11 Σεπτεμβρίου 2019

"Φασισμός, νεοφιλελευθερισμός και επεκτατισμός στη «Νέα Ινδία»".


Του Πέτρου Αλ Αχμάρ*

Ευχαριστώ τον εκδοτικό οίκο «Εκτός των Τειχών» για την πρόσκληση, αλλά πρωτίστως για την πρωτοβουλία να διοργανώσει αυτή την εκδήλωση ενημέρωσης και ανάλυσης. Η γνώση της πραγματικής κατάστασης και η μελέτη των τάσεων στον σημερινό όλο και πιο πολυπολικό κόσμο αποτελούν προϋποθέσεις για την εκπόνηση μιας αποτελεσματικής πολιτικής γραμμής ανταγωνιστικής προς την κυρίαρχη, ειδικά στην Ελλάδα σήμερα, όπου, θα συμφωνήσουμε όλοι, το «έξω» (όλο και περισσότεροι παράγοντες) επιδρά στο «μέσα», στην Ελλάδα, όλο και πιο πολύ, όλο και με περισσότερους τρόπους. Και η πραγματική κατάσταση, πολλώ δε μάλλον οι τάσεις εντός αυτής, δεν μπορούν να είναι γνωστές όταν δεν λαμβάνουμε υπόψη όλους ή έστω τους βασικούς παράγοντες. Και είναι γεγονός το ότι στην Ελλάδα, στις αναλύσεις μας, δεν λαμβάνουμε υπόψη όσο και όπως πρέπει τον παράγοντα «Ινδία». Όμως όταν δεν λαμβάνουμε υπόψη μεγέθη όπως αυτό της σημερινής Ινδίας, στην πραγματικότητα, δεν γνωρίζουμε καλά ούτε τον κόσμο που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε, δηλαδή τον δυτικό με λίγο Κίνα και ακόμα λιγότερο Ρωσία, γιατί δεν βλέπουμε τον τρόπο με τον οποίο όλοι αυτοί σχετίζονται με την Ινδία και πώς αξιοποιούν τη σχέση τους με την Ινδία για τις σχέσεις τους με τους άλλους.


Υπάρχουν, ωστόσο, κάποιοι κίνδυνοι για το πώς μελετούμε την Ινδία. Ο βασικότερος είναι να υιοθετήσουμε γραμμικά σχήματα και αντιλήψεις, π.χ. περί προόδου-καθυστέρησης και να δούμε την Ινδία με τα μάτια των ιμπεριαλιστών, που βλέπουν υποτιμητικά μια ανατολική χώρα: Μια χώρα που παρότι είναι αναδυόμενη, είναι «καθυστερημένη», και δεν έχουμε κάτι να πάρουμε, εμπειρίες και διδάγματα. Ακόμα και η χρήση κάποιων όρων δεν βοηθά: μιλάμε για κρατίδια, ή στην καλύτερη για πολιτείες, ενώ αυτές κατοικούνται από δεκάδες εκατομμύρια κατοίκους. Ίσως και κάποια αριθμητικά στοιχεία δεν βοηθούν: λ.χ. αν πούμε ότι ο σημερινός πρωθυπουργός Μόντι θεωρείται αποτυχημένος στην οικονομία, γιατί έχει ρεκόρ 45ετίας υψηλής ανεργίας, η οποία είναι 7%, ή χαμηλή ανάπτυξη, η οποία είναι 5,8%, με τα ελληνικά “μάτια”, θα χαρακτηριζόμασταν υπερβολικοί.

Δεύτερος κίνδυνος είναι να χάσουμε την πραγματική εικόνα της κατάστασης της Ινδίας και τις τάσεις, τόσο στην χώρα συνολικά όσο και τα λαϊκά κινήματα της, τη συνθετότητά τους - μια κατάσταση στην οποία τείνει όλο και πιο πολύ η Ελλάδα, και είναι ένας λόγος για τον οποίο έχουμε κι εμείς να πάρουμε πράγματα από την Ινδία - αν ξεχάσουμε ότι ο αντίπαλος του λαού και στη Δύση και στην Ινδία έχει συμφέρον να παρουσιάζει όπως θέλει τη σημερινή κατάσταση και το χαρακτήρα των συγκρούσεων στην Ινδία. Η Ινδία δεν είναι άλλο ένα, αν και μεγάλο μέγεθος, μια παράμετρος που μόνο λόγω μεγέθους πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη: αποτελεί, κι ελπίζω να αναδειχτεί από τη σημερινή συζήτηση, ένα από τα ισχυρότερα προπύργια της διεθνούς αντίδρασης. Αν αυτό πέσει στα χέρια του λαού, τα θεμέλια του ιμπεριαλισμού θα κλονιστούν. Να γιατί ο περιορισμός της εικόνας μας για τη σύγκρουση στην Ινδία συμφέρει και τις σημερινές εξουσίες και στις άλλες χώρες.

Η απόπειρα της σημερινής ινδικής εξουσίας να περιορίζει το χαρακτήρα των συγκρούσεων με τμήματα του λαού αποτελεί τμήμα της στρατηγικής της. Για παράδειγμα, παρουσιάζει τη σύγκρουση στα δάση ως απλώς μια σύγκρουση για τη γη, γιατί έτσι παρουσιάζει μια σύγκρουση ανάμεσα στην «πρόοδο», την ένταξη μεγάλου τμήματος της χώρας και των κατοίκων της στη σύγχρονη οικονομία, και ανάμεσα στη συντήρηση, συντήρηση μιας καθυστερημένης κατάστασης. Η πραγματικότητα είναι, ωστόσο, ότι η σύγκρουση δεν διεξάγεται από ανθρώπους που κοιτούν μόνο τη γη τους και τίποτε άλλο. Αυτοί οι άνθρωποι προτάσσουν μια διαφορετική οικονομία, που, ανεξάρτητα από το σημερινό βαθμό εφαρμοζόμενης τεχνολογίας, βασίζεται σε έναν διαφορετικό τρόπο παραγωγής, σε μεγάλο βαθμό συλλογικό. Συνεπώς, το κράτος δεν χτυπά απλώς ιδιοκτησιακά δικαιώματα και το βιος κάποιων ταλαίπωρων, προς αναζήτηση πλουτοπαραγωγικών πόρων, αλλά χτυπά πρωτίστως μια υπαρκτή διαφορετική οργάνωση της οικονομίας και της κοινωνίας, ασύλληπτη για τον σημερινό δυτικό άνθρωπο.

Ακριβώς για αυτό διαστρεβλώνεται η εικόνα για τον ένοπλο αγώνα που διεξάγεται και σε υπό εκδίωξη των κατοίκων δάση. Παρουσιάζεται ο ένοπλος αγώνας ως τρομοκρατική δράση ιδεοληπτικών που συνιστά τη μεγαλύτερη εσωτερική απειλή για τη χώρα. Στην πρόσφατη συνάντησή του με τους πρωθυπουργούς των 10 “μαόπληκτων” πολιτειών ο υπουργός εσωτερικών είπε ότι ο αριστερός εξτρεμισμός μισεί τη δημοκρατία και γι' αυτό πρέπει να συντριβεί. Αυτές οι διαστρεβλώσεις οφείλονται στο ότι οι αντάρτες δεν είναι περιορισμένοι σε αμιγώς στρατιωτικά καθήκοντα, αλλά είναι κυριολεκτικά συνοικοδόμοι μιας διαφορετικής κοινωνικής παραγωγής και οργάνωσης, ζουν μέσα στις μάζες όπως το ψάρι μέσα στο νερό, αποτελώντας πρότυπο για τις αριστερές οργανώσεις παγκοσμίως.

Για να κατανοήσουμε το χαρακτήρα της σύγκρουσης, ωστόσο, χρειάζεται να μελετήσουμε και τον ιδιαίτερο ρόλο του κράτους. Στην Ινδία δεν έχουμε απλώς μια ταξική κοινωνία, αλλά και μια κοινωνία που χωρίζεται σε κάστες. Το κράτος στηρίζει τη βία και ενάντια σε κάστες και κοινότητες, δηλαδή, βάσει εξω-παραγωγικών, έξω-οικονομικών διαιρέσεων, επιπρόσθετα. Το κράτος είναι, επίσης, αυτό που παίζει συνδετικό ρόλο μεταξύ των δύο οικονομιών της χώρας. Το κράτος, ακόμα, είναι ο φορέας εκμετάλλευσης στις εκτός «κανονικού καπιταλισμού» δασικές περιοχές. Αυτό ισχύει για τον μικροπαραγωγό και πώς θα διαθέσει την παραγωγή του. Όμως και η μεγάλη εταιρία στο κράτος πρέπει να απευθυνθεί, μέσω αυτού θα εμφανιστεί. Πώς λοιπόν γίνεται αντιληπτό το κράτος στις λαϊκές μάζες των δασών; Όχι ως φορέας εκσυγχρονισμού, αλλά ως εισβολέας, στη μεγαλύτερη στρατιωτική επίθεση κράτους ενάντια στον ίδιο του το λαό. Δεν μιλάμε απλώς για ένα νεοφιλελεύθερο κράτος, όπως στις δυτικές κοινωνίες ή σε άλλες περιοχές της Ινδίας, που αποχώρησε από τον έναν τομέα (πρόνοια) και ενισχύθηκε στον άλλο (ασφάλεια). Στον πρώτο τομέα δεν υπήρχε ποτέ. Ακόμα και όπου δηλώνει πλέον παρόν στην πρόνοια, η πρόσβαση σε αυτή εξαρτάται από μεροκάματα προς το κράτος, βάσει ειδικών προγραμμάτων απασχόλησης (που, σημειωτέον, τεχνικά διαχειρίζονται δήθεν τοπικά συμβούλια, εξοικειώνοντας τον λαό με τη διαφθορά). Όμως από αυτό δεν συνάγεται ότι οι εταιρίες δεν είναι παρούσες. Για λογαριασμό τους δουλεύει το κράτος. Υπάρχει, άλλωστε, τέτοια σύμφυση, όπου ήταν οι μεγάλοι όμιλοι, ακριβώς στις περιοχές για τις οποίες είχαν Μνημόνια Κατανόησης με το κράτος για επενδύσεις, που χρηματοδοτούσαν τους Μάυδες των Σάλβα Τζουντούμ που μεταξύ 2004-2009 «ειρήνευαν τον τόπο», σκοτώνοντας πάνω από 1.000 ανθρώπους, κάνοντας στάχτη 640 χωριά, λεηλατώντας χιλιάδες σπίτια, εξαναγκάζοντας πάνω από 2.000.000 ανθρώπους να εκτοπιστούν και κλείνοντας πάνω από 50.000 ανθρώπους σε στρατόπεδα «ανακούφισης».

Όπως και αλλού, εξάλλου, στη στρατηγική του κράτους εντάσσεται η μετακύλιση των συνεπειών από την εμπρηστική του πολιτική, έτσι ώστε τα θύματα της επίθεσής του να φαίνονται θύτες. Για παράδειγμα, στα δάση, με την εκδίωξη εκατομμυρίων, που μάλιστα δεν υπάγονται στο σύστημα των καστών, το κράτος δημιουργεί εφεδρική στρατιά προλεταριάτου που συσσωρεύεται στις περιοχές «κανονικού καπιταλισμού», όπου η εργατική τάξη, εξαιτίας της χρόνιας κυριαρχίας του ρεβιζιονισμού, δεν έχει πετύχει την ενότητά της, ούτε στοιχειωδώς την εργατοαγροτική συμμαχία, με αποτέλεσμα να αναπαράγονται στερεότυπα που βοηθούν την πολιτική του κράτους. Ομοίως, το κράτος χρησιμοποιεί τη σύμπραξή του με μεγάλους ομίλους σε επενδύσεις, για να κατηγορεί όσους αντιτίθενται σε αυτές ότι στερούν δουλειές από τις κρατικές εταιρίες. Έτσι στρέφει δημόσιους υπαλλήλους εναντίον των αντιτιθέμενων, αποκρύπτοντας ότι οι κρατικές εταιρίες και στα συγκεκριμένα επενδυτικά σχέδια και γενικά αποκτούν μεσιτικό ρόλο.

Υπάρχουν, λοιπόν, πανεθνικές συνέπειες από το ρόλο του κράτους στα δάση. Ο πρώην υπουργός εσωτερικών και, σημειωτέον, πρώην συνήγορος της Ένρον, Τσιταμπάραμ, είχε δηλώσει ότι η καταστολή στο κίνημα στη Λάλγκαρ το 2008 θα αποτελούσε το “εργαστήρι” για την επέκταση της καταστολής στον κόκκινο διάδρομο (τις “μαόπληκτες” πολιτείες) που ξεκίνησε ακριβώς ένα χρόνο μετά, με την ΕΠΚ. Τώρα η καταστολή είναι πανεθνική και αναβαθμισμένη. Για παράδειγμα, το επικοινωνιακό μπλακ άουτ στις περιοχές των ιθαγενών, με το να συλλαμβάνει το κράτος ακτιβιστές από άλλες περιοχές όταν τις προσεγγίζουν, έχει αναβαθμιστεί στην περίπτωση του Κασμίρ, όπου από τις 5 Αυγούστου έχουν κοπεί τηλέφωνα, διαδίκτυο, τηλεόραση και Τύπος. Επίσης, σε επίπεδο πολιτειών, έχουν δημιουργηθεί οι λεγόμενες δυνάμεις βιομηχανικής ασφάλειας, για την ανοιχτή προστασία συγκεκριμένων ιδιωτικών εγκαταστάσεων, όπως στην Οντίσα που, έξω από εργοστάσιο του ομίλου Βεντάτα, σκότωσαν και τραυμάτισαν το Μάρτη διαδηλωτές, που δεν ήταν άλλοι από εκτοπισμένους στους οποίους είχαν υποσχεθεί σταθερή δουλειά και εκπαίδευση. Ακόμα, το κράτος επικαλείται το νόμο περί υποχρεωτικών απαλλοτριώσεων για λόγους δημοσίου συμφέροντος για να εξυπηρετήσει ανοιχτά εταιρίες, όπως τον κολοσσό Τάτα για κατασκευή εργοστασίου στη Δ.Βεγγάλη (Σίνγκουρ, 2006-08). Χαρακτηριστικό της κομβικότητας της σύγκρουσης αυτής είναι το ότι, οι εκτός δασών αντιστεκόμενοι στον εκφασισμό του κράτους, χαρακτηρίζονται «ναξαλίτες της πόλης», και όχι το αντίστροφο π.χ. “οι μουσουλμάνοι των δασών”. Η κατηγορία ότι συνδέονται με το μεγαλύτερο εσωτερικό κίνδυνο για την ασφάλεια της υπό απογείωση χώρας, συν τοις άλλοις, νομιμοποιεί, όπως στα δάση, με τους Μάυδες των Σάλβα Τζουντούμ και τις νεότερες μορφές τους, την ασυλία “αγανακτισμένων πατριωτών” «από τα κάτω», του όχλου, σε επιθέσεις ενάντια στα υποκείμενα της σύγκρουσης στην σημερινή εκφασιζόμενη Ινδία, που δεν είναι μόνο οι μαοϊστές και οι ιθαγενείς, αλλά και τα εθνικά κινήματα, οι θρησκευτικές μειονότητες, οι δημοκρατικές φωνές γενικά.

Πώς όμως έχουμε φτάσει εδώ, σε ένα καθεστώς ινδουιστικού φασισμού; Η πολιτική προϋπόθεση ήταν ότι το κόμμα του Κογκρέσου, που ιδρύθηκε το 1885 και κυριάρχησε στη μετά την ανεξαρτησία πολιτική ζωή της χώρας, είχε εξαντλήσει τη δυναμική του. Και να είχε αφήγημα, ο κομματικός μηχανισμός που θα το πέρναγε στην κοινωνία είχε διαφθαρεί και οργανωτικά ρευστοποιηθεί. Για τη συντριβή του επαναστατικού κινήματος, άλλωστε, από το Κογκρέσο ήταν που χρησιμοποιήθηκαν οι πρώτες παραστρατιωτικές δυνάμεις. Αλλά και το ΚΚΙ(Μ), που ιδρύθηκε το 1964 ως αντιρεβιζιονιστικό, αλλά ήδη σε 3 χρόνια κατέστειλε εξεγέρσεις, με την επί δεκαετίες διακυβέρνησή του σε πολιτείες νομιμοποίησε όχι μόνο τον νεοφιλελευθερισμό αλλά και τον εκφασισμό και τη στρατιωτικοποίηση της πολιτικής και οικονομικής ζωής, ακόμα και σε επίπεδο βάσης (για παράδειγμα, στον ξεσηκωμό στη Ναντίνγκραμ της Δ.Βεγγάλης το 2007, ενάντια στη δημιουργία από το κυβερνητικό ΚΚΙ(Μ) ΕΟΖ για ινδονησιακό όμιλο, είδαμε τσεκπόιντ από ένοπλους του κόμματος, απαγόρευση προσέγγισης δημοσιογράφων, ξεγύμνωμα γυναικών που δεν συμμετείχαν στις αντιδιαδηλώσεις του κόμματος, κομματική επιδοκιμασία της κρατικής βίας κλπ).

Η εξάντληση της δυναμικής και του αφηγήματος του Κογκρέσου, καθώς και η άνοδος του ΚΚΙ (Μαοϊκού), παρότι αυτό δεν ήταν ακόμα σε θέση μόνο του να προκαλέσει κρίση σε πανεθνικό επίπεδο, οδήγησε στην προνομοποίηση του BJP. Υπήρχε κάτι έτοιμο: η μητρική οργάνωση RSS. Ο Μόντι κόμιζε ένα όραμα στην πλειοψηφία. Το RSS υιοθετεί μια συγκεκριμένη εκδοχή του ινδουισμού, δυτική, θα'λεγε κανείς. Γιατί δεν προσπαθεί τόσο να επαναπροσδιορίσει τον ινδουισμό ως θρησκεία, όσο τον κοινωνικό έλεγχο με μέσο τη θρησκεία, προωθώντας κοινωνικές νόρμες, τις βραχμανικές. Το RSS έχει την ατζέντα του ινδουιστικού έθνους, προάγει τη διά της βίας ομογενοποίηση, που αντιβαίνει ως και την ανοιχτότητα του ινδουισμού προς τις σέχτες του. Η ιδεολογία του RSS, όπως είπε ο επικεφαλής του στο Παγκόσμιο Ινδουιστικό Συνέδριο στις ΗΠΑ πέρσι, συνοψίζεται στο “υποφέρουμε εδώ και χιλιάδες χρόνια (από τους ιθαγενείς και τους παρεισφρύσαντες μουσουλμάνους, εννοείται). Τα είχαμε όλα και τα γνωρίζαμε όλα. Να ενωθούμε (υπό τον ηγέτη), γιατί κι ένα λιοντάρι, μόνο του, μπορεί να το κατασπαράξουν τα άγρια σκυλιά (οι μουσουλμάνοι)”. Έτσι, γενικεύτηκε το Μοντέλο Γκουτζαράτ.

Αν και η ατιμώρητη κρατική βία (AFSPA) θεσμοθετήθηκε από το 1958, επί Νεχρού, που διαδέχτηκε το Γκάντι, και ανάγεται στην αποικιακή νομοθεσία, τουλάχιστον τυπικά τότε εκθειαζόταν ο κοσμικός χαρακτήρας του κράτους, οι ηγέτες δεν επικαλούνταν την κάστα ή τη θρησκεία τους, τα επίπεδα βίας ήταν στάσιμα ή σε πτώση. Όμως τώρα, το κράτος έχει γεμίσει με συστημική βία. Ο Μόντι είναι ο μόνος πρωθυπουργός που έχει δηλώσει ανοιχτά ότι είναι ινδουιστής εθνικιστής. Υπάρχει ποιοτική διαφορά από το 1947-49, όταν το κράτος προσάρτησε δια της βίας κάποιες περιοχές, και από το 1975, όταν η Ίντιρα Γκάντι κήρυξε έκτακτη ανάγκη: τότε το έκανε επισήμως για να διατηρήσει το Σύνταγμα. Τώρα, υπάρχει ακήρυχτη κατάσταση έκτακτης ανάγκης για την υπονόμευση του Συντάγματος και τη μετατροπή της Ινδίας σε κράτος ινδουιστών και δη των ανώτερων καστών. Τότε εξακολουθούσε η πολιτική της σύνθεσης, τώρα έχουμε τον Πλειοψηφισμό.

Το RSS όμως ήταν στιγματισμένο στην κοινωνία: θαύμαζε το Χίτλερ, ταυτόχρονα δεν είχε σχέση με τον ένοπλο αντιβρετανικό αγώνα, και μέλος του ήταν που δολοφόνησε τον πιο “ανοιχτό” στη συνθετότητα της Ινδίας Γκάντι. Μόνο με την στρατηγική της παραποίησης της ιστορίας και τη γενικευμένη διασπορά φημών και ψεμάτων μπορούσε να σταθεί. Υπάρχει κοινή πηγή ανάμεσα στις καφενειακές θέσεις ότι οι Άριοι ήταν στην Ινδία πριν τους ιθαγενείς, το ότι ο Νεχρού είχε μουσουλμανική καταγωγή, το ότι οι εταιρίες βοδινού κρέατος ελέγχονται από μουσουλμάνους, τον προεκλογικό ισχυρισμό του υπουργού οικονομικών του Μόντι ότι εξαιτίας του Νεχρού δεν έχει η Ινδία τη μόνιμη θέση της Κίνας στο ΣΑ του ΟΗΕ, και τον παρουσιαζόμενο από τα ινδικά ΜΜΕ ως επιτυχή βομβαρδισμό του Πακιστάν φέτος (όπου δεν επαληθεύτηκε ο ινδικός ισχυρισμός περί θανάτου 300 “τρομοκρατών”). Αυτοί που επέβαλαν με δικαστική απόφαση την ανάκρουση του εθνικού ύμνου στα σινεμά, και γιορτάζουν την πρώτη ύψωση της τρίχρωμης σημαίας κατά το Β' ΠΠ, πρέπει να κρύβουν ότι είναι αυτοί που κατήγγειλαν την υιοθέτηση της από το ινδικό κράτος γιατί θεωρούν πως το ινδουιστικό έθνος έχει σημαία, χρώματος σαφράν, με το γνωστό ινδουιστικό σύμβολο Ομ και τη σβάστικα.

Για την Πρώτη θητεία ο Μόντι είχε δεσμευτεί για οικονομική ανάπτυξη μεγαλύτερη του 8%. Με το καλημέρα αύξησε τις τιμές των καυσίμων και των εισιτηρίων τρένου. Η απονομισματοποίηση, πέραν των 100 νεκρών στις ουρές των τραπεζών για την αλλαγή των εν μία νυχτί καταργημένων χαρτονομισμάτων, η επιβολή του ενιαίου έμμεσου φόρου, όπως και η ηλεκτρονική φορτωτική, οδήγησαν σε βίαιη συγκεντροποίηση κεφαλαίου, καθώς έκλεισαν 300.000 επιχειρήσεις που αδυνατούσαν να προσαρμοστούν και ως και 20 εκατομμύρια, πρωτίστως νέοι και μορφωμένοι των πόλεων, έχασαν τις δουλειές τους. Στους αγρότες στους οποίους ο Μόντι υποσχόταν διπλασιασμό εισοδημάτων ως το 2022 επιβλήθηκε φόρος 12-18% σε αγροτικά προϊόντα που προηγουμένως απαλλάσσονταν, ενώ τους καταστρέφονται οι καλλιέργειες από τις πολυάριθμες πια αγελάδες, καθώς πολλοί πλέον δεν τις σκοτώνουν από φόβο μη λιντσαριστούν. Το ΑΕΠ έπεσε κατά 2%. Οι ξένες επενδύσεις ήταν λίγες και σχεδόν μόνο από φορολογικούς παραδείσους όπως η Σιγκαπούρη και ο Μαυρίκιος, για διασύνδεση της ντόπιας διαφθοράς με το διεθνές βρώμικο χρήμα. Οι εισαγωγές πετρελαίου αυξήθηκαν κατά 3%, αλλά ο λογαριασμός αυξήθηκε κατά 20% αφού προτιμήθηκαν να αγοραστούν 10 εκ.βαρέλια ακριβού πετρελαίου από τον Τραμπ. Τα συναλλαγματικά αποθέματα κατέρρευσαν. Ανακαλύφθηκαν αποθέματα πετρελαίου από δημόσιες εταιρίες, αλλά δόθηκε η άδεια άντλησης σε κολλητό του Μόντι (τον Αμπάνι), που περιμένει καλύτερες διεθνείς τιμές για να την αρχίσει.

Οι προεκλογικές υποσχέσεις είχαν, λοιπόν, αθετηθεί. Καθημερινά αποκαλύπτονταν η ευνοιοκρατία και ο κλικαδόρικος χαρακτήρας του καθεστώτος. Το κύμα συλλήψεων επικριτών του καθεστώτος την τελευταία χρονιά πριν τις εκλογές, η μιντιακή πλύση εγκεφάλου και η μετεωρική αύξηση των επιθέσεων των συμμοριών επαγρύπνησης σε μειονότητες, γυναίκες, προοδευτικούς διανοούμενους, κήρυκες του ορθολογισμού, ενοχλητικούς δημοσιογράφους και όσους εκτιμάται ότι τρώνε βοδινό ήρθαν σε εποχή που το καθεστώς αντιμετώπιζε σοβαρή κρίση αξιοπιστίας, καθώς και οικονομική, πολιτική και κοινωνική κρίση.

Με την προπαγάνδα περί γρήγορης ανάπτυξης να έχει πια ξεφουσκώσει, και με την οργή του κόσμου για τα σκάνδαλα να έχει φουντώσει, ο Μόντι στράφηκε στην επίκληση ενός έξωθεν κινδύνου και τη σύνδεσή του με τους εσωτερικούς. Επέλεξε το Πακιστάν και το Κασμίρ για να αντιστρέψει την εικόνα: αυτός που ασκεί κρατική τρομοκρατία στο Κασμίρ, παρουσιάζεται ως θύμα “κρατικά προωθούμενης διασυνοριακής τρομοκρατίας”. Αν και, ντε φάκτο, διεθνοποίησε το θέμα του Κασμίρ, του βγήκε. Του δόθηκε πάσα και με την επίθεση σε βάρος ινδών στρατιωτών προεκλογικά. Έτσι αναδείχτηκαν ζητήματα όπως εθνική ασφάλεια, πατριωτισμός και κυνήγι εχθρών, που ο Μόντι μετέτρεψε σε κυνήγι μαγισσών.

Είχε επιτευχθεί άλλωστε και ο Εγκλωβισμός της αντιπολίτευσης: Κομματικό πόρισμα του Κογκρέσου υπέδειξε ότι η ήττα του το 2014 οφειλόταν στη γενική αντίληψη περί καλοπιάσματος των μουσουλμάνων από το Κογκρέσο και αδιαφορίας για την πλειοψηφία. Έπιασε, δηλαδή, η από δεκαετίες συκοφαντία του RSS που στρεφόταν ακόμα και ενάντια στον Γκάντι. Έτσι, ελλείψει αφηγήματος, το Κογκρέσο πέρασε από τις διευκολύνσεις στο RSS σε soft ινδουιστικό εθνικισμό - νερό στο μύλο του Μόντι. Εκθείαζε των γενναίους ινδούς αεροπόρους που βομβάρδισαν το Πακιστάν, επισκεπτόταν προεκλογικά ναούς και θρησκευτικούς εορτασμούς. Ακόμα και για το θέμα των γυναικών, το Κογκρέσο δεν είχε τι να πει, ήδη από τη δεκαετία του '70, όταν προεκλογικά είχε ανατρέψει δικαστική απόφαση για διατροφή μουσουλμάνας μετά από διαζύγιο, ενώ ο Μόντι ήταν που υποσχέθηκε και, πράγματι κατάργησε το αυτόματο διαζύγιο των ανδρών, φυσικά των μουσουλμάνων.

Εδώ πρέπει να αναφερθεί ότι, για την ανατροπή του κλίματος τον τελευταίο χρόνο, χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα η τεχνολογία: το επιτελείο Μόντι συγκέντρωσε αναλυτικά δεδομένα ανά εκλογική περιφέρεια, την κοινωνική σύνθεση καθεμιάς, τους αντιπάλους υποψηφίους, την οργανωτική παρουσία του κόμματος κλπ. Αυτό επέτρεψε έγκαιρες παρεμβάσεις, όχι μόνο εναντίον των αντιπάλων, αλλά και υπέρ των ενδιαφερομένων στρωμάτων, όπου σε κάθε περιοχή υπήρχε συγκεκριμένο πρόγραμμα για τη συγκέντρωση της μέγιστης υποστήριξης. Για παράδειγμα, δόθηκε 10% ποσόστωση σε κυβερνητικές δουλειές και εκπαιδευτικά ιδρύματα στους οικονομικά ασθενέστερους, που κάλυπτε και τις κατώτερες τάξεις, και τις ανώτερες. Αυτό το πρόγραμμα είχε να το προωθεί στη βάση ένας καλά πειθαρχημενος κομματικός μηχανισμός. Η χρηματοδότησή του ήταν εξασφαλισμένη, καθώς είχε ψηφιστεί πλήρης ανωνυμία με την θέσπιση εκλογικών ομολόγων.

Από κοινού, Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης και Κοινωνικής Δικτύωσης προωθούσαν τα κομμένα και ραμμένα ανάλογα το στρώμα ψηφοφόρων μέτρα και το απλοϊκό αφήγημα Μόντι περί εξωτερικών και εσωτερικών απειλών που μπορεί να αντιμετωπίσει μόνο ένας ηγέτης, σαν τον ταπεινό, άλλοτε υπαίθριο πωλητή τσαγιού και μη ανήκοντα στην ανώτερη κάστα Μόντι, σε αντίθεση με τους διεφθαρμένους, ελιτιστές, φιλομουσουλμάνους και διασπασμένους, άρα αναποτελεσματικούς έναντι των κινδύνων ηγέτες του Κογκρέσου. Έτσι, η εκλογική διαδικασία περιορίστηκε, σε επιλογή ανάμεσα σε ηγέτες, όχι σε προγράμματα και απολογισμό πεπραγμένων.

Ωστόσο, θα ήταν λάθος να μη δούμε ότι αυτή η εκστρατεία πάτησε πάνω σε υπαρκτές αλλαγές στην κοινωνία: την ψηφιοποίηση της ζωής και τον καταναλωτισμό που έχουν επεκταθεί και στα χωριά.

Οι αλλαγές στο πολιτικό εποικοδόμημα, με τον εκφασισμό του, και την ενός ανδρός αρχή (και αυτό γιατί, ελήφθησαν χωρίς διαβούλευση ούτε καν με υπουργούς, σημαντικές αποφάσεις, όπως η απονομισματοποίηση ή η αγορά γαλλικών τζετ) βρίσκονται σε άμεση συνάρτηση με την κρίση στο εσωτερικό και την προσφυγή σε βοήθεια από το επίσης ευρισκόμενο σε κρίση εξωτερικό.

Με την αναγνώριση της Κίνας από τη Δύση στις αρχές της δεκαετίας του '70, η Ινδία πουλά στους ιμπεριαλιστές ανάσχεση της Κίνας. Αυτό είναι κάτι που, παρότι νικητής τότε βγήκε ο Μπρέζνιεφ με τη σύναψη αμυντικού συμφώνου, το θέλει και η Δύση, στο βαθμό που δεν αυξάνει την ισχύ της Ινδίας σε βάρος της. Έτσι, το άνοιγμα της Κίνας έφερε και το τέλος της τυπικά αδέσμευτης πορείας της Ινδίας. Εν μέσω παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, ωστόσο, δεν μπορούσαν να κρύβονται οι συνέπειες της νεοαποικιοκρατίας. Έτσι, ο εκφασισμός πανεθνικά, μπήκε στην ατζέντα για την ανάσχεση των λαϊκών αντιδράσεων που ξέσπασαν, γιατί Ο σπόρος φυτεύτηκε κατά τη διετή κατάσταση έκτακτης ανάγκης το 1975-77. Τότε, συν τοις άλλοις, άρχισε να “νομιμοποιείται” ηθικά η “κινηματική” δράση του RSS. Τότε σχεδιάστηκε η πολιτική του επικράτηση, με το BJP, που ιδρύθηκε το 1980.

Βλέποντας τη Ρωσία να αποδυναμώνεται, η ινδική ελίτ άρχισε να αναπροσανατολίζεται, παίρνοντας δάνειο από το ΔΝΤ. Για τη σφαγή της μειονότητας των Σιχ το 1984, η Παγκόσμια Τράπεζα την επιβράβευσε τo 1985: χρηματοδότησε, προτού καν αυτή νομιμοποιηθεί, την ανέγερση οικονομικά αναποτελεσματικών, ενεργοβόρων και αντιπαραγωγικών φραγμάτων, γεμάτων διαφθορά, που προέβλεπαν εκτοπίσεις δεκάδων χιλιάδων. Θα 'λεγε κανείς πως το ινδικό κράτος προβαίνει στις σφαγές για να καθαρίσει το δρόμο για τους ιμπεριαλιστές και να ανταλλάξει “διεθνές κύρος”.

Ενδιαφέρον έχει η σύνδεση της ανταλλαγής “διεθνούς κύρους” με την αποδυνάμωση της Ινδίας έναντι των ιμπεριαλιστών εν μέσω παγκοσμιοποίησης. Κατά τις τρεις τελευταίες δεκαετίες, λόγω της αύξησης της κινεζικής οικονομικής και στρατιωτικής δύναμης, έχει αυξηθεί η στρατηγική αξία του Ινδικού Ωκεανού και της ΝΑ Ασίας για τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό και, συνεπώς, η χρησιμότητα της προώθησης του ινδικού επεκτατισμού. Ο τελευταίος όμως δεν είχε το πάνω χέρι. Η πολιτική της κατασκευής φραγμάτων, με την αγορά υλικών από αμερικανικούς κολοσσούς που είχαν απούλητα αποθέματα, και της υποβάθμισης του περιβάλλοντος, με την ανάληψη παραγωγικών διαδικασιών που λόγω τοξικότητας είχαν απομακρυνθεί από τη Δύση, ήταν μια προϋπόθεση για τη βελτίωση των σχέσεων με τις ΗΠΑ και τις εταιρίες τους. Συνέπεσε χρονικά με τη χρηματοπιστωτική κρίση του '91 και τις ανάγκες δανεισμού της Ινδίας. Εμβληματικό της περιόδου εκείνης ήταν το έργο της Ένρον στην πολιτεία της Μαχαράστρα, το πρώτο έργο για την ιδιωτική παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος στην Ινδία, με διαφθορά που παραδέχτηκε ως και η Ένρον, και σκανδαλώδεις όρους, τους οποίους ανέδειξαν τα κόμματα της αντιπολίτευσης, τα οποία όταν εξελέγησαν, το επικύρωσαν. Ακριβώς το 1991, την εποχή ακριβώς του ανοίγματος των ινδικών αγορών στη Δύση από τον πρωθυπουργό Ναρασίμα Ράο ιδρύεται και η πρώτη “από τα κάτω” αντιναξαλίτικη κίνηση, που συσπείρωνε τοπικούς επιχειρηματίες και εμπόρους και καλύπτεται πολιτικά η καταστροφή αρχαίου τεμένους από ινδουιστές φασίστες. Τότε διατυπώνεται η πολιτική του “Βλέμματος προς ανατολάς” (το οποίο επεδίωκε στρατηγικούς δεσμούς με χώρες στη Νοτιοανατολική Ασία) και το Δόγμα Γκουτζράλ, υπουργού εξωτερικών, για σχέσεις μη αμοιβαιότητας, αλλά μόνο “δώσε”, με πέντε γείτονες πλην Πακιστάν. Το 1998-99 έχουμε τη χαλαρή δυτική αντίδραση για τα πυρηνικά της Ινδίας και το Μάρτη του 2000 έχουμε την άρση της απαγόρευσης εισαγωγής 4.000 αμερικανικών προϊόντων. Μετά την 11/9, η Ινδία γλοιωδώς ζητούσε αμερικανικές βάσεις στην Ινδία και όχι το Πακιστάν.

Ενδιαφέρον επίσης έχει η σύνδεση των ελιγμών σε διεθνές επίπεδο με την ευνοιοκρατία στο εσωτερικό: η συμφωνία για αγορά 126 γαλλικών τζετ Ραφάλ μειώθηκε – επί Μόντι – σε 36 τζετ αλλά με υπερτριπλασιασμό της τιμής τους. Η συμφωνία για μερική παραγωγή τους από ινδικές εταιρίες, αντί να δώσει δουλειά στην κρατική αεροναυπηγική βιομηχανία, οδήγησε στη δημιουργία εν μία νυχτί εταιρίας από κολλητό του Μόντι (Αμπάνι) και την απόδοση του έργου σε αυτόν.

Πλέον, σύμφωνα και με τα λόγια του νέου Υπουργού Εξωτερικών, ο κόσμος προχωρά από ένα σύστημα συμμαχιών, σε ένα σύστημα συγκλίσεων για την επίλυση κοινών προβλημάτων, χωρίς απαραίτητα τη δημιουργία συμμαχιών. Πάνω στη λογική των “συγκλίσεων” η Ινδία μιλά για ενιαίο Ινδοειρηνικό χώρο. Όχι μόνο, δηλαδή, διακόπτει την κινεζική κίνηση στον Ινδικό, στη Νότια Ασία, αλλά παρεμβαίνει και σε άλλες περιοχές. Παρασέρνει το Βιετνάμ και την Ιαπωνία σε αυτό, αλλά και μικρότερες χώρες.

Η ατζέντα των Βραχμανιστών ινδουιστών φασιστών για τη δημιουργία μιας “Αδιαίρετης Γης των Ινδουιστών” που περιλαμβάνει κι άλλες χώρες, απηχεί τις ανάγκες των ιμπεριαλιστών. Να γιατί στην επιθετική στροφή, από το Βλέμμα προς Ανατολάς στη “Δράση προς ανατολάς” είχε καλέσει η ίδια η Κλίντον.

Ο στόχος για απόκτηση στάτους υπερδύναμης απολυτοποίησε τον στόχο για μεγαλύτερο ΑΕΠ, κρύβοντας τι θα μπορούσε αυτό να έφερνε, όπως και έφερε – όχι μόνο καταναλωτικά αγαθά, αλλά και διεύρυνση των ανισοτήτων, και, κυρίως, ακόμα μεγαλύτερη εξάρτηση λόγω της επιλογής της προώθησης των άμεσων ξένων επενδύσεων. “Πατριωτικά” σχέδια τύπου “Κάν'το στην Ινδία” είναι μήνυμα-έκκληση στους ιμπεριαλιστικούς πολυεθνικούς ομίλους για το ότι στην Ινδία χαμηλότεροι έναντι της Κίνας είναι (και δια της βίας θα παραμείνουν) οι μισθοί. Αυτά θεωρούνται αναπόφευκτα στο δρόμο για την απόκτηση στάτους υπερδύναμης. Όπως και οι “σφαλιάρες”: Ο Μόντι υποτάχτηκε στα αιτήματα των αμερικανών κατασκευαστών πυρηνικών εργοστασίων για απαλλαγή τους από κάθε ευθύνη σε περίπτωση ατυχημάτων σε εργοστάσια που κατασκευάζονται με δική τους τεχνολογία. Ο Ομπάμα κατήχησε το Μόντι να σέβεται το δικαίωμα προπαγάνδισης οποιασδήποτε θρησκείας και τo RSS, στο θεωρητικό έντυπό του, διαβεβαίωσε ότι θα πρέπει να συνυπάρχει με τη διαφορετική αντίληψη των Αμερικανών για την ανεξιθρησκία. Τα αντίμετρα στον διεθνώς αναβιούμενο προστατευτισμό δεν μείωσαν το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και το εμπορικό έλλειμμα, που είναι το μεγαλύτερο από το 1950. Με την πρώτη απειλή Τραμπ, μειώθηκαν δασμοί. H επιλογή για μη αυτοδύναμη ανάπτυξη, που είναι πιο κερδοφόρα για τη μεταπρατική κλίκα μεγιστάνων που περιβάλλουν και εκθειάζουν με τα ΜΜΕ τους το Μόντι, οδηγεί σε εξάρτηση από τις διακυμάνσεις του επιτοκίου του αμερικανικού Fed. Σημειωτέον ότι, για το 2ο τρίμηνο του 2019,βρίσκονται σε χαμηλό 15ετίας οι νέες επενδύσεις.

Εκ του αποτελέσματος, ενώ η Ινδία έχει γίνει πυρηνική δύναμη, στην πραγματικότητα, δεν λαμβάνεται υπόψη όσο παλαιότερα. Ίσως αυτός είναι άλλος ένας λόγος για τη μετεκλογική έναρξη της εσωτερικής αποικιοποίησης, με πρώτο το Κασμίρ. Ακόμα και στην ειρηνευτική διαδικασία στο Αφγανιστάν δεν συμπεριλαμβάνεται στους συνομιλητές. Συγκριτικά με το Πακιστάν έχει διεθνώς καλύτερη φήμη, όμως, σε καμία περίπτωση δεν έχει βελτιώσει την “ανταγωνιστικότητά” της έναντι αυτού: ούτε με τη Ρωσία, η οποία βελτίωσε τις σχέσεις με το Πακιστάν, ούτε με την Κίνα, με την οποία πέρσι συγκρούστηκε στο κινεζικό Κασμίρ, ούτε καν με τις ΗΠΑ. Χρησιμοποιεί η Ινδία τους BRICS, για δημιουργία περισσότερου χώρου για ελιγμούς και καλύτερες συμφωνίες με τις ΗΠΑ. Όμως, αντί να δημιουργεί χώρο για περισσότερους ελιγμούς, η Ινδία σύρεται σε όλο και πιο στενές σχέσεις εξάρτησης με τις ΗΠΑ. Γιατί για τις ΗΠΑ, η κύρια παράμετρος για την περιοχή Ασίας-Ειρηνικού είναι οι σχέσεις τους με την Κίνα, όχι με την Ινδία. Επομένως, οι σχέσεις με την Ινδία δεν είναι αυτοδύναμες. Αρκεί κανείς να μελετήσει την πορεία των σχέσεων με τις ΗΠΑ. Για χάρη τους, πρόσφατα, έχασε το Ιράν. Για χάρη τους βελτίωσε τις σχέσεις με το Ισραήλ, σε τέτοιο βαθμό ώστε αν ακυρώνονταν οι συμφωνίες για πρότζεκτ με το κατοχικό αυτό κράτος που έχουν υπογράψει εταιρίες, προσκείμενες φυσικά στο Μόντι, θα χτυπιόταν σκληρά η ινδική οικονομία. Και ναι μεν συνεχίζει τις αμυντικές σχέσεις και με τη Ρωσία, όμως η εμπλοκή της Ινδίας με τις ΗΠΑ, επιτρέπει στον Τραμπ να θέτει ζήτημα ακύρωσης της συμφωνίας για τους S-400. Επίσης, οι πιέσεις του Τραμπ για περαιτέρω άνοιγμα της ινδικής αγοράς σε αμερικανικά αγαθά, που έκανε μετεκλογικό “δώρο” στο Μόντι την αφαίρεση του προτιμησιακού χαρακτήρα από τις εισαγωγές από την Ινδία, τον οδηγεί όχι μόνο σε χαρακτηριστικές για τον Τραμπ προσβλητικές αναφορές και για την Ινδία (“ο βασιλιάς των δασμών”, “μη νομίζουν ότι μας κάνουν χάρη” κ.ά.) και για τον Μόντι, αλλά και σε παρέμβαση στο Κασμίρ και γενικά σε επαναφορά του δόγματος της στρατηγικής ισοτιμίας Ινδίας και Πακιστάν. Ούτως ή άλλως, παρά τις πρόσφατες ινδικές απειλές για αλλαγή του δόγματος “όχι πρώτα εμείς χρήση πυρηνικών”, ή τη συστηματική ανάπτυξη των πυρηνικών σε όλα τα όπλα, όλοι γνωρίζουν την έλλειψη επαγγελματισμού στον ινδικό στρατό, με χαρακτηριστικότερο τον εντοπισμό των πυρηνικών υποβρυχίων που παρείσφρυσαν σε πακιστανικά χωρικά ύδατα και την κατάρριψη ινδικού αεροπλάνου τον καιρό της κρίσης το Φλεβάρη, την έλλειψη απόδειξης του ισχυρισμού περί “χειρουργικών χτυπημάτων” (Πακιστάν, 2016 μετά από επίθεση με 20 νεκρούς στο Κασμίρ – Μπάλακοτ φέτος– Μιανμάρ ενάντια στους αποσχιστές της Νάγκαλαντ). Αλλά και σε περιφερειακό επίπεδο, δεν τα καταφέρνει. Η Κίνα κομίζει την υπόσχεση για κολοσσιαίες επενδύσεις, κάτι που σημαίνει και υψηλές προμήθειες, οπότε οι γειτονικές χώρες δεν βλέπουν το λόγο να αρνούνται την ένταξη της Κίνας σε περιφερειακές συνεργασίες, την οποία η Ινδία μπλοκάρει. Η Ινδία σύντομα θα περιβάλλεται από μια αλυσίδα κινεζικών λιμανιών.

Η 2η Θητεία Μόντι ξεκίνησε με απόπειρα επιβολής των Χίντι στις πολιτείες που δεν μιλάνε τη γλώσσα αυτή. Συνεχίστηκε με το Κασμίρ. Τον Αύγουστο συνελήφθησαν φοιτητές για προβολή ντοκιμαντέρ με αφηγήσεις για την βία εναντίον των αυτοχθόνων και των μειονοτήτων. Επιμονή σε “πατριωτικά” σχέδια για διπλασιασμό της οικονομίας εντός 5ετίας που είναι το προκάλυμμα για φοροαπαλλαγές επιχειρηματιών που θα καλυφθούν με αυξήσεις στα καύσιμα, καθιέρωση 14ώρου, και νόμους για ελεύθερη είσοδο των Άμεσων Ξένων Επενδύσεων σε τομείς όπως Λιανεμπόριο, ΜΜΕ, Ασφάλειες, Τράπεζες και εξόρυξη άνθρακα, που το 1973 είχε εθνικοποιηθεί. 2.000 νέα δικαστήρια στο Ασάμ ως τον Οκτώβρη θα κρίνουν την απέλαση εκατομμυρίων ντόπιων ως αλλοδαπών. Εκατομμύρια δαπανώνται για ένα Εθνικό Ίδρυμα Αγελάδας και...τοπικά ιατρεία αγελάδας, όταν πέρσι καταγράφηκαν 19 θάνατοι από ασιτία. Το RSS τον Απρίλη ανοίγει αναγνωρισμένη στρατιωτική σχολή εφήβων. Και, βέβαια, το κράτος απουσιάζει από τη δίκη που στρέφεται εναντίον του ήδη αποψιλούμενου Νόμου του 2006 περί Δικαιωμάτων στο Δάσος, με το δικαστήριο να έχει διατάξει την εκτόπιση 1,1 εκατομμυρίων οικογενειών των οποίων έχουν απορριφθεί αιτήματα αναγνώρισης παραμονής επί 3 γενιές και δικαιώματα καλλιέργειας βάσει του νόμου αυτού (Η εκτόπιση τελεσιδικεί στις 12/9). Επίσης τροποποιείται ο άλλος νόμος για τα δάση, ο αποικιακός, όπου αφαιρείται δικαιοδοσία από τα μερικώς τοπικά συμβούλια και επιστρέφει στη γραφειοκρατία.

Επίλογος

Απέναντι σε μια τέτοια κατάσταση, μόνη πραγματική εναλλακτική φαίνεται το ΚΚΙ(Μαοϊκό) και η διακυβέρνηση που έχει καθιερωθεί στην περιοχή που ελέγχει, έστω κι αν έχει συρρικνωθεί, έστω κι αν αυτοκριτικά παραδέχεται ότι δεν έχει αποκτήσει επιρροή στο τμήμα των αστικοποιούμενων στρωμάτων στις γύρω από τις βάσεις του περιοχές. Στην Ινδία του Μόντι, η γυναίκα πέφτει θύμα βιασμού. Στη μαοϊκή Ινδία, η γυναίκα αποτελεί πλειοψηφία στο ΛΑΑΣ. Στην Ινδία του Μόντι, η πολυμορφία διώκεται. Στη μαοϊκή Ινδία, διδάσκεται η συνύπαρξη. Στην Ινδία του Μόντι, παίρνει κεφάλι ο ανορθολογισμός και οι αντιδραστικές παραδόσεις. Στη μαοϊκή Ινδία, οι μη αντιδραστικές παραδόσεις γίνονται σεβαστές. Στην Ινδία του Μόντι, εκατομμύρια εκτοπίζονται και απειλούνται με απέλαση, στοχοποιούνται, είναι πολίτες 2ης κατηγορίας. Στη μαοϊκή Ινδία, οι άνθρωποι γίνονται αφέντες της τύχης τους. Στο κράτος του Μόντι, η βία είναι δομική. Στη μαοϊκή Ινδία, υπάρχει μόνο αντίσταση στη δομική βία του κράτους του Μόντι.

* Το κείμενο είναι η εισηγητική ομιλία στην εκδήλωση των εκδόσεων “Εκτός Των Τειχών” την Παρασκευή 6 Σεπτεμβρίου στην Θεσσαλονίκη με θέμα “ Η Νέα Ινδία πίσω από την βιτρίνα της 84ης ΔΕΘ: Πολιτικές και θρησκευτικές διώξεις, Πολιτικοί κρατούμενοι, σφαγές στα δάση, Ινδουιστικός Φασισμός. Αντιστάσεις, Λαϊκά κινήματα, Διεθνής Αλληλεγγύη”.

Δεν υπάρχουν σχόλια: