21 Μαΐου 2022

Οι… δέκα εντολές της προπαγάνδας


«Κάθε πόλεμος βασίζεται στην παραπλάνηση»

Σουν Τσου, Η Τέχνη του Πολέμου (5ος αιώνας π.Χ.) [1]

Το άρθρο που ακολουθεί είναι της Ανν Μορέλλι (Anne Morelli) και βασίζεται στη μονογραφία της, Principes élémentaires de propagande de guerre (utilisables en cas de guerre froide, chaude ou tiède) — The Basic Principles of War Propaganda (For Use in Case of War, cold, hot, or warm), η οποία δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 2001 και στη συνέχεια αναθεωρήθηκε και αναδημοσιεύτηκε το 2010 για να συμπεριλάβει τον πόλεμο στο Αφγανιστάν και την ομιλία του Ομπάμα για το Νόμπελ Ειρήνης.

Οι δέκα αρχές ή «εντολές» της Μορέλλι αποδίδονται στον Λόρδο Άρθουρ Πόνσονμπυ (Arthur Ponsonby). Η συγγραφέας συνόψισε το έργο του Πόνσονμπυ Falsehood in War-Time [2] για να τις διατυπώσει.

Η τρέχουσα ρωσο-ουκρανική σύγκρουση αποτελεί απλώς την τελευταία προσέγγιση του ζητήματος της τεράστιας έκτασης που παίρνει η πολεμική προπαγάνδα για την κατασκευή συναίνεσης, με τη μορφή άμεσης θυσίας τόσο αίματος όσο και ό,τι άλλου θεωρείται πολύτιμο[3].

To 1927 ο κοινωνιολόγος Harold Dwight Lasswell έκανε μια περίληψη και συστηματοποίηση των τεχνικών προπαγάνδας επισημαίνοντας[4] ότι ένας πόλεμος αποτελείται από τρία ίσα μέρη, συγκεκριμένα: α) τη χρήση βίας με όπλα β) τον στραγγαλισμό των κύριων οικονομικών αρτηριών του αντιπάλου γ) την προπαγάνδα η οποία δεν είναι απλά ένας μηχανισμός υποστήριξης αλλά ένα εξίσου βασικό στοιχείο στον σύγχρονο πόλεμο.

Γενικότερα, και όχι μόνο στον πόλεμο, για να διατηρήσουν οι ιμπεριαλιστές και οι αστικές τάξεις τον έλεγχό τους στις κοινωνίες, δεν πρέπει απλώς να ελέγχουν ποιες πληροφορίες φτάνουν στον πληθυσμό. Είναι εξίσου σημαντικό να βεβαιώνονται ότι ορισμένα είδη πληροφοριών δεν διαρρέουν και είναι πολύ σημαντικό να διαστρεβλώνεται η πληροφόρηση του πληθυσμού έτσι ώστε να ταιριάζει με την πραγματικότητα που οι αρχές θέλουν να παρουσιάσουν.

Προπαγάνδα σε περιόδους πολέμου*

της Anne Morelli, 1 Μαΐου 2022

Σχεδόν έναν αιώνα πριν, ένας Βρετανός διπλωμάτης, που είχε παρατηρήσει από πρώτο χέρι τη δημιουργία πληροφοριών με αντιγερμανικό περιεχόμενο στις βρετανικές κυβερνητικές υπηρεσίες, περιέγραψε αυτές τις διαδικασίες παραπληροφόρησης εν δράσει κατά την διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Αυτό το βιβλίο του Άρθουρ Πόνσονμπυ εξήγησε τους βασικούς μηχανισμούς της προπαγάνδας εν καιρώ πολέμου. Ωστόσο, αυτές οι αρχές δεν αφορούν μόνο τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο — εφαρμόστηκαν σε όλες τις ανοιχτές συγκρούσεις, καθώς και στον Ψυχρό Πόλεμο. Αποτελούν τη βάση του πολέμου της πληροφόρησης, ο οποίος είναι απολύτως απαραίτητος, περισσότερο σήμερα παρά στο παρελθόν, για να κερδηθεί η κοινή γνώμη σε έναν σκοπό.

Οι Δέκα Εντολές του Πόνσονμπυ

Οι αρχές που προσδιορίζονται από τον Πόνσονμπυ μπορούν εύκολα να διατυπωθούν ως δέκα «εντολές». Θα τις παραθέσω εδώ και θα δούμε για κάθε μια από αυτές σε ποιο βαθμό έχουν εφαρμοστεί από τις υπηρεσίες προπαγάνδας του ΝΑΤΟ.

1. Εμείς δεν θέλουμε πόλεμο

2. Η άλλη πλευρά είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τον πόλεμο

3. Ο εχθρός έχει το πρόσωπο του διαβόλου (ή του «κακού/βίαιου»)

4. Οι πραγματικοί στόχοι του πολέμου πρέπει να καλυφθούν με ευγενείς σκοπούς

5. Ο εχθρός εν γνώσει του διαπράττει φρικαλεότητες. Αν εμείς κάνουμε ατοπήματα, αυτά είναι ακούσια

6. Εμείς έχουμε υποστεί ελάχιστες απώλειες. Οι απώλειες του εχθρού είναι τεράστιες

7. Ο σκοπός μας είναι ιερός

8. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι υποστηρίζουν τον σκοπό μας

9. Ο εχθρός χρησιμοποιεί παράνομα όπλα

10. Αυτοί που αμφισβητούν την προπαγάνδα μας είναι προδότες
1. Εμείς δεν θέλουμε πόλεμο

Ο Άρθουρ Πόνσονμπυ είχε νωρίς παρατηρήσει ότι οι πολιτικοί όλων των χωρών, πριν κηρύξουν τον πόλεμο ή τη στιγμή της κήρυξης του, διαβεβαίωναν προκαταρκτικά πάντα με σοβαρό ύφος ότι δεν ήθελαν τον πόλεμο. Ο πόλεμος και η πομπή φρικαλεοτήτων του είναι σπάνια εκ των προτέρων δημοφιλής, και ως εκ τούτου είναι της μόδας να παρουσιάζουμε τον εαυτό μας ως ειρηνόφιλο.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά της Γιουγκοσλαβίας, ακούσαμε τους ηγέτες του ΝΑΤΟ να ισχυρίζονται ότι είναι ειρηνιστές. Εάν όλοι οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων παρακινούνται από μια παρόμοια επιθυμία για ειρήνη, μπορεί φυσικά κανείς αθώα να αναρωτηθεί γιατί, παρ’ όλα αυτά, μερικές φορές (συχνά), ξεσπούν οι πόλεμοι. Η δεύτερη αρχή της πολεμικής προπαγάνδας απαντά όμως αμέσως σε αυτήν την απορία: επειδή έχουμε αναγκαστεί να διεξάγουμε πόλεμο· επειδή η αντίπαλη πλευρά τον ξεκίνησε· επειδή είμαστε υποχρεωμένοι να αντιδράσουμε, ως αυτοάμυνα, ή για να τηρήσουμε τις διεθνείς δεσμεύσεις μας.

2. Η άλλη πλευρά είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τον πόλεμο

Ο Πόνσονμπυ σημείωσε το παράδοξο αυτό του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, το οποίο συναντάται επίσης σε πολλούς προηγούμενους πολέμους: κάθε πλευρά ισχυρίζεται ότι έχει αναγκαστεί να κηρύξει πόλεμο για να αποτρέψει την άλλη από το να βάλει φωτιά στον πλανήτη. Κάθε κυβέρνηση εκφράζει και δηλώνει δυνατά την αβεβαιότητα ή την αμφιβολία (aporia) για το ότι μερικές φορές ο πόλεμος είναι απαραίτητος για τον τερματισμό των πολέμων. Αυτή τη φορά θα είναι ο τελευταίος πόλεμος, «der des der» (τελευταίος των τελευταίων).

Οι πιο αδίστακτοι πολεμοκάπηλοι προσπαθούν συνεπώς να παρουσιασθούν ως αμνοί και να ρίξουν το φταίξιμο για τη σύγκρουση στον εχθρό τους. Συνήθως πετυχαίνουν να πείσουν την κοινή γνώμη (και ίσως τον εαυτό τους) ότι βρίσκονται σε κατάσταση αυτοάμυνας.

Δεν θα επιχειρήσω να διερευνήσω την καθαρότητα των προθέσεων των δύο πλευρών. Δεν προσπαθώ να μάθω ποιος λέει ψέματα ή αλήθεια. Ο μόνος μου σκοπός είναι να επεξηγήσω τις αρχές της προπαγάνδας, που χρησιμοποιήθηκαν με τη σύμφωνη γνώμη όλων, και όσον αφορά τη δεύτερη αρχή («Η άλλη πλευρά είναι αποκλειστικά υπεύθυνη για τον πόλεμο»), είναι προφανές ότι αυτή έχει εφαρμοστεί πολλές φορές κατά τη διάρκεια του πολέμου του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας.

Με την ευκαιρία αυτή, η κοινή γνώμη, καθώς σε πολλές χώρες παρασύρεται σε μια σύγκρουση για την οποία δεν είχε ζητηθεί η γνώμη των ευρωπαϊκών κοινοβουλίων, παρά τη συνταγματική υποχρέωση να πραγματοποιηθεί μια τέτοια διαβούλευση, φέρνει σε ελαφρώς δύσκολη θέση τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις. Ευρωπαϊκές κυβερνήσεις οι οποίες χρησιμοποιούν ευρέως στην προπαγάνδα τους το επιχείρημα του χρέους απέναντι στον εαυτό τους που έχουν οι ευρωπαϊκές χώρες να εμπλακούν στον πόλεμο.

Έτσι, το 1999, ο Κριστιάν Λαμπέρ (Christian Lambert), επικεφαλής του ιδιαίτερου γραφείου του Βέλγου Υπουργού Άμυνας, απάντησε σε φοιτητές που τον ρώτησαν γιατί το Βέλγιο συμμετείχε στους βομβαρδισμούς της Γιουγκοσλαβίας, ότι ήταν υποχρέωση για τη χώρα μας λόγω της ένταξής της στο ΝΑΤΟ. Αυτή η απάντηση ήταν εντελώς κλασική εκείνη την εποχή αλλά δεν ανταποκρινόταν στην πραγματικότητα. Θα υπήρχε υποχρέωση για τις ευρωπαϊκές χώρες να συμμετάσχουν στον πόλεμο, εάν ένα κράτος του ΝΑΤΟ είχε δεχτεί επίθεση, κάτι τέτοιο όμως προφανώς δεν συνέβη στον πόλεμο της Γιουγκοσλαβίας.

Κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου, η αρχή του «αυτός τον ξεκίνησε» εφαρμόστηκε στην πραγματικότητα ευρύτατα από τη δυτική προπαγάνδα, και συγκεκριμένα με μια μορφή που είχε ήδη επισημάνει ο Πόνσονμπυ: ο εχθρός περιφρονεί και υποτιμά τη δύναμή μας. Δεν μπορούμε πλέον να παραμένουμε στο περιθώριο. Θα πρέπει να του δείξουμε τη δύναμή μας.

Η δυτική προπαγάνδα το 1999 τόνισε λοιπόν ότι οι Γιουγκοσλάβοι αψήφησαν το ΝΑΤΟ και το ώθησαν να απαντήσει με βία. Έτσι, η εφημερίδα των Βρυξελλών Le Soir έγραψε στις 18 Ιανουαρίου 1999: «Το ΝΑΤΟ βρίσκεται υπό αμφισβήτηση από ένα εντυπωσιακό κυνισμό. Θα μπορέσει η κορυφαία ένοπλη δύναμη του κόσμου να δικαιολογήσει τη στάση αναμονής της για πολύ;».

Το ΝΑΤΟ ισχυρίστηκε επίσης ότι αντιδρούσε στην εκστρατεία «εθνοκάθαρσης» εναντίον των Αλβανών στο Κοσσυφοπέδιο από τους Σέρβους. Με την πάροδο του χρόνου, ωστόσο, οι διεθνείς ειδικοί του ΟΑΣΕ (Οργανισμού για την Ασφάλεια και τη Συνεργασία στην Ευρώπη) (OSCE, Organization for Security and Co-operation in Europe) επιβεβαιώνουν την αντίθετη θέση: το Βελιγράδι αντέδρασε με μια συστηματική εκστρατεία βίας κατά της αλβανικής πλειοψηφίας στο Κοσσυφοπέδιο όταν το ΝΑΤΟ άρχισε να βομβαρδίζει τη Γιουγκοσλαβία στις 24 Μαρτίου. Πριν από τις 24 Μαρτίου, η αστυνομική βία κατά των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου ήταν μεμονωμένη. Δεν ήταν «εθνοκάθαρση».

Αλλά για να πεισθεί η δυτική κοινή γνώμη για την εγκυρότητα του βομβαρδισμού της Γιουγκοσλαβίας, ήταν απαραίτητο να κάνει τους ανθρώπους να πιστέψουν ότι ήταν πόλεμος αντιποίνων. Ήταν ο εχθρός που έπρεπε να φέρει την πλήρη ευθύνη για τον πόλεμο και πιο προσωπικά ο αρχηγός του. Για τον πόλεμο έφταιγε ο Μιλόσεβιτς (Milosevic), ο οποίος με την αδιαλλαξία του αρνήθηκε τις δυτικές προτάσεις για ειρήνη στο Ραμπουγιέ (Rambouillet). Η γαλλοβελγική εβδομαδιαία εφημερίδα Le Vif-Express είχε αυτόν τον τίτλο: «Ο δικτάτορας του Βελιγραδίου έχει μια συντριπτική ευθύνη για τις κακοτυχίες του σερβικού και του αλβανικού λαού». Η επιμονή στο πρόσωπο του αρχηγού του εχθρικού στρατοπέδου δεν είναι τυχαία. Η τρίτη αρχή του Πόνσονμπυ επιμένει στην ανάγκη να προσωποποιηθεί ο εχθρός στο πρόσωπο του αρχηγού του.

3. Ο Εχθρός έχει το Πρόσωπο του Διαβόλου

Δεν είναι δυνατόν να μισείς έναν ολόκληρο λαό στο σύνολό του. Είναι επομένως αποτελεσματικό να επικεντρωθεί αυτό το μίσος -εναντίον του εχθρού- στον αντίπαλο ηγέτη. Ο εχθρός θα έχει έτσι ένα πρόσωπο, και προφανώς αυτό το πρόσωπο θα προκαλεί απέχθεια. Δεν θα διεξάγει κανείς πόλεμο απλά εναντίον των Κράουτς (Krauts)[5], των Ιαπώνων (Japs), αλλά πιο συγκεκριμένα εναντίον του Κάιζερ, του Μουσσολίνι, του Χίτλερ, του Σαντάμ ή του Μιλόσεβιτς. Αυτός ο χαρακτήρας που προκαλεί αποστροφή πάντα μας εμποδίζει να δούμε ή να γνωρίσουμε την πολυμορφία του πληθυσμού τον οποίο διοικεί και στην οποία ο απλός πολίτης μπορεί να εκφράζει, διατυπώνει με σαφήνεια και ακρίβεια τους άλλους του εαυτούς (τα alter ego του).

Προκειμένου να αποδυναμώσουμε τον σκοπό του αντιπάλου (cause), είναι αναγκαίο να παρουσιάσουμε τους ηγέτες του ως ανίκανους, τουλάχιστον, και να θέσουμε σε αμφισβήτηση την αξιοπιστία και την ακεραιότητά τους. Αλλά είναι απαραίτητο να δαιμονοποιήσουμε, όσο το δυνατόν περισσότερο, αυτόν τον ηγέτη του εχθρού, να τον παρουσιάσουμε ως ανισόρροπο, βάρβαρο, διαβολικό εγκληματία, χασάπη, υπονομευτή της ειρήνης, εχθρό της ανθρωπότητας, τέρας. Και ο σκοπός του πολέμου είναι να τον συλλάβουμε. Σε ορισμένες περιπτώσεις, το πορτρέτο αυτό του εχθρού μας μπορεί να φαίνεται δικαιολογημένο, αλλά δεν πρέπει να παραβλέπουμε το γεγονός ότι αυτό το τέρας είναι τις περισσότερες φορές πολύ προσιτό πριν από τη σύγκρουση και σε ορισμένες περιπτώσεις ακόμη και μετά.

Από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Χίτλερ θεωρείται ένα τέτοιο παράδειγμα κακού, με τον οποίο κάθε αρχηγός του εχθρού πρέπει να συγκριθεί μαζί του. Αυτό συνέβη φυσικά με τον Στάλιν, τον Μάο ή τον Κιμ Ιλ Σουνγκ· αλλά ακόμη και πιο πρόσφατα, όλοι οι «εν υπηρεσία κακοί» έπρεπε επίσης να περνάν με επιτυχία την ίδια σύγκριση. Αυτό δεν άλλαξε με τον Μιλόσεβιτς, τον οποίο η ιταλική εβδομαδιαία εφημερίδα L'Espresso παρουσίασε στο εξώφυλλό της με τον τίτλο «Χιτλερόσεβιτς» («Hitler-Sevic»), με το μισό πρόσωπο να αντιστοιχεί στο πρόσωπο του Χίτλερ και το άλλο μισό στο πρόσωπο του Μιλόσεβιτς.

Ακολουθώντας το ίδιο σενάριο, και την ίδια χρονική στιγμή, η Le Vif-Express παρουσίασε, την εποχή των πρώτων βομβαρδισμών στη Γιουγκοσλαβία, ένα πολύ σκούρο εξώφυλλο, που εμφανίζει το αριστερό μισό του προσώπου του Μιλόσεβιτς και στα δεξιά τον τίτλο «Ο στυγερός Μιλόσεβιτς» «L'effroyable Milosevic». Μέσα στο περιοδικό, σε κείμενο που υποστηρίζεται από φωτογραφίες του Γιουγκοσλάβου ηγέτη που δείχνουν σκληρότητα και εμπνέουν ανησυχία, μάθαμε ότι η ικανότητα του Μιλόσεβιτς να δημιουργεί προβλήματα ήταν ανεξάντλητη. Ο άνθρωπος που τρία χρόνια νωρίτερα τσούγκριζε το ποτήρι του και έκανε προπόσεις με τον Σιράκ και την Κλίντον, κατά τη διάρκεια των ειρηνευτικών συμφωνιών της Βοσνίας, που υπέγραψαν στο Παρίσι, ήταν τώρα ένας νευρωτικός του οποίου οι δύο γονείς αλλά και ο εκ μητρός θείος του είχαν αυτοκτονήσει, προφανή συμπτώματα κληρονομικής ψυχικής ανισορροπίας.

Το Vif-Express δεν παρέθετε καμία ομιλία, κανένα γραπτό του αφέντη του Βελιγραδίου, παρά μόνο απλά αναφερόταν στις ασυνήθιστες εναλλαγές της διάθεσής του, στις νοσηρές και βάναυσες εκρήξεις θυμού του: Όταν θύμωνε, το πρόσωπό του παραμορφωνόταν. Μετά, στη στιγμή, μπορούσε να ανακτήσει την αυτοκυριαρχία του. Η σύζυγός του ήταν αδίστακτη, φιλόδοξη και ανισόρροπη, τα δε ψυχολογικά προβλήματά της ανάγονται στο γεγονός ότι ο πατέρας της την αναγνώρισε καθυστερημένα. Και η εβδομαδιαία εφημερίδα κατέληγε: Ο Σλόμπο και η Μίρα δεν είναι ζευγάρι, είναι εγκληματική ένωση.

Η τεχνική της δαιμονοποίησης του αρχηγού του εχθρού είναι αποτελεσματική και πιθανότατα θα συνεχίσει να εφαρμόζεται για πολύ καιρό. Ο αναγνώστης και ο πολίτης έχουν ανάγκη να προσδιορίζονται με σαφήνεια οι «καλοί» και οι «κακοί» και ο πιο απλοϊκός τρόπος για να γίνει αυτό είναι να αποκαλέσουμε τον «κακό» νέο Χίτλερ. Ο οποιοσδήποτε που θα μπορούσε όχι κατ’ ανάγκη να τον υπερασπιστεί, αλλά απλά και μόνο να εκφράσει αμφιβολίες αν αυτός είναι πράγματι η ακριβής ενσάρκωση του κακού, αμέσως με αυτή τη σύγκριση απαξιώνεται.

4. Οι Πραγματικοί Στόχοι του Πολέμου πρέπει να καλυφθούν με Ευγενείς Σκοπούς

Ο Πόνσονμπυ είχε σημειώσει για τον πόλεμο του 1914-1918 ότι ποτέ κανείς δεν μίλησε, στα επίσημα κείμενα των εμπόλεμων, για τους οικονομικούς ή γεωπολιτικούς στόχους της σύγκρουσης. Ούτε μια λέξη δεν ειπώθηκε επίσημα για τις αποικιακές βλέψεις, για παράδειγμα, που είχε η Μεγάλη Βρετανία και οι οποίες θα εκπληρώνονταν με μια νίκη των Συμμάχων. Επισήμως, από την αγγλογαλλική πλευρά, οι στόχοι του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου συνοψίστηκαν σε τρία σημεία:

· να συντριβεί ο μιλιταρισμός

· να προστατευθούν τα μικρά έθνη

· να προετοιμασθεί ο κόσμος για τη δημοκρατία

Αυτοί οι στόχοι, που είναι πολύ αξιόλογοι, αντιγράφονται έκτοτε σχεδόν κατά λέξη στις παραμονές κάθε σύγκρουσης, ακόμα κι αν δεν ταιριάζουν με τους πραγματικούς στόχους.

Στην περίπτωση του πολέμου του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, συναντάμε την ίδια ασυμφωνία μεταξύ των επίσημων και αδήλωτων στόχων της σύγκρουσης. Επισήμως, το ΝΑΤΟ παρενέβη για να διατηρήσει τον πολυεθνικό χαρακτήρα του Κοσσυφοπεδίου, να αποτρέψει την κακομεταχείριση των μειονοτήτων, να επιβάλει τη δημοκρατία και το τέλος του δικτάτορα. Παρενέβη για να υπερασπιστεί την ιερή υπόθεση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Δεν ήταν ανάγκη να τελειώσει ο πόλεμος για να συνειδητοποιήσουμε ότι κανένας από αυτούς τους στόχους δεν επιτεύχθηκε· ότι ήμασταν μακριά από μια πολυεθνική κοινωνία, και ότι η βία κατά των μειονοτήτων είναι καθημερινό φαινόμενο — παρ’ όλα αυτά οι οικονομικοί και γεωπολιτικοί στόχοι του πολέμου, που ποτέ δεν είχαν αναφερθεί, είχαν πράγματι επιτευχθεί.

Έτσι, χωρίς να το έχει διεκδικήσει επίσημα, η σφαίρα επιρροής του ΝΑΤΟ είχε διευρυνθεί σημαντικά στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Ο Ατλαντικός Οργανισμός με αυτό τον τρόπο εγκαταστάθηκε στην Αλβανία, τη Μακεδονία[6] και το Κοσσυφοπέδιο, περιοχές που προηγουμένως «αντιδρούσαν» στην εγκατάστασή του.

Επιπλέον, από οικονομικής άποψης, όσον αφορά τη Γιουγκοσλαβία, η οποία «αντιδρούσε» στην εγκατάσταση μιας αμιγούς και απλής οικονομίας της αγοράς και λειτουργούσε ακόμη με μια μεγάλη δημόσια αγορά, «προτάθηκε» στο Ραμπουγιέ η οικονομία του Κοσσυφοπεδίου να λειτουργεί σύμφωνα με τις αρχές της ελεύθερης αγοράς και να είναι ανοιχτή στην ελεύθερη κυκλοφορία… του κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένου αυτού που έχει διεθνή προέλευση.

Μπορεί κανείς αθώα να αναρωτηθεί ποια σχέση μπορεί να υπάρχει μεταξύ της υπεράσπισης των καταπιεσμένων μειονοτήτων και της ελεύθερης κυκλοφορίας των κεφαλαίων, όμως το πρώτο προφανώς αποκρύπτει οικονομικούς στόχους οι οποίοι δεν διακηρύσσονται φανερά. Έτσι, 12 μεγάλες αμερικανικές εταιρείες, συμπεριλαμβανομένων των Ford Motor, General Motors και Honeywell, υποστήριξαν την 50ή επέτειο του ΝΑΤΟ στην Ουάσιγκτον, την άνοιξη του 1999. Κάποιοι θεώρησαν ότι αυτή ήταν μια εντελώς αδιάφορη κίνηση, ενώ άλλοι θεώρησαν ότι ήταν ένα «πάρε και δώσε», και ότι ο βομβαρδισμός της Γιουγκοσλαβίας, καταστρέφοντας τη σοσιαλιστική οικονομία της χώρας, άνοιξε χώρο για τις πολυεθνικές που ονειρευόντουσαν από καιρό να δημιουργήσουν ένα μεγάλο εργοτάξιο και να κάνουν καλές επιχειρήσεις εκεί.

Ο εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ Τζέιμι Σέι (Jamie Shea) ανακοίνωσε ότι το κόστος της στρατιωτικής επιχείρησης κατά της Γιουγκοσλαβίας θα αντισταθμιστεί και με το παραπάνω από τα μακροπρόθεσμα οφέλη που θα μπορούσαν να αποκομίσουν οι αγορές. Από τις 3 Σεπτεμβρίου 1999, το γερμανικό μάρκο έγινε το επίσημο νόμισμα στο Κοσσυφοπέδιο και το εργοστάσιο αυτοκινήτων Zastava στο Kragujevac, το οποίο είχα δει τον Μάιο κατεστραμμένο από το χτύπημα του ΝΑΤΟ στις 9 Απριλίου, έγινε τον Ιούλιο ανάρπαστο από την Daewoo.

Οι πραγματικοί στόχοι του πολέμου δεν ήταν ίσως εντελώς ανθρωπιστικοί, αλλά το κυριότερο ήταν να κάνουν τους ανθρώπους να πιστέψουν ότι ήταν, την ώρα της έναρξης των επιχειρήσεων, όταν η κοινή γνώμη αμφισβήτησε την εγκυρότητα αυτής της επίθεσης. Το κοινό πείστηκε ότι έπρεπε να παρέμβουν κατά των «ληστών», των «εγκληματιών», των «δολοφόνων».

Αυτή είναι και μια από τις βασικές αρχές της πολεμικής προπαγάνδας: ο πόλεμος πρέπει να παρουσιάζεται ως σύγκρουση μεταξύ πολιτισμού και βαρβαρότητας. Για να γίνει αυτό, είναι απαραίτητο να πείσουμε το κοινό ότι ο εχθρός διαπράττει συστηματικώς και εκουσίως φρικαλεότητες, ενώ η δική μας πλευρά μπορεί να διαπράξει μόνο ακούσια ατοπήματα.

5. Ο εχθρός εν γνώσει του διαπράττει φρικαλεότητες. Εάν εμείς διαπράττουμε ατοπήματα, αυτά είναι ακούσια

Οι ιστορίες θηριωδιών που διαπράχθηκαν από τον εχθρό αποτελούν ουσιαστικό μέρος της πολεμικής προπαγάνδας. Αυτό δεν σημαίνει, φυσικά, ότι δεν συμβαίνουν θηριωδίες κατά τη διάρκεια των πολέμων. Αντίθετα, οι δολοφονίες, οι ένοπλες ληστείες, οι εμπρησμοί, οι λεηλασίες και οι βιασμοί φαίνεται να είναι συνηθισμένοι σε όλες τις συνθήκες πολέμου και στην πρακτική όλων των στρατών, από εκείνους της αρχαιότητας μέχρι τους πολέμους του 20ού αιώνα. Αυτό που είναι χαρακτηριστικό της πολεμικής προπαγάνδας, ωστόσο, είναι ότι κάνει τους ανθρώπους να πιστεύουν ότι μόνο ο εχθρός είναι εξοικειωμένος με αυτές τις πράξεις, ενώ ο δικός μας στρατός είναι στην υπηρεσία του πληθυσμού, ακόμη και του εχθρού, και τον αγαπούν. Η παρεκκλίνουσα εγκληματικότητα γίνεται σύμβολο του εχθρικού στρατού, που αποτελείται ουσιαστικά από παράνομους ληστές.

Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι Γερμανοί κατηγορούσαν τους Βέλγους και Γάλλους «Francs-tireur»[7] για τις χειρότερες φρικαλεότητες, τους κατηγορούσαν ότι, αψηφώντας τους νόμους του πολέμου, επιτίθεντο στους Γερμανούς στρατιώτες και τους εξαπατούσαν με τα τεχνάσματα τους, όπως για παράδειγμα προσφέροντάς τους καφέ με στρυχνίνη. Από βελγικής και αγγλογαλλικής πλευράς κυκλοφορούσε ασταμάτητα η φήμη ότι οι Γερμανοί έκοβαν συστηματικά τα χέρια των μωρών από το Βέλγιο.

Επιπλέον, ο φόβος του βελγικού πληθυσμού, μετά από αυτές τις φήμες, πυροδότησε μια άνευ προηγουμένου έξοδο προσφύγων. Ένα εκατομμύριο τριακόσιες χιλιάδες Βέλγοι εγκατέλειψαν τα σπίτια τους τη στιγμή της γερμανικής εισβολής το 1914. Αυτή η έξοδος των «φτωχών Βέλγων προσφύγων» και το φανταστικό επεισόδιο των βελγικών μωρών με τα κομμένα χέρια χρησιμοποιήθηκαν σε πλήρη έκταση από τη συμμαχική προπαγάνδα για να προσελκύσει χώρες που δίσταζαν, όπως η Ιταλία, στο στρατόπεδό της.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά της Γιουγκοσλαβίας, η τεχνική της προπαγάνδας ήταν προφανώς παρόμοια. Πριν από την έναρξη του βομβαρδισμού, ο Γουίλιαμ Γουώκερ (William Walker) κυκλοφόρησε την είδηση ​​ότι η γιουγκοσλαβική αστυνομία είχε σφαγιάσει αμάχους στο Ράτσακ (Racak) τον Ιανουάριο του 1999 και ανακοινώθηκε επίσημα στα δυτικά μέσα ενημέρωσης ότι οι Σέρβοι πραγματοποιούσαν συστηματική εθνοκάθαρση στο Κοσσυφοπέδιο. Οι αριθμοί που αναφέρθηκαν εκείνη την εποχή έκαναν λόγο για 500.000 θύματα «γενοκτονίας», τα περισσότερα από τα οποία θάφτηκαν σε ομαδικούς τάφους. Ορισμένοι σχολιαστές μάλιστα διατύπωσαν τη γνώμη ότι τα πτώματα κάηκαν σε πρώην βιομηχανικούς χώρους, κάτι που προφανώς έφερνε στο νου κρεματόρια των Ναζί.

Είναι πλέον γνωστό ότι στο Ράτζακ ήταν τα στρατεύματα του UCK (KLA, Kosovo Liberation Army) (και όχι οι πολίτες) που αποδεκατίστηκαν. Τα γαλλικά στρατεύματα ακύρωσαν τελικά την υπόθεση των αποτεφρώσεων σε βιομηχανικές δεξαμενές, και, μετά από μακρά και σχολαστική έρευνα, οι Ισπανοί ιατροδικαστές υπολόγισαν τον αριθμό των ανθρώπων που σκοτώθηκαν στο Κοσσυφοπέδιο σε 2.500 κατ' ανώτατο όριο, και από τις δύο πλευρές, συμπεριλαμβανομένων των ατομικών θανάτων για τους οποίους κανείς δεν μπορεί να κατηγορηθεί.

Ακόμη και η αμερικανική εβδομαδιαία εφημερίδα Newsweek είχε τίτλο, μετά το τέλος των βομβαρδισμών, «Μακάβρια μαθηματικά: ο αριθμός των φρικαλεοτήτων μειώνεται». Αυτό όμως δεν είχε νόημα εκείνη τη στιγμή γιατί ο πόλεμος είχε τελειώσει. Τα επίσημα ψέματα είχαν κινητοποιήσει την κοινή γνώμη την κατάλληλη στιγμή για να κερδηθεί η συγκατάθεσή της και μπορούσαμε να στραφούμε σε πιο σοβαρές αναλύσεις της ασφάλειας, της αποτελεσματικότητας και των δυνατοτήτων της υπάρχουσας δραστηριότητας πληροφοριών.

Το φθινόπωρο του 1999, κατέστη επίσης δυνατό στους δυτικούς δημοσιογράφους να εξηγήσουν με ποιον τρόπο είχαν χειραγωγηθεί από πράκτορες του UCK για να μεταδώσουν «ψευδείς» μαρτυρίες στην τηλεόραση. Για παράδειγμα, η δημοσιογράφος Nancy Durham, που εργάζεται για τον καναδικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα CBC (Canadian Broadcasting Corporation), της οποίας η συγκινητική αναφορά για τη δολοφονία μιας 8χρονης Αλβανίδας, με τη μαρτυρία της μεγαλύτερης αδερφής της, προβλήθηκε σε περισσότερα από δέκα κανάλια — και αργότερα αποκαλύφθηκε ότι είχε εξαπατηθεί από τους Αλβανούς πληροφοριοδότες της. Της αρνήθηκαν όμως μια διόρθωση που θα αποδείκνυε το ψέμα.

Όσον αφορά τους ομαδικούς τάφους και τα στρατόπεδα συγκέντρωσης, οι όροι φαίνονται εκ των υστέρων ότι δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα. Την άνοιξη του 1999 σημειώθηκαν προφανώς δολοφονίες, λεηλασίες, βασανιστήρια και κάψιμο αλβανικών σπιτιών. Όμως κάποιος «ξεχνά» να τονίσει με την ίδια οξύτητα τις ίδιες φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν από το καλοκαίρι και μετά σε Σέρβους, Βόσνιους, Ρομά και άλλους μη Αλβανούς. Η φυγή τους πέρασε σιωπηλά, ενώ οι εικόνες των Αλβανών προσφύγων από το Κοσσυφοπέδιο και η υποδοχή τους στο εξωτερικό αποτέλεσε αντικείμενο ολόκληρων τηλεοπτικών προγραμμάτων. Αυτό συμβαίνει γιατί η πέμπτη αρχή της πολεμικής προπαγάνδας είναι ότι μόνο ο εχθρός διαπράττει φρικαλεότητες. Η πλευρά μας μπορεί να κάνει μόνο «λάθη».

6. Εμείς έχουμε υποστεί ελάχιστες απώλειες. Οι απώλειες του εχθρού είναι τεράστιες

Κατά τη Μάχη της Βρετανίας το 1940, οι Βρετανοί «υπερεκτίμησαν» πολύ τον αριθμό των γερμανικών αεροπλάνων που καταρρίφθηκαν από τα βρετανικά μαχητικά και τις αμυντικές αντιαεροπορικές αποστολές DCA[8]. Οι Ναζί, από την άλλη πλευρά, προσπάθησαν όσο το δυνατόν περισσότερο να συγκαλύψουν την ήττα τους στο Ανατολικό Μέτωπο και ανακοίνωναν τεράστιες απώλειες για τους Σοβιετικούς, χωρίς να αναφέρουν τις δικές τους.

Αυτή η παλιά τακτική χρησιμοποιήθηκε και στον πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας. Η Δύση ισχυρίστηκε ότι είχε μηδενικές απώλειες από την πλευρά της και προκάλεσε τεράστιες στρατιωτικές απώλειες στον γιουγκοσλαβικό στρατό. Έτσι, για να δικαιολογήσει τη χρησιμότητα των χτυπημάτων, η δυτική προπαγάνδα έκανε λόγο για εκατοντάδες γιουγκοσλαβικά τανκς που τέθηκαν εκτός μάχης. Ένα χρόνο μετά τον πόλεμο, το Newsweek μπόρεσε να παραδεχτεί ότι μόνο δεκατέσσερα γιουγκοσλαβικά τανκς είχαν χτυπηθεί από τις αεροπορικές επιδρομές του 1999.

7. Ο σκοπός μας είναι ιερός

Η υποστήριξη του Θεού για έναν σκοπό είναι πάντα ένα σημαντικό πλεονέκτημα, και για όσο διάστημα υπάρχουν θρησκείες, ευχαρίστως σκοτώνουμε ο ένας τον άλλον στο όνομα του Θεού. Η πολεμική προπαγάνδα πρέπει προφανώς να κάνει την κοινή γνώμη να πιστέψει ότι «ο Θεός είναι με το μέρος μας»· ή, τουλάχιστον, οι άνθρωποι της εκκλησίας (ecclesiastics) πρέπει να υποστηρίξουν τον πόλεμο κηρύσσοντάς τον «δίκαιο». Ας θυμηθούμε ότι ο καλός Άγιος Βερνάρδος παρότρυνε τους ιππότες του Χριστού να εργαστούν για τον Χριστό σκοτώνοντας απίστους. «Ο Θεός μαζί μας» («Got mit uns»), ήταν το σύνθημα που έφεραν στις ζώνες τους οι Γερμανοί στρατιώτες του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Σε αυτό το σύνθημα απάντησαν οι Άγγλοι με το «Ο Θεός σώζει τον Βασιλιά», ενώ ο Προκαθήμενος Καρδινάλιος του Βελγίου, Καρδινάλιος Μερσιέ (Mercier), στην ποιμαντική του επιστολή «Patriotisme et endurance» («Πατριωτισμός και διάρκεια ζωής») δεν δίστασε να διακηρύξει ότι οι Βέλγοι στρατιώτες πεθαίνοντας στον αγώνα κατά της Γερμανίας, λυτρώνουν τις ψυχές τους και εξασφαλίζουν μια θέση στον παράδεισο.

Στον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, ενώ ορισμένοι Γάλλοι και Αμερικανοί επίσκοποι μίλησαν ανοιχτά κατά της χρήσης βίας, άλλοι δικαιολόγησαν τον βομβαρδισμό. Έτσι, ο αρχιεπίσκοπος Ζακ Ντελαπόρτ (Jacques Delaporte) του Cambrai, πρόεδρος της Επιτροπής Δικαιοσύνης και Ειρήνης της Γαλλικής Επισκοπής, ενέκρινε στις σελίδες της Le Monde τις αεροπορικές επιδρομές ως ηθικά απαραίτητη ενέργεια, ενώ ο αρχιεπίσκοπος Μίλοσλαβ Βλίκ (Miloslav Vlik) της Πράγας δικαιολόγησε την επέμβαση του ΝΑΤΟ βασιζόμενος στο δόγμα της Εκκλησίας: Η διεθνής κοινότητα όχι μόνο είναι εξουσιοδοτημένη, αλλά και υποχρεωμένη να αποτρέψει τη δολοφονία των Κοσοβάρων και να αποκαταστήσει το δικαίωμά τους να επιστρέψουν στην πατρίδα τους. Τέτοιες θέσεις νομιμοποιούσαν προφανώς την «κανονικότητα» της χρήσης βίας κατά της Γιουγκοσλαβίας στα μάτια της δυτικής κοινής γνώμης.

8. Οι καλλιτέχνες και οι διανοούμενοι υποστηρίζουν τον σκοπό μας


Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, με λίγες σπάνιες εξαιρέσεις, οι διανοούμενοι υποστήριξαν μαζικά τη δική τους πλευρά. Κάθε εμπόλεμος μπορούσε σε μεγάλο βαθμό να υπολογίζει στην υποστήριξη ζωγράφων, ποιητών, μουσικών που υποστήριξαν, με πρωτοβουλίες στον τομέα τους, την υπόθεση της χώρας τους.

Στη Μεγάλη Βρετανία, το βιβλίο του Βασιλιά Αλβέρτου (King Albert) συγκέντρωσε το προπαγανδιστικό έργο ζωγράφων και χαρακτών που «λάνσαραν» την ένδοξη εικόνα του Βασιλιά Αλβέρτου, του Βασιλιά Ιππότη. Στη Γαλλία, οι γελοιογράφοι Πουλμπό (Poulbot) και Ρουμπίγ (Roubille) έθεσαν το ταλέντο τους στην υπηρεσία της Πατρίδας. Στο Βέλγιο, οι καλλιτέχνες Οστ (Ost) και Ραμεκέρζ (Raemaekers) ειδικεύτηκαν στη δημιουργία τραγικών εικόνων που φέρνουν στο νου το μαρτύριο των Βέλγων προσφύγων ή την ηρωική εικόνα της Πατρίδας. Στην Ιταλία, ο ποιητής Γκαμπριέλε ντ’Ανούτζιο (Gabriele d'Annunzio) ήταν ο πρωταθλητής μιας τέτοιας δράσης. Στη Γερμανία, τον Οκτώβριο του 1914, 93 διανοούμενοι, μεταξύ των οποίων ο φυσικός Μαξ Πλανκ (Max Planck), ο νομπελίστας και επιστήμονας κλασικών σπουδών φον Βιλαμόβιτσ (von Willamovitz), ο ιστορικός φον Χάρνακ (G. von Harnack) και πολλοί καθηγητές Καθολικής θεολογίας, υπέγραψαν ένα μανιφέστο για να υποστηρίξουν την υπόθεση της χώρας τους και την τιμή του στρατού τους, ο οποίος, σύμφωνα με αυτό το μανιφέστο, έπεσε θύμα απεχθούς συκοφαντίας.

Για τον πόλεμο του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, δεν μπαίνει πλέον ζήτημα σύνθεσης όμορφης ηρωικής μουσικής ή δημιουργίας συγκινητικών σχεδίων. Οι γελοιογράφοι όμως έπιασαν σε μεγάλο βαθμό δουλειά για να δικαιολογήσουν τον πόλεμο και να απεικονίσουν τον «χασάπη» και τις θηριωδίες του, ενώ άλλοι καλλιτέχνες εργάζονται, με την κάμερα στο χέρι, για να παράγουν ενημερωτικά ντοκιμαντέρ για τους πρόσφυγες, πάντα προσεκτικά παρμένα από τις τάξεις των Αλβανών και επιλεγμένα όσο το δυνατόν περισσότερο σε σχέση με το κοινό στο οποίο απευθύνονται, όπως εκείνο το όμορφο ξανθό παιδί με ένα νοσταλγικό βλέμμα, που υποτίθεται ότι φέρνει στο νου θύματα Αλβανούς.

Όλοι σχεδόν οι Γάλλοι διανοούμενοι ακολούθησαν την επίσημη θέση της κυβέρνησής τους με άρθρα υποστήριξης στον Τύπο και συνεντεύξεις στα ΜΜΕ. Τέτοια ήταν η περίπτωση —προφανώς— του «φιλόσοφου» Μπερνάρ-Ανρί Λεβί (Bernard-Henri Lévy), ο οποίος είχε συνεντεύξεις καθ' όλη τη διάρκεια του πολέμου σε διάφορα γαλλικά ραδιοφωνικά κανάλια και στην εφημερίδα Le Monde για να δικαιολογήσει τους βομβαρδισμούς κατά της Γιουγκοσλαβίας. Αλλά και πολλοί άλλοι Γάλλοι «διανοούμενοι» όπως: Πασκάλ Μπρυκνέρ (Pascal Bruckner), Ζμπίγκνιου Μπρζεζίνσκι (Zbigniew Brzezinski), Ντιντιέ Ντενάικξ (Didier Daeninckx), Ζαν Ντανιέλ (Jean Daniel), Αντρέ Γκλουξμάν (André Glucksmann), Φιλίπ Ερζόγκ (Philippe Herzog), ο γεωγράφος Ιβ Λακόστ (Yves Lacoste) έδειξαν την ίδια πολιτική δουλοπρέπεια.

9. Ο Εχθρός χρησιμοποιεί παράνομα όπλα

Δεν υπάρχει τίποτα καλύτερο στην πολεμική προπαγάνδα από το να επιβεβαιώνεις την δολερότητα του εχθρού διαβεβαιώνοντας ότι πολεμά με «ανήθικα» και καταδικαστέα όπλα. Ακόμα κι αν η βασική ιδέα είναι παράλογη —δηλ. ότι υπάρχει ένας «ευγενής» τρόπος να διεξάγουμε πόλεμο με «ιπποτικά» όπλα, που είναι προφανώς ο δικός μας τρόπος, και ένας βάρβαρος τρόπος πολέμου με «άγρια» όπλα, που είναι αυτός του εχθρού μας .

Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου κάθε εμπόλεμος, και η διαμάχη είναι σε εξέλιξη για το ποιος από τους δύο, η Γαλλία ή η Γερμανία, άρχισε να χρησιμοποιεί ασφυξιογόνα αέρια, έριχνε τη θλιβερή πρωτιά αυτής της χρήσης στον εχθρό, διασφαλίζοντας έτσι ότι ο ίδιος μόνο «αντέγραφε» τα όπλα του εχθρού από υποχρέωση.

Την 1η Σεπτεμβρίου 1939, κατά την ομιλία του στο Ράιχσταγκ (Reichstag), αναγγέλλοντας την εισβολή στην Πολωνία, ο ίδιος ο Χίτλερ δήλωσε ότι είχε ανθρωπιστικές ανησυχίες σχετικά με τη χρήση όπλων. Θα προσπαθούσε να περιορίσει τους εξοπλισμούς, να εμποδίσει την εξέλιξη και την εξάπλωση ορισμένων όπλων, να αποκλείσει ορισμένες μεθόδους πολέμου που θεωρούσε ασυμβίβαστες με το δίκαιο των εθνών.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου της Κορέας, ήταν το κομμουνιστικό στρατόπεδο που κατηγόρησε τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι διεξήγαγαν πόλεμο με τη χρήση βιολογικών όπλων, κάτι που κάθε άλλο παρά αποδείχτηκε.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου του ΝΑΤΟ κατά της Γιουγκοσλαβίας, αυτή η παλιά αρχή της πολεμικής προπαγάνδας, που επισημαίνει ο Πόνσονμπυ, επαναχρησιμοποιήθηκε. Πράγματι, όταν οι Γιουγκοσλάβοι αποκάλυψαν τον Ιούνιο του 1999 τη χρήση από το ΝΑΤΟ όπλων απεμπλουτισμένου ουρανίου, με ανυπολόγιστες ανθρώπινες και οικολογικές συνέπειες, δεν ήταν απαραίτητο να περιμένουμε πολύ για την απάντηση. Μέχρι τον Αύγουστο του 1999, τα δυτικά μέσα ενημέρωσης ισχυρίζονταν ότι οι Γιουγκοσλάβοι είχαν χρησιμοποιήσει χημικά όπλα στο Κοσσυφοπέδιο, παραβιάζοντας έτσι τους κανόνες του «πολιτισμένου» πολέμου.

10. Αυτοί που Αμφισβητούν την Προπαγάνδα μας είναι Προδότες

Η τελευταία αρχή του Πόνσονμπυ είναι ότι όσοι δεν συμμετέχουν στην επίσημη προπαγάνδα πρέπει να εξοστρακίζονται και να θεωρούνται ύποπτοι για συνεργασία με τον εχθρό.

Κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου, οι ειρηνιστές όλων των χωρών είχαν ήδη μάθει με τον δύσκολο τρόπο ότι η ουδετερότητα δεν ήταν δυνατή σε καιρό πολέμου. Όποιος δεν είναι μαζί μας είναι εναντίον μας. Κάθε προσπάθεια αμφισβήτησης των αφηγημάτων των υπηρεσιών προπαγάνδας καταδικάζονταν αμέσως ως αντιπατριωτική ή, ακόμη καλύτερα, ως προδοσία.

Κατά τη διάρκεια του πολέμου κατά της Γιουγκοσλαβίας, το ίδιο σενάριο έλαβε χώρα στη Δύση. Η τακτική των μέσων ενημέρωσης του ΝΑΤΟ ήταν να παράγει καθημερινές ειδήσεις που χρησιμοποιούνταν από τους στρατευμένους δημοσιογράφους. Οι ενοχλητικοί αντίπαλοι απορρίπτονταν συστηματικά, με εξαίρεση μερικά ανοιχτά φόρουμ που δεν είχαν πολύ μεγάλη συμμετοχή και λειτουργούσαν ως άλλοθι για να δείξουν τον πλουραλισμό της ενημέρωσης.

Όταν ανακοινώθηκε η «γενοκτονία» των Αλβανών του Κοσσυφοπεδίου, για παράδειγμα, όποιος εξέφραζε αμφιβολίες για την έκταση αυτού του φαινομένου αποκαλούνταν «αναθεωρητής», ένας όρος που έχει μεγάλη βαρύτητα, καθώς χρησιμοποιείται γενικά για να προσδιορίσει αυτούς που αρνούνται ότι ο ναζισμός οργάνωσε τη συστηματική εξόντωση των Εβραίων.

Στη Γαλλία, η υπόθεση Ρεζίς Ντεμπρέ (Régis Debray) ήταν αυτή που αποκρυστάλλωσε τα πάθη. Κατά την επιστροφή του από το Κοσσυφοπέδιο, ο Ντεμπρέ αμφισβήτησε, σε επιστολή του προς τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας Ζακ Σιράκ, την πραγματικότητα της «εθνοκάθαρσης» στο Κοσσυφοπέδιο.

Αμέσως τα μέσα ενημέρωσης, με επικεφαλής τον Μπερνάρ-Ανρί Λεβί, συγγραφέα της απάντησης που έφερε τον τίτλο «Αποχαιρετισμός στον Ρεζίς Ντεμπρέ», οργάνωσαν ένα δημόσιο λιντσάρισμα. Ο Ντανιέλ Σνεντερμάν (Daniel Schneidermann) έγραψε ότι ο Ντεμπρέ «χαστούκισε τους πρόσφυγες από απόσταση». Ο Πιερ Ζορζ (Pierre Georges) τον αποκάλεσε «ψευδή δημοσιογράφο», «που φέρει το βάρος των προκαταλήψεων του», «γελοία αφελή» και είπε ότι είχε συσσωρεύσει «στοιχειώδη λάθη» και δημιούργησε «ένα αποσπασματικό και εντελώς αμφισβητήσιμο αφήγημα». Ο Αλάν Ζόκς (Alain Joxe), τον ανακήρυξε «διεθνή κρετίνο», σε συμφωνία με τις ιδέες του Μιλόσεβιτς και συνεργό του σερβικού φασιστικού καθεστώτος ενάντια στο οποίο ο UCK πολέμησε «πρακτικά χωρίς όπλα». Σε αυτό το σημείο, κάποιοι θυμήθηκαν έξυπνα ότι ο Ρεζίς Ντεμπρέ ήταν πρώην σύντροφος του Τσε Γκεβάρα. Θεωρούμενος τώρα ως αναθεωρητής, η κατηγορία του προδότη που φέρει τα φασιστικά και τα κομμουνιστικά χαρακτηριστικά (red-brown traitor) ήταν προφανής. Σε περιόδους πολέμου, το να κάνεις ερωτήσεις είναι αιρετικό.

Το εβδομαδιαίο περιοδικό L'Evénement δεν δίστασε καθόλου να αποδοκιμάσει δημοσίως με σκληρή κριτική την επαίσχυντη συμπεριφορά αυτών που κατήγγειλε ως «συνενόχους του Μιλόσεβιτς» και των οποίων τις φωτογραφίες δημοσίευσε. Σε αυτό το στρατόπεδο των «προδοτών» ήταν ο ιστορικός Μαξ Γκαλό (Max Gallo), ο αβάς Πιέρ (Abbé Pierre), ο σεβασμιότατος Γκαλιό (Monseigneur Gaillot), ο στρατηγός Γκαλουά (General Gallois), ο σκηνοθέτης Κάρλος Σάουρα (Carlos Saura), ο τραγουδιστής Ρενώ (Renaud), ο θεατρικός συγγραφέας Χάρολντ Πίντερ (Harold Pinter) και ο κοινωνιολόγος Πιέρ Μπουρντιέ (Pierre Bourdieu). Επειδή εξέφρασαν επιφυλάξεις για την επίσημη προπαγάνδα, κατηγορήθηκαν από την παριζιάνικη εβδομαδιαία εφημερίδα ότι «επέλεξαν να κραδαίνουν τη μεγάλη σερβική σημαία», ότι προσχώρησαν στον εχθρό.

Συμπέρασμα

Όπως μπορούμε να δούμε από αυτά τα παραδείγματα, οι δέκα «εντολές» της πολεμικής προπαγάνδας που περιγράφηκαν από τον Πόνσονμπυ δεν έχουν χάσει καθόλου την ισχύ τους και εξακολουθούν να είναι επίκαιρες εδώ και σχεδόν έναν αιώνα. Έχουν εφαρμοστεί από αξιωματικούς προπαγάνδας του ΝΑΤΟ ενστικτωδώς ή ακολουθώντας αρχές, οργάνωση, σχέδιο και οδηγό[9] που και εμείς οι ίδιοι έχουμε ακολουθήσει; Το να θεωρεί κανείς ότι η προπαγάνδα, με τη συστηματική διεξαγωγή της πάνω σ’ ένα σχολαστικό σχέδιο, έχει πλέον διαμορφωθεί, ενέχει πάντα ρίσκο· και είναι προτιμότερο να δεχθούμε ότι υπάρχει δυνατότητα τελειοποίησής της που επιδρά και συντελεί στη διαμόρφωση των παλαιών αρχών του Πόνσονμπυ.

Πάντως, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ο εκπρόσωπος του ΝΑΤΟ που ενορχήστρωσε όλη την προπαγάνδα για τον πόλεμο κατά της Γιουγκοσλαβίας ήταν ο Τζέιμι Σέι, ο οποίος δεν ήταν ένας αμόρφωτος στρατιωτικός. Απόφοιτος του Lincoln College της Οξφόρδης, πραγματεύτηκε τον ρόλο των διανοουμένων κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο στην διπλωματική του εργασία. Η ακαδημαϊκή του επιμονή στέφθηκε από μια κοινωνικά αξιοζήλευτη θέση ως επικεφαλής των υπηρεσιών προπαγάνδας του ΝΑΤΟ. Συνεπώς, είναι επίσης ασφαλές να υποθέσουμε ότι ο Τζέιμι Σέι έμαθε, όπως κάνουν κάθε χρόνο οι φοιτητές μου στην Ιστορική Κριτική, τις βασικές αρχές της πολεμικής προπαγάνδας και τις εφάρμοσε προσεκτικά και συστηματικά στην προπαγανδιστική εκστρατεία που του ζητήθηκε να ενορχηστρώσει.

Σημειώσεις

* Το άρθρο με τίτλο «Propaganda During Times of War» είναι της Anne Morelli. Η συγγραφέας (γεν. 1948) είναι βελγίδα ιστορικός στο Université Libre de Bruxelles (ULB) με πολλές δημοσιεύσεις –κυρίως στα γαλλικά– για την ιστορία των θρησκειών, του εθνικισμού, της μετανάστευσης και του εργατικού κινήματος.

Το άρθρο αναρτήθηκε αρχικά στις 01/05/2022 στη διεύθυνση: https://www.thepostil.com/propaganda-during-times-of-war/

Την μετάφραση από τα αγγλικά έκανε ο Κ. Καψ. και η δημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με όλες τις απόψεις που διατυπώνονται.


Παραπομπές

[1] Σ.τ.Μ. Τσου, Σουν, Η Τέχνη του Πολέμου (Αθήνα: ΜΙΝΩΑΣ, Μετάφραση: Ρένα Λέκκου-Δάντου, 2013), σελ. 24.

https://media.public.gr/Books-PDF/9786180200492-0778512.pdf

[2] Σ.τ.Μ. Falsehood in War-Time (Ψεύδη εν καιρώ πολέμου).

[3] Σ.τ.Μ. Αναφορά στην Ευρωατλαντική Προπαγάνδα για τον πόλεμο στην Ουκρανία με αρκετές πληροφορίες στο άρθρο … Πίσω από την κουρτίνα - Αποκαλυπτικό δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» στις 03/04/2022.

https://www.902.gr/eidisi/mme/291479/piso-apo-tin-koyrtina-apokalyptiko-dimosieyma-toy-rizospasti

[4] Σ.τ.Μ. Harold D. Lasswell, Propaganda Techniques in the World War. Chicago 1927.

[5] Σ.τ.Μ. Το Kraut είναι μια γερμανική λέξη που καταγράφηκε στα αγγλικά από το 1918 και μετά ως υποτιμητικός όρος για έναν Γερμανό, ιδιαίτερα έναν Γερμανό στρατιώτη κατά τη διάρκεια του Α' και του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Η παλαιότερη σημασία του στα αγγλικά ήταν συνώνυμο του ξινολάχανου, ένα παραδοσιακό φαγητό της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης.

[6] Σ.τ.Μ. Προφανώς η συγγραφέας αναφέρεται στην Δημοκρατία της Βόρειας Μακεδονίας

[7] Σ.τ.Μ. Francs-tireur, στα γαλλικά σημαίνει «ελεύθεροι σκοπευτές». Ήταν παράτυποι στρατιωτικοί σχηματισμοί που αναπτύχθηκαν από τη Γαλλία κατά τα πρώτα στάδια του Γαλλο-Πρωσικού Πολέμου (1870–71). Ο όρος αναβίωσε και χρησιμοποιήθηκε από τους παρτιζάνους για να ονομάσουν δύο μεγάλα κινήματα της γαλλικής αντίστασης που ιδρύθηκαν για να πολεμήσουν κατά των Γερμανών κατά τη διάρκεια του Β' Παγκοσμίου Πολέμου.

https://en.wikipedia.org/wiki/Francs-tireurs

[8] Σ.τ.Μ. Οι αποστολές Defensive CounterAir (DCA) έχουν σχεδιαστεί για να προστατεύουν φιλικές εγκαταστάσεις (εδάφους, ναυτικές ή αεροπορικές) έναντι εχθρικών αεροδιαστημικών δυνάμεων. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί με αναχαιτίσεις, αντιαεροπορικό πυροβολικό, πυραύλους εδάφους-αέρος (sam) ή κάποιο συνδυασμό των τριών.

[9] Σ.τ.Μ. following the grid := ακολουθώντας αρχές, οργάνωση, σχέδιο και οδηγό.

Δεν υπάρχουν σχόλια: