14 Απριλίου 2019

Ελευθερώστε τη δημιουργική εργασία! του Dan Jerrestam*

Ο καπιταλισμός εμποδίζει τελικά την ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων. Αυτό αναφέρει η κλασική μαρξιστική θεωρία. Αυτό ισχύει για την αποκαλούμενη άυλη-πνευματική (immateriell) παραγωγή σήμερα: εφευρέσεις, ιατρική έρευνα, λογοτεχνικά και μουσικά έργα. Μεγάλες εταιρείες χρεώνουν εξωφρενικές τιμές για διπλώματα ευρεσιτεχνίας και δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας (upphovsrätter), ενώ οι συνθήκες για τη δημιουργική εργασία επιδεινώνονται.

Οι καπιταλιστές είναι ακόρεστοι. Στον κλάδο των μέσων ενημέρωσης, επεκτείνουν τα δικαιώματά τους σε βιβλία, μουσική και ταινίες για όλο και μεγαλύτερα χρονικά διαστήματα. Αυτό έχει ανασταλτική επίδραση πάνω στις παραγωγικές δυνάμεις και δυσκολεύει τους ανθρώπους σε όλο τον κόσμο να έχουν πρόσβαση στον πολιτισμό και τη γνώση. Ταυτόχρονα, μέσα από άδειες και διπλώματα ευρεσιτεχνίας, αποκτούν οι κεφαλαιοκράτες αποκλειστικά δικαιώματα προσαρμογής, διαρρύθμισης και άλλης μετατροπής (inmutar) στην ανάπτυξη φαρμακευτικών προϊόντων και νέας τεχνολογίας. Έτσι, μπορούν να αποκομίζουν κέρδος από επιστημονικές και τεχνολογικές καινοτομίες, οι οποίες στην πραγματικότητα είναι αποτέλεσμα κρατικών παρεμβάσεων-μέτρων και συλλογικών προσπαθειών, όπως επίσης μπορούν να δυσχεραίνουν ή ακόμα και να σταματούν την πρόσβαση μας στο καινούργιο.

Το σύστημα δικαιωμάτων αποκαλείται πνευματικά δικαιώματα, ρυθμίζεται από διεθνείς συνθήκες και προστατεύεται πολύ καλά από τις κυβερνήσεις και τους εμπλεκόμενους φορείς των δυτικών χωρών. Στην σχεδιαζόμενη εμπορική συμφωνία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ, την TTIP[1], υπάρχει κίνδυνος να καταστούν οι κανόνες αυστηρότεροι εις βάρος των καταναλωτών.

Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας για τεχνικές και ιατρικές ανακαλύψεις μας υποχρεώνουν να πληρώνουμε υψηλά τέλη στις μεγαλύτερες ιδιωτικές επιχειρήσεις. Το 20 με 35 τοις εκατό της τιμής ενός έξυπνου τηλεφώνου είναι άμεση αποζημίωση στους κατόχους των διπλωμάτων ευρεσιτεχνίας[2]. Οι υπερασπιστές των πνευματικών δικαιωμάτων υποστηρίζουν ότι το καθεστώς αυτό αποτελεί τη βάση για την τεχνολογική πρόοδο.

Στην πραγματικότητα είναι η συλλογική εργασία υπό την διεύθυνση του κράτους αυτή που βρίσκεται πίσω από τα μεγάλα τεχνολογικά επιτεύγματα-καινοτομίες. Οι επιχειρήσεις παρασιτούν εις βάρος του κοινωνικού συνόλου (det allmännas).

Στο βιβλίο The Entrepreneurial State (2013)[3], η Mariana Mazzucato, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Sussex, δείχνει ότι οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν πολύ περιορισμένο ενδιαφέρον για μακροπρόθεσμη και πρωτοποριακή έρευνα: “Η βιομηχανία ως επί το πλείστον επενδύει μόνο στην ανάπτυξη αποδοτικών από άποψη κόστους προϊόντων εντός χρονικών πλαισίων 3-5 ετών. Είναι δύσκολο για τη διοίκηση να παρακινήσει τους μετόχους της να πραγματοποιήσουν σημαντικές επενδύσεις στη μακροπρόθεσμη βασική έρευνα που απαιτείται ... (μετάφραση δική μου)”

Την βάση των μεγάλων καινοτομιών στις ΗΠΑ αποτελεί η χρηματοδοτούμενη από το κράτος έρευνα και ανάπτυξη, αυτό δείχνουν αρκετές μελέτες[4]- [5]. Μεγάλο μέρος της χρηματοδότησης προέρχεται από το ομοσπονδιακό πρόγραμμα των ΗΠΑ για την έρευνα και την καινοτομία στις μικρές επιχειρήσεις (SBIR: Small Business Innovation Research), όπου οι ομοσπονδιακές υπηρεσίες είναι υποχρεωμένες να διαθέσουν 2,5% του προϋπολογισμού τους για την υποστήριξη επιχειρήσεων με 500 ή λιγότερους υπαλλήλους. Αυτού του είδους η ομοσπονδιακή στήριξη ήταν υπεύθυνη, σύμφωνα με έναν υπολογισμό, για 77 από τις 88 σπουδαιότερες καινοτομίες στις ΗΠΑ από το 1971 έως το 2006. Έχει δημιουργηθεί λοιπόν ένα αποκεντρωμένο δίκτυο εργαστηρίων χρηματοδοτούμενων από το δημόσιο, με ισχυρά κίνητρα για συνεργασία με επιχειρήσεις και εμπορευματοποίηση των προϊόντων του.

Ήδη κατά τη διάρκεια του Β' παγκοσμίου πολέμου, οι στοχευμένες κυβερνητικές παρεμβάσεις-μέτρα ήταν αποφασιστικής σημασίας για την αεροπορική βιομηχανία ή τη βιομηχανία όπλων. Το αποκορύφωμα ήταν ίσως το σχέδιο Μανχάταν που οδήγησε στην ατομική βόμβα και στην πυρηνική τεχνολογία. Μετά τον πόλεμο, το μοντέλο εξελίχθηκε για να φέρει εις πέρας τα μεγάλα τεχνολογικά άλματα που θα μπορούσαν να δημιουργήσουν νέους επιχειρηματικούς τομείς. Εάν συνέτρεχαν οι σχετικές προϋποθέσεις, μπορούσαν να δημιουργήσουν νέες βιομηχανίες μέσω της Υπηρεσίας Προηγμένων Ερευνητικών Προγραμμάτων Άμυνας (DARPA: Defense Advanced Research Projects Agency), οι οποίες συχνά αντικαθιστούσαν την παλαιά βιομηχανία ή ήταν εντελώς νέες στον τομέα δραστηριότητάς τους. Η DARPA βρισκόταν πίσω από τα ολοκληρωμένα κυκλώματα, την επιστήμη των υπολογιστών και την τεχνολογία του Πρωτοκόλλου Διαδικτύου (IP-teknologi), που αποτελεί τη βάση για το διαδίκτυο και τις σημερινές τεχνολογίες των πληροφοριών. Οι στοχοθετημένες επενδύσεις σε μακροπρόθεσμη έρευνα ξεπέρασαν τα όρια. Ήταν ζήτημα επανάκτησης της τεχνολογικής υπεροχής μετά την πρόοδο της Σοβιετικής Ένωσης με το Sputnik το 1957. Η DARPA συνέδεσε την έρευνα που γίνεται μέσα στα πανεπιστήμια και τα ιδρύματα με αναπτυξιακές επιχειρήσεις. Μία από αυτές ήταν η Microsoft, η οποία ιδρύθηκε το 1975, στενά ακολουθούμενη από την Apple το 1976.

Και για τη βιοχημική βιομηχανία οι παρεμβάσεις-μέτρα του δημοσίου ήταν επίσης καθοριστικές. Το 1983, οι ΗΠΑ εισήγαγαν νέα νομοθεσία, ταχύτερο έλεγχο των νέων φαρμάκων και ένα καθεστώς ενισχύσεων για την ανάπτυξη φαρμάκων σπάνιων ασθενειών, τόσο σπάνιων που δεν υποφέρουν από αυτές περισσότεροι από ένας στους 200.000. Αν το κράτος δεν συμμετείχε, η βιομηχανία θα εγκατέλειπε το έργο, καθώς αυτό δεν ήταν κερδοφόρο. Η νομοθεσία περιλάμβανε καλύτερους κανόνες χορήγησης αδειών, δηλαδή ενισχυμένα πνευματικά δικαιώματα για να αυξηθεί η κερδοφορία. Βάσει αυτού, νέοι σημαντικοί παίκτες κάνουν την εμφάνισή τους όπως π.χ. η Genzyme, η Biogen, η Amgen και η Genentech. Και παλιοί παίκτες όπως η Roche, η Johnson & Johnson, η Glaxo Smith Kline και η Pfizer αποκτούν τώρα το μεγαλύτερο μέρος των εισοδημάτων τους από τα λεγόμενα ορφανά φάρμακα, δηλαδή φάρμακα για σπάνιες ασθένειες.

Οι φαρμακευτικές εταιρείες στις ΗΠΑ έχουν αυξήσει τις δαπάνες έρευνας και ανάπτυξης από περίπου 5 δισεκατομμύρια δολάρια το 1970 σε 40 δισ. δολάρια το 2004, αλλά ο αριθμός των νέων μοριακών οντοτήτων (NME: new molecular entities), που βασίζονται σε ποιοτικά νέες ανακαλύψεις, δεν έχει αυξηθεί σημαντικά[6]. Αυτό μας λέει ότι δεν γίνονται σ’ αυτές τις μεγάλες εταιρείες οι μεγάλες ανακαλύψεις. Οι εταιρείες αυτές επενδύουν αντ΄ αυτού σε παράγωγα των φαρμάκων τους και στην εμπορία ανακαλύψεων τρίτων.

Το 75% περίπου των NME προέρχεται από ερευνητικά εργαστήρια που χρηματοδοτούνται από το Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας των ΗΠΑ (NIH: National Institute of Health). Το NIH χορηγεί κάθε χρόνο 50.000 υποτροφίες και υποστηρίζει περισσότερους από 325.000 ερευνητές παγκοσμίως[7].

Έτσι, οι μεγάλες φαρμακευτικές εταιρείες προωθούν σκευάσματα που έχουν αναπτυχθεί με πόρους από τα φορολογικά έσοδα. Στη συνέχεια μπορούν, με τη βοήθεια των πνευματικών δικαιωμάτων, να αναγκάσουν τον ίδιο φορολογούμενο να πληρώσει εξωφρενικές τιμές για τη χρήση των σκευασμάτων. Ένα μόριο το οποίο σε έρευνα έχει αποδειχθεί αποτελεσματικό κατά μιας σπάνιας ασθένειας μπορεί τελικά να αποδειχθεί αποτελεσματικό και έναντι άλλων, πιο κοινών παθήσεων. Αυτό ισχύει, για παράδειγμα, με τους TNF-αναστολείς που στην αρχή χρησιμοποιήθηκαν μόνο από ασθενείς με ρευματοειδή αρθρίτιδα. Το κόστος βρισκόταν στις 100-150.000 σουηδικές κορώνες[8] ανά ασθενή. Τα φάρμακα όμως είχαν τόσο καλή επίδραση που βρήκαν μια ευρύτερη χρήση στη ρευματολογία. Τώρα σε θεραπευτική αγωγή με αυτά τα φάρμακα υποβάλλονται επίσης πολλοί ασθενείς με φλεγμονώδη νόσο του εντέρου (inflammatorisk tarmsjukdom) ή ψωρίαση. Η εικόνα των τιμών όμως δεν έχει αλλάξει παρά το γεγονός ότι οι ασθενείς έχουν γίνει πολύ περισσότεροι. Το 2011, 20-25.000 ασθενείς υποβλήθηκαν σε θεραπευτική αγωγή στη Σουηδία με κόστος 2,3 δισ. σουηδικές κορώνες.

Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας μπορούν επίσης να εμποδίσουν την περαιτέρω ανάπτυξη και εφαρμογή νέων φαρμάκων. Αυτό ισχύει πιθανώς για τις νέες ανακαλύψεις γύρω από το Γλοιοβλάστωμα (Glioblastom), τον πιο επιθετικό τύπο του εγκεφαλικού όγκου. Ένας Σουηδός χημικός, ο Lars Hammarström, έχει βρει ένα μόριο, ένα πιθανό φάρμακο, το οποίο είναι περισσότερο από 70 φορές πιο ισχυρό από τη χημειοθεραπεία στην οποία σήμερα στρέφονται αυτοί οι καρκινοπαθείς. Αν όμως το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας αποκτηθεί-εξαγορασθεί από κάποιο παγκόσμιο γίγαντα, υπάρχει ο κίνδυνος αυτό να μπει στη ναφθαλίνη, καθώς τα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι αυτά που αποκλειστικά καθορίζουν αν ένα φάρμακο θα αναπτυχθεί[9].

Τα διπλώματα ευρεσιτεχνίας αποτελούν λοιπόν κατά κύριο λόγο προστασία για τα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων. Δεν προωθούν την ανάπτυξη και διάδοση νέων φαρμάκων και άλλων τεχνολογικών νεωτερισμών. Το ίδιο συμβαίνει με τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας για επιστημονικές δημοσιεύσεις και λογοτεχνικά και καλλιτεχνικά έργα.

Τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας βασίζονται στην ιδέα ότι το πρόσωπο που δημιούργησε ένα έργο γενικού ενδιαφέροντος έχει επίσης το αποκλειστικό δικαίωμα να καθορίσει τον τρόπο με τον οποίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί το έργο. Όποιος χρησιμοποιεί το έργο χωρίς συγκατάθεση του δημιουργού μπορεί να τιμωρηθεί, να καταδικαστεί σε αποζημίωση, ακόμη και να μπει φυλακή.

Σήμερα, πολλά έργα μπορούν να αναπαραχθούν με ψηφιακή τεχνολογία σε ένα οριακό κόστος[10] που είναι κοντά στο μηδέν. Η αντιγραφή και η αποθήκευση ενός βιβλίου σε σκληρό δίσκο ή σε στικάκια USB κοστίζει ελάχιστα. Για τη μουσική, το οριακό κόστος είναι περίπου στο ίδιο επίπεδο. Αν συγκρίνουμε αυτό το κόστος με το τι χρεώνουν οι σημερινοί διανομείς ως τέλη πρόσβασης σε αυτά τα άυλα-πνευματικά προϊόντα, αποδεικνύεται ότι η προσαύξηση είναι μεταξύ δέκα χιλιάδων και δεκάδων εκατομμυρίων τοις εκατό.

Φυσικά, οι εταιρείες έχουν κάποιο επιπλέον κόστος. Ακόμη και στην ψηφιακή αλυσίδα παραγωγής, αναμένει ο συγγραφέας ενός βιβλίου πληρωμή για το έργο του. Όπως και τα άλλα βιβλία, το ηλεκτρονικό βιβλίο πρέπει κάποιος να το επιμεληθεί, να το διορθώσει και να το διαμορφώσει. Πρέπει επίσης να γίνει η διαχείριση της διανομής μέσω του διαδικτύου κοκ. Ωστόσο, οι παραγωγικές δυνάμεις άλλαξαν ριζικά τις συνθήκες στον τομέα του βιβλίου. Οι συγγραφείς μπορούν μόνοι τους να σχεδιάσουν και να εκδώσουν τα βιβλία τους, και τμήματα της παραγωγής και της διανομής παύουν να υπάρχουν στις ψηφιακές εκδόσεις. Ο εκδότης υποβιβάζεται όλο και περισσότερο σε έναν μεσάζοντα που θα βρει αγορές.

Στις σουηδικές βιβλιοθήκες, μειώνεται υπέρ των ψηφιακών βιβλίων ο δανεισμός έντυπων βιβλίων. Οι βιβλιοθήκες έχουν περίπου 70 εκατομμύρια δανεισμούς ετησίως, αλλά σε πέντε χρόνια ο αριθμός των δανεισμών μειώθηκε κατά 3 εκατομμύρια. Ταυτόχρονα, ο δανεισμός ηλεκτρονικών βιβλίων αυξάνεται πολύ γρήγορα - κατά 42% το 2013[11] με πάνω από 2 εκατομμύρια δανεισμούς. Η εξέλιξη θα ήταν ακόμη πιο γρήγορη εάν το κόστος ήταν χαμηλότερο. Προηγουμένως, το κόστος ανά δανεισμό ηλεκτρονικού βιβλίου ήταν 20 σουηδικές κορώνες, τώρα όμως διαφοροποιούνται οι τιμές έτσι ώστε τα νέα βιβλία να κοστίζουν ως και 100 σουηδικές κορώνες για κάθε δανεισμό.

Η Amazon προσπαθεί να δημιουργήσει μονοπώλιο στον τομέα του βιβλίου. Η επιχείρηση αντιπροσωπεύει σχεδόν το ένα τρίτο των πωλήσεων βιβλίων στις ΗΠΑ - και σχεδόν το 70% των πωλήσεων ηλεκτρονικών βιβλίων[12]. Πολλοί εκδότες εξαρτώνται πλήρως από μια λειτουργική συνεργασία. Η Amazon τους πιέζει να συμμορφωθούν και να μειώσουν τις τιμές[13]. Η διοίκηση έχει τιμωρήσει εκδότες που δεν πειθαρχούν και δημιουργούν προβλήματα αφαιρώντας τα κουμπιά με την ένδειξη "αγορά" σε ορισμένα βιβλία, αυξάνοντας τις τιμές σε άλλα και προεκτείνοντας τους χρόνους παράδοσης έως και οκτώ εβδομάδες για βιβλία που είναι διαθέσιμα[14]. Εάν η Amazon κατορθώσει να αποκτήσει μονοπωλιακή θέση μπορεί να ευημερήσει για χρόνια με τις συμφωνίες για πνευματικά δικαιώματα, ενώ εμείς θα πρέπει να ζήσουμε με ένα βιβλιοπωλείο που έχει εκτοπισθεί και αυξημένο κόστος και περικοπές στις δημόσιες βιβλιοθήκες.

Στη μουσική βιομηχανία, ο συνολικός κύκλος εργασιών μειώθηκε κατά το ήμισυ από τότε που έγινε δυνατό το κατέβασμα (μεταφόρτωση, λήψη) μουσικής. Σήμερα, το 71% των μουσικών εσόδων στη Σουηδία προέρχεται από υπηρεσίες συνεχούς ροής[15]. Πριν από μερικά χρόνια, επί πλέον, ο κύκλος εργασιών της Spotify στη Σουηδία ξεπέρασε όλους τους άλλους και δείχνει να αυξάνεται ακόμη περισσότερο. Η Spotify ισχυρίζεται ότι το 70% των εσόδων πηγαίνει στους κατόχους δικαιωμάτων, δηλαδή πρώτα και κύρια στις μεγάλες δισκογραφικές εταιρείες EMI, Universal, Sony και Warner - οι οποίοι οι ίδιοι είναι και ιδιοκτήτες του Spotify με ευνοϊκούς όρους[16]- [17]. Το κόστος για τη συνεχή ροή μουσικής είναι πολύ χαμηλότερο από ό,τι για την παραγωγή δίσκων βινυλίου και CD, οι εταιρείες όμως δεν έχουν αυξήσει το ποσοστό των εσόδων που πηγαίνουν στους καλλιτέχνες. Ποσοστό το οποίο στη Σουηδία βρίσκεται στο 6-10%, όπως και πριν με την παραγωγή δίσκων. Η ένωση των μουσικών απαιτεί 50%, το ποσοστό που ισχύει για τις ραδιοφωνικές εκπομπές.

Οι πραγματικοί δημιουργοί σήμερα δεν λαμβάνουν περισσότερο από 0,06 σουηδικές κορώνες ανά κατέβασμα μουσικής μέσω του διαδικτύου. Τα πνευματικά δικαιώματα και η ψηφιακή τεχνολογία δίνουν έτσι στις εταιρείες την δυνατότητα, χωρίς αξιόλογο κόστος, να αποκομίζουν κέρδος από τη μουσική κληρονομιά της ανθρωπότητας ασταμάτητα στο εξής.

Η μάχη για την αγορά αυτή σκληραίνει ανάμεσα στις μεγάλες επιχειρήσεις. Το Youtube, το οποίο ανήκει στην Google, έθεσε σε λειτουργία πρόσφατα μια υπηρεσία πληρωμών για μουσικά βίντεο χωρίς διαφήμιση[18] και η Apple σχεδιάζει να εγκαταστήσει την Beats[19], έναν άμεσο ανταγωνιστή της Spotify, σε όλα τα κινητά τηλέφωνα, τα tablet και τους υπολογιστές της.

Το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας αποτελεί κεντρικό στοιχείο αυτών των επιχειρηματικών σχεδίων. Συνδέεται με την αντίληψη περί δημιουργικής ιδιοφυΐας, αλλά στην πραγματικότητα η πολιτιστική παραγωγή γίνεται ολοένα και πιο συλλογική και βιομηχανοποιημένη, γεγονός που αποδυναμώνει τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας των πραγματικών παραγωγών με τον ίδιο τρόπο όπως και στον κλάδο της πληροφορικής και των τηλεπικοινωνιών. Εκεί δεν ισχύει πλέον η αρχή ότι αυτός που πραγματικά έχει αναπτύξει μια νέα ιδέα είναι και ο ιδιοκτήτης της. Στη σύμβαση εργασίας εκχωρείται το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας στην εταιρεία. Η αμοιβή προς τον δημιουργό της καινοτομίας είναι απλά και μόνο ο μισθός για την εκτελεσθείσα εργασία. Ο αρχικός δεσμός μεταξύ του δημιουργού και της εκμετάλλευσης του αποτελέσματος των πνευματικών προσπαθειών του αποδυναμώνεται σε μεγάλο βαθμό. Παρόμοιο καθεστώς έχει επίσης προταθεί εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας.

Η αντίληψη περί μοναχικής ιδιοφυΐας είναι σε μεγάλο βαθμό μύθος. Η δημιουργική πνευματική εργασία είναι συνήθως μια συλλογική διαδικασία. Πραγματοποιείται με διάλογο και βασίζεται σε έργα και γνώσεις άλλων. Το πνευματικό δικαίωμα, όπως ακριβώς και στην έρευνα, μπορεί να δυσχεράνει τη συνεργασία αυτή. Εξασφαλίζει μεν το ατομικό δικαίωμα ιδιοκτησίας ενός αποτελέσματος παραγωγής, αφορά όμως μια καπιταλιστική παραγωγή που έχει γίνει όλο και λιγότερο ατομική ως προς το χαρακτήρα της και μπορεί να λάβει χώρα μόνο σε συλλογικές μορφές.

Όταν οι ροές εσόδων μετατοπίζονται από τους δίσκους βινυλίου και τα CD σε συναυλίες, βίντεο, διαφημίσεις και συλλεκτικά αντικείμενα, καθίσταται η μουσική παραγωγή ακόμη περισσότερο από ό,τι στο παρελθόν μεγάλη βιομηχανία. Συγκροτήματα όπως το New Kids on the Block, το Backstreet Boys και το Spice Girls ήταν πρώιμες εκφράσεις αυτής της τάσης. Στην Κορέα και την Ιαπωνία, η διαδικασία έχει προχωρήσει ακόμη περισσότερο. Ο Lee Soo Man της S.M. Entertainment, μιας από τις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου, χρησιμοποιεί αυστηρό έλεγχο και επιστημονικό πρόγραμμα εκπαίδευσης για να δημιουργήσει νέες επιτυχίες στο αποκαλούμενο K-pop[20] της Νότιας Κορέας. Οι ποπ σταρ ξεδιαλέγονται και τοποθετούνται σε ομάδες η σύνθεση των οποίων καθορίζεται από την επιχείρηση. Το σημαντικό είναι οι καλλιτέχνες να είναι όμορφοι, το μουσικό τους ταλέντο είναι λιγότερο σημαντικό. Οι νέοι δίνουν τα πάντα για να ανήκουν στους επιτυχημένους και δεσμεύονται με συμβόλαια διάρκειας έως και 13 ετών - για παράδειγμα, οι καλλιτέχνες του Dong Bang Shin Ki / TVXQ, με συμβόλαια 13 ετών, και του Rainbow, με συμβόλαια 7 ετών. Μερικοί χάνονται στα βαριά προγράμματα εκπαίδευσης και αυτοκτονούν[21] ή προσπαθούν να σπάσουν το συμβόλαιο μετά από επτά χρόνια σκληρής δουλειάς τη στιγμή ακριβώς που η επιτυχία εμφανίζεται ως ένα δελεαστικό όνειρο.

Εδώ όμως ο κύκλος εργασιών έχει πολλά λεφτά. Η νοτιοκορεάτικη μουσική βιομηχανία και μόνο προσελκύει περίπου 15 δισ. σουηδικές κορώνες ετησίως[22]- [23].

Αυτό δεν μας δίνει καλύτερη μουσική, μάλλον το αντίθετο. Ο ψηφιοποιημένος καπιταλισμός στραγγαλίζει τη δημιουργική εργασία. Όμως εκ των πραγμάτων τα επιχειρήματα υπέρ των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας χάνουν την δύναμή τους και ενισχύονται ακόμη περισσότερο οι λόγοι για τους οποίους πρέπει να απελευθερωθεί η πνευματική, δημιουργική εργασία από τις αλυσίδες των πνευματικών δικαιωμάτων.

Υπό τις καπιταλιστικές συνθήκες παραγωγής, μας κλέβουν τις δυνατότητες των ψηφιακών παραγωγικών δυνάμεων. Η ανθρωπότητα στο σύνολό της δημιουργεί πνευματικούς και πολιτιστικούς θησαυρούς. Η επιδίωξη απόκτησης κέρδους προς ίδιον όφελος από αυτόν τον πλούτο οδηγεί μέσω της νομοθεσίας περί πνευματικών δικαιωμάτων σε τεχνητό περιορισμό της δυνατότητας χρήσης. Κάτι τέτοιο πλήττει περισσότερο εκείνους που έχουν ελάχιστους ή καθόλου οικονομικούς πόρους, ειδικά άτομα του τρίτου κόσμου.

Το επιχείρημα ότι τα προϊόντα αυτά δεν θα ήταν διαθέσιμα για την ανθρωπότητα, χωρίς το κίνητρο του κέρδους είναι αβάσιμο. Τουναντίον, ο κεντρικός ρόλος του κοινωνικού συνόλου (det allmännas) στα σημαντικά επιστημονικά και τεχνολογικά επιτεύγματα δείχνει, όπως και η εκτεταμένη μουσική παραγωγή έξω από τα βιομηχανικά κανάλια των μεγάλων εταιρειών, καθώς και οι προσπάθειες των δημιουργών με δικές τους εκδόσεις και εκτυπώσεις κατ' απαίτηση (κατά παραγγελία) (print-on-demand), ότι η ανθρώπινη πρόοδος συμβαίνει όχι με τη βοήθεια ή τη συμβολή αλλά σε πείσμα του κεφαλαίου.

Για τους πραγματικά καινοτόμους (αυτούς που πραγματικά ανοίγουν νέους δρόμους σε κάποιο τομέα), αρκεί συνήθως το γεγονός ότι η εργασία παρέχει ένα εισόδημα για να ζήσει κανείς. Οι περισσότεροι άνθρωποι που εργάζονται στον τομέα του πολιτισμού και των μέσων ενημέρωσης θα ήταν ευγνώμονες με ένα σταθερό μηνιαίο εισόδημα αντίστοιχο με αυτό που άλλοι κερδίζουν. Αντ’ αυτού απολύονται τώρα πολλοί μισθωτοί δημοσιογράφοι, ηθοποιοί και άλλοι εργαζόμενοι σε πολιτιστικά θέματα ή βλέπουν τις συνθήκες διαβίωσής τους να επιδεινώνονται με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Οι επιστήμονες και οι τεχνικοί σπάνια έχουν το δικαίωμα πνευματικής ιδιοκτησίας στα τελικά προϊόντα. Οι επιχειρήσεις στις οποίες αυτοί εργάζονται επιφυλάσσουν στον εαυτό τους το δικαίωμα αυτό.

Μουσικοί και συγγραφείς έχουν πιο συχνά το δικαίωμα επί των έργων τους, αυτό όμως είναι μια ανεπαίσθητη προστασία μπροστά στην εκμετάλλευση που υφίστανται από τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Σε μια σοσιαλιστική κοινωνία, θα ήταν δυνατό να αξιοποιηθούν πλήρως οι δυνατότητες της νέας τεχνολογίας για ουσιαστικά δωρεάν διανομή - και ταυτόχρονα να εξασφαλιστεί μια υλική-ουσιαστική βάση για τη συνεχή ανάπτυξη της τεχνολογίας, της επιστήμης και του πολιτισμού.

Όμως ήδη από τώρα, οι νέες παραγωγικές δυνάμεις έχουν βαθιές επιδράσεις. Η συνεχιζόμενη μείωση του οριακού κόστους αναπαραγωγής-παραγωγής αντιγράφων συνεχίζεται είτε το θέλουμε είτε όχι. Το υλικό που ανταλλάσσεται με το διαμοιρασμό αρχείων συνεχίζει να εξαπλώνεται και άφθονο υλικό με πολιτιστικό και διανοητικό περιεχόμενο έχει ήδη γίνει προσβάσιμο. Οι νέοι νόμοι και τα ευφυή συστήματα ελέγχου δεν μπορούν να σταματήσουν πλήρως τον διαμοιρασμό των αρχείων. Όσοι δεν έχουν την οικονομική δυνατότητα ή δεν θέλουν να πληρώσουν βαριά τέλη στις εταιρείες θα παρακάμψουν τα τεχνητά εμπόδια.

Οι μεγάλες επιχειρήσεις προσπαθούν, με διεθνείς συμφωνίες όπως η ACTA[24] και η TTIP, αλλά και με άλλους τρόπους, να ενισχύσουν την προστασία των αποκλειστικών δικαιωμάτων τους στα πνευματικά προϊόντα. Εκτός από τις νομικές μεθόδους, αναπτύσσουν και τεχνικά κόλπα. Προσπαθούν να επιβάλουν στους καταναλωτές εξοπλισμό που παρέχει πρόσβαση μόνο σε βιβλία, μουσική και ταινίες που προστατεύονται με κρυπτογράφηση και απαιτούν μοναδικά κλειδιά κάθε φορά που κάποιος θέλει να αποκτήσει πρόσβαση σ’ αυτό το υλικό - ένα τεχνητό εμπόδιο με σκοπό τη διατήρηση των παρωχημένων συνθηκών παραγωγής. Με απλά λόγια, θα ήταν αδύνατο να διαβάσει κάποιος κείμενα ή να ακούσει μουσική σε τυποποιημένες μορφές, όπως το ascii και το mp3, οι οποίες δεν προστατεύονται από άδεια. Αυτά τα συστήματα Διαχείρισης Ψηφιακών Δικαιωμάτων είναι ήδη ενσωματωμένα σε πολλές από τις πλατφόρμες των μέσων ενημέρωσης-επικοινωνίας όπως υπολογιστές, tablet και κινητά/smartphones υψηλής τεχνολογίας. Για διάφορους λόγους, δεν μας έχουν ακόμη επιβληθεί αυτοί οι περιορισμοί. Ο πάροχος ενός λειτουργικού συστήματος που θα κάνει την αρχή κινδυνεύει να δει τους καταναλωτές να επιλέγουν ένα άλλο λειτουργικό σύστημα με λιγότερους περιορισμούς.

Η απειλή όμως παραμένει. Όπως και άλλα ήδη υφιστάμενα μέτρα προστασίας των παρωχημένων συνθηκών παραγωγής. Σε μια τέτοια κατάσταση, πρέπει να αναπτύξουμε μια νέα πολιτική: ας συμφιλιώσουμε την ανάγκη της ανθρωπότητας για ελεύθερη πρόσβαση με τα νόμιμα-θεμιτά αιτήματα των αληθινών παραγωγών για συντήρηση και αξιοπρεπείς συνθήκες διαβίωσης.
  • Πληροφορίες για το άρθρο
Συγγραφέας του άρθρου είναι ο Dan Jerrestam πρώην πυρηνικός φυσικός που εδώ και δεκαετίες δραστηριοποιείται στην ανάπτυξη λογισμικού για ενσωματωμένα συστήματα.

Το άρθρο με τίτλο “Ελευθερώστε τη δημιουργική εργασία!” (“Befria det skapande arbetet!”) και ημερομηνία 9 Ιουνίου 2015 δημοσιεύθηκε στο τεύχος 1/2015 του τριμηνιαίου σουηδικού περιοδικού Clarté .

Όπως δηλώνεται στην ιστοσελίδα του:

"Το περιοδικό Clarté είναι ένα πολιτικά και κομματικά ανεξάρτητο περιοδικό για πολιτικό, ιδεολογικό και πολιτιστικό δημόσιο διάλογο με σοσιαλιστικό προσανατολισμό. Ο στόχος είναι να διερευνηθούν με κριτικό πνεύμα οι κοινωνικές ιδέες, οι κοινωνικοί θεσμοί και τα θεμέλια της εποχής μας."

"Το περιοδικό κυκλοφορεί σε 1100 αντίτυπα, εκδόθηκε για πρώτη φορά το 1924 και εκδίδεται από την πολιτικά και κομματικά ανεξάρτητη σοσιαλιστική ένωση Clarté."

Το άρθρο έχει αναρτηθεί στο ψηφιακό αρχείο του περιοδικού εδώ.

Μια πιο εκτενής εκδοχή του άρθρου με τίτλο “Ο αγώνας κατά των πνευματικών δικαιωμάτων είναι επαναστατικός” (“Kampen mot immaterialrätten är revolutionär”) και με αναφορές στις πηγές απ’ όπου αντλήθηκαν οι πληροφορίες έχει αναρτηθεί μόνο στην ιστοσελίδα του περιοδικού εδώ.

Η δημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με τις απόψεις που περιέχονται στο κείμενο . Η υπόδειξη και η μετάφραση έγινε από τον Κ.Κ. , συνεργάτη των Αντιγειτονιών, με αφορμή την συζήτηση που ξεκίνησε για την «Οδηγία για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας στην ψηφιακή ενιαία αγορά» που ψηφίστηκε στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο στις 26 Μαρτίου 2019. Οι υπογραμμίσεις είναι δικές μας.

Σημειώσεις και Παραπομπές



[1] ΣτΜ. Transatlantic Trade and Investment Partnership (TTIP), Η Διατλαντική Εταιρική Σχέση Εμπορίου και Επενδύσεων είναι μια προτεινόμενη εμπορική συμφωνία μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών. Ο κύριος στόχος της συμφωνίας είναι να παραμερίσει τις κανονιστικές ρυθμίσεις που αποτελούν «εμπόδιο» στην κερδοφορία των πολυεθνικών επιχειρήσεων. Στην πραγματικότητα, «εμπόδια» για την ΤΤΙP αποτελούν οι κοινωνικές κατακτήσεις των τελευταίων δεκαετιών (εργασιακά δικαιώματα, περιβαλλοντικές ρυθμίσεις, κανόνες ασφάλειας για τα τρόφιμα, προστασία των προσωπικών δεδομένων στο διαδίκτυο κ.ά).


[2] Surveying Royalty Demands for the Components Within Modern Smartphones, Ann Armstrong, Joseph J. Mueller, and Timothy D. Syrett, "wilmerhale.com The-Smartphone-Royalty-Stack-Armstrong-Mueller-Syrett.pdf"


[3] ΣτΜ. Το βιβλίο κυκλοφόρησε στα ελληνικά από τις εκδόσεις Κριτική το 2015 με τίτλο "Το επιχειρηματικό κράτος : Ανατρέποντας μύθους "


[4] "Where do innovations come from?" (US economy 1970-2006), Fred Block and M Keller,


[6] CBO, Research and Development in the Pharmaceutical Industry, Washington: Congressional Budget Office, Congress of the United States, 2006 10-02-drugr-d.pdf


[7] US biopharmaceutical finance and the sustainability of the biotech business model. Lazonick and Tulum.


[8] ΣτΜ. Η σουηδική κορώνα (SEK) είναι το νόμισμα της Σουηδίας. Το 2015 η ισοδυναμία μεταξύ σουηδικής κορώνας και ευρώ ήταν 10 SEK = 1 Ευρώ περίπου.


[9] Dagens Nyheter, Svårt att komma vidare, Hanne Kjöller, 2014-03-24


[10] ΣτΜ. Το οριακό κόστος μετρά την αύξηση του συνολικού κόστους που προκύπτει από την αύξηση της παραγωγής κατά μία μονάδα.


[11] Kungliga biblioteket - Sveriges Nationalbibliotek Bibliotek-2013


[12] Amazon, 2013 "Annual Report"


[13] Dagens Nyheter, 900 författare protesterar mot nätjätten Amazon, Jan Eklund, 2014-07-28


[14] Dagens Nyheter, Amazon försöker devalvera värdet på böcker, 2014-06-07


[16] Dagens Nyheter, Spotify uppger att bolaget totalt sett betalar 70 procent av sina intäkter till rättighetsinnehavarna, 2013-06-19


[17] Dagens Nyheter, Så erövrade Spotify musikvärlden, 2013-06-15


[18] Dagens Nyheter, Youtube utmanar Spotify med ny betaltjänst, 2014-11-12


[19] BBC, bbc.com , 2014-11-20


[20] ΣτΜ. Σύντμηση από τη φράση «Korean pop» (K-pop). Ο όρος χρησιμοποιείται κυρίως για να περιγράψει διάφορα είδη εμπορικής ποπ μουσικής από τη Νότια Κορέα.


[21] Παράδειγμα η νοτιοκορεάτισα καλλιτέχνιδα Jang Ja-yeon που αυτοκτόνησε το 2009.


[22] Point, Slave Contracts, "The Grime Of K-Pop"


[23] A Peek Into The Dollhouse: "K-Pop Industry And Oppression"


[24] ΣτΜ. Anti-Counterfeiting Trade Agreement (ACTA). Η Εμπορική Συμφωνία Κατά της Παραποίησης είναι μια διεθνής συνθήκη με σκοπό την εγκαθίδρυση διεθνών προτύπων για την άσκηση των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας. Η συμφωνία επιδιώκει να εγκαθιδρύσει ένα διεθνές νομικό πλαίσιο για την στοχοποίηση της απομίμησης των αγαθών, των γενόσημων φαρμάκων και της παραβίασης πνευματικών δικαιωμάτων στο Διαδίκτυο, και θα δημιουργήσει ένα νέο κυβερνητικό όργανο πέρα από ήδη υπάρχοντα fora, όπως είναι ο Παγκόσμιος Οργανισμός Εμπορίου, και ο Παγκόσμιος Οργανισμός Διανοητικής Ιδιοκτησίας, ή τα Ηνωμένα Έθνη.

Δεν υπάρχουν σχόλια: