20 Ιουνίου 2018

40 χρόνια από τον σεισμό του 1978 | H Θεσσαλονίκη των σεισμών στις αλάνες των λαϊκών αγώνων

Ξεφυλλίζοντας τις σελίδες της “Προλεταριακής Σημαίας” εκείνων των ημερών και ανασκαλεύοντας μνήμες, δημοσιεύουμε ένα άρθρο που γράφτηκε για την επέτειο των σαράντα χρόνων από τον μεγάλο σεισμό στη Θεσσαλονίκη και όσα εκπληκτικά ακολούθησαν για την οργάνωση και την πάλη του λαού της πόλης. Στο άρθρο μεταφέρονται αυτούσια κομμάτια από ρεπορτάζ της εφημερίδας μας που γράφτηκαν στην κυριολεξία στην πρώτη γραμμή, από την πρώτη ημέρα που ξεκίνησε η προσπάθεια οργάνωσης του λαού από αγωνιστές της επαναστατικής αριστεράς και ιδιαίτερα της κομματικής οργάνωσης του ΚΚΕ(μ-λ). Μιας οργάνωσης που ρίχτηκε από την πρώτη ημέρα στη μάχη με δεκάδες και εκατοντάδες συντρόφους και συναγωνιστές σε μια από τις πιο υποδειγματικές προσπάθειες για τη μαζική οργάνωση του λαού και την κινητοποίησή του. Όλες οι παραπομπές και οι αναφορές εντός των εισαγωγικών είναι από άρθρα και ρεπορτάζ της “Προλεταριακής Σημαίας”.

Στις 11 το βράδυ στις 20 Ιουνίου 1978 έγινε ο μεγάλος σεισμός στη Θεσσαλονίκη. Είχαν προηγηθεί πολλές μικρότερες σεισμικές δονήσεις κι ακόμα περισσότερες καθησυχαστικές διαβεβαιώσεις των διοικητικών υπεύθυνων και επιστημόνων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Βόρειας Ελλάδας, Μάρτης, στις 16 Ιουνίου 1978 απέκλειε επικείμενο μεγάλο σεισμό, χαρακτήριζε «ανόητους» όσους διέδιδαν τέτοιες πληροφορίες και καλούσε την αστυνομία και την εισαγγελία να συλλαμβάνουν και να παραπέμπουν όσους διέδιδαν τέτοιες κακόβουλες φήμες. Ο καθηγητής της Γεωφυσικής του ΑΠΘ Β. Παπαζάχος δήλωνε ότι «προσωπικά δεν προτίθεται να βγαίνει από το σπίτι του σε νέους σεισμούς».

Τόσο καλά! Μόνο που ο σεισμός της 20 Ιουνίου ήρθε να καταρρίψει με τον πιο φριχτό τρόπο την «υπευθυνολογία των ανεύθυνων υπευθύνων». Για να επικρατήσει στη Θεσσαλονίκη πανικός, κύμα φυγής, εγκατάσταση του κόσμου σε ανοιχτούς χώρους, άγνοια για το τι συνέβαινε και φυσικά «δικαιολογημένη αγανάκτηση για την κυβέρνηση που διά στόματος διαφόρων ειδημόνων τους καθησύχαζε…»

Οι πρώτες ώρες

«…Τότε μαθεύτηκε το δράμα της οδού Ιπποδρομίου και εκατοντάδες ανθρώπων, κύρια νεολαίων, έσπευσαν εκεί για να παράσχουν τη βοήθειά τους [...] εκατοντάδες άνθρωποι αγωνίζονται με γυμνά τα χέρια να παραμερίσουν τα χαλάσματα και να σώσουν τους συνανθρώπους τους. Σε αντίθεση με τη στάση των ανθρώπων του λαού, υπήρξε η έκφραση της πλήρους κυβερνητικής ανευθυνότητας κι αδιαφορίας» («Π.Σ.» φ90, 24 Ιουνίου 1978).

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Αυτό που είδαν τα μάτια μας στο Ιπποδρόμιο ξεπερνούσε κάθε φαντασία. Ένας λόφος από σωριασμένα κομμάτια μπετόν ήταν ό,τι απέμεινε από την πολυκατοικία. Ξέραμε ότι εκεί είχαν θαφτεί οι ένοικοι του κτηρίου και με τα χέρια προσπαθούσαμε να ανοίξουμε τρύπες ανάμεσα στα χαλάσματα. Τότε με το παράγγελμα «σιωπή» σταματούσε κάθε θόρυβος, μπας κι ακούσουμε καμιά φωνή από εγκλωβισμένους, καμιά
έκκληση βοήθειας, όμως τίποτα. Και ξαναρχίζαμε τις προσπάθειες σαν μια οικογένεια που είχε χάσει τους δικούς της ανθρώπους. Εκεί, στα ίδια χάλια, μας βρήκε το ξημέρωμα κι όλοι σχολίαζαν την πλήρη απουσία μιας, όποιας, κρατικής μέριμνας, μιας φαγάνας, ενός κομπρεσέρ…».

«…Η ανακοίνωση από το ραδιόφωνο στις 3 μετά τα μεσάνυχτα, τέσσερις ολόκληρες ώρες μετά το σεισμό, που καλούσε τους ιδιώτες να φέρουν κομπρεσέρ κι άλλα μηχανήματα, αποτελούσε ομολογία της ίδιας της κυβέρνησης για την έλλειψη στοιχειωδών μέτρων σε αυτόν τον τομέα».

«…Ήδη έχουν περάσει 48 ώρες μετά τον σεισμό και οι εργασίες για την αποπαγίδευση των θυμάτων δεν βρίσκονται ούτε καν στη μέση». Για να αναρωτηθεί ο συντάκτης του άρθρου «…τι θα συνέβαινε ή τι θα συμβεί αν η πολυκατοικία που κατέρρευσε δεν ήταν μία αλλά περισσότερες» και να συμπληρώσει «Σε μια τέτοια κοινωνία οι δαπάνες μέριμνας για τον άνθρωπο κρίνονται αντιοικονομικές, ασύμφορες». Για να καταλήξει ο αρθρογράφος της «Π.Σ.»: «…Απέναντι σ’ αυτή την αδιαφορία στέκεται όμως ένας λαός που μέσα στη δυστυχία του αντιμετωπίζει με στωικότητα, ψυχραιμία και ηρωισμό την κατάσταση, αναπτύσσει την αλληλεγγύη και αλληλοβοήθειά του, ενώ πελώρια διογκώνεται η αγανάκτησή του για τη στάση των υπεύθυνων αρχών».

Η πρώτη ημέρα

Οι λαϊκοί αγωνιστές, αυθόρμητα, από το πρώτο βράδυ βρέθηκαν στο Ιπποδρόμιο, στα νοσοκομεία με τους τραυματίες, στις αλάνες μαζί με τους πανικόβλητους Σαλονικιούς.

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Την πρώτη μέρα μαζί μ’ άλλους συνεργάτες από τον πολιτιστικό σύλλογο της περιοχής της Ανάληψης βρεθήκαμε στην πλατεία Κρήτης (όπου ο κινηματογράφος Μαξίμ). Τα μεγάλα προβλήματα του κόσμου ήταν η στέγαση, η σίτιση, η ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, η ύδρευση, η αποχέτευση. Μικρά παιδιά, ηλικιωμένοι, τραυματίες του σεισμού, έγκυες, άτομα με ειδικές ανάγκες, άνεργοι, όλοι, καθένας στο μέτρο του, είχαν άμεσα προβλήματα και βοήθεια δεν φαινότανε από πουθενά. Μόνο μετά από πέντε μέρες ήρθε κάποιος να μετρήσει, λέει, τις ζημιές. Ο μόνος τρόπος για να αντιμετωπισθούν όλα αυτά ήταν η αυτοοργάνωση του κόσμου. Κάναμε λοιπόν συνέλευση των κατοίκων, τα κουβεντιάσαμε και προχωρήσαμε σε μια ανοικτή επιτροπή σεισμόπληκτων. Ο καθένας ανέλαβε κάτι. Εγώ θυμάμαι πήγα στο ΑΧΕΠΑ και μάζεψα από γνωστούς γιατρούς και νοσοκόμες φάρμακα. Αχρείαστα να ήτανε, έλα όμως που όχι μόνο δεν επαρκούσαν στο ελάχιστο για τις ανάγκες μας, αλλά έπρεπε να ξέρουμε και τη χρήση τους, άλλο πρόβλημα κι αυτό.»
Με το άρθρο «Συνεχίζεται το δράμα των κατοίκων της Θεσσαλονίκης» βεβαιώνεται ότι τα πραγματικά προβλήματα των αρχών δεν είναι η προστασία των σεισμόπληκτων αλλά… «Να μη διαταραχθεί η οικονομία της πόλης», «η διαβεβαίωση ανυπαρξίας κινδύνων» και το επιτακτικό ρεζουμέ «επιστρέψτε στα σπίτια σας» («Π.Σ.» φ91, 1 Ιουλίου 1978).

Στις αλάνες με τις λαϊκές επιτροπές

Άμεσος στόχος της αντίδρασης το χτύπημα των μορφών αυτοοργάνωσης των σεισμόπληκτων. Ουραγός της προσπάθειας στη συκοφάντηση και στο προβοκάρισμα των επιτροπών ο Τύπος. Η «Βραδυνή» μάλιστα αφιέρωσε κύριο πρωτοσέλιδο άρθρο ενάντια στη Συνεπή Αριστερά. Διαβάζει κανείς στην «Π.Σ.» φ91: «Προωθήθηκε και προωθείται μιας πλατιάς κλίμακας επιχείρηση στην οποία συμμετέχουν κρατικοί και παρακρατικοί φορείς με στόχο το χτύπημα των επιτροπών». Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Και τι δεν αντιμετωπίσαμε στις αλάνες. “Αγανακτισμένοι” πολίτες, ασφαλίτες, χαφιέδες, διάφοροι εγκάθετοι και λούμπεν στοιχεία. Φέραν οι παπάδες ένα πρωί λίγες κονσέρβες και μπόλικες ευχές. Στον καταυλισμό ήταν μόνο λίγες ηλικιωμένες γυναίκες, ζήτησαν τις κονσέρβες να τις μοιράσει η επιτροπή που ήξερε και τις ανάγκες των σεισμόπληκτων, οι παπάδες πήραν τις κονσέρβες και φύγαν. Μια άλλη φορά, στήθηκε προβοκάτσια με κάτι λούμπεν στοιχεία. “Μπούκαρε” η αστυνομία, αλλά βγήκαν μπροστά οι γυναίκες και στην κυριολεξία τούς…. Ξεμπρόστιασαν”».

«Η μαζική αντίδραση του αγανακτισμένου λαού έκανε ν’ αποτύχουν οι απόπειρές τους αυτές στις περισσότερες περιπτώσεις που επιχειρήθηκαν». Κι ακόμη: «Οι επιτροπές αποτελούν όργανα λαϊκής πρωτοβουλίας. Πήγασαν από τις ίδιες τις ανάγκες του κόσμου [...] συνολικά ιδωμένες καταξιώθηκαν στη συνείδηση των απλών ανθρώπων του λαού, με την ακούραστη δουλειά τους, με το πνεύμα αυταπάρνησης που από την πρώτη στιγμή έδειξαν τα μέλη τους».

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Ποιο πρόβλημα να πρωτοαντιμετωπίσεις στις αλάνες; Στο Στρατηγείο προκλήσεις των φασιστών, επίθεση της χωροφυλακής, στο Πανεπιστήμιο 100 σκηνές για 4.000 άτομα. Πλατεία Αριστοτέλους, 400 μερίδες φαΐ για 1.700 άτομα. Πολίχνη, προκλήσεις φασιστών. Νέα Ελβετία, αντιεπιτροπές, γλέντια δεξιών με το ΕΚΚΕ να τονίζει “Δεν υπάρχουν δεξιοί κι αριστεροί, υπάρχουν μόνο πατριώτες” και να συνεργάζεται με ακροδεξιά στοιχεία κι ακόμη… να είναι ενάντια στο επίδομα 10.000 δρχ. στους εργαζόμενους, γιατί “διαλύεται η οικονομία του κράτους”. Πασοκτσήδες αγανακτισμένοι πολίτες, ενάντια στις επιτροπές. Βλέπετε, στο χορό μπήκε και η αντιπολίτευση με τον Ανδ. Παπανδρέου να φέρνει γύρα τους καταυλισμούς και το ΚΚΕ να κοιτά ν’ αλώσει τις επιτροπές που δεν έλεγχε ή να κάνει το κορόιδο. Στην Καλαμαριά ήρθε η αστυνομία να διαλύσει παιδική παράσταση.

Καθημερινοί εκβιασμοί στον κόσμο να πάει να δουλέψει. Πού να πάει; Στα αμφίβολης στατικότητας εργοστάσια; Στην ΕΘΥΛ, στην ΕΚΚΟ, που όλοι ζητάνε την απομάκρυνσή τους; Το είπε κάποιος στις εργατικές κατοικίες στους Αμπελόκηπους: “Δεν δίνουν δεκάρα για τη ζωή μας. Μόνο στον ψήφο μάς θυμούνται. Τι θα γίνει με τα μεροκάματα;”. (Πού να βρεις αφεντικό να σε πληρώσει τα δουλευμένα! Όλοι την είχαν κοπανήσει στις βίλες τους στις ακτές).


Στην πλατεία Κρήτης (Μαξίμ) οι φασίστες με τα Πασόκια προσπάθησαν να μαζέψουν υπογραφές για να διαλύσουν την επιτροπή (πήραν μόνο τις δικές τους). Έστειλαν κι ένα προβοκατόρικο γράμμα «αγανάκτησης» στην εφημερίδα «Θεσσαλονίκη», που έσπευσε να το δημοσιεύσει ολόκληρο. Η απάντηση της επιτροπής ήταν το κάλεσμα μιας μεγάλης συνέλευσης των σεισμόπληκτων που κατήγγειλε αυτές τις μεθοδεύσεις και το ρόλο της εφημερίδας. Το ψήφισμα της συνέλευσης στάλθηκε στην εφημερίδα.

Στη Σταυρούπολη, ιερή συμμαχία φλωρακικών με δεξιούς μέσω αντιεπιτροπής. Και να έχεις και την εκκλησία (8.000 δεήσεις γίνανε τότε) να βεβαιώνει στους Αμπελόκηπους: «Η σπάθα του Άη Δημήτρη μάς έσωσε, δεν υπάρχει λόγος να ταραζόμαστε με το παραμικρό κουνηματάκι. Κανείς δεν πέθανε από το σεισμό αλλά από τις αμαρτίες του».

Ο δεύτερος μεγάλος σεισμός και μια ακόμη επιστημονικά εμπεριστατωμένη άποψη!

Τίτλοι κύριου άρθρου «Οι σεισμοί συνεχίζονται. Πού βαδίζει η Θεσσαλονίκη;». «Νέα ισχυρή δόνηση 1,20 τα μεσάνυχτα της Τρίτης (4 προς 5 Ιουλίου)». Νέοι βαρύγδουποι εφησυχασμοί και… η εμπεριστατωμένη «άποψη της γεωλόγου επιμελητή του ΑΠΘ Ελ. Χατζηδημητριάδη που, ερμηνεύοντας το γιατί η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου δεν παρουσίασε ζημιές σε σχέση μ’ άλλες εκκλησίες θεμελιωμένες με τον ίδιο τρόπο και στο ίδιο υπέδαφος, κατέληξε ως εξής: «Εδώ θα ήθελα να εκφράσω την ευχή μου ότι στη διαμάχη που έγινε μεταξύ αγίων για να αποφασίσουν για την καταστροφή της Θεσσαλονίκης, επικράτησε η σωτήρια απόφαση του Αγίου Δημητρίου» («Π.Σ.» φ92, 8 Ιουλίου 1978).

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Ήταν Τρίτη απόγευμα κι η Ανθούλα που είχε ξεθαρρέψει από τα κουνήματα της γης πήρε την οικογένειά της και γύριζε σπίτι της, παρατώντας την αλάνα. Αστειευόμενοι της φωνάξαμε «Ανθούλα, πού πας, το βράδυ θα γίνει σεισμός». Τι ήταν να το μελετήσουμε; Τα μεσάνυχτα μας κούνησε για τα καλά κι η Ανθούλα ξανάστρωσε τσαμασίρι στην αλάνα. Από τότε κάθε μέρα μάς ρωτούσε αν θα γίνει σεισμός, περιμένοντας την πρόβλεψή μας για να ησυχάσει. Τύφλα να 'χει ο Παπαζάχος».

Οι παροχές

«Ο τρόπος που δόθηκαν διάφορες παροχές είναι προκλητικός για τους πραγματικούς σεισμόπληκτους, είναι φειδωλός έως ανύπαρκτος» («Π.Σ.» φ92, 8 Ιουλίου 1978). «Τα προβλήματα που δημιουργήθηκαν η κυβέρνηση προσπαθεί να τα «λύσει» φορτώνοντάς τα όλα στις πλάτες του εργαζόμενου λαού. Η ανάπτυξη της λαϊκής πάλης θα καθορίσει την εξέλιξη και στο ζήτημα αυτό» («Π.Σ.» φ93, 15 Ιουλίου 1978). «Σ’ αδιέξοδο η κυβερνητική πολιτική». «Επιστρατεύεται η αντιπολίτευση». «Αλληλομετάθεση ευθυνών». «Χιλιάδες άνεργοι αντιμετωπίζουν την κρατική αδιαφορία». «Το δράμα του λαού της Θεσσαλονίκης συνεχίζεται» («Π.Σ.» φ94, 22 Ιουλίου 1978). «Όλα τα βάρη στο λαό» («Π.Σ.» φ96 12 Αυγούστου 1978).

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Ποιες παροχές είχαμε στις αλάνες; Εμείς ένα μικρό κουτάκι γάλα μακράς διάρκειας για κάθε παιδί πότε πότε, άντε και καμιά κονσέρβα που δεν ξέραμε πού να την πρωτοδώσουμε, μέτρα κυβερνητικά και “παρακυβερνητικά” υπέρ των επιχειρηματιών οι άλλοι. Τότε “μες στην πολλή σκοτούρα μας” έγινε στην Αριστοτέλους και το περίφημο γλέντι του “Τόττη”. Όλη η πόλη μια παρέα, να πάμε να φάμε, να πιούμε και να χορέψουμε. Να δείξουμε ένα ευχάριστο πρόσωπο της Θεσσαλονίκης, ότι όλα πάνε καλά. Να εξωραϊστεί η τραγική για το λαό κατάσταση. Εμείς στην αλάνα μας καλέσαμε συνέλευση και όλοι μαζί καταγγείλαμε το παραπλανητικό αυτό γεγονός, που προβόκαρε την πραγματική θέση του δοκιμαζόμενου λαού. Έτσι δεν πήγαμε στο γλέντι και σαν τον Καραγκιόζη κοιμηθήκαμε νηστικοί».

«Μέχρι τις 19 Ιουλίου 1978 είχαν ελεγχθεί 59.854 οικήματα. Από αυτά τα 10.696 θεωρήθηκαν επισκευάσιμα (κίτρινο χαρτί), τα 4.908 προς κατεδάφιση (κόκκινο). Κι όμως ακόμα και σήμερα αντικρίζει κανείς ρωγμές σε οικήματα εκείνης της εποχής. Μάθαμε και ορολογίες, θα κάνανε, λέει, “ενέσεις από μπετόν στα θεμέλια”. Θα βάζαν υποστυλώματα.

Θα, θα θα... Και μη ρωτάτε ποιες ήταν οι καλλίτερες παροχές; Είναι αυτές που δεν γίναν ακόμη κι ούτε πρόκειται να γίνουν».

Τι απόμεινε

Στις 21 Ιουνίου 1978, ξημερώνοντας η νύχτα του σεισμού, το Γραφείο Πόλης της ΚΟΘ του ΚΚΕ(μ-λ) με ανακοίνωση Τύπου ζήτησε: «Να ενημερωθεί ο λαός και να παρθούν πολιτικά μέτρα προστασίας» και έβαλε το καθήκον «Τα μέλη και οι φίλοι του κόμματος να σταθούν στο πλευρό της Θεσσαλονίκης» («Π.Σ.» φ90, 24 Ιουνίου 1978).

Κάποιος, ένας μέσα στους τόσους: «Το καλοκαίρι πέρασε κι ο κόσμος σιγά σιγά ξαναγύριζε στα σπίτια του, μαζί μ’ αυτούς, τελευταίοι κι εμείς. Τόσες μέρες κοιμόμασταν πάνω στο χώμα, μ’ ένα νάιλον πάνω από το κεφάλι μας για τέντα, δεμένο στα κλαριά ενός δέντρου. Μέχρι και ψείρες πιάσαμε. Κι όμως σαν τα μαζέψαμε για να φύγουμε, όλοι ήμασταν σκυθρωποί, λυπημένοι».

Μέσα στην αλάνα και πάθαμε πολλά και μάθαμε καμπόσα, μα πάνω απ’ όλα ζήσαμε ένα όνειρο, το πόσο όμορφοι γίνονται οι άνθρωποι σαν σμίγουν τις καρδιές τους, σαν κουβεντιάζουν τις ανάγκες τους, σαν παίρνουν τη ζωή στα χέρια τους, διεκδικώντας το δίκιο τους. Ήταν ένα μεγάλο σχολείο για τους λαϊκούς αγωνιστές οι αλάνες των σεισμών. Εκεί μάθαμε να μιλάμε απλά – πλατιά με τους ανθρώπους, να κουβεντιάζουμε τα ζόρια και τα χαΐρια μας και να εμπιστευόμαστε ο ένας τον άλλον. Μαζί διώξαμε τους χαφιέδες, τους ασφαλίτες, το παπαδαριό, το λουμπεναριό και το κακό συναπάντημα. Όλοι μαζί θεσπίσαμε τους καθημερινούς κανόνες διαβίωσης. Μαζί ξεχωρίζαμε και συντρέχαμε αυτούς που είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη. Και τα παιδάκια της αλάνας που κάθε δειλινό απασχολούνταν με διάφορες πολιτιστικές δραστηριότητες, ζωγράφιζαν με κηρομπογιές σε μικρά φύλλα από χαρτόνι, όλα αυτά που ζούσαμε κι αντιμετωπίζαμε καθημερινά. Ακόμη διατηρώ στο αρχείο μου μερικές από αυτές τις ζωγραφιές, παιδικά αναπεταρίσματα, από ένα καλοκαίρι που μας σημάδεψε όλους.

Μετά από χρόνια, όπως μοίραζα προκηρύξεις σε λαϊκή της Καλαμαριάς συνάντησα έναν από την αλάνα. Αγκαλιαστήκαμε με συγκίνηση, “θυμάσαι την αλάνα στους σεισμούς;” με ρώτησε, “ξεχνιούνται ποτέ τέτοια πράματα;” του απάντησα. “Τα λέμε… να ξαναβρεθούμε” με φώναξε καθώς αποχαιρετιζόμασταν. “Ναι, συναγωνιστή, θα σμίξουμε στις αλάνες που έρχονται, είχαμε καλό σχολείο τότε” είπα και χαμογελάσαμε και οι δυο.

Η μόνη πίεση που μπορεί να ασκήσει ο λαός είναι οι αγώνες του και όσο πιο μαζικοί και αποφασιστικοί είναι, τόσο μεγαλύτερη πίεση ασκούν» («Π.Σ.» φ824, 19 Μάη 2018)

Γ.Χ.

* Το κείμενο αυτό αφιερώνεται στη μνήμη του Ηλία Καμαρέτσου. Η συμβολή του στους αγώνες στη σεισμόπληκτη Θεσσαλονίκη ήταν καθοριστική, η λαϊκή παρουσία του στην αλάνα της πλατείας Κρήτης, υπόδειγμα για όλους, η πέρα από θυσίες και στερήσεις στάση του στο πλευρό του δοκιμαζόμενου λαού, σημείο αναφοράς που ποτέ δεν θα λησμονήσουμε. Άνοιγε δρόμους ο Ηλίας στις αλάνες των σεισμών, που ακόμα τους βαδίζουμε.

Προλεταριακή Σημαία

Ακολουθούν σπάνιες φωτογραφίες από τη Μηχανή του Χρόνου:






Δεν υπάρχουν σχόλια: