«Δεν υπάρχουν ευνοϊκές συνθήκες για δημιουργία αντάρτικου στον Μοριά» δήλωναν επανειλημμένα όλοι όσοι αγαπούσαν το τομαράκι τους και φοβόντουσαν μην χάσουν το χουζούρι τους.*
Τελικά κάτι παραπάνω από ευνοϊκές ήταν οι συνθήκες για την έναρξη της ένοπλης πάλης στην Πελοπόννησο και αυτό οφειλόταν όχι μόνο από την γεωγραφική ιδιαιτερότητα της υπαίθρου αλλά και από την προετοιμασία που είχαν κάνει οι οργανώσεις του ΕΑΜ και του ΚΚΕ στην περιοχή. Αν και με καθυστέρηση (στην Ρούμελη το αντάρτικο είχε ήδη φουντώσει) στις αρχές του 1943 το Πελοποννησιακό Γραφείο του ΕΑΜ σε συνεδρίασή του, στην περιοχή Προσφυγικά Πατρών, καταλήγει στην επιτακτική ανάγκη άμεσης δημιουργίας μάχιμων ένοπλων τμημάτων.
Η Αιγιάλεια, μια από τις περιοχές με την πιο δραστήρια δράση της ΕΑΜικής Αντίστασης προχωρά γρήγορα την απόφαση και στις αρχές Μαρτίου σε σύσκεψη στο χωρίο Γρηγόρι αποφασίζεται η έναρξη του αντάρτικου. Στις 25 Μάρτη κυκλοφορούν τα νέα μέσα από το εφημεριδάκι του ΕΑΜ Αιγιαλείας «Ελευθερία» με ένα επαναστατικό άρθρο που καλούσε τον λαό της περιοχής να δώσει δύναμη στο αντάρτικο που γεννιέται. Ο ενθουσιασμός των κατοίκων της Αιγιάλειας είναι μεγάλος, ακόμα και ο Μητροπολίτης στο λόγο του κάνει αναφορά στο άρθρο μέσα στην Μητρόπολη του Αιγίου! Όλα έδειχναν πως η ώρα είχε φτάσει και με εντολή του τοπικού ΕΑΜ ο σμήναρχος Μίχου ορίζεται υπεύθυνος για την δημιουργία της αντάρτικης ομάδας.
Η Ιταλική στρατιωτική διοίκηση Πατρών στις 2 Απρίλη αναφέρθηκε στα σχέδια της Αντίστασης και προετοιμάζεται για την αντιμετώπιση του φρεσκογεννημένου ΕΛΑΣ. Οι ανησυχίες της μεγάλωσαν μετά και από την επίθεση σε σταθμό χωροφυλακής στο χωριό Αραγόζαινα ( Άλσος) που είχε σαν αποτέλεσμα τον αφοπλισμό του από μια μικρή σχεδόν άοπλη ομάδα 5-6 νέων ΕΑΜιτών. Με αυτού τους λίγους θα ξεκινήσει περιοδείες στα ορεινά χωριά της Αχαΐας ο Μίχου στήνοντας το πρώτο αντάρτικο λημέρι στο δάσος της Παρασκευής.
Κυριακή των Βαΐων 13/04/43 και η μικρή ανταρτοομάδα του Μίχου κάνει τις πρώτες εμφανίσεις , αυτή την φορά με το φως της ημέρας, ξεκινώντας από τα χωριά Μελίσσια και Αχλαδιά για να καταλήξει στο χωριό Πυργάκι. Οι κάτοικοι τους υποδέχονται με ενθουσιασμό, δίνουν ότι μπορούν για την ενίσχυση του αγώνα, τα κορίτσια του χωριού ράβουν την πρώτη σημαία της ΕΛΑΣίτικης ομάδας. Η ομάδα που αποτελούνταν μονάχα από 17 αντάρτες συγκεντρώνεται στο δάσος πάνω από το χωριό Πυργάκι και στήνει καραούλι, από την άλλη οι Ιταλοί οργώνουν την περιοχή με σκοπό να ανακαλύψουν τα λημέρια των ανταρτών και να εξουδετερώσουν την ανταρτοομάδα. Μετά από τις άκαρπες προσπάθειες τους οι κατακτητές επιστρέφουν στο χωριό Φτέρη μέσω του επαρχιακού δρόμο, ήταν Μεγάλη Παρασκευή 18 του Απρίλη 1943 και 700 Ιταλοί τμήμα της περίφημης Μεραρχίας «Τζούλια» σε παράταξη μάχης περνούν ξυστά από τους αντάρτες του Μίχου.
Ο συσχετισμός ήταν δυσανάλογος και θα ήταν παραλογισμός να χτυπηθούν μαζί τους οι λιγοστοί ΕΛΑΣίτες μέρα μεσημέρι…όμως «πίσω έχει η αχλάδα την ουρά»**. Κατά το σούρουπο η οπισθοφυλακή του ιταλικού Λόχου (περίπου 85 στρατιώτες) ακολουθεί με την σειρά τους την πορεία του υπόλοιπου τμήματος.
«Γρήγορα! Ετοιμαστείτε, θα πάμε να τους βαρέσουμε»! είπε στους αντάρτες του ο Μίχου βλέποντας την οπισθοφυλακή των Ιταλών να προχωρά χωρίς προφυλάξεις λες και επέστρεφαν ξεκούραστοι στα σπίτια τους. Η απόφαση όμως αυτή δεν πάρθηκε εύκολα, υπήρξαν διαφωνίες κυρίως από αυτούς που δεν είχαν μια κάποια στρατιωτική εμπειρία, παρόλα αυτά από τους 17 αντάρτες σηκώθηκαν οι 11 και παραταχθήκαν σε διάφορα σημεία περιμένοντας την στιγμή που ο ΕΛΑΣ θα ρίξει για πρώτη φορά το του βόλι στον Μοριά.
Να πως περιγράφει ο Γερο-Μίχος την μάχη:
«…Ο ήλιος έπεφτε σιγά-σιγά και στα ψηλά βουνάκι ακόμα μια ημέρα σκλαβιάς για τους υπόδουλους λαούς ντυνόταν στους μαύρους πέπλους της. Χαμηλότερα από εμένα καμιά εκατοστή μέτρα άκουσα μια φωνή. Είδα ένα στρατιώτη κι ύστερα ν ’ανεβαίνουν προς το μέρος μου δυο-τρεις-πέντε ακόμα. Έβγαλα γρήγορα το δίκοχο, το ’βαλα στην τσέπη μιας ξεθωριασμένης μπλε καπαρντίνας, τελευταίο λείψανο της παλιάς στολής και πήγα κοντά σε κάποιο χοντρό έλατο και έπιασα μετερίζι. Δεν με πυροβόλησαν στην αρχή, γιατί μπορεί να με πέρασαν για κανέναν γέρο τσοπάνο. Στην ώρα όμως έπεφταν οι τρεις χειροβομβίδες Μίλς που είχαν τα παιδιά και οι γύρω λαγκαδιές αχολαγούσανε. ‘Ετσι εσήμανε η ώρα της εθνέγερσης στο Μοραΐτικο ντοβλέτι. Έστελναν ένα αδερφικό χαιρετισμό στη Ρούμελη, στον Γοργοπόταμο στους σκλαβωμένους αδελφούς μας και τους προσκαλούσαν να σηκωθούνε.
Όλες πέσανε στο ψητό γιατί ακούγονταν κλάματα, φωνές και παρακάλια. Και τα καταλαβαίνει εύκολα κανείς και σε όποια γλώσσα λέγονται αυτά χωρίς διερμηνείς. Το λιανοντούφεκο είχε ανάψει και τα έντεκα αυτά παιδιά με τους επικεφαλής τους, πηδήξανε στο διακεκομμένο δρομάκο και με τα χατζάρια τους, σκοτώνουν και ματώνουν τους αντιπάλους τους, που τα ‘χουν χαμένα μ’ αυτό το γιουρούσι. Είναι τρομερός ο αιφνιδιασμός και μάλιστα σε τέτοιες ώρες και κάτω από τέτοιες συνθήκες. Έχει όμως ολέθρια αποτελέσματα σε βάρος του αιφνιδιαζόντος, αν αποτύχει. Γι’ αυτό χρειάζεται μελέτη σ’ όλες τις λεπτομέρειες μια τέτοια επιχείρηση…
…Ήταν απερίγραπτο το τι γινόταν στο μονοπάτι του δάσους. Οι Ιταλοί που γύριζαν ικανοποιημένοι από τις άκαρπες επιχειρήσεις της ημέρας με γεμάτα στομάχια και άφθονη οινοποσία φαίνονταν σαν χαμένοι από μια τέτοια αναπάντεχη υποδοχή. Θυμήθηκαν την «Μπέλα Γκρέτσια» τη «Μάμα μία» το «Αγαπάω Έλληνες» και άλλα τέτοια πολλά. Προπαντός ‘όμως λυπόνταν το σαρκίο τους, που κινδύνευε και θα διερωτόνταν: γιατί να ‘ρθουν στον τόπο μας, γιατί να πολεμάμε;…» (Απομνημονεύματα «Τετράδια» του Δημητρίου Μίχου εκδ. ΔΜΚΟ-2018)
Από την νικηφόρα αυτή μάχη εξασφαλίστηκε αρκετό πολεμικό υλικό: ένας όλμος, δύο βαριά πολυβόλα, 24 ατομικά όπλα και μια καλή ποσότητα από σφαίρες, πιστόλια και χειροβομβίδες. Οι απώλειες των Ιταλών ήταν μεγάλες, 25 νεκροί και δεκάδες τραυματίες ενώ ο ΕΛΑΣ είχε έναν μονάχα τραυματισμένο. Από εκείνη την στιγμή ο εχθρός χάνει την γη κάτω από τα πόδια του και δεν θα μπορούσε πλέον να πλιατσικολογεί και να ρημάζει τον τόπο με ασφάλεια, αυτή ήταν μια σημαντική εξέλιξη για την περεταίρω ανάπτυξη του αντιστασιακού κινήματος. Οι μάχες που ακολούθησαν ήταν απανωτές (Τέμενη-26/04, Δάφνες-11/05 Αγία Λαύρα, Κέρτεζη…), σε όλη την Πελοπόννησο συγκροτούνται σχεδόν ταυτόχρονα ΕΛΑΣίτικες ομάδες. Από τον βορρά μέχρι το νότο φούντωσε το αρματολίκι. Στις 4 Ιουλίου πραγματοποιείται η ιστορική συνάντηση της Ρακίτας που συγκροτεί το Αρχηγείο του ΕΛΑΣ Πελοποννήσου (υπαγόμενο στο ΓΣ του ΕΛΑΣ) με την σημαντική συμβολή του Κώστα Γαμβέτα μέλους της ΚΕ του ΕΑΜ και γραμματέα του πελοποννησιακού γραφείου του ΚΚΕ. Ο ΕΛΑΣ Πελοποννήσου το πρώτο εξάμηνο της δράσης του ανέπτυξε πολύ γρήγορα τις δυνάμεις του συγκροτώντας την ΙΙΙ Μεραρχία Πελοποννήσου με καπετάνιο τον Μίχου, στρατιωτικό τον Κασσάνδρα και πολιτικό τον Πολύδωρο Δανιηλίδη.
Οι μετρημένοι στα δάχτυλα πρωτοπόροι του Μίχου, του Ανδρικόπουλου, του καπετάν Νικήτα και άλλων κατάφεραν με θυσία και αυταπάρνηση να δημιουργήσουν μια Μεραρχία αποτελούμενη από 6000 μάχιμους αντάρτες.
*Οι περισσότεροι στρατιωτικοί που επέστρεψαν από το Μέτωπο είχαν την άποψη πως το πυκνό ωδικό δίκτυο και το ανάγλυφο της Πελοποννήσου δεν βοηθούσαν στην ανάπτυξη του αντάρτικου στην πραγματικότητα όμως είχαν βολευτεί στην υπάρχουσα κατάσταση. Γι’ αυτόν το λόγο και ο καπετάν Μίχος τους χαρακτήριζε σαν ανθρώπους που δεν ήθελαν να χάσουν το χουζούρι τους.
**Ο κατοχικός τύπος τις ημέρες που περιόδευε η πρώτη ΕΛΑΣίτικη ομάδα υποστήριζε ότι το πρώτο χτύπημα του ΕΛΑΣ θα γίνει στο χωριό Αχλαδιά. ‘Όταν το έμαθε αυτό ο Γερο-Μίχου από κάποιους συναγωνιστές του απάντησε με την γνωστή παροιμία.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Απομνημονεύματα «Τετράδια» του Δημητρίου Μίχου (εκδ. Δ.Μ.Κ.Ο. 2018)
Ηλία Παπαστεριόπουλου-Ο Μωρηάς στα όπλα (εκδ. Έρευνας και Κριτικής της νεοελληνικής Ιστορίας 2010)
Βασίλη Κων. Λάζαρη-Η Αχαΐα στην Κατοχή (εκδ. Διαπολιτισμός 2014)
Γιάννης Πριόβολος-Μια αλυσίδα μνήμες (εκδ. Αλφειός 2007)
Ντοκουμέντα της Αντίστασης (εκδ. Το Ποντίκι 1994)
Πολύδωρος Δανιηλίδης-…Ο Πολύδωρος θυμάται (εκδ. Εκτός των Τειχών 2018)


Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου