10 Απριλίου 2025

Ο πόλεμος του Ισραήλ στη Γάζα δεν αφορά τη Χαμάς

Οι διαμαρτυρίες στη Γάζα που καλούν τη Χαμάς να παραιτηθεί τροφοδοτούνται από την επιθυμία για σιγουριά –ότι αν η Χαμάς απλά παραδοθεί, η γενοκτονία του Ισραήλ θα σταματήσει. Όμως η σύγκρουση του Ισραήλ με τη Γάζα δεν είναι με μια ομάδα ή με μια οργάνωση, αλλά με όλο τον πληθυσμό της. Ο λόγος είναι ότι η Γάζα είναι μια μαζική συγκέντρωση προσφύγων του 1948 και των απογόνων τους, που ποτέ δεν ξέχασαν ποιοι είναι και από πού κατάγονται. Η μικροσκοπική λωρίδα ήταν πάντα μια υπενθύμιση του γεγονότος ότι η παλαιστινιακή υπόθεση δεν λύθηκε ποτέ. Ο στόχος του Ισραήλ σχετικά με τη Γάζα ήταν πάντα να υποβάλει τον πληθυσμό της σε παθητικότητα ή να διασφαλίσει την απομάκρυνσή του εντελώς. Η στρατηγική του ήταν πάντα η μοναδική στρατηγική του Ισραήλ έναντι των Παλαιστινίων από τη δημιουργία του Ισραήλ: η δύναμη. Η δυσανάλογα επώδυνη και βάναυση δύναμη.
Οι ισραηλινοί εποικιστές δεν είναι πρόθυμοι να εγκαταλείψουν τα σχέδιά τους για τη Γάζα εάν η Χαμάς παραιτηθεί από τον έλεγχό της, όπως δεν είναι διατεθειμένοι να σταματήσουν τα ίδια σχέδια στη Δυτική Όχθη, όπου η Χαμάς δεν έχει τον έλεγχο.

Στη Δυτική Όχθη, το Ισραήλ κάνει στους προσφυγικούς καταυλισμούς Τζενίν, Τουλκαρέμ, Νουρ Σαμς και Αλ-Φαράα το ίδιο πράγμα που κάνει στη Γάζα από τον Οκτώβριο του 2023, εκτοπίζοντας τουλάχιστον 40.000 Παλαιστίνιους και καθιστώντας τους άστεγους. Ελλείψει διεθνούς οργής, το Ισραήλ δεν χρειάστηκε να κατηγορήσει, για την επίθεσή του στα στρατόπεδα της Δυτικής Όχθης, καμία παλαιστινιακή οργάνωση.

Όταν οι εκτοπισμένοι Παλαιστίνιοι επέστρεψαν κατά εκατοντάδες χιλιάδες στα βόρεια της Γάζας, συμπεριλαμβανομένης της Beit Lahia, τον περασμένο Φεβρουάριο, έκαναν αυθόρμητα, αλλά συνειδητά τη μεγαλύτερη διαδήλωση στην ιστορία της Γάζας, εκφράζοντας το πιο ισχυρό και σαφές πολιτικό μήνυμα στην ιστορία της Παλαιστίνης. Ήταν μια επιβεβαίωση της άρνησής τους να απομακρυνθούν, να καταστραφούν, να εκκαθαριστούν εθνοτικά και να απανθρωποποιηθούν. Ήταν μια αποκάλυψη του πραγματικού ζητήματος στο επίκεντρο του ζητήματος της Γάζας και του παλαιστινιακού σκοπού στο σύνολό του. Ήταν επίσης μια υπενθύμιση του γεγονότος ότι αυτοί που υποβάλλονται σε αυτά τα δεινά είναι ένας ολόκληρος λαός και όχι μόνο η Χαμάς.

Το γεγονός όμως ότι τα βάσανα των Παλαιστινίων άρχισαν πριν από τον Οκτώβριο του 2023, και πριν καν ιδρυθεί η Χαμάς, και η σαφής ρητορική, οι αποφάσεις και οι ενέργειες των Ισραηλινών ηγετών σχετικά με τα σχέδιά τους για τη Γάζα, μας δείχνουν ότι η τραγωδία του λαού της Γάζας δεν θα τελειώσει εάν η Χαμάς παραιτηθεί από τον έλεγχο της Γάζας και ότι αυτή η ανθρωπογενής τραγωδία δεν αφορά τη Χαμάς.

Αποσπάσματα από το άρθρο του Qassam Muaddi στον ιστότοπο Mondoweiss με τίτλο «Israel’s war on Gaza was never about Hamas». Βρίσκεται στη διεύθυνση … https://mondoweiss.net/2025/03/israels-war-on-gaza-was-never-about-hamas/.

Ακολουθεί ένα άρθρο του Abdaljawad Omar για το ίδιο θέμα.

 Οι διαδηλώσεις στη Γάζα και η επιθυμία για σιγουριά*

του Abdaljawad Omar, 27 Μαρτίου 2025

Διαδηλωτές φωνάζουν «Η Χαμάς να φύγει!» κατά τη διάρκεια διαδήλωσης στην Μπέιτ Λαχία στη βόρεια Λωρίδα της Γάζας. (Στιγμιότυπο μέσω NBC News)

Στις 18 Μαρτίου, τα ισραηλινά πολεμικά αεροσκάφη επανέλαβαν τον άγριο βομβαρδισμό της Γάζας –σκοτώνοντας περισσότερους από 800 Παλαιστίνιους μέσα σε λίγες ημέρες. Μετά από εννέα ημέρες νέας επίθεσης στη Γάζα, οι διαδηλωτές στην Μπέιτ Λαχία (Beit Lahia) βγήκαν στους δρόμους[1]. Κρατώντας πλακάτ που έγραφαν «Όχι στη γενοκτονία», ορισμένοι από αυτούς επέρριψαν ευθύνες και στις παλαιστινιακές ένοπλες παρατάξεις, ιδίως στη Χαμάς. Στα ισραηλινά μέσα ενημέρωσης, το υλικό αυτό αξιοποιήθηκε αμέσως και παρουσιάστηκε εκ νέου, με μια πιο ελκυστική συσκευασία: είναι απόδειξη, όπως ισχυρίστηκαν, ότι η εκστρατεία του Ισραήλ είχε αποτέλεσμα, μπαίνοντας σφήνα ανάμεσα στον πληθυσμό και τις ομάδες αντίστασης. Αυτή η εικόνα της παλαιστινιακής διαμαρτυρίας –που χαρακτηρίζεται από διαφωνία, απελπισία και που μπορεί να ερμηνευτεί με διαφορετικούς τρόπους– έχει γίνει κεντρική για την πολεμική στρατηγική του Ισραήλ. Υποστηρίζει ένα διπλό αφήγημα: ότι η στρατιωτική επίθεση είναι αναγκαία και ότι οι ίδιοι οι Παλαιστίνιοι έχουν φτάσει να αναγνωρίζουν τη βία ως δικό τους δημιούργημα. Ο πόλεμος στη Γάζα δεν είναι πλέον μόνο μια εκστρατεία καταστροφής· είναι μια ψυχολογική επιχείρηση, που στοχεύει να παράγει την εικόνα της παράδοσης[2], [την εικόνα] των Παλαιστινίων που δηλώνουν, δέχονται δημόσια ότι είναι υπεύθυνοι για το θάνατό τους.

Αυτή η εικόνα εξυπηρετεί και μια άλλη λειτουργία: νομιμοποιεί την εδραίωση της εξουσίας εσωτερικά στο Ισραήλ. Τα πρωτοσέλιδα στο Ισραήλ μιλούν τώρα για μια κυβέρνηση που αναδιατάσσεται, ακολουθώντας μια διπλή στρατηγική  –να βάλει ξανά σε τάξη τη θεσμική της αρχιτεκτονική και να συνεχίσει τον αέναο πόλεμό της. Αυτοί οι στόχοι δεν είναι διακριτοί· ο ένας υποστηρίζει τον άλλο. Η εκστρατεία γενοκτονίας στη Γάζα δεν είναι απλώς μια στρατιωτική άσκηση –προσφέρει τη δυνατότητα εθνοκάθαρσης, εξασφαλίζει ένα ασταθές περιφερειακό περιβάλλον και επιτρέπει την αντιπαράθεση με το Ιράν. Στο εσωτερικό, το σχέδιο της δεξιάς –διαδικασία που χαρακτηρίζεται από εκτενείς δικαστικές αλλαγές και επαναχάραξη των πολιτικών ορίων– στηρίζεται στη διατήρηση της κατάστασης έκτακτης ανάγκης. Ο πόλεμος, με τη σειρά του, δικαιολογείται από την ανάγκη για εθνική συνοχή, το αφήγημα περί ενότητας που σφυρηλατείται όταν βρίσκεσαι αντιμέτωπος με αυξανόμενη πίεση ή δυσκολία, και τα σημάδια συνθηκολόγησης των Παλαιστινίων έρχονται απλώς να εξυπηρετήσουν αυτό το ευρύτερο δεξιό αφήγημα. Μαζί, αυτές οι δυναμικές σχηματίζουν έναν κλειστό βρόχο: αυτοενισχυόμενες και αλληλοεξαρτώμενες. Σήμερα, αυτά είναι τα πρωτοσέλιδα στο Ισραήλ: η αποπομπή του επικεφαλής της Shin Bet, Ronen Bar (δεν έχει τεθεί ακόμη σε ισχύ), η απόλυση του Γενικού Εισαγγελέα (δεν έχει τεθεί ακόμη σε ισχύ) και η ψήφιση ενός νομοσχεδίου για την εκτενή δικαστική αναμόρφωση που θα τεθεί σε ισχύ στην επόμενη Κνεσέτ. Όλα αυτά συμβαίνουν ενώ το Ισραήλ υποτίθεται ότι εμπλέκεται σε πόλεμο επέκτασης στη Συρία και τον Λίβανο, έναν πόλεμο αποφασιστικού τέλους του παλαιστινιακού ζητήματος, έναν πόλεμο ανακήρυξης του εαυτού του ως του μοναδικού ηγεμόνα στη Μέση Ανατολή. Ένα πραξικόπημα στο εσωτερικό και έναν πόλεμο χωρίς τέλος.

Και όμως, ακόμη και αυτές οι διαμαρτυρίες –και ας είναι εύθραυστες και κατακερματισμένες– δεν αποκαθιστούν την εικόνα της αθωότητας στην ισραηλινή φαντασία. Οι διαδηλωτές στην Μπέιτ Λαχία που ζητούν τον τερματισμό του πολέμου, που φωνάζουν κατά της γενοκτονίας και της Χαμάς, δεν γίνονται δεκτοί ως φωνές πέρα από αυτό που θεωρείται πεδίο ενοχής, [φωνές] ανθρώπων που λαχταρούν τη ζωή χωρίς την απειλή του θανάτου. Η εμφάνισή τους δεν διακόπτει το αφήγημα της συλλογικής ενοχής των Παλαιστινίων, το οποίο το Ισραήλ επιμελήθηκε προσεκτικά κατά τη διάρκεια αυτού του πολέμου· αντίθετα, το αναδιατυπώνει/επανακωδικοποιεί. Στον ισραηλινό λόγο, [οι διαδηλωτές] παρουσιάζονται όχι ως θύματα αλλά ως δυνητικοί συνεργάτες –Παλαιστίνιοι πρόθυμοι να προδώσουν τους δικούς τους, να ομολογήσουν το λάθος της αντίστασης, να γονατίσουν μπροστά στην εξουσία. Το θέαμα της συνθηκολόγησης γίνεται η τελική απόδειξη της ενοχής: όχι της ενοχής ότι πολέμησαν, αλλά της ενοχής ότι αρνήθηκαν σε κάθε περίπτωση να υποταχθούν. Με αυτόν τον τρόπο, ακόμη και η διαφωνία εργαλειοποιείται. Δεν διακόπτει τον πόλεμο· επαναβεβαιώνει τη λογική του. Όχι μόνο δικαιολογεί τη βία αλλά την καθιστά και αναγκαία, επιβεβαιώνει ότι η παράδοση είναι δυνατή, ότι ο κατακερματισμός είναι πραγματικός και ότι η κυριαρχία μπορεί ακόμη να τελειοποιηθεί.

Διαφωνίες Παλαιστινίων

Από το ξέσπασμα της βίας μεταξύ των ένοπλων παρατάξεων στη Γάζα το 2007, η παλαιστινιακή κοινωνία –τόσο στη Γάζα όσο και στη Δυτική Όχθη– έχει υποστεί έναν βαθύ εσωτερικό διχασμό, ο οποίος συντηρείται από την παρουσία δύο ανταγωνιστικών πολιτικών παρατάξεων, κάθε μία από τις οποίες προβάλλει μια ξεχωριστή θέση σχετικά με την αποικιοκρατική κατάσταση. Η πρώτη, με επικεφαλής τον Μαχμούντ Αμπάς (Mahmoud Abbas) και την Παλαιστινιακή Αρχή, υποστηρίζει τη συνεργασία, τη σύμπραξη και τον συμβιβασμό –μια στρατηγική που βασίζεται στις διαπραγματεύσεις, την οικοδόμηση κράτους και τη συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας. Η δεύτερη, που ενσαρκώνεται από τη Χαμάς και άλλες αντιστασιακές ομάδες, επιμένει στη σύγκρουση/αντιπαράθεση, την αντίσταση και την ανυπακοή/απείθεια, αντιμετωπίζοντας την αποικιακή δομή ως αγώνα που σχετίζεται με την ανθρώπινη ύπαρξη. Αυτό το σχίσμα δεν είναι απλώς θεσμικό· έχει διεισδύσει στον ίδιο τον ιστό της πολιτικής ζωής των Παλαιστινίων, συγκροτώντας/οργανώνοντας τα συναισθήματα, τον λόγο και τις συνθήκες υπό τις οποίες η διαφωνία, η επιβίωση και η ελπίδα γίνονται προϊόν διαπραγμάτευσης.

Αυτό το σχίσμα θα έπαιζε κυρίαρχο ρόλο στον παλαιστινιακό πολιτικό λόγο/συζήτηση μετά το Tufan al-Aqsa,( Καταιγίδα του Αλ-Ακσά)  πολώνοντας σταδιακά τόσο τη διεξαγωγή συζητήσεων ανάμεσα στους διανοουμένους όσο και το δημόσιο διάλογο γύρω από τρία αλληλένδετα δυαδικά συστήματα: νίκη και ήττα, ευθύνη και εγκατάλειψη, αντίσταση και επιβίωση. Αυτή η συζήτηση, ωστόσο, δεν ήταν αποκλειστικά εσωτερική. Διαμορφώθηκε επίσης –αν όχι ενεργά– μέσα από τον διαρκή πληροφοριακό και ψυχολογικό πόλεμο, ιδίως μέσω των αραβικών μέσων ενημέρωσης (που χρηματοδοτούνται από τις χώρες του Κόλπου) τα οποία προσπάθησαν να αποδώσουν την ευθύνη για τη γενοκτονική εκστρατεία του Ισραήλ στην ίδια την αντίσταση. Σε αυτές τις αφηγήσεις, η «ήττα» δεν εμφανιζόταν απλώς ως μία έκβαση/αποτέλεσμα αλλά ως μία μόνιμη/διαρκής κατάσταση –ένας πολιτικός ορίζοντας στον οποίο οι Παλαιστίνιοι έπρεπε να συμβιβαστούν, αφοπλισμένοι, απογοητευμένοι και πειθαρχημένοι.

Μέσα σε αυτά τα πλαίσια, οι φωνές της οργανωμένης αντιπολίτευσης στη Γάζα θα μπορούσαν σε γενικές γραμμές να ομαδοποιηθούν σε τρεις κοινωνικές και πολιτικές κατηγορίες. Πρώτον, οι παραδοσιακές οικογενειακές δομές –ισχυρές πατριές[3]– οι οποίες είδαν τον πόλεμο ως μια ευκαιρία να επιβάλουν τον εσωτερικό έλεγχο, να αποκαταστήσουν την κυριαρχία τους και να αποκομίσουν οικονομικά οφέλη από την εισερχόμενη βοήθεια και τις προσπάθειες ανοικοδόμησης. Δεύτερον, η μεγάλη κοινωνική βάση των πιστών στο καθεστώς της Φατάχ, ιδίως εκείνων που συντάσσονται με τον Μαχμούντ Αμπάς ή τον Μοχάμεντ Νταχλάν (Mohammad Dahlan), οι οποίοι προσπάθησαν να εκμεταλλευτούν την κατάσταση για να υπονομεύσουν τη Χαμάς, διακινώντας θέματα συζήτησης και αφηγήματα που κατηγορούσαν την αντίσταση για την καταστροφή. Στόχος τους ήταν να αποδυναμώσουν πολιτικά τη Χαμάς και παράλληλα να λάβουν θέση όσον αφορά την πιθανή διακυβέρνηση σε ένα μεταπολεμικό σενάριο. Τρίτον, ο διακαής πόθος που μοιράζονται πολλοί απλοί Παλαιστίνιοι να τελειώσει η γενοκτονία, να σταματήσει η βία, για οτιδήποτε θα μπορούσε να περιορίσει την αδυσώπητη θέληση του Ισραήλ για τερατουργίες/τερατωδίες.

Η επιθυμία να τελειώσει ο πόλεμος –και να τελειώσει αμέσως– έχει γίνει το σήμα κατατεθέν αυτού που, από πολλές απόψεις, είναι μια αποτελεσματική σε μεγάλο βαθμό ψυχολογική εκστρατεία, όπου η οργανωμένη διαφωνία από την πλευρά της Φατάχ συνεργεί ηθελημένα ή άθελά της με τον ισραηλινό πληροφοριακό και ψυχολογικό πόλεμο. Κεντρικό ρόλο σε αυτή την προσπάθεια παίζει η απόδοση ευθυνών, ένα είδος αυτομαστιγωτικού λόγου[4] που ρίχνει το βάρος της ευθύνης ακριβώς στους ώμους της αντίστασης. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η γενοκτονία δεν αντιμετωπίζεται ως έγκλημα του δράστη, αλλά ως συνέπεια της ανυπακοής/απείθειας των Παλαιστινίων. Το αφήγημα ζητά από τους Παλαιστίνιους να εσωτερικεύσουν την ενοχή επειδή τόλμησαν να αντισταθούν και όχι για την υποδούλωσή τους. H αποτελεσματικότητά του πηγάζει επίσης από το διακύβευμα –την αφόρητη κατάσταση του να σε κρατάν υπό την απειλή όπλου και να σου ζητάν να αντέχεις/υπομένεις. Αυτή είναι η κατάσταση στη Γάζα: ένας τόπος όπου η επιβίωση είναι πάντα αντικείμενο διαπραγμάτευσης, όπου το αντίτιμο του λόγου είναι ο θάνατος και όπου οι εκφράσεις αυταπάρνησης δεν είναι καινούργιες, ούτε πάντα εθελοντικές. Παράγονται υπό καθεστώς πολιορκίας[5], υπό βομβαρδισμό και υπό τη βαριά σκιά ενός αποικιοκράτη που απαιτεί την υποταγή ως τίμημα για την αναπνοή.

Επιπλέον, ο ανελέητος βομβαρδισμός της Γάζας και η ολοσχερής καταστροφή του δομημένου περιβάλλοντός της έχουν δημιουργήσει μια ριζικά αλλαγμένη πραγματικότητα. Αυτή η νέα πραγματικότητα έχει δύο πτυχές. Πρώτον, συνεπάγεται τη σοβαρή εξασθένιση των δομών διακυβέρνησης και της ικανότητας των παλαιστινιακών αρχών να παρέχουν βασικές υπηρεσίες ή να διαχειρίζονται τα κοινά –ιδιαίτερα στους τομείς της πρόληψης του εγκλήματος και του περιορισμού της προσωπικής αντεκδίκησης. Δεύτερον, έχει δημιουργήσει μία αίσθηση πολιτικού και διοικητικού κενού, η οποία επιδεινώνεται περαιτέρω από τις στοχευμένες από το Ισραήλ δολοφονίες κυβερνητικών αξιωματούχων μετά την αθέτηση της συμφωνίας κατάπαυσης του πυρός. Η αποσάθρωση της φυσικής, όσο και της συμβολικής, παρουσίας των θεσμών έχει αφήσει πίσω της όχι απλώς μια κρίση παροχής υπηρεσιών, αλλά μια ρήξη στην ίδια την ιδέα της τάξης –ένα περιβάλλον στο οποίο η εξουσία είναι όλο και πιο εύθραυστη και στο οποίο εναλλακτικές μορφές ελέγχου και άτυπης εξουσίας αρχίζουν να επιβάλλονται ελλείψει κρατικής υποδομής.  Αυτό το δεύτερο δημιουργεί στη Γάζα τις προϋποθέσεις, χωρίς προηγούμενο σχεδιασμό, για την εξαγορά πίστης/αφοσίωσης και πολιτικής υποταγής από δυνάμεις επίσης εχθρικές προς τη Χαμάς ή την αντίσταση ευρύτερα. Αυτό οφείλεται εν μέρει στην αποκένωση[6] των αποταμιεύσεων και των περιουσιακών στοιχείων των ανθρώπων και στην καταστροφή των μέσων διαβίωσης. Αλλά ίσως πιο κύριο είναι το γεγονός ότι η Γάζα δεν είναι πλέον η Γάζα που ήταν πριν από τον πόλεμο, ως αποτέλεσμα των δημογραφικών και χωρικών αλλαγών που έχουν εκτυλιχθεί μετά το ξέσπασμα της βίας.

Αυτές οι αλλαγές στην οικονομική δυνατότητα του πληθυσμού, την ίδια την μετακίνηση και τη χωρική σύνθεση, σημαίνουν ότι η τοπική πολιτική ζωή στη Γάζα δεν μπορεί πλέον να διαβαστεί μέσα από τους ίδιους φακούς όπως πριν. Ο πόλεμος όχι μόνο έχει εκτοπίσει τους ανθρώπους σωματικά, αλλά έχει επίσης αποπροσανατολίσει τον κοινωνικό ιστό και τις σχέσεις και τους δεσμούς αμοιβαίας στήριξης και συμπαράστασης που ανέπτυσσαν τα άτομα με βάση τη γειτονιά και που κάποτε στήριζαν την πολιτική ζωή. Περιοχές που κάποτε ήταν αναγνωρίσιμες από τις πολιτικές τους τάσεις –είτε έκλιναν προς τη Χαμάς, είτε προς τη Φατάχ, είτε προς άλλους σχηματισμούς– έχουν τώρα διαλυθεί, οι πληθυσμοί τους έχουν κατακερματισθεί και μετακινηθεί, σε κάποιες περιπτώσεις περισσότερες από μία φορές. Οικογένειες από το Μπέιτ Χανούν (Beit Hanoun) βρίσκονται τώρα στη Ράφα (Rafah), εκείνες από τη Σουτζάγια (Shuja'iyya) βρίσκονται σε σχολεία που έχουν μετατραπεί σε καταφύγια στο Ντέιρ αλ-Μπαλάχ (Deir al-Balah). Υπό αυτές τις συνθήκες, η ίδια η ιδέα μιας σταθερής «τοπικής βάσης» χάνει το νόημά της.

Οι πολιτικές εντάξεις/προσχωρήσεις δέχονται πιέσεις από τις επιτακτικές ανάγκες της επιβίωσης και οι λογική της εκπροσώπησης διαταράσσεται ή σπάει λόγω της κατάρρευσης του ίδιου του χώρου. Δεν μπορεί κανείς να μιλήσει για την τοπική πολιτική ζωή σε παρελθοντικό χρόνο, παρά μόνο σε αναστολή (in a tense of suspension) –για κοινότητες που βρίσκονται σε μεταβατικό στάδιο, αναγκασμένες να ανασυγκροτήσουν τις πολιτικές τους θέσεις υπό καθεστώς πολιορκίας, θλίψης και εξάντλησης. Αυτό που προκύπτει δεν είναι απλώς μια κρίση διακυβέρνησης ή αντίστασης, αλλά μια κρίση του ίδιου του πολιτικού (a crisis of the political itself). Δεν προμηνύει τίποτα καλό για κανέναν αναλυτή να πει για παράδειγμα ότι η Μπέιτ Λαχία, όπου σημειώθηκαν κάποιες από αυτές τις μικρές διαδηλώσεις, ήταν κάποτε προπύργιο της Φατάχ ή της Χαμάς.

Τούτου λεχθέντος, αυτό που παραμένει απίστευτο/θαυμαστό είναι ότι μετά από δεκαεπτά μήνες πολέμου, η παλαιστινιακή κοινωνία συνεχίζει να επιδεικνύει βαθιές μορφές εσωτερικής αλληλεγγύης. Παρά την αδιανόητη κλίμακα της καταστροφής, τον κατακερματισμό/διάσπαση του χώρου και την αποσάθρωση της θεσμικής διακυβέρνησης, οι άνθρωποι εξακολουθούν να βρίσκουν τρόπους να μοιράζονται, να διακινούν πόρους, να είναι μαζί από κοινού. Η ιδέα της κοινότητας δεν έχει εξαφανιστεί· επιμένει, πεισματικά, ακόμη και όταν οι πιέσεις του πολέμου ωθούν όλο και περισσότερο τα άτομα στην αναζήτηση προσωπικής ή οικογενειακής σωτηρίας. Σε ένα σκηνικό κατακερματισμού, απώλειας περιουσιών ή στέρησης αγαθών και αδυσώπητης βίας, η συνεχιζόμενη ύπαρξη της κοινοτικής ζωής δεν είναι απλώς ένα κατάλοιπο του παρελθόντος –είναι μια ενεργή μορφή αντίστασης, μια άρνηση να επιτραπεί στον πόλεμο να καταστρέψει πλήρως τον κοινωνικό ιστό.

Η επιθυμία για σιγουριά

Ο πόλεμος περιγράφεται συχνά ως ένας ανεμοστρόβιλος –μια συρρίκνωση/σύμπτυξη του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος σε μία μόνο, ίδια και απαράλλαχτη στιγμή. Αναστέλλει τη χρονολογία[7], κατακερματίζει τη συνοχή και σηματοδοτεί την πρωτοκαθεδρία του αποπροσανατολισμού, της αταξίας/αναταραχής και της αβεβαιότητας. Στον πόλεμο, ο χρόνος παύει να εκτυλίσσεται· καταρρέει. Το νόημα γίνεται ασαφές (erratic) και οι δομές που κάποτε στήριζαν τη ζωή –οι τελετές, η ρουτίνα, η μνήμη, η προσδοκία/ελπίδα– ρημάζουν στην αμεσότητα της επιβίωσης. Για πολλούς Παλαιστίνιους είναι επιθυμητή η σιγουριά, ακόμη και αν η σιγουριά είναι αυτή της ήττας ή της παράδοσης.

Αυτές οι διαδηλώσεις είναι μια κραυγή για σιγουριά –για τάξη, για συνοχή, για οτιδήποτε θα μπορούσε να σταθεροποιήσει έναν κόσμο που βυθίζεται στην ασάφεια, την αμφιβολία ή την αβεβαιότητα, ιδιαίτερα στην αφόρητη αβεβαιότητα για το αν κανείς θα ζήσει ή θα πεθάνει, αν οι φίλοι και οι αγαπημένοι του θα βγάλουν τη νύχτα. Δεν πρόκειται απλώς για πράξεις πολιτικού χαρακτήρα, αλλά για υπαρξιακές εκκλήσεις: απόπειρες να επιβεβαιωθεί εκ νέου το προφανές (legibility) μπροστά στο χάος, να κρατηθεί κανείς από θραύσματα νοήματος όταν το ίδιο το νόημα βρίσκεται υπό πολιορκία. Και όμως, είναι επίσης εκφράσεις της ικανότητας αυτενέργειας –πράξεις διεκδίκησης κάποιας μορφής ελέγχου, ακόμη και όταν αυτός ο έλεγχος ενισχύει ακούσια τον ίδιο τον μηχανισμό σφαγής που προσπαθούν να σταματήσουν.

Αυτή είναι και η τραγωδία του να ζεις υπό το αφύσικο και τρομακτικό (under the monstrous). Μια ζωή στην οποία ο Άλλος είναι πανταχού παρών, κυνηγώντας κάθε σου ανάσα σαν άγγελος θανάτου –κι όμως το μόνο πρόσωπο στο οποίο μπορείς να κλάψεις/ουρλιάξεις, να διαμαρτυρηθείς/αντιδράσεις ή να παρακαλέσεις είναι το πρόσωπο που αντικατοπτρίζει το δικό σου, το σημαδεμένο από την ίδια γλώσσα, τα ίδια γνωρίσματα/χαρακτηριστικά. Ο μηχανισμός της εξόντωσης ανέκαθεν τα πάει πολύ καλά με σχέδια, προετοιμασίες: φτιάχνει τις συνθήκες για απονέκρωση, για αδελφοκτονία, για εσωτερίκευση της ευθύνης. Αυτό το επιτυγχάνει με το να είναι παντού, αλλά και με το να παραμένει εκεί έξω, παρών και απών. Κάνει το θύμα να συνεργεί  μερικές φορές  στην απόγνωση και όχι σε αυτό που γίνεται[8], μετατρέποντας την αντίσταση σε αυτομαστίγωμα[9] και τη θλίψη σε αυτοαποδοκιμασίες. Ωστόσο, οι φωνές, ακόμη και για παράδοση, θα περάσουν με τραγικό τρόπο απαρατήρητες ή, στη χειρότερη περίπτωση, θα τροφοδοτήσουν ακόμη περισσότερο την πολεμική μηχανή.

Σημειώσεις

*Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 27/03/2025 στον ιστότοπο Mondoweiss με τίτλο «The Gaza demonstrations, and the desire for certainty». Βρίσκεται στη διεύθυνση … https://mondoweiss.net/2025/03/the-gaza-demonstrations-and-the-desire-for-certainty/.


Ο Αμπνταλτζουάντ Ομάρ (Abdaljawad Omar) είναι συγγραφέας και λέκτορας με έδρα τη Ραμάλα της Παλαιστίνης. Έχει διδάξει στο Τμήμα Φιλοσοφίας και Πολιτισμικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Birzeit στην Δυτική Όχθη στην Παλαιστίνη και γράφει εκτενώς στα αραβικά και στα αγγλικά. Περισσότερες πληροφορίες για τη δουλειά του στο … https://www.analulopez.com/writings-of-abdaljawad-omar/

Τη μετάφραση από τα αγγλικά, για λογαριασμό των Αντιγειτονιών, έκανε ο Κ.Καψ.

Η δημοσίευση δεν συνιστά απαραίτητα και συμφωνία με όλες τις απόψεις που διατυπώνονται.

 

Παραπομπές



[1] https://www.aljazeera.com/program/newsfeed/2025/3/26/hundreds-of-palestinians-protest-in-gaza-against-the-war

[2] ΣτΜ. Της υποταγής στην εξουσία του αντιπάλου.

[3] ΣτΜ. clans := πατριές, φυλές :» Η πατριά είναι μορφή πρωτόγονης κοινωνικής οργάνωσης, είδος ευρύτερης οικογένειας (ή κοινωνικής ομάδας), τα μέλη της οποίας συνδέονται με δεσμούς που απορρέουν αποκλειστικά από την πατρική γενεαλογική γραμμή.

[4] ΣτΜ. self-flagellating discourse := αυτομαστιγωτικός λόγος :» Κατηγορώ ή κριτικάρω έντονα τον εαυτό μου και (συνήθ. κατ’ επέκτ.) τον τιμωρώ, κυρ. ψυχολογικά, φορτώνοντάς τον με ενοχές.

[5] ΣτΜ. under siege := υπό καθεστώς πολιορκίας :» Αντιμετωπίζοντας αυξανόμενες πιέσεις ή δυσκολίες. Δεχόμενες επικρίσεις ή προσωπικές επιθέσεις από διάφορες πηγές ή οπτικές γωνίες.

[6] ΣτΜ. hollowing out := αποκένωση :» Το αποτέλεσμα του κουφώνω, δηλαδή της αφαίρεσης του εσωτερικού μέρους από κάτι (π.χ. της ψίχας από κάποιο λαχανικό). Γενικότερα η διαδικασία κατά την οποία αφαιρείται το ουσιαστικό περιεχόμενο και απομένει συμβολικά το περίβλημα. Ο όρος συναντάται και ως εξασθένιση, απομείωση, αποδυνάμωση, «άδειασμα», υπονόμευση, μείωση της αξίας.

[7] ΣτΜ. chronology := χρονολογία :» ο προσδιορισμός της διαδοχής των γεγονότων μέσα στο χρόνο, ο προσδιορισμός του χρόνου κατά τον οποίο έγινε ένα γεγονός.

[8] ΣτΜ. deed := πράξη, δράση, κατόρθωμα, αξιοσημείωτο επίτευγμα, άθλος :» αυτό που γίνεται ή εκτελείται.

[9] ΣτΜ. folding resistance into self-flagellation := μετατρέποντας την αντίσταση σε αυτομαστίγωμα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: