01 Αυγούστου 2021

1/8/1921. Ξεκινά η επίθεση προς την Άγκυρα. Η αρχή του τέλους της Μεγάλης Ιδέας και της Μικρασιατικής Εκστρατείας

Δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία φύλ. 899, στις 24/7/2021


Την 1η Αυγούστου του 1921 (με το παλιό ημερολόγιο) ο ελληνικός στρατός που βρισκόταν στη Μικρά Ασία πήρε εντολή να ξεκινήσει μια ακόμη τυχοδιωκτική επίθεση. Αυτή τη φορά μέσω της Αλμυρής Ερήμου με κατεύθυνση την Άγκυρα. Ένα χρόνο αργότερα θα γραφόταν ο τραγικός επίλογος με την άτακτη υποχώρησή του και τη Μικρασιατική Καταστροφή.

Τι προηγήθηκε

Σε συντομία να αναφέρουμε ότι η μικρασιατική εκστρατεία ξεκίνησε με τη στήριξη της ελληνικής πλευράς κυρίως από τον αγγλικό και γαλλικό ιμπεριαλισμό, με στόχο την καταστολή της εθνικής εξέγερσης του Κεμάλ εναντίον του Σουλτάνου και τον έλεγχο της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Έτσι τον Μάιο του 1919 ο ελληνικός στρατός κατέλαβε τη Σμύρνη και ο στρατός του Κεμάλ αλλά και οι τσέτες αντάρτες ξεκίνησαν την ένοπλη αντίσταση στην επέμβαση.


Το καλοκαίρι του 1920, ελληνικές δυνάμεις μαζί με βρετανικές, κατέλαβαν αρκετές πόλεις της δυτικής Μικρασίας (Πάνορμος, Μουδανιά, Προύσα, Νικομήδεια, Ουσάκ). Φυσικά και δεν υπήρχε κανένας λόγος υπεράσπισης ελληνικού στοιχείου στην περιοχή αυτή. Ο ελληνικής καταγωγής πληθυσμός ήταν ισχνή μειοψηφία. Ακόμα και στην ευρύτερη περιοχή της Σμύρνης, τα επίσημα στατιστικά στοιχεία από την ελληνική πλευρά δείχνουν ότι ο ελληνικός πληθυσμός ήταν ισάριθμος με τον τουρκικό. Η προέλαση του στρατού στην βορειοδυτική Μικρασία εξυπηρετούσε τους Άγγλους γιατί θα λειτουργούσε ως πρώτη γραμμή άμυνας από τις επιθέσεις των Κεμαλικών προς την Κωνσταντινούπολη. Επίσης εξυπηρετούσε και τα ελληνικά σχέδια για μελλοντική κατάληψη όλη της Μικρασίας.

Στις 28/7/1920 ο Βενιζέλος θα υπογράψει τη Συνθήκη των Σεβρών με την οποία η Μ. Βρετανία, η Γαλλία και άλλα κράτη (μέσα σε αυτά και η Ελλάδα) θα καταλάμβαναν ένα μεγάλο μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αφήνοντας στους Τούρκους περίπου το 40% του σημερινού τουρκικού εδάφους. Με αυτήν παραχωρούνταν στην Ελλάδα η δυτική και ανατολική Θράκη μέχρι τα περίχωρα της Κωνσταντινούπολης, η Ίμβρος, η Τένεδος, η Σμύρνη και η ευρύτερη περιοχή της. Ήταν ολοφάνερο ότι οι Δυτικοί ήθελαν να χρησιμοποιήσουν τον ελληνικό στρατό ενάντια στον κεμαλικό, σε μια δύσκολη στιγμή γι’ αυτούς. Να σημειώσουμε ότι μέχρι το καλοκαίρι του 1920 ο στρατός του Κεμάλ κατάφερε σοβαρά πλήγματα στο στρατό των Αγγλογάλλων, απειλώντας ακόμα και την Κωνσταντινούπολη.

Φυσικά η Συνθήκη των Σεβρών δεν έγινε δεκτή από τον Κεμάλ γι’ αυτό και χαρακτηρίστηκε πολύ εύστοχα όχι ως «συμφωνία ειρήνης» αλλά ως «συμφωνία πολέμου», προμηνύοντας σοβαρούς κινδύνους για την ελληνική πλευρά. Το ΣΕΚΕ(Κ), που κρατούσε συνεχώς μια αντιπολεμική στάση, κατήγγειλε τη Συνθήκη και απαίτησε τον τερματισμό του πολέμου, κάτι που απηχούσε και τις διαθέσεις των ελλήνων στρατιωτών, αφού βρίσκονταν σε μια συνεχή πολεμική εμπλοκή από τις αρχές του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου.

Στο επόμενο διάστημα η κεμαλική αντίσταση δυνάμωνε με σημαντικές νίκες στο ανατολικό μέτωπο με τους Αρμενίους και τους Γάλλους. Σε μια άκρως τυχοδιωκτική κίνηση, ο Βενιζέλος, το Σεπτέμβρη του 1920 προτείνει στους Άγγλους την επίθεση προς την Άγκυρα και τον Πόντο με στόχο την ίδρυση ανεξάρτητου ποντιακού κράτους. Η ήττα του στις εκλογές του Νοεμβρίου θα αναβάλει προσωρινά τα σχέδιά του. Ο βασικός όμως λόγος που δεν υιοθετήθηκε η πρότασή του ήταν το γεγονός ότι οι Δυτικοί είχαν ήδη αρχίσει να έχουν μυστικές συνομιλίες με τον Κεμάλ, λόγω της διαφαινόμενης αδυναμίας καθυπόταξης του κινήματος του.


Τις εκλογές που έγιναν τον Νοέμβρη του 1920 κερδίζουν οι αντιβενιζελικοί με επικεφαλής τον Γούναρη και με υπόσχεση για λήξη του πολέμου («οίκαδε» ήταν το βασικό τους σύνθημα), πράγμα που υποδηλώνει τη φανερή δυσαρέσκεια του ελληνικού λαού για τη συνέχισή του και την γενικότερη απαίτηση για επιστροφή των στρατιωτών στα σπίτια τους. Το 13% που πήρε το ΣΕΚΕ(Κ) στις εκλογές είναι δείγμα διαδικασιών ριζοσπαστικοποίησης των ευρύτερων λαϊκών μαζών.

Αμέσως μετά ο γερμανόφιλος βασιλιάς Κωνσταντίνος ανεβαίνει ξανά στο θρόνο και οι Δυτικοί «σύμμαχοι» έχουν πλέον την αφορμή να αθετήσουν τις υποσχέσεις τους προς την Ελλάδα, να αποσύρουν την εμπιστοσύνη τους στον ελληνικό στρατό και να προσεγγίσουν ακόμη περισσότερο την κεμαλική πλευρά, επιδιώκοντας ειρήνευση.

Η νέα κυβέρνηση κάνοντας στροφή 180 μοιρών αποφασίζει αντί της απόσυρσης των στρατευμάτων από το μικρασιατικό μέτωπο, την ακόμα μεγαλύτερη εμπλοκή της με στόχο την συντριβή του κεμαλικού κινήματος και την επέκταση του πολέμου στα βάθη της Ανατολίας.

Οι προσπάθειες των Άγγλων (διεθνής Σύσκεψη στο Λονδίνο Φλεβάρης-Μάρτης του 1921) για εξεύρεση λύσης δεν έφεραν αποτέλεσμα και η ελληνική πλευρά αμέσως μετά θα προχωρήσει σε επιστράτευση και νέα επίθεση τον Μάρτη, καταλαμβάνοντας το Αφιόν Καραχισάρ και το Εσκί Σεχίρ. Η νέα συμβιβαστική πρόταση των «Συμμάχων» το Μάιο του 1921 απορρίφθηκε ξανά με ευθύνη κυρίως της Ελλάδας. Μάλιστα στις 29 Μαΐου (συμβολική ημερομηνία) έφτασε στη Σμύρνη ο ίδιος ο βασιλιάς Κωνσταντίνος για να σηματοδοτήσει την απόφαση για νέες επιθετικές ενέργειες και την κατάληψη της Άγκυρας.

Η επίθεση προς την Άγκυρα

Την 1η Αυγούστου του 1921 ξεκινά η επίθεση των Ελλήνων με 120.000 στρατιώτες προς την Άγκυρα, μέσω της Αλμυρής Ερήμου. Μέσα σε μια εβδομάδα θα βρεθούν στο Σαγγάριο (μερικά χιλιόμετρα έξω απ’ την Άγκυρα) αλλά η αντίσταση και η αντεπίθεση των Τούρκων θα σταματήσει την «ένδοξη» πορεία των Ελλήνων και θα τους αναγκάσει σε υποχώρηση στα τέλη Αυγούστου. Ήταν πρακτικά αδύνατο να μπορέσει ο ελληνικός στρατός να διατηρήσει ένα τεράστιο μέτωπο 700 χλμ, αποκομμένος από τη βάση του που ήταν η Σμύρνη και μέσα σε ένα τόσο εχθρικό περιβάλλον στο οποίο βαλλόταν όχι μόνο από τον κεμαλικό στρατό αλλά και από τις αστείρευτες λαϊκές δυνάμεις της τουρκικής επαρχίας που ενίσχυαν συνεχώς τους τσέτες αντάρτες.

Πλέον ήταν η σειρά των Τούρκων να αρνηθούν τις προτάσεις των Δυτικών για ειρήνευση. Ο υπέρ τους συσχετισμός επέτρεπε να απαιτούν συνθηκολόγηση και αποχώρηση των ελληνικών στρατευμάτων από τη Μικρασία. Τον Οκτώβρη του 1921 ο Κεμάλ ήρθε σε μυστική συμφωνία με τους Γάλλους με την οποία ακυρώθηκε η συνθήκη των Σεβρών. Το σημαντικότερο όμως γεγονός ήταν η αποχώρηση των Γάλλων από την Κιλικία και η παράδοση πολεμικού υλικού τους (μέχρι και αεροπλάνα) στους Τούρκους. Αντίστοιχα και οι Ιταλοί αναγνώρισαν ως νόμιμη κυβέρνηση της Τουρκίας αυτήν του Κεμάλ και αποχώρησαν από τη νοτιοδυτική Μικρασία τον Απρίλη του 1922, αναγκάζοντας τον ελληνικό στρατό να στείλει μέρος των δυνάμεών του για την κάλυψη του κενού.


Ο χρόνος μέχρι τον Αύγουστο του 1922 χαρακτηρίστηκε ως «χρόνος αδράνειας» αλλά περισσότερο θα λέγαμε ότι ήταν ένα χρονικό διάστημα μέσα στο οποίο η ελληνική κυβέρνηση αναγκάστηκε «δια της αδράνειας» να παραδεχτεί ότι δεν μπορούσε να κερδίσει τον πόλεμο.

Κι όμως ο τυχοδιωκτισμός δεν έλειψε ούτε σ’ αυτή τη φάση. Η ελληνική κυβέρνηση επιχείρησε τον Ιούλη του 1922 να στρέψει το μέτωπο του πολέμου στην ανατολική Θράκη με στόχο να καταλάβει την… Κωνσταντινούπολη! Φυσικά κάτι τέτοιο δεν έγινε αποδεκτό από τους «Συμμάχους», αναγκάζοντας την ελληνική πλευρά να εγκαταλείψει τα σχέδιά της. 

 Βλέπουμε δηλαδή ότι διπλωματικά -ίσως και στρατιωτικά- ο Κεμάλ υπερτερούσε. Η τραγική κατάληξη της μικρασιατικής εκστρατείας είχε ήδη διαγραφεί. Στις 13 Αυγούστου του 1922 ο κεμαλικός στρατός ξεκίνησε μια σφοδρή αντεπίθεση που σήμανε την άτακτη φυγή του ελληνικού στρατού. Στη φάση αυτή οι θηριωδίες εναντίον των αμάχων από τον ελληνικό στρατό κατά την υποχώρησή του ήταν απίστευτες. Βέβαια και το προηγούμενο διάστημα, από την έναρξη της μικρασιατικής εκστρατείας μέχρι και τη λήξη της, οι ελληνικές βιαιοπραγίες θα μπορούσαν να χαρακτηριστούν μόνο με μία λέξη: Βαρβαρότητα! Μπορεί να μην καταγράφηκαν στα επίσημα ελληνικά βιβλία αλλά υπάρχουν σε μαρτυρίες άγγλων και γάλλων διπλωματών, ακόμα και ελλήνων στρατιωτών σε ημερολόγιά τους. Από το 1919 ακόμα, ο ελληνικός στρατός προχώρησε σε οργανωμένες σφαγές στη Σμύρνη και τη γύρω περιοχή, σε μια προσπάθεια να καμφθεί το ηθικό του τουρκικού πληθυσμού που ήταν και ο αιμοδότης του στρατού του Κεμάλ και των ανταρτών. Τα χειρότερα όμως έγιναν κατά την υποχώρηση. Ολόκληρα χωριά βομβαρδίστηκαν και πυρπολήθηκαν, άμαχοι βασανίστηκαν, γυναίκες βιάστηκαν. Η καταστροφή χωριών στην Προποντίδα και τον Πόντο έχουν καταγραφεί ιστορικά, όπως και η πυρπόληση της Νικομήδειας, της Μαγνησίας και η σφαγή μουσουλμάνων στο Αφιόν Καραχισάρ, Εσκί Σεχίρ κ.α. Αντίστοιχες πράξεις βέβαια έγιναν κι από τον τουρκικό στρατό. Και μόνο η περιγραφή αυτής της απίστευτης κτηνωδίας απαιτεί ένα ξεχωριστό σημείωμα που ίσως προγραμματιστεί για το μέλλον.

Όπως συμβαίνει συνήθως, τα αντίποινα δεν αλλάζουν τη ροή των πολέμων. Τίποτα από αυτά δεν ήταν ικανό να σταματήσει το χρόνο που κυλούσε αντίστροφα προς την καταστροφή της Σμύρνης το Σεπτέμβρη του 1922.

Πηγές:

«Η Μικρασιατική Καταστροφή 1918-1923», Νίκος Ψυρούκης, εκδ. «Επικαιρότητα»

«Μεγάλη Ιστορία της Ελλάδας» τ. 25, Γιάνης Κορδάτος, εκδ. «20ος Αιώνας»

«Η Μικρασιατική Καταστροφή και το ξερίζωμα του ελληνισμού», Τάσος Βουρνάς, εκδ. Τολίδη

«Ιστορία της σύγχρονης Ελλάδας 1909-1940»- Τάσος Βουρνάς, εκδ. Τολίδη

«Η Μικρασιατική Καταστροφή και η στρατηγική του ιμπεριαλισμού στην Ανατολική Μεσόγειο», Διδώ Σωτηρίου, εκδ. Κέδρος

Σ.Σ.

http://istoriakk.blogspot.com/ 

Δεν υπάρχουν σχόλια: