Οι λαοί δεν έχουν ανάγκη από προστάτες! Ή μήπως έχουν;;
Το ίδιο ερώτημα επιστρέφει ξανά και ξανά: Υπάρχει δυνατότητα και αναγκαιότητα λαϊκού, επαναστατικού, εργατικού, κομμουνιστικού κινήματος, αυτόνομου από το σύστημα και τις διάφορες μερίδες του;
Οι δραματικές εξελίξεις
στην Ουκρανία αποκάλυψαν τις τεράστιες ευθύνες που έχει η συντριπτική
πλειοψηφία των δυνάμεων της Αριστεράς, οι οποίες για χρόνια υποτάχθηκαν σε
θεωρίες κοσμοπολιτισμού και «πανιμπεριαλισμού», υποτίμησαν τον κίνδυνο που
φέρνουν οι ενδοϊμπεριαλιστικοί ανταγωνισμοί και υπονόμευσαν την «ξεπερασμένη» –
κατά την άποψή τους- αναγκαιότητα συγκρότησης του αντιπολεμικού
αντιιμπεριαλιστικού κινήματος και του αγώνα ενάντια στην ιμπεριαλιστική
εξάρτηση. Έχουν συγκεκριμένες και σοβαρές ευθύνες για την κυριαρχία στην
κοινωνία αλλά και στον κόσμο του κινήματος, από τη μία οικονομίστικων (αλήθεια
ποια είναι η άποψη των… «επιχειρηματικών ομίλων» για την προσωρινή ίσως
κατάρρευση των οικονομικών συναλλαγών ΕΕ-Ρωσίας;), αλλά και από την άλλη παρδαλών
και αταξικών αντιλήψεων (εκδοχές της ομπαμικής «Αριστεράς») γύρω από τα λεγόμενα
«ατομικά δικαιώματα», αδυνατίζοντας την «κόκκινη» πλευρά, η οποία είναι
συνδεμένη με ένα ταξικό αλλά και αντιιμπεριαλιστικό DNA. Σε μια χώρα μάλιστα, της οποίας το
έδαφος, ο αέρας και η θάλασσα παραδίδονται από άκρη σε άκρη στην πιο δολοφονική
πολεμική μηχανή του πλανήτη, τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, αποτελώντας τη βάση
για το μακέλεμα λαών – ανάμεσα στους οποίους και του δικού μας!
Ωστόσο, αυτό είναι ένα
ζήτημα, όπου θεωρούμε ότι έχουμε καταθέσει ό,τι μπορούμε, έχουμε αποσαφηνίσει σε
μεγάλο βαθμό την άποψή μας και την φυσιογνωμία μας και έχουμε καταθέσει άπειρο μόχθο να το υπηρετήσουμε. Και,
επειδή είναι ιδιαίτερα σοβαρά ζητήματα, τόσο αυτό του απολογισμού του καθενός
και το πώς έχει συμβάλει (ή δεν έχει
συμβάλει) στα παραπάνω καθήκοντα, όσο και αυτό της προοπτικής του κινήματος, θα
επανέλθουμε σε άλλη αναφορά.
Εδώ θα θέλαμε να
ασχοληθούμε με το εξής γεγονός: Μέσα στην όλη σύγχυση στην οποία έχουν
περιέλθει δυνάμεις της Αριστεράς αλλά και απλοί λαϊκοί άνθρωποι, εμφανίζεται
από την πρώτη μέρα της ρώσικης εισβολής στην Ουκρανία, μια από ντροπαλή έως και
καθαρή και (υποτίθεται) πολιτικά αιτιολογημένη επιλογή της υποστήριξης της
ρώσικης κίνησης και του Πούτιν. Με απόλυτο σουρεαλισμό, έχουμε δει δυνάμεις
τροτσκιστικών καταβολών που ανατρίχιαζαν ενάντια στις Λαϊκές Δημοκρατίες όταν
αυτές υπήρχαν, να νιώθουν ως βασικό καθήκον τους, σήμερα, την υπεράσπιση των
(ανύπαρκτων εκτιμάμε) «Λαϊκών Δημοκρατιών» του Ντονμπάς! Έχουμε δει δυνάμεις
μαοϊκών καταβολών (διαπαιδαγωγημένων, υποτίθεται, στη λογική «να στηριζόμαστε στις δικές μας δυνάμεις»)
οι οποίες δεν δίσταζαν στο παρελθόν να καταδικάσουν την επέμβαση του
σοσιαλιμπεριαλισμού στο Αφγανιστάν (τότε που ο λαός του «έμαθε την επανάσταση από το ραδιόφωνο», όπως έλεγε ο Ριζοσπάστης!),
να καλούν σήμερα να ηττηθεί ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός «έστω και από κάποιον που δεν είναι φίλος μας»! Και ο οποίος
φρόντισε στο διάγγελμά του να καταγγείλει τον Λένιν και τον Στάλιν και να
ξεκαθαρίσει ουσιαστικά ότι μιλάει στο όνομα του τσαρικού μεγαλορώσικου
εθνικισμού (σε αυτό θα επανέλθουμε)! Ποια
είναι, λοιπόν, η βάση σε όλα αυτά τα παράδοξα φαινόμενα και ποια κατεύθυνση
εξυπηρετούν αυτές οι επιλογές;
Η επιλογή ιμπεριαλιστή οδηγεί στην περιθωριοποίηση της λαϊκής πάλης
Ας τα πάρουμε με τη
σειρά: Η μετατροπή τα προηγούμενα χρόνια της Ουκρανίας σε ενός τύπου
αμερικάνικο προτεκτοράτο, η επιθετική επιδίωξη των Αμερικάνων να απωθήσουν
ακόμα πιο βαθιά και να περικυκλώσουν ασφυκτικά τον ρώσικο ιμπεριαλισμό μέσω της
εισόδου της Ουκρανίας στο ΝΑΤΟ, οι δηλώσεις Ζελένσκι (που δεν είναι και πολύ
δηλώσεις του… Ζελένσκι) για κατασκευή πυρηνικών όπλων από την νατοϊκή Ουκρανία,
αλλά και τα εγκλήματα των μαριονετών της Ουκρανίας στο λαό του Ντονμπάς μαζί με
τον βαρύνοντα ρόλο νεοναζιστικών
ταγμάτων θανάτου στο πλαίσιο του ουκρανικού κράτους αποτελούν, ασφαλώς, πραγματικά δεδομένα. Πρόκειται για
πραγματικά δεδομένα τα οποία σε απλό κόσμο δημιουργούν μεγάλη αγανάκτηση και
μια ενστικτώδη πόλωση προς την άλλη
πλευρά. Η πόλωση αυτή μεγαλώνει από την (υγιή) αηδία που δημιουργεί η ωμή
διαστροφή της αλήθειας από τα Μέσα Μαζικής Εξαπάτησης, τα οποία αναμασούν για
μια ακόμα φορά την νατοϊκή προπαγάνδα και ξαφνικά διαπίστωσαν την αξία του
Διεθνούς Δικαίου και της… μη αλλαγής συνόρων, αρχές από τις οποίες εξαιρούνται
-προφανώς- η πρώην Γιουγκοσλαβία, το Ιράκ, η Παλαιστίνη, η Συρία, η Λιβύη, το
Αφγανιστάν και όλο το τμήμα του πλανήτη, το οποίο δεν φιλοξενεί αμερικάνικες
στρατιωτικές βάσεις!
Αν, όμως, η μια βάση της
λανθάνουσας υποστήριξης της ρώσικης εισβολής είναι η οργή για τον μεγάλο
εμπρηστή του πολέμου, τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό (οργή στην οποία
πρωτοστατούμε!), η άλλη βάση δεν είναι
ούτε υγιής, ούτε κινηματικά αξιοποιήσιμη. Μιλάμε για την μακρόχρονη
κυριαρχία στην Αριστερά (αλλά και στο λαό) της αντίληψης ότι τελικά οι λαοί έχουν ανάγκη από προστάτες. Οτι η
παρέμβασή των λαών περιορίζεται de facto στην επιλογή του (υποτίθεται)
«λιγότερο κακού ιμπεριαλιστή». Μιας αντίληψης που δεν έχει πολλή διαφορά από
την επιλογή της «λιγότερο κακής κυβέρνησης», μόνο που διατυπώνεται απέναντι σε
καθήκοντα πιο μεγάλα και δραματικά. Πρόκειται για μια αντίληψη που έχει τη ρίζα
της στον ρεφορμισμό και τον ρεβιζιονισμό και που οδηγεί τελικά στο αντίθετο από
αυτό που υποτίθεται ότι θέλει να υπηρετήσει. Οδηγεί, δηλαδή, στην πλήρη παραλυσία και περιθωριοποίηση των λαϊκών
μαζών, οι οποίες πρέπει απλώς να περιμένουν τα τηλεοπτικά παράθυρα για να
ακούσουν τη νίκη της Ρωσίας, υποτιμώντας και νιώθοντας αδύναμες να προσπαθήσουν
να ανταποκριθούν στο πρώτου μεγέθους καθήκον του κινήματος στη χώρα μας, της ενίσχυσης του αντιιμπεριαλιστικού κινήματος
και του αγώνα να φύγουν οι βάσεις του θανάτου.
Πού είναι οι μάζες;
Κατά την γνώμη μας,
αυτό, ακριβώς, είναι και το βασικό κριτήριο, για να κρίνει κανείς ποια
προσέγγιση είναι η σωστή: Πόσο
διευκολύνει – ανοίγει δρόμο στην αυτοτελή συγκρότηση του λαϊκού παράγοντα,
ο οποίος είναι ο μόνος παράγοντας που μπορεί να δημιουργήσει μια άλλη προοπτική;
Έχοντας πλήρη επίγνωση
της παντελώς κατευθυνόμενης «πληροφορίας» από το ουκρανικό μέτωπο, θα ρισκάραμε
να διατυπώσουμε ως εκτίμηση, την εντύπωση, ότι διεξάγεται όλα αυτά τα χρόνια
και σήμερα στην Ουκρανία, μια μάχη στρατιωτικών και παραστρατιωτικών μηχανισμών,
ερήμην οποιασδήποτε έκφρασης λαϊκού παράγοντα. Στο έδαφος της Ουκρανίας δεν
φαίνεται καμία πλατιά λαϊκή διάθεση είτε «πατριωτικής υπεράσπισής της» αλλά
ούτε και από την άλλη καμία διάθεση υποδοχής των «Ρώσων απελευθερωτών». Και αν
αυτή η εικόνα πιθανόν νοθεύεται από το ολότελα φασιστικό κλίμα ελέγχου και
καταστολής που σίγουρα υπάρχει μέσα στις πόλεις, κανένα τέτοιο κλίμα δεν
φαίνεται ούτε καν ανάμεσα στους ρωσόφωνους πρόσφυγες που έχουν μεταφερθεί από
το Ντονμπάς στην Ρωσία. Καμία διαδήλωση υποστήριξης της εισβολής, ούτε από τον
ρωσόφωνο πληθυσμό δεν έχουμε δει ούτε καν στο Russia Today. Όσο για την υποτιθέμενη
«αποναζιστικοποίηση» της Ουκρανίας, θα θέσουμε ένα απλό ερώτημα. Η ρώσικη
εισβολή, αλήθεια πιστεύει κάποιος ότι θα έχει ως αποτέλεσμα το αδυνάτισμα της
ακροδεξιάς είτε στην Ρωσία είτε στην Ουκρανία; Ή το ακριβώς αντίθετο;
Αλλά και αν υποθέσουμε
ότι ξεκινούν τέτοιες κινητοποιήσεις. Μπορεί κανένας να φανταστεί ότι –όντας υπό
τον έλεγχο και την κηδεμονία μιας ιμπεριαλιστικής δύναμης- θα έχουν το ελάχιστο
προοδευτικό πρόσημο; Ότι θα έχουν άλλο ρόλο από την εμπλοκή των μαζών στο φρικτό έργο της συσσώρευσης όρων για
το ξέσπασμα του επόμενου μεγάλου πολέμου;
Αντίστοιχα, η μαζική
αντιρωσική διαδήλωση στην Γερμανία, δεν αποτελεί τίποτα άλλο από ένα εργαλείο
του γερμανικού ιμπεριαλισμού για να προωθήσει και να νομιμοποιήσει στο λαό την
διαδικασία επανεξοπλισμού του (μια μεγάλη εκκρεμότητα που τον βασανίζει) και να
πλασαριστεί στη νέα… αταξία πραγμάτων ως ένας ιμπεριαλιστής «για τον εαυτό του»
(και όχι με υπό την σκέπη των αμερικάνων), ένας ιμπεριαλιστής με σιδερένια και
όχι με πήλινα πόδια.
Όλη αυτή η αντιδραστική
σύγκρουση δεν έχει προοδευτικό πρόσημο. Και επειδή γίνεται μεγάλη κουβέντα (και
δικαίως) για την μεγάλη παρέμβαση του φασισμού στο πλαίσιο της Ουκρανίας, θα
θέλαμε να σημειώσουμε ότι όλη η «φιλοσοφία» του διαγγέλματος Πούτιν καθώς και
μεγάλο τμήμα του think tank εξουσίας στη Ρωσία έχει εθνικιστικές αναφορές.
Οι «Λαϊκές Δημοκρατίες του Ντονμπάς» και οι ιστορικοί παραλληλισμοί
Θα λέγαμε κιόλας ότι
είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι φασιστικές ομάδες δρουν και στο πλαίσιο των «Λαϊκών
Δημοκρατιών του Ντονμπας» - αυτό αποτελεί πολιτική εκτίμηση που θα την
δικαιολογήσουμε. Στο σημείο αυτό δηλώνουμε πρόθυμοι να παραδεχτούμε τυχόν λάθος
μας και να πληροφορηθούμε από όσες οργανώσεις και πολιτικές ομάδες έχουν πιο
άμεση γνώση για το ζήτημα, να καταθέσουν μια ειλικρινή εικόνα, ώστε, έστω σε
έναν βαθμό να επιχειρηματολογηθεί η εικόνα ότι στο Ντονέτσκ παίζεται ένα σημαντικό
κομμάτι της σύγχρονης ιστορίας του κινήματος. Μας έχει κάνει εντύπωση ότι καμία
τέτοια σοβαρή αναφορά δεν έχει πέσει στην αντίληψή μας.
Έχουμε, αντίστοιχα,
διαβάσει πλήθος ιστορικών αναφορών σε σχέση με διάφορες (αντίστοιχες νομίζουν
αυτοί που τις αναφέρουν) «ανίερες συμμαχίες» που έχει κάνει το κομμουνιστικό
κίνημα για να εξυπηρετηθεί η τακτική του χτυπήματος του κύριο εχθρού. Εδώ
υπάρχει ξανά η γνωστή σύγχυση, την οποία είμαστε υποχρεωμένοι να αποδομήσουμε
για μια ακόμα φορά. Για να κάνει κάποιος
συμμαχίες, πρέπει ο ίδιος να είναι κάτι. Να έχει δημιουργήσει όρους συγκρότησης
μιας συσσώρευσης, η οποία ξέρει με ποιον, γιατί και με ποιο
όριο συμμαχεί. Το να συγκρίνει κανένας τακτικές κινήσεις των
μπολσεβίκων και της Σοβιετικής Ένωσης την εποχή που μια τεράστια χώρα
οικοδομούσε τον σοσιαλισμό με ταυτόχρονη κρίσιμη παρέμβαση των λαϊκών και
εργατικών κινημάτων σε όλο τον κόσμο δεν έχει καμία σχέση με την σημερινή
περίοδο, όπου τα αποτυπώματα της ήττας του επαναστατικού κομμουνιστικού
κινήματος είναι ακόμα παρόντα. Μια τέτοια περίοδο σαν την σημερινή, δεν υπάρχει καμία περίπτωση η
επανασυγκρότηση (επαναθεμελίωση ή όπως αλλιώς θέλετε) του κινήματος να γίνει με
μοχλό τη γραμμή στήριξης της μίας ή της άλλης αντιδραστικής λύσης. Αυτός
είναι και ο λόγος που είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί για το πόσο «λαϊκές
δημοκρατίες» είναι οι αυτόνομες περιοχές του Ντονμπάς. Σήμερα, μια τέτοια
στήριξη της μιας ή της άλλης αντιδραστικής λύσης απλώς θα λειτουργεί ως νέα
καθυστέρηση, ως νέο βαρίδι στην ανάγκη να στηθεί ο λαϊκός παράγοντας για τα
δικά του συμφέροντα.
Λυπόμαστε που θα
γίνουμε μάντεις κακών (υπάρχουν ήδη αναφορές ότι έχουν συμβεί τέτοια γεγονότα),
αλλά είμαστε σίγουροι ότι αν υπάρχει έστω και ένα ελάχιστο μέρος μαχητών του
Ντονμπάς που έχει στο μυαλό του κάτι προοδευτικό, ο ρώσικος ιμπεριαλισμός θα
δείξει απέναντί του την δέουσα σκληρότητα –ίσως και μεγαλύτερη από όση θα
δείξει στην Ουκρανία. Εξάλλου, είναι πολύ πρόσφατο για να «ξεχνιέται» ότι
απέναντι στην εργατική-λαϊκή εξέγερση στο Καζακστάν τον περασμένο Γενάρη
στάθηκαν ανοιχτά εχθρικά «όλοι» οι ιμπεριαλισμοί. Η Δύση με τους πράκτορες της
και τους μπράβους της λειτούργησε προβοκατόρικα και δολοφονικά γύρω από τις
εργατικές-λαϊκές κινητοποιήσεις, επιχειρώντας να τις
κάνει υποχείριο του στόχου της να ελέγξει πολιτικά τη χώρα. Και ο ρώσικος
ιμπεριαλισμός με την επίσημη απόβαση του στο Αλμάτι λειτούργησε ως εγγυητής του
φιλορωσικού καθεστώτος, αφενός
ανατρέποντας την προσπάθεια παρέμβασης της Δύσης και αφετέρου
πρωτοστατώντας στην εξόντωση των αγωνιστών και την καταστολή του κινήματος
Ουκρανοί φασίστες εναντίον Ρωσόφωνων κομμουνιστών;
Ας ξεκαθαρίσουμε κάτι.
Ουκρανικός λαός υπάρχει και είναι γνωστή η ιστορία καταπίεσής του από τον
τσάρικο μεγαλορωσισμό. Μάλιστα, στην Ουκρανία στα τέλη του 19ου και
στις αρχές του 20ου αιώνα
εκτυλίχθηκαν σημαντικά επεισόδια της ταξικής πάλης μέσω σοβαρών αγροτικών
αγώνων και εργατικών απεργιών. Ακολούθησαν συνεχείς εδαφικές ανακατατάξεις,
στρατιωτικές κατοχές σε τμήματα της και διαχωρισμοί της. Από την πρώτη στιγμή
της επανάστασης, η πολιτική των Λένιν και Στάλιν χαρακτηρίστηκε από πολύ μεγάλη
προσπάθεια και προσεκτικές κινήσεις, ώστε ο
λαός της Ουκρανίας (της οποίας η Σοβιετική Δημοκρατία εντάχθηκε στην Σοβιετική Ένωση στα τέλη του 1922), από
τη μία να μην νιώσει κανένα ίχνος μεγαλορώσικου εθνικισμού και από την άλλη να
αμβλυνθούν οι αντιθέσεις στο εσωτερικό του.
Τα λέμε αυτά για να
γίνει κατανοητό, ότι όταν θέλει να είναι
κανένας σοβαρός απέναντι σε καυτά ζητήματα, προσπαθεί να γεφυρώσει αντιθέσεις
στους κόλπους των λαών. Να προβάλει τα κοινά συμφέροντα και όχι τους ψεύτικους
διαχωρισμούς. Με βάση αυτά, οι απλουστεύσεις που παρουσιάζουν τον ουκρανικό
λαό περίπου σύσσωμο ως φασίστες και τους ρωσόφωνους πληθυσμούς περίπου σύσσωμους
ως κομμουνιστές, είναι απλουστεύσεις που όχι μόνο δεν έχουν καμία σχέση με την
πραγματικότητα αλλά και λειτουργούν όχι στην κατεύθυνση γεφυρώματος των
αντιθέσεων, αλλά όξυνσής τους. Και, ταυτόχρονα,
ρίχνουν νερό στον μύλο όχι μόνο του πολέμου αλλά και του φασισμού.
Ρωτάμε: Γιατί, άραγε, ο
σωστός στόχος είναι η «αυτοδιάθεση του
Ντονμπάς» και όχι μια «Ουκρανία
ενιαία ανεξάρτητη χωρίς ξένους στρατούς, βάσεις και αφεντικά»; Γιατί στόχος
δεν είναι οι κοινοί αγώνες των, για δεκαετίες, αδελφών λαών της Ρωσίας και της
Ουκρανίας κόντρα σε όλους τους ιμπεριαλισμούς, τα αντιδραστικά καθεστώτα, τον
φασισμό και τον πόλεμο; «Μα γιατί αυτό αργεί!»,
θα μας πουν σίγουρα κάποιοι – «δεν είναι
άμεση προοπτική». Σωστά, λέμε, αργεί! Μόνο που η τακτική υποταγής στο
συσχετισμό, στις σημερινές συνθήκες αποσυγκρότησης των λαών, το μόνο που κάνει
είναι να απομακρύνει αυτήν την προοπτική
ακόμα περισσότερο. Και, αντίθετα, να
φέρνει πιο κοντά όλες τις μαύρες αντιδραστικές προοπτικές των αντιδραστικών
πολέμων, του μίσους ανάμεσα στους λαούς και του φασισμού. Πρόκειται για
ρεαλισμό της φρίκης και όχι της προοπτικής.
Πόσο θα «μαζευτεί» ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός αν κερδίσει η Ρωσία;
Διαβάζουμε διάφορα ακόμα
στρατηγήματα (τα στρατηγήματα είναι θλιβερά όταν δεν διατίθενται οι απαραίτητοι
«στρατοί») γύρω από τα θετικά αποτελέσματα που μπορεί να φέρει η ήττα της
(αμερικάνικης) Ουκρανίας από την Ρωσία. Ή, αντίθετα, ότι ο αμερικάνικος
ιμπεριαλισμός θα εκδηλώσει νέα αναβαθμισμένη επιθετικότητα σε άλλα μέρη, αν η
Ρωσία ηττηθεί. Τα θεωρούμε εντελώς έωλα, από την… ανάποδη. Θα εξηγήσουμε, αφού
πρώτα θυμίσουμε μερικά πράγματα από το παρελθόν των τελευταίων δεκαετιών.
Όταν όλοι όμνυαν στην
«εποχή της παγκοσμιοποίησης», κάναμε σκληρή αντιπαράθεση για να αποκαλύψουμε
ότι δεν υπάρχει καμία παγκοσμιοποίηση, αλλά ιμπεριαλισμοί και ανταγωνισμοί
μεταξύ τους. Εδώ και χρόνια, αντιμετωπίζαμε με θυμηδία «αναλύσεις» που
θεωρούσαν ότι η Ρωσία έχει γίνει κάτι σαν υποτακτική αυλή των ΗΠΑ. Τις
προβλέψεις ότι το ΝΑΤΟ θα την εντάξει στους κόλπους του (όλοι μαζί ενάντια στην…
Μπουρκίνα Φάσο μάλλον). Τις εκτιμήσεις ότι η δεύτερη υπερδύναμη είναι πια η
Ιαπωνία ή η Ευρωπαϊκή Ένωση. Ναι, ας μην γελάει κανένας, αυτά λέγονταν!
Αντίστοιχα, άλλοι
αντιμετώπιζαν με ειρωνεία την εκτίμησή μας ότι πρώτος στόχος του αμερικάνικου
ιμπεριαλισμού είναι η Ρωσία, ως η μόνη ιμπεριαλιστική χώρα που ηττήθηκε μεν, αλλά σε «ψυχρό», και όχι «θερμό» πόλεμο,
με αποτέλεσμα το γεγονός ότι παρέμεινε ως η μόνη που μπορούσε να απαντήσει στα
ίσια τον πυρηνικό εκβιασμό των αμερικάνων. Ότι η περίοδος Γέλτσιν δεν θα ήταν
παρά προσωρινή, γιατί μια δύναμη με το στρατηγικό βάθος και τις δυνατότητες της
Ρωσίας (παρά το παράδοξο του τρόπου συγκρότησης της αστικής της τάξης και παρά
το σοβαρό χτύπημά της από τη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης), δεν μπορούσε παρά
να διεκδικήσει το δικό της ρόλο στην παγκόσμια σκηνή. Ότι βασική, συνεχής και αδιάλειπτη επιδίωξη
των αμερικάνων ήταν και είναι η περικύκλωση, η απομόνωση και η απώθηση της
Ρωσίας (είναι εντυπωσιακό ότι αυτές ακριβώς οι λέξεις που λέμε εδώ και τριάντα
χρόνια, λέγονται πλέον από επίσημα διπλωματικά χείλη).
Ότι ταυτόχρονα, τα
τελευταία χρόνια, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός διαπίστωνε όλο και πιο καθαρά
την αναντιστοιχία «μέσων και σκοπών» (άλλη μια φράση που ακούγεται όλο και
συχνότερα), καθώς ο στόχος της παγκόσμιας κυριαρχίας όχι μόνο δεν ήταν εφικτός,
αλλά και απομακρυνόταν (όπως συμβαίνει συνήθως σε αυτές τις περιπτώσεις), μιας
και η χρονική καθυστέρηση επέτρεπε την ανασυγκρότηση της διαλυμένης Ρωσίας, τη
συγκρότηση της Κίνας αλλά και την αναβάθμιση των φιλοδοξιών των άλλων δυνάμεων.
Αυτές οι καθυστερήσεις είναι ο βασικός
παράγοντας που τροφοδοτεί τα αδιέξοδα και τις άγριες κόντρες ανάμεσα σε τάσεις
του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού.
Δεν τα λέμε αυτά για να
θυμίσουμε πόσο δίκιο είχαμε στις αναλύσεις μας. Αλλά για να εξηγήσουμε ότι, με
βάση τα δικά μας εργαλεία ανάλυσης, είμαστε βαθιά πεισμένοι (και δεν το λέμε ως
γενικό τσιτάτο), ότι ο πόλεμος είναι
απολύτως και νομοτελειακά συνυφασμένος με τον ιμπεριαλισμό. Είναι
πραγματικά κωμικό να ακούς αναλύσεις «ειδικών διεθνολόγων», ανάμεσα στους
οποίους και του ανεκδιήγητου πρώην υπουργού Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ Κοτζιά, να
εκστομίζουν απίστευτες ανοησίες για το «λάθος
της Δύσης να αποκλείσει το 1991 την Ρωσία από μια νέα στρατηγική παγκόσμιας
ασφάλειας», λες και υπήρχε η οποιαδήποτε περίπτωση κάποιος ιμπεριαλισμός να
απλώσει ιπποτικά το χέρι σε ανταγωνιστή του όταν αυτός παραπαίει! Αντίστοιχες
ανοησίες (που τι ωραία!) επαναλαμβάνονται σαν από κασέτα σε διάφορα τηλεοπτικά
παράθυρα για την αναθεωρητική Ρωσία (και… Τουρκία, μιας και η αστική τάξη της
χώρας κάνει ότι παίζει μεγάλη μπάλα, τρομάρα της), όταν και η πρόσφατη ιστορία
είναι γεμάτη από… αναθεωρήσεις όποιου κρίνει ότι το υπάρχον στάτους κβο είναι
αναντίστοιχο με την δυναμική που θεωρεί ότι έχει αναπτύξει – και αυτό το λέμε
χωρίς καθόλου να υποτιμάμε το πραγματικό γεγονός ότι η κίνηση του ρώσικου
ιμπεριαλισμού στην Ουκρανία είναι κίνηση πρώτου μεγέθους και τεράστιας
βαρύτητας.
Για να πούμε με απλά
λόγια και με μία πρόταση την κατάληξη της παραπάνω σκέψης. Η ήττα και αποχώρηση
των ΗΠΑ από την Συρία την οδήγησε σε ακόμα μεγαλύτερη «πίεση», σε αναβάθμιση
των στόχων και την μεταφορά της πίεσης στο κέντρο (στην Ευρώπη), την ακόμα πιο
ασφυκτική περικύκλωση της Ρωσίας – μέσω Ουκρανίας. Είναι τέτοια τα ζητήματα και τα αδιέξοδα που αντιμετωπίζουν οι
ιμπεριαλιστές και το (σε βαθιά συνολική κρίση) καπιταλιστικό –ιμπεριαλιστικό
σύστημα , που η κλιμάκωση και η όξυνση των ανταγωνισμών τους αποτελεί ΜΟΝΟΔΡΟΜΟ
όσο δεν τους βάζει φρένο η πάλη των λαών. Ακόμα κι αν ηττηθεί σύντομα η
Ουκρανία, ο αμερικάνικος ιμπεριαλισμός, όχι μόνο δεν πρόκειται να φρενάρει,
αλλά ακόμα πιο «αγχωμένος» θα αναζητήσει νέες εντάσεις και θα προχωρήσει σε
νέους τυχοδιωκτισμούς. Την ίδια ακριβώς (τηρουμένων των μεγεθών και αναλογιών)
τάση θα ισχυροποιήσει η όποια εξέλιξη και στον ρώσικο ιμπεριαλισμό και η ίδια
πίεση θα οδηγήσει και τους άλλους ιμπεριαλιστές να βιαστούν για αυτήν την
ταχύτατη όξυνση των εντάσεων ώστε να είναι έτοιμοι στην φρικτή αφετηρία, όταν
θα έρθει η ώρα.
Δεν οδηγούμαστε στην
προσέγγισή μας στη βάση μιας μικροαστικής ηθικολογίας ή ενός άγχους «καθαρής
και αμόλυντης πολιτικής γραμμής». Αλλά οδηγημένοι από την ωμή και ρεαλιστική
πολιτική εκτίμηση ότι καμία νίκη κανενός ιμπεριαλιστή δεν πρόκειται να αποτελεί
νίκη για τους λαούς. Και ότι μόνος
παράγοντας που μπορεί να απομακρύνει ή έστω να φρενάρει το ενδεχόμενο της
όξυνσης των πολεμικών συγκρούσεων είναι η οργάνωση του λαού κόντρα στον πόλεμο
και σε όλους τους ιμπεριαλισμούς, ο αγώνας να κλείσουν οι βάσεις και να μην
εμπλακεί η χώρα με κανέναν τρόπο στις ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, η πάλη
ενάντια στους εξοπλισμούς και ασφαλώς ενάντια στην φασιστικοποίηση, η οποία
είναι το τραγικό κερασάκι της τούρτας του καπιταλισμού κατά την προετοιμασία
του για πολεμικά μακελειά.
Τα καθήκοντα του κινήματος στην Ελλάδα (ή για αυτά δεν πρέπει να μιλάμε;)
Και θα λέγαμε ότι μας
κάνει εντύπωση (αλλά είναι πολύ ενδεικτικό) το εξής: Διαβάσαμε αρκετά κείμενα
και αρκετές χιλιάδες λέξεις που προσπαθούν να στηρίξουν τη θέση υποστήριξης του
ρώσικου ιμπεριαλισμού. Σε αυτές τις χιλιάδες λέξεις δεν βρήκαμε κάτι παραπάνω από μισή υπαινικτική αναφορά στον
απαραίτητο αγώνα ενάντια στον ιμπεριαλισμό και τις αμερικάνικες βάσεις! Γιατί
στην πραγματικότητα, η στήριξη του ενός ιμπεριαλιστή έρχεται παρέα με την
απαισιοδοξία και την πολιτική παραίτηση από τα καθήκοντα που θέτει η ζωή. Αλλά,
τότε, τι χρειάζονται οι κομμουνιστικές οργανώσεις;;
Όσο μας αφορά, λοιπόν, στις σημερινές συνθήκες και με βάση την ανάλυση των χαρακτηριστικών των αντιθέσεων, το επίπεδο συγκρότησης του λαϊκού παράγοντα αλλά και την αναγκαιότητα βημάτων συγκρότησής του σε κατεύθυνση χειραφέτησης από το σύστημα και τις διάφορες μερίδες του, θεωρούμε ως βασικές πολιτικές κατευθύνσεις που πρέπει να τεθούν, τις εξής:
1. Προβολή της θέσης της συναδέλφωσης των λαών ενάντια στους πολέμους, τους εθνικισμούς και τον φασισμό. Υποστηρίζουμε τους κοινούς αγώνες του ρώσικου και του λαού της Ουκρανίας ενάντια σε όλους τους ιμπεριαλισμούς, τον πόλεμο και το φασισμό. Για την ειρηνική συνύπαρξη των λαών και σεβασμό όλων των εθνοτήτων, για να σταματήσουν οι άδικοι πόλεμοι και να απομακρυνθεί το φρικτό ενδεχόμενο μιας γενικευμένης σύγκρουσης που θα πληρώσουν οι λαοί και προλετάριοι με απίστευτο αίμα και πόνο. Με την έννοια αυτή, υποστηρίζουμε την θέση «Έξω ΕΠΑ-ΝΑΤΟ-ΕΕ-Ρωσία από την Ουκρανία».
2. Εξειδίκευση της παραπάνω γραμμής στην χώρα μας: Στήριξη της ανάγκης συγκρότησης μαζικού, αντιπολεμικού, αντιιμπεριαλιστικού κινήματος. Αγώνας για να φύγουν οι νατοϊκές βάσεις του θανάτου. Ούτε μια σφαίρα στον πόλεμο της Ουκρανίας, ούτε ένας φαντάρος, καμία διευκόλυνση στους μεγαλύτερους εμπρηστές του πολέμου – τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό.
Περιμένουμε κάθε οργάνωση, κάθε αγωνιστή να τοποθετηθεί με την ευθύνη που έχει ΣΗΜΕΡΑ, ΕΔΩ ως ενεργό υποκείμενο και όχι ως παρακολουθητής των εξελίξεων όπου διάφοροι αντιδραστικοί σκάβουν τον λάκκο στους λαούς.
2 σχόλια:
Το κείμενο κατά τη γνώμη μου έχει μία σημαντική έλλειψη. Κάνει κριτική σε δυνάμεις της Αριστεράς και σε Τροτσκιστικές οργανώσεις γενικόλογα, χωρίς να αναφέρεται για ποιες παρατάξεις πρόκειται ούτε τα επίμαχα κομμάτια των τοποθετήσεών τους. Είναι θεμιτό και αναγκαίο να υπάρχει διάλογος και να γίνεται κριτική σε αποψεις στα πλαίσια της Αριστεράς, αλλά με έναν τρόπο εμπεριστατωμένο, με σωστά επιχειρήματα και όχι με ταμπέλες.Το κείμενο δε συμβάλλει σε αυτή την κατεύθυνση.
Το ουσιαστικό ζήτημα είναι αν υπάρχουν ή όχι αυτές οι απόψεις.
Μια παρακολούθηση των συζητήσεων που γίνονται στο διαδίκτυο -και όχι μόνο- δείχνει ότι πράγματι υπάρχουν και σε αρκετές περιπτώσεις εκφράζονται στον ένα ή τον άλλο βαθμό διαφορετικές εκτιμήσεις και απόψεις ακόμη και μεταξύ ανθρώπων που ανήκουν σε ίδιες συλλογικότητες.
Δεν είναι εύκολο -ούτε καν σκόπιμο- σε ένα άρθρο σαν και αυτό που θέλει να θέσει την ουσία του ζητήματος να αναφερθεί σε μια μια οργάνωση ή συλλογικότητα πόσο μάλλον σε διαλόγους που εκφράζονται, πολλές φορές και με ένταση, αυτές οι απόψεις.
Ας σταθούμε λοιπόν στο πραγματικό ζητούμενο που περιγράφεται στις δύο τελευταίες παραγράφους του κειμένου.
Δημοσίευση σχολίου