Φέτος συμπληρώνονται 200 χρόνια από την έναρξη του ελληνικού αγώνα για την ανεξαρτησία και δικαίως γίνεται μεγάλη συζήτηση γύρω από αυτόν, τα διδάγματα και την κληρονομιά του. Δεν αναφέρομαι φυσικά σε γνωστά και μη εξαιρετέα πανηγυράκια, αλλά σε συνέδρια, βιβλία, άρθρα και μελέτες που γράφονται από μελετητές, πανεπιστημιακούς, πολιτικές οργανώσεις και άλλους.
Φέτος όμως συμπληρώνονται και 80 χρόνια από την ίδρυση του ΕΑΜ, της μεγαλύτερης ελληνικής αντιστασιακής οργάνωσης κατά την κατοχή. Είναι μια επέτειος που δεν πρέπει να ξεχνάνε όχι μόνο όσοι έχουν ιδεολογική ή πολιτική αναφορά σε αυτό, αλλά και το σύνολο του ελληνικού λαού, καθώς το ΕΑΜ διαμόρφωσε σε μεγάλο βαθμό την ελληνική ιστορία.
Δεν είναι σκοπός του μικρού αυτού σημειώματος να μιλήσω για την προσφορά του ΕΑΜ, του ΕΛΑΣ, της Εθνικής Αλληλεγγύης και της ΕΠΟΝ. Ούτε άξιος νιώθω ότι είμαι, ούτε ο χώρος επαρκεί, καθώς χρειάζονται πολλοί τόμοι για να καταγραφούν όλα αυτά.
Με το μικρό αυτό γραπτό θέλω να θυμίσω το πώς η επανάσταση του 1821 αποτέλεσε οδηγός για το ΕΑΜ, όσον αφορά τον αγώνα ενάντια στους κατακτητές, αλλά και πώς το ίδιο το ΕΑΜ προσπάθησε να εντάξει τον αγώνα για ανεξαρτησία στον δικό του, κάνοντας παραλληλισμούς του τότε αγώνα με αυτόν που έδινε αυτό. Γράφω «θυμίσω» γιατί φυσικά δεν είμαι ο πρώτος που ασχολούμαι με το θέμα. Τόσο ο Τάσος Κωστόπουλος, όσο και η Βασιλική Λάζου έχουν γράψει πρόσφατα γι’ αυτό και άντλησα αρκετά στοιχεία από τα άρθρα τους, παλιότερα μια σειρά από διανοητές και μελετητές έχουν κάνει αναφορές, ενώ μια απλή περιδιάβαση στην ιστορία της αντίστασης θυμίζει σχεδόν σε κάθε σελίδα τους αγώνες του ’21.
Η σύνδεση του 1821 με τα γεγονότα του 1940 έγινε πολύ νωρίς, με την έναρξη ήδη του πολέμου. Ο γηραιός πια Παλαμάς έγραψε με την έναρξη σχεδόν του πολέμου, την 1η Νοεμβρίου του 1940, το ποίημα «Στη Νεολαία μας», το οποίο είναι γνωστό κυρίως για την δεύτερη στροφή του:
«Αυτό κρατάει ανάλαφρο
μεσ’ την ανεμοζάλη
το από του κόσμου τη βοή
πρεσβυτικό κεφάλι,
αυτό το λόγο θα σας
πω δεν έχω άλλο κανένα
Μεθύστε με τ’ αθάνατο
κρασί του Εικοσιένα!».
Είναι γνωστό επίσης ότι πολλά πολεμικά σκάφη είχαν ονόματα αγωνιστών της επανάστασης, όπως το υποβρύχιο «Παπανικολής», ενώ το θρυλικό τσαρούχι συνέδεε τους αγώνες του 1821 με αυτούς των ευζώνων και των άλλων πολεμιστών στα αλβανικά βουνά.
Αμέσως μετά την κατάρρευση του μετώπου είναι γνωστό ότι άρχισαν οι πρώτες σποραδικές εκδηλώσεις αντίστασης, αυθόρμητες, αλλά και οργανωμένες.
Πολλές τοπικές αντιστασιακές οργανώσεις ξεπήδησαν αυθόρμητα στις αρχές τις κατοχής. Αρκετές από αυτές είχαν ονόματα που παρέπεμπαν στο ’21, με πιο συχνό ίσως το «Φιλική Εταιρία» ή «Νέα Φιλική Εταιρία». Οι περισσότερες από αυτές, με την ίδρυση του ΕΑΜ συγχωνεύτηκαν με αυτό, μεταφέροντας και το φορτίο τους μαζί.
Αν και αρκετά πρόωρα, ήταν πολύ δυναμική η προσπάθεια του Μακεδονικού Γραφείου του ΚΚΕ, με την σύσταση της οργάνωσης «Ελευθερία» αρχικά, αλλά και των πρώτων οργανωμένων ανταρτοομάδων που παρουσιάζονται στον ελλαδικό χώρο. Τα ονόματα τους παραπέμπουν απευθείας στο 1821: Πρόκειται για τον «Αθανάσιο Διάκο» που έδρασε στην περιοχή του Κιλκίς και για τον «Οδυσσέα Ανδρούτσο» που είχε κέντρο την περιοχή της Νιγρίτας Σερρών. Όσο και αν η δράση τους ήταν σχετικά βραχύβια, καθώς δεν είχε ακόμη συσταθεί το ΕΑΜ με τις απαιτούμενες πολιτικές οργανώσεις που θα τις βοηθούσαν να δράσουν αποτελεσματικά, ο συμβολισμός και η προσπάθεια σύνδεσης με το ένδοξο παρελθόν είναι εμφανής.
Αξίζει επίσης να σημειωθεί το ψευδώνυμο που πήρε ο αρχηγός του «Οδυσσέα Ανδρούτσου», ο δάσκαλος Θανάσης Γκένιος. Ονομάστηκε «Λασσάνης» και έτσι έμεινε γνωστός στον ΕΛΑΣ και τον εμφύλιο. Ο Γεώργιος Λασσάνης από την Κοζάνη ήταν Φιλικός, συμπολεμιστής του Υψηλάντη στην Μολδοβλαχία, συγγραφέας και υπουργός του νεοσύστατου ελληνικού κράτους για ένα διάστημα. Η πρακτική αυτή θα γενικευτεί αργότερα στον ΕΛΑΣ, κυρίως στους καπετάνιους.
Η κανόνες συνωμοσίας του ΕΑΜ προέβλεπαν ψευδώνυμα, αυτό όμως γενικεύτηκε με την ίδρυση και την εμφάνιση των ομάδων του ΕΛΑΣ. Θα μπορούσαμε να διακρίνουμε σε 4 μεγάλες κατηγορίες τα ψευδώνυμα που έπαιρναν οι ΕΛΑΣίτες αντάρτες: Τοπωνύμια, κυρίως βουνών, ιδεολογικά φορτισμένα, παρατσούκλια που έβγαιναν από την δράση των αγωνιστών και ψευδώνυμα που παρέπεμπαν στο 1821. Αυτά τα τελευταία τα συναντάμε αρκετά συχνά, σε ολόκληρη την Ελλάδα.
Στον ΕΛΑΣ επίσης παρατηρείται και ο θεσμός του καπετάνιου. Ο θεσμός αυτός επικράτησε και «απορρόφησε» αυτόν του εκπροσώπου του ΕΑΜ. Τόσο το όνομα, όσο και η ουσία του παραπέμπουν απευθείας στον Αγώνα για την Παλιγγενεσία. Καπετάνιοι ονομάζονταν οι αρχηγοί των, άτακτων κυρίως, σωμάτων που πολέμησαν στην επανάσταση, οι οποίοι ήταν κυρίως αυτοδίδακτοι και λαογέννητοι. Το ίδιο ακριβώς συνέβη και στον ΕΛΑΣ, ειδικά στην πρώτη φάση της ανάπτυξης του, όπου οι περισσότεροι που ηγήθηκαν των τμημάτων του δεν ήταν επαγγελματίες στρατιωτικοί, αλλά φοιτητές, δάσκαλοι και φλογεροί ιδεολόγοι.
Όσο το ΕΑΜ απλώνεται και εντείνει την δράση του, τόσο εδραιώνεται και η σύνδεση του με το 1821. Οι εθνικές επέτειοι της 25ης Μαρτίου του 1821 το 1942 και 1943 είναι αφορμές για διαδηλώσεις και στεφανώματα αγαλμάτων σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη. Η συγκλονιστική «Μεγάλη Έξοδος» του Οδυσσέα Ελύτη στο «Άξιον Εστί» περιγράφει την διαδήλωση του 1942.
Η τέχνη επίσης μπαίνει στην «μάχη» της σύνδεσης των δύο περιόδων. Ας μην ξεχνάμε ότι τα περισσότερα τμήματα του ΕΛΑΣ όταν έμπαιναν στα χωριά τραγουδούσαν κλέφτικα και πατριωτικά τραγούδια προκειμένου να τονώσουν το πατριωτικό αίσθημα του λαού. Και αργότερα όμως, όταν η αντίσταση αρχίζει να παράγει τον δικό της καλλιτεχνικό λόγο, το 1821 δεν λείπει από αυτόν.
Δύο είναι τα πιο εμβληματικά τραγούδια που έχουν χιλιοτραγουδηθεί και κάνουν άμεσα την σύνδεση αυτή. Το ένα είναι το «Βροντάει ο Όλυμπος», το οποίο κάνει αναφέρεται στον Γοργοπόταμο που στέλνει περήφανο χαιρετισμό στην Αλαμάνα, συνδέοντας την ανατίναξη του 1942 με την θυσία του Αθανάσιου Διάκου το 1821, σε πολύ κοντινή γεωγραφική απόσταση. Και ο στίχος όμως «ξαναζωντάνεψε τ’ αρματολίκι» είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό δείγμα της σύνδεσης των δύο εποχών.
Το δεύτερο είναι ο ύμνος του ΕΛΑΣ. Η ιστορική συνέχεια που επιχειρείται στο δίστιχο «Με χίλια ονόματα μια χάρη ακρίτας είτ’ αρματολός, αντάρτης, κλέφτης, παλικάρι πάντα είμ’ ο ίδιος ο λαός» περνά από την προεπαναστατική και την επαναστατική περίοδο με έναν εμφατικό, όσο και εμβληματικό τρόπο.
Το ίδιο συμβαίνει και με την θεατρική παραγωγή, το θέατρο του Βουνού. Τόσο ο Κοτζιούλας στην Ήπειρο, όσο και ο Ρώτας στην Θεσσαλία, για να μιλήσουμε για τις πιο σημαντικές περιπτώσεις ανάμεσα στις τόσες άλλες, έχουν πολύ συχνά στην θεματική τους τούς αγωνιστές του 1821, συνδέοντας τον αγώνα του τότε με την αντίσταση. Ειδικά για τον Κοτζιούλα γνωρίζουμε ότι η μεγάλη επιτυχία ενός έργου που παρουσίασε σχεδόν με το ζόρι στην γιορτή της 25ης Μαρτίου που διοργάνωσε η 8η Μεραρχία του ΕΛΑΣ το 1944 αποτέλεσε και την αφετηρία της «Λαϊκής Σκηνής».
Πέρα όμως από τις «περιφερειακές» αυτές εκδηλώσεις, η σύνδεση του αντιστασιακού αγώνα με την Επανάσταση έρχεται σταδιακά και στον κεντρικό λόγο του ΕΑΜ. Ήδη από το 1943, όπως αναφέρει η Λάζου, ο Γιάννης Ζεύγος έγραψε άρθρο στην ΚΟΜΕΠ του Απριλίου του 1943 με τίτλο: «25 του Μάρτη 1821 - 25 του Μάρτη 1943: προς την ολοκλήρωση του εικοσιένα», δηλώνοντας την αντίσταση ως συνέχεια και ολοκλήρωση της επανάστασης του 1821, ως προς τα αιτήματα της. «Για μας τους κομμουνιστές, για κάθε συνειδητό αγωνιστή, τούτη η επέτειος έχει τρανή σημασία. Μας φανερώνει ανάγλυφες τις συγκλονιστικές δυνάμεις των λαϊκών μαζών που με την πάλη τους είνε ο δημιουργός της ιστορίας», ενώ ο Ριζοσπάστης μιλώντας την ίδια χρονιά στο επετειακό φύλλο γράφει: «Δεν πρόκειται πια όπως γινόταν εκατό και πάνω χρόνια να το εξυμνήσουμε σαν ένα πατρογονικό ανδραγάθημα και να υπερηφανευτούμε γι’ αυτό. Τώρα το ξαναζούμε με όλο του το τραγικό μεγαλείο και πρέπει να το υψώσουμε μπροστά στα μάτια μας, όχι μόνο σαν παράδειγμα για να αντλήσουμε φρόνημα και δύναμη ψυχική, παρά να το συνεχίσουμε και να το ολοκληρώσουμε. Να το ξαναπιάσουμε από την αρχή και να το φέρουμε στο ποθητό τέλος», όπως διασώζει ο Κωστόπουλος.
Όσο ο αγώνας εναντίον όχι μόνο των κατακτητών, αλλά και των ντόπιων συνεργατών τους εκτραχύνεται, ανασύρεται το δίπολο του 1821 ενάντια στους «προσκυνημένους». Ο ΕΛΑΣ είναι ο συνεχιστής του Κολοκοτρώνη στον αγώνα για εθνική ανεξαρτησία, ενώ τα Τάγματα Ασφαλείας και οι άλλες φιλοκατοχικές οργανώσεις είναι οι απόγονοι των προσυκημένων Νενέκηδων. Έτσι, το Κολοκωτρονέϊκο σύνθημα «φωτιά και τσεκούρι στους προσκυνημένους» γίνεται σύνθημα του ΕΛΑΣ ενάντια στους συνεργάτες των δυνάμεων κατοχής. Έγραφε ο Ριζοσπάστης στις 20 Μαρτίου 1944: «Το 21 ήταν οι Ιμπραΐμηδες στο Μωρηά και οι προσκυνημένοι Νενέκοι. Τώρα είναι οι Ούννοι και οι Βρεττάκοι-Ντερτιλήδες. Μα η ψυχή του Κολοκοτρώνη ζει όπως τότε και τα λόγια του πέρασαν στα χείλη των αγωνιστών του '44»
Η κορυφαία όμως έκφραση της σύνδεσης των δύο περιόδων είναι η σύγκληση του Εθνικού Συμβουλίου της ΠΕΕΑ στο ιστορικό δημοτικό σχολείο των Κορυσχάδων τον Μάιο του 1944.
Πριν μπει κανείς στο σχολείο, το οποίο σήμερα λειτουργεί ως μουσείο εθνικής αντίστασης, τον «υποδέχονταν» η επιγραφή: ΕΠΙΔΑΥΡΟΣ 1821-ΚΟΡΥΣΧΑΔΕΣ 1944
Ήταν μία σαφής αντιστοίχιση της πρώτης Εθνοσυνέλευσης του 1821, η οποία έδωσε την πρώτη υπόσταση του αγωνιζόμενου Ελληνισμού, με το Συμβούλιο που έδινε νομική υπόσταση στον κόσμο της Αντίστασης.
Χάρη στις φωτογραφίες του Σπύρου Μελετζή έχουμε εικόνες και από το εσωτερικό του σχολείου, όπου πραγματοποιούνταν οι συνεδριάσεις. Πέρα από τα συνθήματα και άλλες τοιχογραφίες, ο ζωγράφος Δημήτρης Γιολδάσης είχε γεμίσει τους τοίχους συμβολικά με ήρωες του 1821.
Η αίσθηση της συνέχειας του Αγώνα και η σύνδεση των δύο ημερομηνιών (1821-1944) είναι ίσως η κορυφαία πολιτική πράξη σύνδεσης της Αντίστασης με την Επανάσταση: Οι Κορυσχάδες, το ΕΑΜ, ο ΕΛΑΣ και η ΠΕΕΑ δεν διδάσκονταν απλώς από το 1821, δεν ακολουθούσαν μόνο τον δρόμο των αγωνιστών, αλλά ολοκλήρωναν και το έργο τους. «Μια πύρινη επιγραφή στέκει απ’ έξω απ΄ένα σκολειό ενός μικρού βουνίσιου χωριού της Ελεύθερης Ελλάδας: «Επίδαυρος 1821-Κορυσχάδες 1944». Αλλοίμονο σε όσους σκοτίζονται από τη λάμψη της και δεν θελήσουν να τη διαβάσουν» σημείωνε την Άνοιξη του 1944 ο Καραγιώργης για την επιγραφή εκείνη, ενώ ο Ζεύγος έγραφε την ίδια περίπου περίοδο: «Ο ελληνικός λαός με επικεφαλής την ΠΕΕΑ έχει όλες τις δυνατότητες να ολοκληρώσει και θα ολοκληρώσει το έργο του 1821».
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι τοιχογραφίες αυτές του Γιολδάση ασβεστώθηκαν μετά τον πόλεμο από τις κυβερνήσεις του εμφυλιακού και μετεμφυλιακού κράτους και αποκαταστάθηκαν στην πολλές δεκαετίες αργότερα.
Λίγους μήνες αργότερα, στον εμβληματικό λόγο της Λαμίας, ο Άρης Βελουχιώτης θα αναφερθεί εκτενώς στο 1821 και τους αγώνες του: «Τίποτα δεν ήτανε ικανό να συγκρατήσει τη φλόγα για τη λευτεριά, που έκαιγε μέσα στις καρδιές του λαού μας. Έτσι, στα 1821, ύστερα από κόπους και θυσίες και χάρη στον ενθουσιασμό και τη φλόγα του Παπαφλέσσα, που χρησιμοποίησε όλα τα μέσα, ακόμα και την ψευτιά, κηρύσσοντας την εξέγερση, ξεσηκώθηκε πρώτος ο Μοριάς. Από δω, από το Μοριά, άρχισε η επανάσταση του 1821.» για να συμπληρώσει λίγο παρακάτω: «Κανείς δεν πίστευε προηγούμενα σ' αυτό το θαύμα, που συντελέστηκε από τις ίδιες τις δυνάμεις και τα μέσα του λαού. Άλλοι περίμεναν να τους έλθει η λευτεριά από τη Ρωσία κι άλλοι από τη μεγαλοψυχία των βασιλιάδων της Ευρώπης. Μα η επανάσταση απόδειξε, ότι αυτή μόνη της χάρισε τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τα παραμύθια του φιλελληνισμού, χάρη στον οποίο αποκτήσαμε δήθεν τη λευτεριά μας, εφευρέθηκαν μόνο και μόνο για να γίνει πιστευτό, ότι η πατρίδα μας λευτερώθηκε, όχι από τις ίδιες της τις δυνάμεις, μα από τους ξένους. Υπήρξαν βέβαια φιλέλληνες, που αγωνίστηκαν, πολέμησαν κι έχυσαν το αίμα τους για τη λευτεριά της πατρίδας μας. Τιμή και δόξα σ' αυτούς κι αιώνια ας είναι η ευγνωμοσύνη του έθνους. Μα αυτοί υπήρξαν μεμονωμένα άτομα μονάχα. Η θεωρία του οργανωμένου φιλελληνισμού είναι καθαρό παραμύθι.» Και αφού αναφέρει το ΕΑΜ ως «Νέα Φιλική Εταιρία», κάνει μια αναφορά στον Αθανάσιο Διάκο, προκειμένου να δείξει τον δρόμο που ακολούθησε το ΕΑΜ: «Στα προηγούμενα χρόνια πολλοί περνούσανε από την πλατεία του Διάκου, μα κανείς δεν ένιωθε τον παλμό που περιείχε το τραγούδι, που μας δίδασκε στο σχολείο ο παλιός καθηγητής μας Λάσκαρης: Σας ευλογεί του Διάκου μας το τιμημένο χέρι... Κανείς δεν ένιωθε, ότι έπρεπε να φύγει μακριά από τα μικροσυμφέροντα του και να παλέψει για τη λευτεριά. Μα η χούφτα αυτή των ανθρώπων, που σας μίλησα πιο πάνω (σ.σ. το ΕΑΜ), ρίχτηκε ολόψυχα στον αγώνα.».
Ακόμα και μετά την ήττα του Δεκέμβρη του 1944, και όσο ακόμα είχε την δυνατότητα να δρα νόμιμα, το ΕΑΜ προπαγάνδιζε τον εαυτό του ως συνέχεια του 1821 και ως την σύγχρονη Φιλική Εταιρεία. Χαρακτηριστική είναι η αφίσα του για την επέτειο της 25ης Μαρτίου το 1945.
Το ίδιο επαναλήφθηκε και στην επέτειο του 1946, ενώ το 1947 δεν βρέθηκε αντίστοιχο ντοκουμέντο. Ο εμφύλιος είχε ήδη προχωρήσει.
Θέλω να κλείσω αυτό το μικρό σημείωμα με μια φωτογραφία που τράβηξε ο Σπύρος Μελετζής. Πρόκειται για την θρυλική Τιτίκα Παναγιωτίδου, η οποία αποτέλεσε σύμβολο για την συμμετοχή των γυναικών στην αντίσταση και έφυγε από κοντά μας το 2018, σε ηλικία 90 ετών. Στην αφίσα που κυκλοφόρησε λίγο μετά την απελευθέρωση σημειώνεται: «Το ΕΑΜ έδωκε στη σύγχρονη Ελλάδα τις νεώτερες Σουλιώτισσες του Απελευθερωτικού Αγώνα.», κάνοντας αναφορά όχι στις θρυλικές μορφές της Επανάστασης, αλλά και στην συμβολή των γυναικών στην Εθνική Αντίσταση. Να σημειωθεί ότι η ίδια φωτογραφία έγινε γραμματόσημο από την Ελληνική Πολιτεία τέσσερις δεκαετίες μετά, όταν αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά η Εθνική Αντίσταση.
Με όσα παρατέθηκαν στο μικρό αυτό άρθρο, αλλά και με πολλαπλάσια ακόμη που μπορούν να κατατεθούν, γίνεται φανερό ότι το ΕΑΜ εμπνεύστηκε από τους αγώνες για Ελευθερία που έδωσαν οι αγωνιστές του 1821, το χρησιμοποίησε ως σημείο αναφοράς και ως κάλεσμα για δράση. Όταν όμως γιγαντώθηκε πολιτικά, στάθηκε δίπλα στην Φιλική Εταιρία και ανέβασε τους μαχητές του ΕΛΑΣ στο ύψος των κλεφτών του 1821. Κοινή του συνισταμένη: Ο λαός. Εξάλλου, το λέει και ο ύμνος του ΕΛΑΣ:
«Με χίλια ονόματα μία χάρη
ακρίτας ειτ’ αρματολός
αντάρτης, κλέφτης, παλληκάρι
πάντα ειν’ ο ίδιος ο λαός.»
Στις δύσκολες μέρες που περνά η χώρα μας, ίσως να μην είναι αυτοί οι στίχοι μόνο αναμνήσεις του ένδοξου παρελθόντος, αλλά και δρόμος για το μέλλον.
Κώστας Μιχαλάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου