12 Ιανουαρίου 2020

ΕΛΛΑΔΑ-ΤΟΥΡΚΙΑ: Κλιμακώνεται, επεκτείνεται και απειλεί τους λαούς ο αντιδραστικός ανταγωνισμός των δύο εξαρτημένων αστικών τάξεων

Σε διαρκή αλληλοτροφοδότηση βρίσκεται ο αντιδραστικός ανταγωνισμός των δύο εξαρτημένων αστικών τάξεων Ελλάδας και Τουρκίας, που αρχίζει να επεκτείνεται επικίνδυνα σε πολλά μέτωπα και πεδία, κάτω από το πλαίσιο που διαμορφώνει ο ανταγωνισμός των ιμπεριαλιστών και σε μια φάση που η περιοχή βυθίζεται ολοένα και περισσότερο στη δίνη των ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων και τυχοδιωκτισμών (βλέπε επίθεση ΗΠΑ και δολοφονία Σουλεϊμανί) για τον έλεγχό της, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους λαούς.

Καμιά εξέλιξη στις ελληνοτουρκικές σχέσεις ή καλύτερα στις αντιθέσεις που διέπουν τις αστικές τάξεις των δύο χωρών δεν μπορεί να ιδωθεί καθολικά και εν τέλει σωστά αν παραλειφθούν δύο σημαντικές πλευρές που καθορίζουν αυτές τις σχέσεις. Πλευρές οι οποίες μπορούν χωρίς μονομέρειες να ερμηνεύσουν από τη σκοπιά του λαϊκού παράγοντα τον ανταγωνισμό τους που αυξάνει επικίνδυνα.

Πρώτα απ’ όλα ο καθοριστικός ρόλος της εξάρτησης των δύο χωρών από τον ιμπεριαλιστικό παράγοντα αλλά και τον ανταγωνισμό των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Τόσο η μια όσο και η άλλη, αν και σε διαφορετικό βαθμό και με διαφορετικό τρόπο, βιώνουν τη διπλή εξάρτηση από τις ΗΠΑ και τους δυτικοευρωπαίους ιμπεριαλιστές (ΕΕ).

Κατά δεύτερο, αναφερόμαστε σε υπαρκτές αντιθέσεις των δύο αστικών τάξεων, που ενώ οι ρίζες τους βρίσκονται στους όρους συγκρότησης των δύο κρατών, έχουν σύγχρονη βάση και αφορούν ζητήματα κυριαρχίας και ζωτικού χώρου, από τα οποία καμιά δεν είναι διατεθειμένη να παραιτηθεί μόνιμα, ουσιαστικά και οικειοθελώς υπέρ της άλλης.

Την τελευταία δεκαετία, η αναβάθμιση της παρουσίας της Ρωσίας και οι σφήνες στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις έβαλε στην «εξίσωση» έναν ακόμη ισχυρό παράγοντα που επηρεάζει τις κινήσεις όλων και περιπλέκει παραπέρα το κουβάρι των αντιθέσεων. Επίσης, στις ενεργές αναμεταξύ τους αντιθέσεις των προηγούμενων δεκαετιών προστέθηκαν οι αντιθέσεις γύρω από τις ΑΟΖ, που ακριβώς χρησιμοποιούνται πριν απ’ όλα από τους αμερικάνους ιμπεριαλιστές σαν εργαλείο ευθυγράμμισης των ντόπιων αστικών τάξεων και για αναπαραγωγή της επικυριαρχίας και του επιδιαιτητικού τους ρόλου στην περιοχή και σε ανταγωνισμό με τους υπόλοιπους ιμπεριαλιστές. Ενώ φανερά δυνάμωσαν οι φόβοι αλλά και οι μωροφιλοδοξίες της καθεμιάς, η ανάγκη τους, αν θέλετε, να αποκτήσουν καλύτερη θέση και ρόλο -ενεργειακό και όχι μόνο- στην Ανατολική Μεσόγειο-Βόρεια Αφρική. Πάντα βέβαια κάτω και μέσα στο πλαίσιο που διαμορφώνει η «αναβάθμιση» της περιοχής ως κρίσιμο πεδίο της γεωστρατηγικής αντιπαράθεσης και διαπάλης των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων για τον έλεγχό της, όπως περιγράφεται σε άλλο άρθρο αυτού του αφιερώματος.

Στην κατεύθυνση αυτή, η τούρκικη αστική τάξη, τυχοδιωκτικά και «παίζοντας με τη φωτιά», αξιοποιεί τη φανερή ανάγκη των ΗΠΑ να μη διακυβεύσουν τη στρατηγική τους σχέση με την Τουρκία. Ταυτόχρονα υπογραμμίζει προς τον Λευκό Οίκο την απαίτησή της να διαλυθούν οι ανησυχίες της για την ακεραιότητα του κράτους της (σχέση ΗΠΑ-Κούρδων) και να τη λάβουν σοβαρά υπόψη στην ενεργειακή μοιρασιά της Ανατολικής Μεσογείου. Από την άλλη, εκμεταλλεύεται την επιδίωξη της Ρωσίας να αντιμετωπίσει τον ενεργειακό αποκλεισμό και τη στρατηγική περικύκλωση των Αμερικανών, βάζοντας σφήνες στη Δύση. Έτσι, την ώρα που γράφονταν αυτές οι γραμμές, ο Ερντογάν συναντούσε τον Πούτιν για τα εγκαίνια του πρώτου τμήματος του Turk Stream, που μαζί με τη συμφωνία για το πυρηνικό εργοστάσιο, τη συνεργασία της Τουρκίας με τη Ρωσία στη σύγκρουση για τον έλεγχο της Συρίας και φυσικά την αγορά των S-400 αποτελούν τα αγκάθια των αμερικανοτουρκικών σχέσεων. Εκ παραλλήλου, χρησιμοποιεί και το προσφυγικό ζήτημα για να διαπραγματευτεί με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Επίσης, προσπαθώντας να εκμεταλλευτεί τη σχετική υπεροχή της έναντι της ελληνικής αστικής τάξης, τις αντιδράσεις που έχει δημιουργήσει η σχέση τής Ελλάδας με το σιωνιστικό-φασιστικό Ισραήλ, για να υπογραμμίσει (προς τους ιμπεριαλιστές αλλά και στην ανταγωνίστρια ελληνική αστική τάξη) τη θέση της πως κάθε ενεργειακό πρότζεκτ στην Ανατολική Μεσόγειο ή θα την εμπεριέχει ή απλά δεν θα μπορεί να προχωρήσει.

Έτσι, η προκλητική κίνηση του τουρκολιβυκού συμφώνου, και στις δύο του όψεις, αντανακλά αυτή την προσπάθεια. Από τη μια με τη μαξιμαλιστική οριοθέτηση των ΑΟΖ μεταξύ Λιβύης και Τουρκίας εξαφανίζεται πλήρως η επήρεια νησιών όπως η Ρόδος, η Κρήτη ή του νησιωτικού κράτους της Κύπρου. Στην προοπτική ενός νότιου ενεργειακού διαδρόμου που δεν θα την περιλαμβάνει, παρεμβάλλει μια θαλάσσια ζώνη τουρκολιβυκής κυριαρχίας, χρησιμοποιώντας τη συμφωνία σαν ένα ακόμη χαρτί στη συνολική διαπραγμάτευση που κάνει. Από την άλλη, με τη στρατιωτική πλευρά της συμφωνίας, δηλώνει έτοιμη να αντιμετωπίσει την επέκταση προς τη Βόρεια Αφρική της σοβαρής διαπάλης με Αίγυπτο, Σαουδική Αραβία και ΗΑΕ για την ηγεμονία στον «σουνιτικό κόσμο». Κινούμενη ταυτόχρονα οριακά δίπλα ή πάνω στις κόκκινες γραμμές του αμερικανικού, του ρώσικου αλλά και του ευρωπαϊκού ιμπεριαλισμού. Διακινδυνεύοντας με αυτό το άπλωμα των ποδιών της να βρεθεί μετέωρη και αντιμέτωπη με προβλήματα πολλαπλάσια αυτών που πάει να λύσει.

Η ελληνική αστική τάξη, βγαλμένη από μια φάση αποδυνάμωσης της θέσης της, μετά το 2015, είδε, κι αυτό όχι χωρίς δισταγμούς και ερωτήματα που μέχρι σήμερα συνεχίζονται, όλη την αμερικανική αντιρωσική παρέμβαση από τα Βαλκάνια έως την Ανατολική Μεσόγειο σαν μεγάλη ευκαιρία να ανακτήσει μέρος του χαμένου ρόλου και της θέσης της στην περιοχή και σε ευθύ ανταγωνισμό με την αστική τάξη της Τουρκίας. Ιδιαίτερα προσπάθησε να εκμεταλλευτεί την επιδείνωση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων και την ανάδειξη της ίδιας ως πειθήνιου και «προβλέψιμου» υποτακτικού, που μετατρέπει τη χώρα του σε αναβαθμισμένη πολεμική πλατφόρμα, σε προνομιακό «συνομιλητή» των ΗΠΑ.

Γρήγορα προσγειώθηκε (όπως δείχνει και η επίσκεψη Μητσοτάκη στις ΗΠΑ) ως προς το τελευταίο σκέλος, προσπαθώντας να ισορροπήσει από τη μια στο ρόλο του «μοχλού» για την επαναφορά της Τουρκίας στο αμερικανονατοϊκό μαντρί και από την άλλη στην εκμετάλλευση της συγκυρίας για τη δημιουργία μιας σειράς δεδομένων υπέρ της στο ενεργειακό (και όχι μόνο) πεδίο και στον ανταγωνισμό της με την τουρκική αστική τάξη. Η προώθηση των τριμερών συνεργασιών με Κύπρο, Ισραήλ, Αίγυπτο, που επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ και έχουν και επίσημα την αμερικανική σφραγίδα, έγιναν με τέτοιο σκεπτικό.

Ρόλο στην όλη ιστορία φαίνεται να έπαιξαν και οι μωροφιλοδοξίες της ελληνοκυπριακής αστικής τάξης, που θεωρεί -τρομάρα της- απόδειξη της «αναβάθμισής» της την παραχώρηση των ενεργειακών οικοπέδων στα δυτικά μονοπώλια ή κινήσεις που δείχνουν το ενδιαφέρον «των μεγάλων». Όπως το αίτημα του γαλλικού ιμπεριαλισμού (που έγινε δεκτό) για παραχώρηση ναυστάθμου ή, πολύ περισσότερο, η πρόσφατη άρση του εμπάργκο όπλων που εμπεριέχεται στον νόμο East Med Act και γενικότερα το στενό μαρκάρισμα των ΗΠΑ, ώστε να την εντάξουν σε δομές-προθάλαμο του ΝΑΤΟ!

Για να φτάσουμε στη σημερινή φάση με τις υπογραφές στην Αθήνα για τον East Med, μια κίνηση που καθόλου τυχαία γίνεται μία εβδομάδα μετά το νομοσχέδιο East Med Act που επισημοποιεί την αναβάθμιση της Ανατολικής Μεσογείου στις επιθετικές στρατηγικές επιδιώξεις των ΗΠΑ. Κίνηση που αποτελεί εκδούλευση στην προσπάθεια των ΗΠΑ να ανακόψουν την ενεργειακή σχέση Ρωσίας – Ευρωπαϊκής Ένωσης και να δημιουργήσουν τους όρους για μια πρωτοκαθεδρία τους στην ενεργειακή τροφοδοσία της Ευρώπης, δένοντας τη χώρα στο άρμα των εμπόρων του πολέμου! Μία κίνηση που η ελληνική αστική τάξη χρησιμοποιεί για να απομονώσει την τούρκικη τάξη, λειτουργώντας και από τη δική της πλευρά το ίδιο μαξιμαλιστικά. Θεωρώντας περίπου ότι η επήρεια του Καστελόριζου μπορεί να είναι ίδια ή και μεγαλύτερη από την επήρεια της μεγάλης νότιας ακτογραμμής της Τουρκίας.

Φυσικά, όπως η τουρκική αστική τάξη επικαλείται το «διεθνές δίκαιο» για τις προκλητικές της κινήσεις, έτσι πράττει και η ντόπια αστική τάξη. Κάνοντας πως ξεχνάει ότι υπογράφει συμφωνίες με μια χώρα όπως το φασιστικό Ισραήλ που ως καταχτητής καταπατά κατάφωρα τα δικαιώματα της Παλαιστίνης και εκμεταλλεύεται εκ προοιμίου άδικα τον φυσικό πλούτο της στην ξηρά και τη θάλασσα. Τόσο άδικο το «δίκαιο»! Κίνηση, τέλος, που έχει περισσότερο και μέχρι στιγμής αποκλειστικά θα λέγαμε πολιτική σημασία, όχι διότι από οικονομο-τεχνική άποψη είναι και με τα δικά τους στοιχεία αβέβαιη και ασύμφορη, αλλά κυρίως γιατί η τελική απόφαση θα εξαρτηθεί πλήρως από το πώς θα εξελιχθεί ο ανελέητος ιμπεριαλιστικός ανταγωνισμός.

Προλεταριακή Σημαία - http://www.kkeml.gr/

Δεν υπάρχουν σχόλια: