Δεν είχα καταλάβει ότι στο κινητό μου είχα ένα ring tone, κομμάτι από γνωστό βάλς ενός επιφανούς “αντιστασιακού” του σταλινισμού και των σταλινικών διώξεων... Του σοβιετικού συνθέτη Σοστακόβιτς εν προκειμένω...
Όταν όμως άκουσα και διάβασα την πρόσκληση της κρατικής ορχήστρας Θεσσαλονίκης σε συνεργασία πάντα με το Μέγαρο Μουσικής Θεσσαλονίκης ότι στην επέτειο των πενήντα χρόνων από το θάνατο του συνθέτη θα δοθούν ένα κονσέρτο και μία σουίτα για τον “συνθέτη που αντιστάθηκε στις σταλινικές διώξεις και τον σταλινισμό“ -η αφίσα των εκδηλώσεων είναι χαρακτηριστική με τις φιγούρες των κομισάριων και του Στάλιν πίσω από την φωτο του συνθέτη- πραγματικά ανησύχησα.
Λες να ήμουν και εγώ φορέας του αντισταλινισμού έστω και μέσω... ring tone;
Κάθησα το λοιπόν και μελέτησα κυρίως αντισταλινικές αλλά και φιλοσταλινικές εκδοχές για τον Σοστακόβιτς.
Όντως -το είχα διαβάσει και παλιότερα- ένα από τα δύο έργα, η σουίτα αριθμός 29, είναι απόσπασμα από το έργο Λαίδη Μάκβεθ για τα οποία ο Σοστακόβιτς είχε δεχτεί κριτική (άδικη ή δίκαιη δεν έχει σημασία) με την γνωστή κατηγορία προς του καλλιτέχνες εκείνης της εποχής, περί φορμαλισμού.
Πως όμως ο συνθέτης αντιετώπισε -αν και με πίκρα- τις κριτικές;
«Στην οργάνωσή μας έχουμε μια μεγάλη αδυναμία: δε μας αρέσει ούτε να κριτικάρουμε τους άλλους, ούτε να μας κριτικάρουν […]
[…] Καμιά φορά ξεχνάμε να σταθούμε αυτοκριτικά στο έργο μας, αλλά χωρίς την αυτοκριτική δε γίνεται να πάμε μπροστά […]
[…] Γιατί λοιπόν φοβόμαστε τόσο πολύ να κάνουμε και να δεχθούμε κριτική; […].
[…] Πώς γίνεται να θίγεται κάποιος από την κριτική; Για μένα, αυτό είναι τελείως παράλογο […]
[…] Κανείς μας δεν έχει λόγο να θίγεται όταν του γίνεται κριτική εδώ μέσα, γιατί δεν πρόκειται για ανταγωνιστική κριτική (σ.σ. όπως συνήθως γίνεται στον καπιταλισμό».
Σοστακόβιτς “για τον ίδιο και την εποχή του”:
Απαντώντας στις κριτικές ο Σοστακόβιτς γράφει :«Ποτέ στην ιστορία της παγκόσμιας τέχνης δεν εκφράστηκε καλύτερα η τραγική σύλληψη του κόσμου από τον άνθρωπο, απ’ όσο στις ελληνικές τραγωδίες. Και όμως, ποτέ κανείς δε θα σκεφτόταν να τις κατηγορήσει για πεσιμισμό»[68].
Εκεί αρχίζουν και τελειώνουν οι διώξεις για τον Σοστακόβιτς που μην ξεχνάμε έζησε μέχρι την δεκαετία του 70, στα γεράματα του δηλαδή, παραμένοντας στην -έστω- ρεβιζιονιστική ΕΣΣΔ τη στιγμή που πλειάδα καλλιτεχνών και διανοουμένων είχε αυτομολήσει στην Δύση.
Ας δούμε όμως και τις άλλες πτυχές των απόψεών του.
«Θα ήθελα να περιγράψω μερικές σκέψεις μου γύρω από την Εβδομη Συμφωνία. Άρχισα να εργάζομαι πάνω σ' αυτό το έργο στα τέλη του Ιούλη του 1941 και το τέλειωσα το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου. Εξελίχτηκε σ' ένα μεγάλης κλίμακας έργο που διαρκεί μία ώρα και είκοσι λεπτά. Γράφτηκε κάτω απ’ την επίδραση των φοβερών γεγονότων του 1941. Η πανούργα και ύπουλη επίθεση των Ναζί ενάντια στην πατρίδα μας πύκνωσε τις γραμμές του λαού μας στον αγώνα για ν’ αποκρουστεί ο απαίσιος εχθρός. Η Εβδομη Συμφωνία είναι ένα ποίημα για τον αγώνα μας και τη νίκη που έρχεται»[54].
«Αφιερώνω την Εβδομη Συμφωνία μου στον αγώνα ενάντια στο φασισμό, στη νίκη μας που έρχεται και στη γενέτειρά μου, το Λένινγκραντ»[55] και συνεχίζει
«…άρχισα να δουλεύω την Ογδοη Συμφωνία μου. Δεν περιγράφονται συγκεκριμένα γεγονότα μέσα στο έργο αυτό. Αντανακλά τις σκέψεις μου, τα συναισθήματά μου και την έξαρση της δημιουργικής μου διάθεσης που αναπόφευκτα επηρεάστηκε από τα χαρμόσυνα νέα για τις νίκες του Κόκκινου Στρατού»[56].
Τι γράφει ο Σοστακόβιτς για την 3η του Συμφωνία: «Προσπάθησα να μεταδώσω απλώς τη γενική ατμόσφαιρα του γιορτασμού της Ημέρας της Παγκόσμιας Εργατιάς. Θέλησα να απεικονίσω την ειρηνική οικοδόμηση της ΕΣΣΔ. Θα ’θελα να υπογραμμίσω ότι το στοιχείο του αγώνα, της ενεργητικότητας και της αδιάκοπης δουλειάς διαπερνά την όλη συμφωνία σαν μια κόκκινη κλωστή»[57].
«Αυτή την εποχή δουλεύω την Ενδέκατη Συμφωνία μου που θα πρέπει να είναι τελειωμένη το χειμώνα. Εχει θέμα την Επανάσταση του 1905. Με θέλγει πολύ αυτή η περίοδος της ιστορίας της χώρας μας, μια περίοδος που καθρεφτίζεται ζωντανά σε πολλά επαναστατικά εργατικά τραγούδια»[59].
Τι γράφει τώρα για τη 12η Συμφωνία του: «Φυσικά η Δωδέκατη Συμφωνία μου έχει επιρροές από πολλά πράγματα, από λογοτεχνικά έργα, από τον κινηματογράφο, από πίνακες και ποιήματα. Αλλά αυτό που πάνω απ' όλα μ' επηρέασε ήταν το γεγονός ότι είδα με τα μάτια μου, αν και σε πολύ νεαρή ηλικία, την Οχτωβριανή Επανάσταση. Κατά την Επανάσταση ζούσα στο Πέτρογκραντ και όλα τα γεγονότα χαράχτηκαν στη μνήμη μου ανεξίτηλα»[60].
Για άλλα του έργα: «Σ’ αυτό το έργο (την Ουβερτούρα για Φεστιβάλ) θέλω να αποδώσω την ψυχική διάθεση ενός ανθρώπου που πέρασε όλα τα βάσανα και τις δοκιμασίες του πολέμου, νίκησε τους εχθρούς της χώρας του και τώρα ξαναχτίζει την πατρίδα του. Θέλω να εκφράσω με τη μουσική μου τον ενθουσιασμό των ανθρώπων που δουλεύουν ειρηνικά για το πεντάχρονο πλάνο»[61].
«Στο έργο μου Ποίημα για την Πατρίδα χρησιμοποίησα μερικά αγαπημένα παλιά επαναστατικά τραγούδια, όπως και σύγχρονα σοβιετικά»[62].
«Τα Δέκα Χορωδιακά Ποιήματά μου έχουν κοινό θέμα: Την επανάσταση του 1905. Δεν ξέρω κατά πόσο πέτυχα να αποδώσω το πνεύμα της εποχής. Αλλά η μουσική ήταν επόμενο να αντανακλά την τεράστια εντύπωση που πάντα μου προκαλούσαν τα ρώσικα επαναστατικά τραγούδια»[63]
Μάλιστα την εποχή που διακηρύσσεται -λάθος- στο σύνταγμα της ΕΣΣΔ το τέλος της ταξικής πάλης ο συνθέτης δηλώνει «Η ταξική πάλη συνεχίζεται ακόμα στη χώρα μας και συνεχίζεται και στη μουσική»[20]. Εδώ ο “αντισταλινισμός” του Σοστακόβιτς τον κάνει πλέον του δέοντος... σταλινικό! Ποιο προωθημένο και από τον... Στάλιν!
Αν μάλιστα όλα τα παραπάνω θα μπορούσαν να διαβαστούν και ως δηλώσεις υποταγής στο Στάλιν, και την Σοβιετική Εξουσία -έγραψε και ο ίδιος τραγούδια εξ άλλου που υμνούσαν τον Στάλιν- τότε που πάει η αντίσταση του στο σταλινισμό; Τι τελικά ισχύει;
Ισχύει τελικά αυτό που δημοσίως είχε εκφράσει ο συνθέτης για τις συνθήκες καλλιτεχνικής παραγωγής στην ΕΣΣΔ:«Εδώ στη Σοβιετική Ενωση κάθε εξειδικευμένος δημιουργός, παραγωγός, συγγραφέας, μηχανικός, συνθέτης ή οτιδήποτε άλλο, απολαμβάνει την υποστήριξη του Κόμματος και της κυβέρνησης… Οι Σοβιετικοί συνθέτες έχουν όλες τις ευκαιρίες να δώσουν μεγάλα έργα. Ουδέποτε υπήρξε άλλη εποχή ή άλλος τόπος, όπου ένας συνθέτης να μπορεί ήσυχος να γράψει μια σονάτα ή ένα κουαρτέτο, ξέροντας ότι είναι οικονομικά εξασφαλισμένος. Αυτό είναι αποτέλεσμα της οικοδόμησης του σοσιαλισμού στη χώρα μας, αποτέλεσμα της πολιτικής του Κόμματός μας». («Λιτερατούρνι Λενινγκράντ», 1935)
Πόσο αντικομμουνισμός/αντισταλινισμός χωράει στις δήθεν βασανισμένες συνειδήσεις της καθεστωτικής άποψης ώστε να αξιοποιείται η μοναδική πηγή που αντλήθηκε αυτή η αθλιότητα (το έργο για τον Σοστακόβιτς κάποιου Σόλομον Βόλκοφ που αυτομόλησε στην Δύση) και μάλιστα δήθεν “τιμώντας” τα πενήντα χρόνια από το θάνατο του σε μία συναυλία Μουσικού Μεγάρου;
Όσος δεν μπορείτε να φανταστείτε σε μία εποχή που η αγριότητα της επίθεσης του Κεφαλαίου και των ιμπεριαλισμού θέλουν να αποκλείσουν και μόνο την ανίχνευση μιας άλλης προοπτικής για την κοινωνία και την ανθρωπότητα από το εφιαλτικό αδιέξοδο που προτείνουν στους λαούς και στις εργατικές τάξεις ....
Βαρβαρότητα μετά... μουσικής!
Υ.Γ.: Ευτυχώς δεν ήμουν φορέας του αντισταλινισμού έστω και μέσω ενός ring tone που εξακολουθεί να είναι ένα ανάλαφρο βαλς που -Κύριος οίδε- πως ξέφυγε από την σταλινική λογοκρισία
ΔΜ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δημοφιλεις αναρτησεις
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
λαϊκη αντισταση - Α.Α.Σ.
Αριστερα
Πολιτικη
Διεθνη
Εργαζομενοι
Μεταναστες - προσφυγες - πολιτικοι προσφυγες
Νεολαια
Δημοκρατια;
Κινηματα
Τοπικα
Μνημες
Πολιτισμος
Εκλογες
ΑΡΧΕΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ
Videos
Get this Recent Comments Widget
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου