περάσει στη Βουλγαρία όπου θεωρεί ότι μπορεί να στρατολογήσει 4-6.000 Βούλγαρους. Ένας από τους υπασπιστές του Δημήτρη Υψηλάντη είναι και ο Γεώργιος Κ. Βοϊνέσκος, ελληνο-ρουμανικής καταγωγής.

Ξεχωριστή μνεία πρέπει να γίνει στο ένοπλο τμήμα του Γεωργάκη Ολύμπιου και του Ιωάννη Φαρμάκη στο οποίο συμμετείχαν 800 επίλεκτοι μαχητές σερβικής, βουλγαρικής και ελληνικής καταγωγής, οι οποίοι βρήκαν ηρωικό θάνατο όταν όντας περικυκλωμένοι από τους Οθωμανούς ανατινάχτηκαν για να μην πέσουν στα χέρια τους. Μάλιστα ο Γεωργάκης Ολύμπιος είχε παντρευτεί τη Σέρβα μαχήτρια Τσουτσούκ Στάνα με την οποία είχαν αποκτήσει τρία παιδιά. Μετά τον θάνατο του Ολύμπιου, η Στάνα διέφυγε στη Ρωσία όμως μετά την ίδρυση του νεοελληνικού κράτους ήρθε στην Αθήνα όπου έλαβε σύνταξη ως χήρα του ήρωα Ολύμπιου και έζησε το υπόλοιπο της ζωής της.
Η πραγματικότητα το έτος 1821 στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες είναι τέτοια ώστε από παντού φτάνουν αναφορές ότι κι οι υπόλοιποι βαλκανικοί λαοί είναι πρόθυμοι να ακολουθήσουν στο δρόμο της αντι-οθωμανικής εξέγερσης. Όπως μαρτυρά ο ιστορικός Ιωάννης Φιλήμων που ήταν οικογενειακός φίλος των Υψηλάντηδων για τα στρατεύματα στις Παραδουνάβιες ηγεμονίες: “μόνον 2.000 περίπου ήσαν καθ’ αυτό Έλληνες, οι δε λοιποί Αλβανοσερβοβούλγαροι”

Σύμφωνα με τον Βούλγαρο ιστορικό Νικολάι Τοντόροφ ο Υψηλάντης στη Μολδοβλαχία διοικούσε έναν εξόχως πολυεθνικό στρατό. Δυστυχώς ενώ υπό τις διαταγές του βρίσκονταν πάνω από 7.000 μαχητές έχει διασωθεί μόνο ένας κατάλογος με τα ονόματα χιλίων εξ αυτών. Από αυτούς τους χίλιους, αν εξαιρέσουμε τους 503 Έλληνες βρίσκουμε: 199 Μολδαβούς, 132 Βούλγαρους, 72 Σέρβους, 9 Βλάχους, 7 Αλβανούς, 4 Δαλματούς, 2 Μαυροβούνιους, 2 Βόσνιους, 16 Ρώσους, 15 Ουκρανούς, 6 Τσιγγάνους, 4 Πολωνούς, 4 Ούγγρους, 3 Εκχριστιανισμένους Τούρκους, 3 εκχριστιανισμένους Εβραίους, 3 Γάλλους, 3 Ιταλούς, 2 Γερμανούς και έναν Ισπανό.

Filiki etaireia

Η Επανάσταση του ’21 στον σημερινό ελλαδικό χώρο

“Εβγήκε ο Νάνος ’ς τα βουνά ψηλά ’ς τα κορφοβούνια
Και παλληκάργια ’μάζωνε Γουργάρους κι’ Αρβανίτες”
-δημώδες άσμα της περιοχής της Φιγαλίας-

Αν στην επανάσταση στη Μολδοβλαχία ήταν αναμενόμενο τα στρατεύματα των εξεγερμένων να έχουν πολυεθνικό χαρακτήρα κάτι τέτοιο δεν ήταν αυτονόητο και στην περίπτωση της Ρούμελης και του Μοριά. Και όμως και σε αυτές τις περιπτώσεις έχουμε αρκετά παραδείγματα που πιστοποιούν τη συνεργασία των βαλκανικών λαών. Σέρβοι, Βούλγαροι, Αλβανοί, Βόσνιοι, αλλά και Οθωμανοί μουσουλμάνοι συντάσσονται με τους Έλληνες επαναστάτες.

Οι λόγοι για τους οποίους συμβαίνει αυτό ποικίλλουν. Κάποιοι έρχονται ως εθελοντές από αγνά ιδεολογικά κίνητρα ή από μένος εναντίον των Οθωμανών. Άλλοι γιατί βλέπουν την ελληνική επανάσταση ως πρόδρομο ξεσηκωμών και στα δικά τους μέρη. Υπάρχουν όμως και περιπτώσεις ατόμων που λειτουργούν με βάση τα υλικά κίνητρα δηλαδή ως μισθοφόροι ή τυχοδιώκτες που αναμένουν να πλουτίσουν από το πλιάτσικο και τα λάφυρα. Επίσης, αρκετοί από τους μετέπειτα ήρωες της επανάστασης του ’21 βρέθηκαν αρχικά στα πεδία των μαχών υπηρετώντας τον στρατό του Σουλτάνου και μετέπειτα αυτομόλησαν. Κάποιες φορές οι ιδεολογικοί και πολιτικοί λόγοι μπλέκονται με τους υλικούς και τον τυχοδιωκτισμό όπως συμβαίνει συχνά στην ιστορία. Αν προχωρήσουμε πέρα από την τάση για ηρωοποίηση και εξιδανίκευση των υποκειμένων αυτή είναι η πραγματικότητα των πολέμων και των επαναστάσεων τις περισσότερες φορές. Αυτό βέβαια δε μειώνει την προσφορά τους και τον ρόλο που διαδραμάτισαν στις δεδομένες ιστορικές συνθήκες.

Οι “ξένοι” αυτοί εθελοντές από τα Βαλκάνια φαίνεται, όπως και στο παράδειγμα της σερβικής επανάστασης, να συντάσσονται με σχετική ευκολία με την ελληνική πλευρά. Ένας σημαντικός λόγος γι’ αυτό είναι ο χαμηλός βαθμός εθνικής αυτοσυνείδησης των πληθυσμών της βαλκανικής την εποχή εκείνη. Αντίστοιχος είναι και ο τρόπος που τους βλέπει κι η ελληνική πλευρά, η οποία δεν είναι καθόλου “αυστηρή” με τους όρους που χρησιμοποιεί για να τους συμπεριλάβει και να τους περιγράψει.

Σύμφωνα με τα ελληνικά κρατικά αρχεία πολυάριθμοι Βούλγαροι συμμετέχουν στην επανάσταση στην Ελλάδα (14 από τη Σόφια, 27 από το Πλόβντιβ/Φιλιππούπολη κ.α.).

“Κι ο Χατζή Χρήστος πρόβανε από τον Αγιαντώνη,
φέρνει Βουργάρους διαλεχτούς ως δεκαοχτώ νομάτους,
στην λάκκα εξαπέζαψαν και παίζουν τ’ άλογά τους”

Τη σημαντικότερη μορφή εξ αυτών αποτελεί ο Χατζηχρήστος Βούλγαρης (πραγματικό όνομα Κρίστε Ντάνκοφ ή Ντάγκοβιτς) που γεννήθηκε στο Βελιγράδι και γι’ αυτό πολλοί τον αναφέρουν ως Σέρβο αλλά σύμφωνα με κάποιες πηγές καταγόταν από το χωριό Νησί της Πέλλας ενώ ο πατέρας του ήταν Βούλγαρος που πολέμησε στην επανάσταση του 1804 στη Σερβία. Ο Χατζηχρήστος Βούλγαρης ηγήθηκε σερβο-βουλγαρικού σώματος που έδωσε σημαντικές μάχες (Δερβενάκια, Κρεμμύδι κ.α.) ενώ έφτασε στην Εθνοσυνέλευση του 1843 να ορίζεται Πληρεξούσιος Σέρβων, Βουλγάρων και Θρακών. Ενδιαφέρον στοιχείο αποτελεί το γεγονός ότι αρχικά πολεμούσε στο πλευρό των Οθωμανών και είχε πιαστεί αιχμάλωτος κατά την άλωση της Τριπολιτσάς όπου παραλίγο να εκτελεστεί. Τελικά του χαρίστηκε η ζωή λόγω της χριστιανικής πίστης του και έκτοτε πολέμησε γενναία στο πλευρό της επανάστασης. Ήταν τέτοια η πολεμική του δεξιότητα που όταν αργότερα πιάστηκε αιχμάλωτος από τους Οθωμανούς, η ελληνική πλευρά κατέβαλλε μεγάλες προσπάθειες για να μην εκτελεστεί και να δοθεί πίσω, όπως και έγινε το 1827. Αντίστοιχες προσπάθειες να επαναπροσηλυτιστεί από τους Οθωμανούς αποτυπώνονται και στο παρακάτω σωζόμενο δίστιχο που μας δίνει και μια ταξική οπτική του διλήμματος:

“Ρε Χατζη Χρήστο βούργαρη, μην πας με τους ραγιάδες
έλα κ’ εδώ προσκύνησε να πας με τους αγάδες.”

Η μάχη στα Δερβενάκια εναντίον του Δράμαλη όπου διακρίθηκε το Σερβο-Βουλγαρικό τμήμα του Χατζη-Χρήστου Βούλγαρη

Όμως, ο ίδιος είχε περάσει οριστικά στο αντι-οθωμανικό στρατόπεδο. Αργότερα, το 1834, όταν τιμήθηκε με το ανώτερο αριστείο για την προσφορά του στον αγώνα σημειώθηκε: “για την ανδρεία που επέδειξε σε όλες τις μάχες και ειδικότερα στη μάχη κοντά στα Δερβενάκια επικεφαλής σώματος Βουλγάρων και για τη μακρόχρονη και βασανιστική αιχμαλωσία του, που κατόρθωσε να την υποφέρει με κουράγιο και παραδειγματική σταθερότητα, αποκρούοντας τις προτάσεις του Ιμπραήμ πασά, ο οποίος ήθελε οπωσδήποτε να τον προσλάβει στην υπηρεσία του”

Η καταγωγή του Χατζηχρήστου Βούλγαρη φαίνεται και από το γεγονός ότι στη διάρκεια της επανάστασης κατέθεσε πρόταση να ηγηθεί ένοπλου σώματος που θα διείσδυε στη Μακεδονία με σκοπό να προκαλέσει νέα εξέγερση. Η πρότασή του απορρίφθηκε λόγω διαφορετικών προτεραιοτήτων του αγώνα.

Αντίστοιχες ιστορίες υπάρχουν πολλές και φανερώνουν ότι το επώνυμο Βούλγαρης δινόταν σε πλήθος αγωνιστών με βουλγαρική ή άλλη σλαβική καταγωγή. Ένα παράδειγμα αποτελεί ο μαχητής Δημήτριος Βούλγαρης ή Πετρόπουλος από την πόλη Λόβετς που υπηρέτησε το 1824 στα σώματα των οπλαρχηγών Χατζημιχάλη, Γρίβα, Χατζηχρήστου και Παπάζογλου (σερβικής καταγωγής) ενώ τραυματίστηκε δύο φορές στις μάχες της Θήβας και της Λειβαδιάς. Όπως ο ίδιος αναφέρει αργότερα σε αίτημα αποζημίωσης από το ελληνικό κράτος: “Την πατρίδα Βουλγαρίαν, καταλιπών την πατρώαν μου εστίαν έδραμον εις την Ελληνικήν υπηρεσίαν…”

Οι βουλγαρικές πηγές μαρτυρούν τη συμμετοχή και άλλων Βουλγάρων στην Επανάσταση του ’21, όπως του Ντεμίρ Τράικο Τσβέτκοφ, τον σημαιοφόρο του Μάρκου Μπότσαρη που σκοτώθηκε στις μάχες πλάι στον αρχηγό του.

Διαφορετική είναι η κατάληξη του Σωτήριου Δαμιάνοβιτς (Σοτίρ Νταμιάνοβιτς) από την πόλη Μπίτολα. Ο Νταμιάνοβιτς συμμετέχει στην εξέγερση στη Μακεδονία το 1822 και μαζί με 50 άνδρες πολεμάει στο πλευρό του Αδαμάντιου Νικολάου στον Όλυμπο. Παίρνει μέρος τόσο στην εξέγερση της Κασσάνδρας Χαλκιδικής, όσο και στην κατάληψη της Νάουσας. Αργότερα, όπως και άλλοι μαχητές κατεβαίνει στη νότια Ελλάδα όπου παίρνει μέρος σε πολλές μάχες στη δυτική Ελλάδα και την Πελοπόννησο. Επί Καποδίστρια παίρνει τον βαθμό του αξιωματικού στον ελληνικό στρατό όμως αργότερα υποχρεώνεται να επιστρέψει στα Μπίτολα διωκόμενος ως ξένος.

Στην επανάσταση του 1821 παίρνουν μέρος και Σλάβοι από τη σημερινή ελληνική Μακεδονία. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί ο Γεώργιος Ντέμπρελης ή Βούλγαρης που καταγόταν από το χωριό Ντέμπρα (σημερινή Αναρράχη) της Κοζάνης ο οποίος μετά το τέλος του πολέμου έγινε υπαξιωματικός του ελληνικού στρατού. Παρόμοια περίπτωση αποτελεί και ο Στάικος Γκορνιτσοβίτης (Γκορνίτσεφσκι) από το χωριό Γκορνίτσοβο (σημερινή Κέλλη) της Φλώρινας. Ο Γκορνιτσοβίτης, πολέμησε κατά το 1822 σε μάχες στη σημερινή ελληνική Μακεδονία ενώ αργότερα κατέβηκε στη νότια Ελλάδα όπου συμμετείχε στον απελευθερωτικό αγώνα. Την ίδια πορεία ακολούθησε και ο Δημήτριος Τρούπκος ή Βούλγαρης (Ντιμίταρ Τρπκοφ) από την Έδεσσα, ο οποίος αρχικά συμμετείχε στη μάχη της Νάουσας το 1822 και αργότερα πήρε μέρος στον απελευθερωτικό αγώνα στη Ρούμελη και το Μοριά ενώ κατατάχθηκε στη Β’ Τάξη υπαξιωματικών του ελληνικού στρατού.

Αντίστοιχη εμβληματική μορφή, αλλά αυτή τη φορά για τους Μαυροβούνιους εθελοντές στην Επανάσταση του ’21, αποτελεί ο Βάσως Μαυροβουνιώτης (πραγματικό όνομα Βάσο Μπράγιοβιτς), από την πόλη Μπιελοπάβλιτσι του Μαυροβουνίου, ο οποίος έφτασε στην Ελλάδα από τη Σμύρνη που είχε καταφύγει προηγουμένως και διακρίθηκε σε πληθώρα μαχών. Αργότερα, πήρε το βαθμό του στρατηγού, εντάχθηκε στον στρατό του Όθωνα και συνεργάστηκε με το Γαλλικό κόμμα. Ο αδερφός του, Ράντος Μαυροβουνιώτης, έπεσε μαχόμενος όταν ανατίναξε πυριτιδαποθήκη για να μην πέσει στα χέρια των Οθωμανών διωκτών του.

Vasos_Mavrovouniotis
Βάσως Μαυροβουνιώτης

Επίσης σημαντική μορφή είναι ο Μαυροβούνιος, Γρηγόριος Τζούροβιτς, ο οποίος φτάνει ως εθελοντής στην Ελλάδα και εντάσσσεται στα επαναστατικά στρατεύματα φέρνοντας εις πέρας στρατιωτικές αλλά και διπλωματικές αποστολές, όπως την πρόταση της ελληνικής πλευράς στον ηγεμόνα του Μαυροβουνίου, το 1824 για κοινή δράση εναντίον των Οθωμανών.

Αντίστοιχη είναι η προσφορά του Τζωάννου Μοντενεγρίνου, ο οποίος διακρίθηκε στην άλωση της Τριπολιτσάς και επαινέθηκε από τον Υψηλάντη.

Σημαντική ήταν κι η παρουσία Σέρβων. Σε αντιστοιχία με το επώνυμο Βούλγαρης, στους καταλόγους αγωνιστών του ’21 συναντάμε συχνά και το επώνυμο Σέρβος. Μερικοί απ’ αυτούς είναι οι: Θωμάς Σέρβος, Λάμπρος Σέρβος, Λάμπρος Χρήστου Σέρβος, Θανάσης Σέρβος (μαχητής στο Μεσολόγγι), Γιοβάννης Σέρβος, Κώτσος Σέρβος κ.α. Σύμφωνα με τις πηγές μία ομάδα 25 Σέρβων μαχητών πήρε μέρος στην πολιορκία του Μεσολογγίου υπό την ηγεσία του Γεωργίου Κοντόπουλου ενώ ένα μικτό τμήμα 250 Ελλήνων και Σέρβων υπό την αρχηγία του Στέφο Νίβιτσα πολέμησε υπό τη διοίκηση του Φαβιέρου. Κάποιοι Σέρβοι μετά το 1824 κατάφεραν να ανέλθουν στην ιεραρχία και να πάρουν το βαθμό του χιλίαρχου. Τέτοια παραδείγματα είναι οι Στέφος και Αναστάσι Ντμίτρεβιτς, οι καπετάνιοι Ιωάννης και Νικόλαος Ράντοβιτς (μαυροβουνιακής καταγωγής) αλλά και οι τέσσερις αδελφοί Στέργιος, Κώτσος, Ηλίας, Σπύρος Μπιτολίτης από τα Μπίτολα/Μοναστήρι (σερβικής ή βλαχικής καταγωγής).

Συχνό ήταν επίσης το φαινόμενο αλλαγής επωνύμων εξαιτίας του φόβου για αντίποινα στις οικογένειές τους. Συχνά υιοθετούνταν ένα επώνυμο που να υποδηλώνει την χώρα ή πόλη καταγωγής. Πέρα από τα επώνυμα Βούλγαρης και Σέρβος που έχουμε αναφέρει ως τώρα, στους καταλόγους μαχητών συναντάμε και άλλα όπως Μοναστηρλής (Μπίτολα), Στράντζαλης (Στράντζα), Λόφτζαλης ((Λόβετς) Μποσνάκος (Βοσνία) συχνά σε συνδυασμό με ένα μη ελληνικό μικρό όνομα.

Και μουσουλμάνοι των Βαλκανίων μαχητές του ’21…

Ανάμεσα στους Βαλκάνιους που συνέδραμαν τον ελληνικό αγώνα βρίσκονταν και μουσουλμάνοι στο θρήσκευμα. Μια τέτοια περίπτωση αποτελεί ο βουλγαρικής καταγωγής μουσουλμάνος (μάλλον Πομάκος της Βουλγαρίας) Μεχμέτης Λόφτζαλης από την πόλη Λόβετς της Βουλγαρίας ο οποίος όπως αναφέρει σε επιστολή του προς το ελληνικό κράτος το 1830, αυτομόλησε από τα οθωμανικά στρατεύματα μη αντέχοντας: “τις σκληρόκαρδες προσταγές των Αρχηγών μου” εντάχθηκε στο ελληνικό στρατόπεδο και τώρα βρίσκεται “εις εσχάτην απορίαν και αμηχανίαν” καθώς “εδώ μεν κινδυνεύων από ένδειαν, εις την Τουρκίαν δε, αν επιστρέψω, από σπάθην διά λιποταξίαν”.

Άλλη περίπτωση άξια αναφοράς αποτελεί και ο Παϊράμης (Bayram) Λιάπης, ο οποίος έλαβε μέρος στη μάχη στο Τρίκερι και σε άλλες μάχες στην ευρύτερη περιοχή. Όπως αναφέρει ο ίδιος σε επιστολή του στις 12/12/1828:

“Εξοχότατε Κυβερνήτα τής ‘ Ελλάδος
Είμαι Τούρκος τήν θρησκείαν, τό γένος Αλβανός, άλλά πολίτης
Έλλην, (διότι ήγωνίσθην είς όλον τό διάστημα του ‘Ελληνικού υπέρ
ελευθερίας άγώνος’ καί ήγωνίσθην οχι κατ’ ανάγκην, άλλά κατά προαίρεσιν
μισών τήν τυραννίαν, καί λαβόιν συμπάθειαν διά τήν τυραννουμένην ανθρωπότητα)”

Εδώ γίνεται εμφανής και η προοδευτική για την εποχή νοηματοδότηση της έννοιας του πολίτη που έφερνε η Επανάσταση του ’21 υπό την επιρροή της Γαλλικής Επανάστασης.

Μια ακόμη περίπτωση αποτελεί και ο Τουρκαλβανός Μουσταφά Γκέκας, επικεφαλής της οθωμανικής εκατονταρχίας που πολέμησε υπέρ της επανάστασης του ’21. Η οθωμανική εκατονταρχία ήταν στρατιωτικό σώμα του οποίου τα μέλη ήταν μουσουλμάνοι που κατάγονταν από τη Χιμάρα ως το Αϊβαλί. Ο Μουσταφά Γκέκας πολέμησε στο Χάνι της Γραβιάς στο πλάι του Οδυσσέα Ανδρούτσου και αργότερα στο πλάι του Γκούρα και του Καραϊσκάκη. Επί Καποδίστρια πήρε το βαθμό του λοχαγού.

Χωρίς στρατιωτικά καθήκοντα αλλά σε κρίσιμη θέση για τον πόλεμο υπηρέτησε και ο τουρκικής καταγωγής γιατρός Χασάναγας Κούρταλης. Αρχικά υπηρέτησε ως γιατρός του Ανδρούτσου και αργότερα του Μακρυγιάννη αλλά και αρχίατρος του στρατοπέδου των Αθηνών.

Τέλος, επιβάλλεται να γίνει μνεία και στον Χατζή Χαλίλ Εφέντη, ανώτατο θρησκευτικό ηγέτη των Οθωμανών που όταν ξέσπασε η επανάσταση στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες και αποκαλύφθηκαν τα σχέδια της Φιλικής Εταιρείας αρνήθηκε να εκδώσει διαταγή (φετβά) που θα νομιμοποιούσε τις σφαγές Ελλήνων της Κων/πολης (παρότι δεν μπορούσε να υπολογίζει στη βοήθεια του Πατριάρχη Γρηγορίου Ε’ που είχε αφορίσει δημοσίως την επανάσταση). Αντιθέτως ζήτησε να υπάρξει διαχωρισμός μεταξύ αθώων και ενόχων όπως επιτάσσει το Κοράνι. Η ανυπακοή του εξόργισε τον Σουλτάνο, ο οποίος διέταξε την καθαίρεσή του και την εξορία του στο νησί της Λήμνου. Ταλαιπωρημένος από τα βασανιστήρια ο Χατζή Χαλίλ Εφέντη πέθανε στη διαδρομή.

Το εξώφυλλο του βιβλίου του Νικολά Τοντόροφ, ένα από τα πιο ενδιαφέροντα αναγνώσματα για το συγκεκριμένο θέμα

Επίλογος

Πολλοί από τους Βαλκάνιους μαχητές της Επανάστασης του ’21 παρέμειναν στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Κάποιοι αντιμετώπισαν οξυμένα οικονομικά προβλήματα καθώς στερούνταν οικογένειας, περιουσίας και γης. Πολλά πράγματα γι’ αυτούς μαθαίνουμε από τις επιστολές που στέλνουν προς το ελληνικό κράτος οι ίδιοι ή συστατικές επιστολές που στέλνουν προς υποστήριξη Έλληνες που πολέμησαν μαζί τους. Σε αυτές τις επιστολές ανφέρονται στην καταγωγή τους κι εξιστορούν τους λόγους που τους οδήγησαν να πολεμήσουν με τους Έλληνες καθώς και τα κατορθώματά τους στη διάρκεια της Επανάστασης. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς δέχονται μικρά ή μεγαλύτερα οικονομικά βοηθήματα από το κράτος ή διορίζονται σε θέσεις στον στρατό. Κάποιοι, όπως ήδη είδαμε, γίνονται αξιωματικοί και εντάσσονται στην πολιτική ζωή της χώρας. Μένοντας στην Ελλάδα στη μεγάλη τους πλειοψηφία ενσωματώνονται στην κοινωνία και εξελληνίζονται υιοθετώντας συχνά ελληνικά επώνυμα ή εξελληνίζοντας τα επώνυμα ή παρατσούκλια τους. Άλλωστε οι εθνικές ταυτότητες είναι αρκετά χαλαρές και ευμετάβλητες στα Βαλκάνια του 19ου αιώνα ενώ η εμπειρία του πολέμου και των κοινών αγώνων στα πεδία των μαχών δρα συχνά καταλυτικά στην προσέγγιση των ανθρώπων ανεξαρτήτως εθνικής/φυλετικής καταγωγής.

Ας μην ξεχνάμε ότι η επανάσταση έχει τη δύναμη να μεταβάλλει τους ανθρώπους. Ο βιογράφος του Χατζηχρήστου Βούλγαρη παραθέτει κάποια πολύ χαρακτηριστικά λόγια του τελευταίου: “Εν τη ζωή μου”, φέρεται να δήλωσε, “δεν απήντησα θαυμασιώτερον παρά την μεταβολήν εμού του ιδίου αυτού ̇ οσάκις διαλογίζωμαι τον προ της επαναστάσεως βίον μου, και είτα την θέσιν και την κατάστασιν, εις ην ήδη ευρίσκομαι, μένω εκστατικός εις τρόπον ώστε δυσπιστώ αν εγώ αυτός είμαι εκείνος ο προ της Επαναστάσεως”

Μέσα σε αυτό το πέρασμα σε μια νέα σελίδα της ιστορίας για τα Βαλκάνια και τον κόσμο, όπως ήταν η μετάβαση από την εποχή των αυτοκρατοριών, στην εποχή των εθνών-κρατών, τα δρώντα υποκείμενα δεν θα μπορούσαν να μείνουν ανεπηρέαστα.

Στο τέλος όμως μένει πράγματι ένα ερώτημα

Γιατί οι βαλκανικοί λαοί που έδειξαν τέτοια σημάδια συνεργασίας και παμβαλκανικού πνεύματος από τα τέλη του 18ου ως τα μέσα του 19ου αιώνα δεν ολοκλήρωσαν ποτέ το όραμα του Ρήγα και το παράδειγμα των ξένων εθελοντών στις πρώτες επαναστάσεις του 19ου αιώνα και οδηγήθηκαν στην αλληλοσφαγή στα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου; Η απάντηση ίσως να βρίσκεται στα λόγια του Βούλγαρου ιστορικού Νικολάι Τοντόροφ:

“Το παναπελευθερωτικό νόημα κάθε επαναστατικής δραστηριότητας οποιουδήποτε βαλκανικού λαού γινόταν αμέσως κατανοητό και έβρισκε άμεση απήχηση στους υπόλοιπους βαλκανικούς λαούς. Ωστόσο, ο διαφορετικός βαθμός κοινωνικής-οικονομικής και εθνικο-πολιτιστικής ανάπτυξης δεν τους επέτρεψε, παρά τους κοινούς ενδόμυχους πόθους, να δημιουργήσουν ενιαίο παμβαλκανικό εθνικοαπελευθερωτικό μέτωπο”

Αυτό που δεν πρέπει ποτέ να λησμονούμε παρασυρόμενοι από την τελική έκβαση των γεγονότων κάθε φορά είναι ότι αυτό το όραμα δημιουργήθηκε, υπήρξε και επανεμφανίστηκε με άλλες μορφές σε διάφορες καμπές του 19ου και 20ου αιώνα. Κι ο,τι εμφανίζεται στην ιστορία αποτελεί μια δυνατότητα και μια επιλογή για τους ανθρώπους.

Πηγές

Λουκάτος Σπύρος, Τουρκο-αλβανικού φιλελληνισμού εράνισμα κατά την ελληνικήν Εθνεγερσίαν
Λουκάτος Σπύρος, Σχέσεις Ελλήνων μετά Σέρβων και Μαυροβουνίων κατά την Ελληνική επανάστασιν (1823-1826)
Τοντόροφ Νικολάι, Η βαλκανική διάσταση της επανάστασης του 1821. Η περίπτωση των Βουλγάρων

*για τα βιογραφικά των μαχητών χρησιμοποιήθηκαν επίσης και λήμματα της Wikipedia στις αντίστοιχες γλώσσες

πηγή δική μας: https://ourbalkans.wordpress.com/

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Η κάθοδος του ρωσικού στρατού το 1828-29 έπαιξε τον
καθοριστικό ρόλο στη δημιουργία του ελληνικού κράτους
......................................................

Ο Φρήντριχ Ένγκελς γράφει στη New York Daily Tribune
στις 21 του Απρίλη του 1853 :
«Ποιος έκρινε τον αγώνα όταν εξεγέρθηκαν οι Έλληνες; Όχι βέβαια οι συνωμοσίες και οι ξεσηκωμοί του Αλή Πασά στα Γιάννενα, όχι βέβαια η ναυμαχία του Ναβαρίνου, όχι βέβαια η παρουσία γαλλικού στρατού στο Μοριά ούτε οι συνδιασκέψεις και τα πρωτόκολλα του Λονδίνου, παρά ο Ντίμπιτς, που προέλασε με το ρωσικό στρατό ίσα με την κοιλάδα της Μαρίτσας (Έβρου), περνώντας τον Αίμο [σημείωση δική μου--που συνέβη το 1828-29]. Κι ενώ η Ρωσία άρχιζε, άφοβα το διαμελισμό της Τουρκίας,οι Δυτικοί διπλωμάτες συνέχιζαν να εγγυούνται και να θεωρούν ιερό το status quo και το απαραβίαστο του οθωμανικού εδάφους ! ».
Η δημιουργία του ελληνικού κράτους δεν ήταν προϊόν μιας νικηφόρας, σ΄ όλη της την έκταση κι ίσαμε το τέλος,ντόπιας επανάστασης, παρά συντελέστηκε τη στιγμή ακριβώς που η επανάσταση αυτή είχε ηττηθεί σχεδόν ολοκληρωτικά –και συντελέστηκε ως αποτέλεσμα της επέμβασης της Ρωσίας.