11 Ιουνίου 2018

Σχετικά με τα καλέσματα για αντιπολεμικές πρωτοβουλίες

Το τελευταίο διάστημα γίναμε αποδέκτες προτάσεων για τη συγκρότηση πρωτοβουλιών πάνω στο ζήτημα του αντιπολεμικού κινήματος από διαφορετικές μεριές. Καταρχάς, η πρώτη απεύθυνση προήλθε από την πλευρά των οργανώσεων που την ερχόμενη Τρίτη 12/6 καλούν σε «ιδρυτική συνέλευση για έναν Πανελλαδικό Αντιπολεμικό Κινηματικό Συντονισμό». Στη συνέχεια, για το ίδιο θέμα, ακολούθησε κάλεσμα από την ΑΝΤΑΡΣΥΑ για «Αντιπολεμική, Αντιιμπεριαλιστική, Διεθνιστική Πρωτοβουλία» και στη βάση αυτού πραγματοποιήθηκε την Τετάρτη 6/6 σύσκεψη πολιτικών δυνάμεων, η οποία δεν κατέληξε κάπου και ανανέωσε τη συνάντησή της για την Τετάρτη 13/6, με σκοπό την τελική επικύρωση του πολιτικού πλαισίου και τη διοργάνωση αντιπολεμικού διημέρου δράσης στις αρχές του Ιούλη.

Το ότι παρατηρείται μια αυξημένη «κινητικότητα» -τουλάχιστον σε επίπεδο καλεσμάτων- αναφορικά με το θέμα του αντιπολεμικού κινήματος μπορούμε να πούμε πως έχει και θετικά χαρακτηριστικά. Πόσο μάλλον, όταν αυτή διαδέχεται μια παρατεταμένη περίοδο «σιωπής» από τη μεριά της πλειονότητας των δυνάμεων που αναφέρονται στην αριστερά, με ηχηρές απουσίες, υποτιμήσεις, προβληματικές και αποπροσανατολιστικές στάσεις στα ζητήματα που τέθηκαν τον τελευταίο καιρό, είτε επρόκειτο για το «Μακεδονικό», είτε για την όξυνση της ελληνοτουρκικής αντιπαράθεσης, είτε ακόμα και για την ιμπεριαλιστική επέμβαση στη Συρία. Σε αυτά έχουμε αναφερθεί αναλυτικά όλο το προηγούμενο διάστημα και η τοποθέτηση μας, καθώς και η στάση που κρατήσαμε, είναι καταγεγραμμένη.

Θεωρούμε, λοιπόν, πως η διάθεση που έχει επιδειχτεί για τη συγκρότηση αντιπολεμικών πρωτοβουλιών από πολλές και διαφορετικές δυνάμεις, με ποικίλες αφετηρίες και καταβολές, είναι μια βάση. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν δύο πολύ σοβαρά ζητήματα που παραμένουν κατά την άποψή μας ανοικτά και θέλουμε να τα επισημάνουμε, μιας και τα θεωρούμε βασικές προϋποθέσεις για να περπατήσει η οποιαδήποτε προσπάθεια σε αυτήν την κατεύθυνση:
1) Το πολιτικό στίγμα που οφείλει να διέπει, όχι απλώς και μόνο μια αντιπολεμική πρωτοβουλία, αλλά συνολικά την πάλη του λαού και της νεολαίας ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τον πόλεμο. Ανάμεσα σε πολλά άλλα, το πρωταρχικό ζήτημα που πρέπει να κατακτηθεί είναι το ποια είναι η πραγματικότητα που ζούμε, ενάντια σε ποιους εχθρούς οφείλουν να ξεδιπλώσουν τους αγώνες τους οι λαϊκές μάζες στη χώρα μας και στον κόσμο. Και στις δύο πρωτοβουλίες που προαναφέραμε, εντοπίζουμε αρκετές στρεβλώσεις σε αυτό το επίπεδο.
Από τη μια, στο πολιτικό πλαίσιο που προτείνεται από τις οργανώσεις για τον «Πανελλαδικό Συντονισμό» διακρίνουμε μια έκδηλη υποτίμηση έως εξαφάνιση του ρόλου του ρώσικου ιμπεριαλισμού στις εξελίξεις, μια ανάλυση που στην προέκτασή της μπορεί να οδηγήσει στις επικίνδυνες λογικές αναζήτησης «προστατών». Υπάρχει μια μονομερής και γενικόλογη τοποθέτηση για τον «ευρωατλαντικό άξονα», που θολώνει τη στάση και τον ρόλο -καθώς και τις μεταξύ τους αντιθέσεις- τόσο του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, όσο και της ΕΕ. Το θέμα της Τουρκίας μπαίνει προβληματικά, φλερτάροντας με το σχήμα της «επιτιθέμενης» τουρκικής και «αμυνόμενης» ελληνικής αστικής τάξης. Η πάλη ενάντια στην ιμπεριαλιστική εξάρτηση και για την κατάκτηση της Ανεξαρτησίας συσκοτίζεται, κάτω από θολές αναφορές για «Ανεξαρτησία από κάθε Επιτροπεία» και «Λαϊκή Κυριαρχία».
Από την άλλη, δεν μπορούμε παρά να παρατηρήσουμε πως το κάλεσμα της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, για άλλη μια φορά, ενώ τοποθετείται και για την ανάγκη αντιιμπεριαλιστικής πάλης, χαρακτηρίζεται από τον εξοβελισμό των ενδοϊμπεριαλιστικών ανταγωνισμών στην ανάλυσή του, αντικαθιστώντας τους με τις αντιθέσεις των «ηγεμονικών καπιταλιστικών κρατών και πολυεθνικών εταιρειών». Η διάσταση της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης είναι και εδώ απούσα, αν και παρόλα αυτά αναγνωρίζεται η «ευθυγράμμιση» της κυβέρνησης σε ΗΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ και τίθεται η στόχευση της «ανεξαρτησίας από ιμπεριαλιστικούς οργανισμούς». Αυτό έχει συνέπειες και στην τοποθέτηση για τις ελληνοτουρκικές αντιπαραθέσεις, όπου είναι φανερή η έλλειψη της οποιασδήποτε αναφοράς στον ρόλο του ιμπεριαλιστικού παράγοντα για την πυροδότησή τους.
2) Το αν αντιμετωπίζεται η ανάγκη αντιιμπεριαλιστικής-αντιπολεμικής πάλης σαν το κυρίαρχο μέτωπο -από κοινού με αυτό του αγώνα ενάντια στην καπιταλιστική επίθεση- της τρέχουσας περιόδου ή σαν κάτι δευτερεύον, στο οποίο μας «υποχρεώνει» η σκληρή πραγματικότητα να συμμετέχουμε και να κινηθούμε, για να το εγκαταλείψουμε γρήγορα και «αμαχητί» στη συνέχεια. Με άλλα λόγια, το αν -πέρα από καλέσματα, συνυπογραφές και κοινές δηλώσεις- οι προσπάθειες που γίνονται θα συνοδευτούν το επόμενο διάστημα από τη δοκιμασία τους στο πεδίο της πάλης και της κοινής δράσης. Ακόμα περισσότερο -και για να συμβεί ουσιαστικά αυτό- το να είναι αυτές απαλλαγμένες από μικροκομματικές στοχεύσεις, εκλογικούς υπολογισμούς και διαγκωνισμούς για το ποιος θα καταλάβει περισσότερο «χώρο» στο πλαίσιο της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Με αυτήν την έννοια, δεν καταλαβαίνουμε (αν τα παραπάνω δεν ισχύουν) τον λόγο της πολυδιάσπασης και της ύπαρξης δύο ξεχωριστών καλεσμάτων και πρωτοβουλιών.
Πιστεύουμε πως τα βήματα που πρέπει να γίνουν οφείλουν να χαρακτηρίζονται από όρους πραγματικής κοινής δράσης, με ουσιαστική δυνατότητα διεύρυνσης της όποιας κίνησης με δυνάμεις, συλλογικότητες και αγωνιστές που επιθυμούν να συμμετέχουν. Αυτό συνεπάγεται, προφανώς, και αντίστοιχη δυνατότητα συμβολής στη διαμόρφωση του πολιτικού πλαισίου και την εγκατάλειψη της πρακτικής που τα έχει όλα «προαποφασισμένα», την οποία δυστυχώς συναντήσαμε σε απευθύνσεις που μας έγιναν. Δεν μας βρίσκουν σύμφωνους, επίσης, λογικές που στο όνομα της «διεύρυνσης του ακροατηρίου», υποβαθμίζουν τον πολιτικό χαρακτήρα μιας πρωτοβουλίας, αντικαθιστώντας τις πολιτικές δυνάμεις που συμμετέχουν σε αυτήν με «προσωπικότητες», όπως στοχεύει ο σχεδιασμός των διοργανωτών της κίνησης για «Πανελλαδικό Συντονισμό».
Έχοντας αυτές τις κριτικές επισημάνσεις, ως οργάνωση -αλλά και με τη Λαϊκή Αντίσταση-ΑΑΣ, όπου αυτή κατακτάει την αντίστοιχη συμφωνία- επιδιώκουμε να παρακολουθήσουμε τις προσπάθειες που θα γίνουν το επόμενο διάστημα. Με πνεύμα και διάθεση συμβολής και γνώμονα την επείγουσα ανάγκη για την οικοδόμηση αντιπολεμικού-αντιιμπεριαλιστικού κινήματος, ενάντια στους θανάσιμους κινδύνους που περικυκλώνουν την εργατική τάξη, τον λαό και τη νεολαία της χώρας μας, καθώς και τους λαούς της περιοχής και όλου του κόσμου. Γι’ αυτό και θεωρούμε αναγκαία -παρά τις υπαρκτές διαφωνίες και με δεδομένη τη δυνατότητα κριτικής και αντιπαράθεσης- τη συνένωση των κινήσεων που γίνονται σε μια πλατιά αντιιμπεριαλιστική-αντιπολεμική πρωτοβουλία, μακριά από λογικές αποκλεισμών και μικροπολιτικής, ώστε να υπηρετηθεί με τον καλύτερο δυνατό τρόπο αυτή η ανάγκη. Πρωτοβουλία που στην αμέσως επόμενη φάση οφείλει να δώσει δείγματα γραφής στο πεδίο της κίνησης και να αναπτύξει τη δράση της, συνδέοντας τη και με την αντίστοιχη κίνηση που ήδη βρίσκεται σε εξέλιξη ενόψει της ΔΕΘ, για την μαζική και μαχητική απάντηση ενάντια στην πρόκληση που συνιστά η παρουσία των ΗΠΑ σε αυτή ως «τιμώμενη» χώρα.

ΚΚΕ(μ-λ) - http://www.kkeml.gr/

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

https://diktiospartakos.blogspot.com/2018/06/blog-post_97.html?spref=fb&m=1