14 Ιουνίου 2020

Αλμπέρτο Σόρντι: 100 χρόνια από την γέννηση του μεγάλου Ιταλού ηθοποιού

Ένα άρθρο του Χάρη Αναγνωστάκη στο Αθηναϊκό-Μακεδονικό Πρακτορείο μας θύμισε πως στις 15 Ιουνίου συμπληρώνονται 100 χρόνια από την γέννηση του μεγάλου Αλμπέρτο Σόρντι.
Σύμφωνα με μια συνοπτική βιογραφία του ο Αλμπέρτο Σόρντι που υπήρξε ένας από τους σημαντικότερους Ιταλούς ηθοποιούς του 20ού αιώνα ήταν επίσης σκηνοθέτης και σεναριογράφος σε πολλές ταινίες ενώ τα πρώτα χρόνια της καριέρας του εργάστηκε στην μεταγλώττιση δεκάδων ξένων ταινιών. Γεννήθηκε στη Ρώμη, στην περιοχή Τραστέβερε, στις 15 Ιουνίου του 1920. Ο πατέρας του ήταν μουσικός και η μητέρα του δασκάλα. Όταν ήταν μαθητής παρουσίαζε σε συνομηλίκους του δικές του παραστάσεις με μαριονέτες και συμμετείχε στην παιδική χορωδία, στην Καπέλα Σιστίνα (Cappella Sistina), υπό τη διεύθυνση του Λορέντσο Περόζι . Ξεκίνησε να σπουδάζει στο Istituto di Avviamento Commerciale αλλά εγκατέλειψε τις σπουδές του και πήγε στο Μιλάνο για να σπουδάσει υποκριτική στην Accademia dei Filodrammatici. Σύντομα όμως τον έδιωξαν, επειδή δεν μπορούσε να αποβάλει την προφορά της Ρώμης, ένα από τα προσωπικά του χαρακτηριστικά, που αργότερα τον έκαναν διάσημο. Αρκετά χρόνια αργότερα κατάφερε τελικά να πάρει το πτυχίο της λογιστικής για χάρη της μητέρας του.

Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του ’40 εμφανίστηκε σε πολλές παραστάσεις επιθεώρησης ενώ μέχρι και της αρχές της δεκαετίας του ’50 συμμετείχε και σε ραδιοφωνικές εκπομπές (Rosso e Nero, Oplà και Vi parla Alberto Sordi), στις οποίες δημιούργησε διάφορους πολύ δημοφιλείς χαρακτήρες όπως ο Signor Dice (σε συνεργασία με τους Φιορέντσο Φιορεντίνι (Fiorenzo Fiorentini) και Έτορε Σκόλα), ο Conte Claro και ο Mario Pio.


Στον κινηματογράφο εμφανίστηκε για πρώτη φορά το 1937 ως κομπάρσος στις ταινίες Scipione l’Africano και Giarabub. Από τότε και μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50 συμμετείχε, σε δευτερεύοντες ρόλους, σε περισσότερες από δέκα ταινίες. Πρωταγωνιστικό ρόλο είχε στις ταινίες I tre aquilotti, του Mario Mattòli, (1942), Mamma mia che impressione! (1951) και Via Padova 46, του Giorgio Bianchi (1953). Το 1937 επιλέχτηκε για να ντουμπλάρει τη φωνή του Όλιβερ Χάρντι. Συνέχισε να εργάζεται στην μεταγλώττιση ταινιών μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’50.

Στα περισσότερα από 50 χρόνια που δούλεψε στο σινεμά, συνεργάστηκε με τον Φεντερίκο Φελίνι, τον Βιτόριο ντε Σίκα, τον Μάριο Μονιτσέλι και τον Ντίνο Ρίζι. Μεταξύ άλλων, έπαιξε δίπλα στον Βιτόριο Γκάσμαν και τη Μόνικα Βίτι, σε ταινίες όπως ο «Λευκός Σεΐχης», «Οι Βιτελόνι», τον «Απερίγραπτο κόμη Μαξ» και τους «Δυο αχώριστους εχθρούς», όπου πρωταγωνίστησε μαζί με τον Ντέιβιντ Νίβεν. Εκτός από τους κωμικούς ρόλους, για τους οποίους έγινε περισσότερο γνωστός, ο Σόρντι έπαιξε και αρκετούς δραματικούς ρόλους με επιτυχία, όπως στον «Ανθρωπάκο» του Μάριο Μονιτσέλι. O ρόλος του ήταν ενός πατέρα που παίρνει τη δικαιοσύνη στα χέρια του όταν ο γιος του σκοτώνεται. Εκτός από πρωταγωνιστής, τέλος, ο Σόρντι υπήρξε και σκηνοθέτης αρκετών ταινιών, ανάμεσά τους και της τελευταίας του κινηματογραφικής εμφάνισης, «Incontri proibiti» του 1998.

Παρά το χαμόγελο, το οποίο έφερναν στον κόσμο πολλές από τις ταινίες του αναφέρονταν σε κοινωνικά προβλήματα και ανθρώπινες αδυναμίες. «Ολες μου οι ταινίες βασίζονται σε πολύ σοβαρά και δραματικά θέματα, πράγματα που υπάρχουν σε ιστορίες της αληθινής ζωής», είχε πει στην εφημερίδα «Corriere della Serra». Και ο ίδιος όμως ήταν συγκρατημένος στην προσωπική του ζωή, όπου προτιμούσε να ακούει όπερα και να συλλέγει αντίκες.


Πέθανε το 2003 σε ηλικία 83 ετών, στο σπίτι του στη Ρώμη, από καρδιακή προσβολή. Στην επέτειο των 80 του χρόνων, η πόλη της Ρώμης τον ανακήρυξε τιμητικά δήμαρχο, ενώ στη Μόστρα του 1995 τού είχε απονεμηθεί τιμητικός «Χρυσό Λιοντάρι».
Ανάμεσα σε άλλα ο Χάρης Αναγνωστάκης σημειώνει «Σήμερα, μια εποχή που μοιάζει βγαλμένη από το πλέον απαισιόδοξο δυστοπικό σενάριο, η απώλεια του Σόρντι και όλων αυτών των μεγάλων ηθοποιών, αλλά και σκηνοθετών, σεναριογράφων, ανθρώπων της τέχνης και του πνεύματος, είναι τεράστια. Το λαϊκό σινεμά και μαζί το γέλιο και το δάκρυ, η ανόθευτη συγκίνηση, υπήρξε το αποκούμπι για τέσσερις γενιές. Στις μέρες μας, μπορεί να υπάρχει διασκέδαση, ψυχαγωγία, συγκίνηση, αλλά δεν υπάρχει το βάθος, το δέσιμο με τους πρωταγωνιστές και το φυσικό πηγαίο ταλέντο τους. Και αυτό το ξέρουμε πολύ καλά και στη χώρα μας»

π

Δεν υπάρχουν σχόλια: