Σήμερα στη Λαμία η αναβίωση του εθίμου γίνεται από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Αγίων Θεοδώρων στον Σλα Μαχαλά. Σύμφωνα με πληροφορίες του καλού μου φίλου Χρήστου Αθανασίου, το έθιμο το έφεραν οι πρόγονοί τους από τα μέρη της Ανατολικής Ρωμυλίας και η αναβίωσή του με όλο το δραματουργικό του μέρος περνά από πατέρα σε γιο.
Ο Χρήστος Αθανασίου, ο τελευταίος «αρχιγκαμηλιέρης» της Ρούμελης, μας κούνησε για στερνή φορά το μαντίλι μεσοκαλόκαιρα, φέτος στις 27 Ιουλίου, κι «έφυγε» απρόσμενα από κοντά μας. Τον αποχαιρετήσαμε η Λαμία, οι συγγενείς, φίλοι, συναγωνιστές και σύντροφοι, γνωρίζοντας το δυσαναπλήρωτο κενό που άφησε πίσω του. Γιατί ο Χρήστος είχε αποσπάσει την αγάπη και την εκτίμηση όλων, με το απλό του ύφος, το γνήσια λαϊκό ήθος του, με τον άμεσο και πιστευτό αγωνιστικό του λόγο, το πλούσιο κοινωνικό, πολιτιστικό, συνδικαλιστικό και πολιτικό του έργο, την τιμιότητα και τη λεβεντιά του.
Με τους συνδικαλιστικούς του αγώνες αναδείχτηκε στο Εργατικό Κέντρο Λαμίας και στο Συνδικάτο Οικοδόμων Φθιώτιδας. Είχε έντονο το συναίσθημα της προσφοράς και υπήρξε ψυχή και νους του Μορφωτικού, Εξωραϊστικού Συλλόγου Αγίων Θεοδώρων «Η παλιά Λαμία», όπως και γραμματέας του Πολιτιστικού Συλλόγου Στερεάς Ελλάδας των Ρομά «Λεωνίδας ο Σπαρτιάτης». Από μικρός στρατεύτηκε στους αγώνες της συνεπούς Αριστεράς μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ(μ-λ) και υπήρξε υποψήφιος βουλευτής του στις τελευταίες εκλογές. Πρωτοστάτησε στη δημιουργία και ανάπτυξη της Λαϊκής Αντίστασης - Αριστερής Αντιιμπεριαλιστικής Συνεργασίας στη Φθιώτιδα.
Η αναβίωση
Με το πλούσιο πολιτιστικό έργο του ανέδειξε το λαογραφικό στοιχείο της περιοχής του, ιδιαίτερα με την αναβίωση κάθε Αποκριά του πετυχημένου εθίμου της «γκαμήλας», κατά το οποίο υπήρξε αναντάν μπαμπαντάν «αρχιγκαμηλιέρης».
Η πρώτη καταγραφή του τόσο διαδεδομένου αποκριάτικου λαϊκού εθίμου της «γκαμήλας» γίνεται στη Στυρία (ομοσπονδιακό κρατίδιο της Αυστρίας) τον 18ο αιώνα. Επεκτάθηκε στα νότια της Βαλκανικής Χερσονήσου, όπου εντοπίζεται στη Βουλγαρία, την Ανατολική Ρωμυλία και τη Θράκη, για να φτάσει τον 19ο αιώνα μέχρι την Κρήτη. Απαντά και σαν «τζιαμάλα». Η λέξη «γκαμήλα» προέρχεται από την αρχαία λέξη «κάμηλος». Το κ μετατρέπεται σε γκ με τη μεταφορά του τελικού ν του άρθρου -«την» (καμήλα) σε «τη» (γκαμήλα). Το λαϊκό αυτό δρώμενο λαμβάνει χώρα τις δύο Κυριακές της Αποκριάς (της Κρεατινής και της Τυροφάγου), ενώ δίνει το «παρών» και την Καθαρά Δευτέρα.
Ο σκελετός της «γκαμήλας» κατασκευάζεται από ξύλο και σκεπάζεται με λινάτσα, χαλιά ή βελέντζες. Το κεφάλι είναι ένα καμουφλαρισμένο κρανίο αλόγου, μουλαριού ή γαϊδάρου και η κάτω σιαγόνα του κεφαλιού είναι κινητή. Μέσα στην «γκαμήλα» μπαίνουν δυο άτομα που εκτελούν τις κινήσεις του «ζώου» σύμφωνα με τις εντολές του «αρχιγκαμηλιέρη». Η «γκαμήλα» είναι στολισμένη με φούσκες, ελληνικές σημαίες, ενώ συχνά πάνω στη ράχη της μια μεγάλη κούκλα όμορφης κοπέλας παριστάνει τον αναβάτη.
Την εμφάνιση και τη δράση της «γκαμήλας» συνοδεύουν λαϊκά όργανα, με πρώτα και καλύτερα το νταούλι και το τουμπελέκι. Με οδηγό τον «αρχιγκαμηλιέρη» και τον μικρό παραγιό του, μέσα σ’ έναν πανζουρλισμό οργάνων και θεατών, η «γκαμήλα» είναι όλο νάζια, χούγια και καμώματα, μέχρι που αρρωσταίνει, με κορύφωση τη θεραπεία της από έναν γιατρό που έρχεται καβάλα σ’ ένα γαϊδούρι ξεσαμάρωτο. Ο κόσμος χαρτζιλικώνει την «γκαμήλα» κι αυτή γονατίζει και φιλά το χέρι των κουβαρντάδων.
Στο τέλος, η «γκαμήλα» κάνει ζαβολιές, γίνεται άτακτη, την κυνηγούν, συλλαμβάνεται και… τιμωρείται με αποκεφαλισμό. Πρόκειται για μια συμβολική πράξη, που σημαίνει το τέλος των Αποκριών, των ξέφρενων γλεντιών και της ξενοιασιάς, υπονοώντας ότι τώρα «τα κεφάλια μέσα». Μια άλλη, χριστιανική ερμηνεία είναι αυτή του Ιωάννου του Χρυσοστόμου που θεωρούσε την καμήλα σύμβολο του διαβόλου, όπου πάνω στη ράχη της θα εμφανιζόταν ο Αντίχριστος (Λόγος εις τον Αγιο Ιωάννη τον Πρόδρομο και Βαπτιστή). Η «γκαμήλα» αποκεφαλίζεται στο τέλος του δρώμενου για να αποτραπεί ο ερχομός του Αντίχριστου.
Στη Θέρμη
Ενδιαφέρον παρουσιάζει μια εκδοχή του δρώμενου που τελείται στη Θέρμη της Θεσσαλονίκης και προέρχεται από την εποχή της Tουρκοκρατίας. Η Μανιώ ήταν μια όμορφη κοπέλα που αγαπούσε έναν νέο και είχε την ατυχία να την κλέψουν οι Τούρκοι. Ο νέος με τους φίλους του κατασκεύασαν μια «γκαμήλα» κι αφού ξεγέλασαν τους φρουρούς πήραν πίσω τη Μανιώ, κρύβοντάς την μέσα στην κοιλιά της «γκαμήλας».
Το όμορφο αυτό λαϊκό δρώμενο ήταν από τα πιο αγαπημένα στις γειτονιές της παλιάς Αθήνας κι έχουν γραφτεί πολλά για χάρη του. Στην εφημερίδα «Ακρόπολις» (1905) δημοσιεύεται γελοιογραφία με τον τίτλο «Τα εκλογικά καρναβάλια» και τη λεζάντα «Η γκαμήλα ή ο Θεοτοκικός συνδυασμός», σατιρίζοντας τον Γεώργιο Θεοτόκη, υποψήφιο στις εκλογές στις 20 Φεβρουαρίου.
Καθιερωμένα θεάματα της Αποκριάς ήταν η «γκαμήλα», το Γαϊτανάκι, οι Φασουλήδες και τα Ρόπαλα.
Στους δρόμους της Αθήνας ο «γκαμηλιέρης» γύρναγε τραγουδώντας το ακατάληπτο τραγούδι (εφημερίδα «Ακρόπολις», 29 Ιανουαρίου 1887):
«Αϊ! Κυρά νταρντάνα
Πορτοκάλι ψάρεψε
Αϊ! Κυρά νταρντάνα!
Για σαρλίμαρλί μαρλέ
Για να πιούμε ναργιλέ».
Σήμερα στη Λαμία η αναβίωση του εθίμου γίνεται από τον Πολιτιστικό Σύλλογο Αγίων Θεοδώρων στον Σλα Μαχαλά. Σύμφωνα με πληροφορίες του καλού μου φίλου Χρήστου Αθανασίου (ψυχή και συνεχιστής του εθίμου), το έθιμο το έφεραν οι πρόγονοί τους από τα μέρη της Ανατολικής Ρωμυλίας, και η αναβίωσή του με όλο το δραματουργικό του μέρος περνά από πατέρα σε γιο.
Με το ακορντεόν του τις Απόκριες |
Μπορεί η «γκαμήλα» να είχε έξοδα, όμως τα όνειρα είναι τζάμπα. Θα έκανε, λέει, ο Χρήστος λαϊκό γλέντι στην πλατεία Πάρκου με δωρεάν ποτά κι ό,τι άλλο θα πρόσφεραν διάφοροι μερακλήδες. Εκεί, μέσα σ’ ένα τρελό αποκριάτικο κλίμα, θα γινόταν η αποθέωση της «γκαμήλας». Εγώ θα έπαιζα Καραγκιόζη με το ακορντεόν του Χρήστου και τ’ άλλα όργανα να συνοδεύουν. Καθόμασταν στο κοκορετσάδικο του Νίκου, στην πλατεία Λαού, κι αφήναμε τα όνειρά μας να τσουγκρίσουν το ποτήρι, ο Νίκος που μας άκουγε συγκατένευε, ενώ το άγαλμα του Αρη Βελουχιώτη λες και χαμογελούσε από το βάθρο του για την τόση ανεμελιά μας, λες και ήξερε ότι ήτανε όνειρα που θα «κρατούσαν μια βραδιά».
Σαλονίκη, 27 Αυγούστου 2019
* καραγκιοζοπαίκτης
Ο Βαγγελάρας του Θησείου και τα ποιήματα
Ο πιο γνωστός «γκαμηλιέρης» της παλιάς Αθήνας ήταν ο περίφημος Βαγγελάρας, από τη γειτονιά του Θησείου, για τον οποίο ο αλησμόνητος Τίμος Μωραϊτίνης έγραψε ένα από τα καλύτερα σατιρικά του ποιήματα:
Ο Βαγγελάρας άρρωστος, ο γερο-γκαμηλιέρης!
Πού να τον ξέρεις;
Πάντα μουντζούρης έβγαινε, με κόκκινο γελέκι,
μπρος η γκαμήλα, πίσω αυτός, βαρώντας τουμπελέκι
και τραγουδώντας στα πολλά της γειτονιάς στενά:
«Σιναϊνά! Σιναϊνά!»
Κι είπε, αν πεθάνει ένα πρωί κι αν είναι Αποκριά,
να μην τον θάψουνε μακριά.
Μουντζούρη να τον βάλουνε απάνω σε δυο ξύλα,
ν’ ακολουθήσει ο Φασουλής, το Γαϊτανάκι, η Γκαμήλα,
να πει τον επικήδειο κι ο ποιητής του κάρου,
για να χαρεί Αποκριά και η καρδιά του Χάρου!
Κι ο Βαγγελάρας πέθανε! Κι οι φίλοι του τον κλάψανε
μ’ αληθινό τους δάκρυ.
Μουντζούρη τον επήγανε, μουντζούρη τον εθάψανε
κ’ εγράψανε στην άκρη:
«Εδώ κοιμάται ήσυχα ένας μεγάλος φουκαράς,
που η δουλειά του ήτανε να είναι μασκαράς
μια φορά το χρόνο
μόνο…».
Αναμνήσεις, χρόνια, άνθρωποι, σερπαντίνες, κομφετί και προ πάντων κέφι και φαντασία, όλα συνεπαρμένα από την παραζάλη του τρελού καρναβαλιού, όλα συνταιριασμένα με μια μίζερη καθημερινότητα που προσπαθούσε να μπαλώσει τις πληγές της και μπορούσε συνάμα να χαμογελάει, να αντιστέκεται και να διεκδικεί.
«…Και πίνουν και χορεύουνε
και ξαναπίνουν πάλι
γλεντώντας το ξέγνοιαστο
κι εύθυμο καρναβάλι».
Η τελευταία πράξη των Αποκριών παιζόταν στις εξοχές την Καθαρά Δευτέρα. Εκεί εμφανιζόταν για τα τελευταία νάζια και καμώματά της, για το μεγάλο χορευτικό της φινάλε και τον αποκεφαλισμό της η «γκαμήλα». Κι ενώ το γλέντι τριγύρω καλά κρατούσε, όλοι ανανέωναν το ραντεβού τους για την άλλη χρονιά. Τα παιδιά, ο Καραγκιόζης, όλος ο λαός φόρτωναν τα όνειρα και τις ελπίδες τους σ’ έναν χαρταετό, προσπαθώντας να πιάσουν τον ήλιο. Μα μήπως το ίδιο δεν έκανε κι ο Χρήστος σ’ όλη του τη ζωή!
Γ. Χατζής
https://www.efsyn.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου