08 Απριλίου 2022

Ουκρανία: Αιματοχυσίας συνέχεια

Συνεχίζονται χωρίς σταματημό οι συγκρούσεις στο έδαφος της πολύπαθης Ουκρανίας. Συνεχίζει να πληρώνει ο λαός της το βαρύ τίμημα αυτού του πολέμου. Παράλληλα συνεχίζονται οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στις δύο πλευρές, χωρίς ωστόσο να οδηγούν -τουλάχιστον για την ώρα- πουθενά. Τίθεται εδώ ένα μεγάλο ερώτημα. Πώς μέλλεται να εξελιχθεί η κατάσταση, πού μπορεί να οδηγήσουν οι εξελίξεις; Οι απαντήσεις μόνο εύκολες δεν είναι. Πολύ περισσότερο που πρόκειται για ένα ζήτημα που η απάντηση σ’ αυτό συναρτάται και καθορίζεται από πολλές «μεταβλητές». Εντός και εκτός Ουκρανίας. Οι οποίες μάλιστα λειτουργούν σε σχέση πλήρους και συνεχούς αλληλεπίδρασης ανάμεσά τους και με διαρκώς μεταβαλλόμενα στοιχεία που τις συγκροτούν.

Ως προς αυτό δεν έχω -για την ώρα- να προσθέσω κάτι περισσότερο απ’ όσα έχω αναφέρει σε προηγούμενες παρεμβάσεις μου. Σ’ αυτό εδώ το σημείωμα θα ήθελα να αναφερθώ σε ένα ζήτημα ιδιαίτερης βαρύτητας.

Το αποφασιστικό πεδίο

Σ’ έναν πόλεμο τα αποφασιστικά στοιχεία καθορίζονται από την έκβαση των μαχών που διεξάγονται. Αυτή είναι που θα καθορίσει τα επίδικα των όποιων διαπραγματεύσεων. Αυτή θα κρίνει τι θα πάρει και τι θα δώσει η κάθε πλευρά. Απ’ εκεί και πέρα και επειδή το ζήτημα δεν περιορίζεται στο έδαφος της Ουκρανίας αλλά έχει ευρύτερες διαστάσεις, ανοίγουν σειρά άλλων προβλημάτων παγκόσμιων διαστάσεων και τα οποία μένει τα δούμε.

Ως προς το κρίσιμο ζήτημα που άμεσα τίθεται στην ημερήσια διάταξη για τη φάση που ανοίγει, ασφαλείς και πλήρεις προβλέψεις είναι σαφές ότι δεν μπορούν να γίνουν. Εκείνο που μπορεί να γίνει είναι ορισμένες εκτιμήσεις με βάση τα έως τώρα δεδομένα. Πιο συγκεκριμένα, το πώς εκτιμώνται τα αποτελέσματα των έως τώρα συγκρούσεων -αυτής της πρώτης φάσης. Το ποια χαρακτηριστικά εμφάνισε η κάθε πλευρά. Το ποιες οι δυνατότητες των αντιμαχόμενων μπροστά στη δεύτερη φάση που ακολουθεί.

Δυο διαφορετικές εκτιμήσεις

Ως προς την εκτίμηση των αποτελεσμάτων της πρώτης φάσης, αυτό που έχουμε είναι δύο διαφορετικές εκτιμήσεις που αντίστοιχα εκπορεύονται από την κάθε πλευρά. Κατά τις απόψεις Δυτικών και Ουκρανών παραγόντων η ρωσική εκστρατεία σ’ αυτή την πρώτη φάση απέτυχε. Δεν μπόρεσε να καταλάβει το Κίεβο, το Χάρκοβο και άλλες μεγάλες πόλεις. Ο ρωσικός στρατός εμφάνισε μεγάλα προβλήματα συντονισμού, επιμελητείας, σαφούς επιτελικού σχεδίου και καθορισμού στόχων κ.λπ. Αντίθετα, η ουκρανική αντίσταση ήταν αποτελεσματική, δεν επέτρεψε στους Ρώσους να μπουν στις μεγάλες πόλεις, προκαλώντας τους μάλιστα σημαντικές απώλειες σε άνδρες και υλικό.

Διαφορετικές οι εκτιμήσεις της ρωσικής πλευράς. Ο ρωσικός στρατός τις πρώτες μέρες επικέντρωσε τις προσπάθειές του στην εξουδετέρωση της ουκρανικής αεροπορίας, των πυραυλικών εγκαταστάσεων, των σταθμών ραντάρ, των γραμμών ανεφοδιασμού. Περικύκλωσε το Κίεβο, το Χάρκοβο, την Μαριούπολη και μια σειρά άλλε πόλεις. Στη νότια ζώνη προχώρησε μέχρι τις εκβολές του Δνείπερου και πέρα απ’ αυτές καταλαμβάνοντας τη Χερσώνα. Οι δυνάμεις των ρωσόφωνων αυτονομιστών είχαν και αυτές ορισμένα εδαφικά κέρδη.

Σενάρια και πραγματικότητες

Το πώς θα μπορούσαν να αξιολογηθούν όλα αυτά συναρτάται με το ποιοι μπορούν να θεωρηθούν ότι ήσαν οι στόχοι της ρωσικής εκστρατείας. Ένα σενάριο που προβάλλεται βασικά από δυτικές πηγές θέλει τους Ρώσους να έχουν σαν στόχο την πλήρη εξουδετέρωση του ουκρανικού στρατού, την κατάληψη του Κιέβου και άλλων πόλεων, την ανατροπή της κυβέρνησης Ζελένσκι, την εγκατάσταση κυβέρνησης ανδρεικέλων και τον έλεγχο συνολικά της Ουκρανίας.

Αν δεχτούμε αυτό το σενάριο, τότε είναι προφανές ότι η ρωσική εκστρατεία απέτυχε. Μόνο που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι βάσει ενός τέτοιους σχεδίου κινήθηκε η ρωσική πλευρά. Το πιο εμφανές εδώ βρίσκεται στο ότι οι ρωσικές δυνάμεις δεν κινήθηκαν καθόλου ενάντια στον κύριο όγκο των ουκρανικών στρατιωτικών δυνάμεων που έχουν οχυρωθεί στην περιοχή πέριξ του Ντονμπάς. Δεν γίνεται μια στρατιωτική επιχείρηση που στοχεύει υποτίθεται στην κατάληψη και τον έλεγχο όλης της Ουκρανίας να αφήνει άθικτο στις «πλάτες» της, τον «ανθό», όπως χαρακτηρίζεται των ουκρανικών στρατιωτικών δυνάμεων. Όσο τουλάχιστον με αφορά, δεν θεωρούσα και δεν θεωρώ ότι οι Ρώσοι στόχευαν στην κατάληψη του Κιέβου. Γενικότερα δεν έβλεπα τη διάθεση να κινηθούν πέραν του Δνείπερου (προς την Οδησσό λ.χ.) εκτός ιδιαίτερων περιπτώσεων (π.χ. κατάληψη της περιοχής της Χερσώνας, απ’ όπου υδρεύεται η Κριμαία).

Όσον αφορά τις περιοχές που φαίνεται πραγματικά να τους ενδιέφεραν, συνάντησαν σοβαρή αντίσταση στο Χάρκοβο και σε ορισμένες άλλες πόλεις, ενώ είναι ζήτημα χρόνου η πλήρης εξουδετέρωση της αντίστασης στη Μαριούπολη.

Συμπερασματικά η ρωσική πλευρά είχε ορισμένες σημαντικές επιτυχίες, δημιούργησε συνθήκες ισχυρής πίεσης στην ουκρανική πλευρά. Εκείνο που δεν κατόρθωσε ήταν να «σπάσει» τη διάθεση των Ουκρανών να αντισταθούν, να συνεχίσουν να μάχονται ευελπιστώντας και στην μεγαλύτερη ενίσχυσή τους από τη μεριά της Δύσης.

Το ζήτημα παραμένει ανοιχτό και η απάντηση στα όποια ερωτήματα, θα δοθεί σ’ αυτή τη δεύτερη φάση του πολέμου.

Το επόμενο βήμα

Απ’ ό,τι διαφαίνεται, από τις ρωσικές ανακοινώσεις και τις εκτιμήσεις των περισσότερων αναλυτών, οι ρωσικές δυνάμεις κινούνται από το Βορρά και το Νότο σε μια κατεύθυνση σύγκλισής τους στα πλευρά των κύριων δυνάμεων του ουκρανικού στρατού. Τη δημιουργία μιας λαβίδας που θα περισφίξει τον ουκρανικό στρατό και θα τον αναγκάσει να καταθέσει τα όπλα ή να συντριβεί.

Σε σχέση μ’ αυτό αναδείχνονται σειρά ερωτημάτων. Το πρώτο αφορά την ουκρανική πλευρά. Όπως μάλιστα αναφέρεται, βρίσκεται στο δίλημμα είτε να αποσύρει τις δυνάμεις της για να τις προφυλάξει, παραδίδοντας έτσι όλη την ανατολική Ουκρανία στη ρωσική πλευρά, είτε να δώσει τη μάχη ρισκάροντας τη συντριβή του κύριο μέρους των στρατιωτικών της δυνάμεων.

Ερωτήματα αναδείχνονται και όσον αφορά στη ρωσική πλευρά. Το πρώτο, αν όντως αυτή είναι η επιχείρηση που σχεδιάζει και προωθεί επί του πεδίου. Το δεύτερο και κρισιμότερο, αν ο ρωσικός στρατός διαθέτει τόσες δυνάμεις, ποσοτικά και ποιοτικά για έναν τόσο ευρείας κλίμακας ελιγμό. Το τρίτο  στο κατά πόσο  μπορεί να πραγματοποιηθεί με αποτελεσματικό τρόπο.

Όσον αφορά την ουκρανική πλευρά, όπως ήδη αναφέρθηκε, στο σημείο αυτό παρατάσσονται τα καλύτερα στοιχεία των ουκρανικών στρατιωτικών δυνάμεων. Έχουν εγκατασταθεί εκεί πολύ πριν την έναρξη των συγκρούσεων, έχουν οχυρωθεί κατάλληλα, έχουν καλή γνώση του εδάφους που υπερασπίζουν και φέρονται αποφασισμένες να δώσουν τη μάχη τους. Ταυτόχρονα αναμένεται ενίσχυσή τους με οπλικά συστήματα από τη μεριά της Δύσης, μόνο που δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα μπορέσουν αυτά να φτάσουν εκεί με τρόπο που να μπορούν να αξιοποιηθούν.

Οι ιδιαιτερότητες της πρώτης φάσης

Το κυριότερο ωστόσο ζήτημα είναι άλλο. Από τη μεριά των δυτικών κυρίως αναλυτών γίνεται πολύς λόγος για την αποτελεσματικότητα της ουκρανικής αντίστασης στην πρώτη φάση του πολέμου και την «ανικανότητα» των Ρώσων να την καταβάλλουν. Πέρα από το πόσο ευσταθεί μια τέτοια εκτίμηση, το κύριο ζήτημα βρίσκεται στο αν τα δεδομένα αυτής της πρώτης φάσης μπορούν να αποτελούν ασφαλές κριτήριο γι’ αυτά που επίκεινται. Ας εξηγηθώ περισσότερο.

Οι μάχες αυτής της φάσης διεξάχθηκαν κατά κύριο λόγο στις παρυφές ή μέσα στις πόλεις. Σ’ αυτές τις περιπτώσεις ο αμυνόμενος έχει σημαντικά πλεονεκτήματα απέναντι στον επιτιθέμενο. Πολύ περισσότερο ισχύει αυτό σε αυτή την περίπτωση και για πολύ συγκεκριμένους, όχι στρατιωτικούς αλλά πολιτικούς λόγους. Οι πόλεις και τα χωριά της ανατολικής Ουκρανίας κατοικούνται σε πολύ μεγάλο βαθμό από ρωσόφωνους κατοίκους. Αυτούς που ισχυρίζεται ότι στοχεύει να απελευθερώσει ο Πούτιν. Εξίσου, αν όχι περισσότερο σημαντικό το ότι αυτός ο κόσμος προορίζεται (από τη ρωσική πλευρά) να αποτελέσει την κοινωνική βάση των πολιτικών ρυθμίσεων που σχεδιάζει να επιβάλλει στο Ντονμπάς ή και συνολικά στην ανατολική Ουκρανία. Εδώ βρίσκονται οι λόγοι που ο ρωσικός στρατός δεν προχώρησε σε μαζικούς βομβαρδισμούς που θα άνοιγαν το δρόμο στις χερσαίες δυνάμεις, όπως συνήθως συμβαίνει σε στρατιωτικές επιχειρήσεις αυτού του χαρακτήρα. Από την άλλη μεριά, εμφανής η τακτική των Ουκρανών σε αρκετές περιπτώσεις (κραυγαλέα η περίπτωση της Μαριούπολης) να βάζουν εμπόδια στη διαφυγή των αμάχων και για τον ίδιο ακριβώς λόγο.




Η κρίσιμη δοκιμασία

Οι μάχες που μέλλεται να ακολουθήσουν σ’ αυτή τη δεύτερη φάση θα είναι διαφορετικές. Ένα πρώτο ζήτημα συναρτάται με το εάν οι ρωσικές δυνάμεις που εκκινούν από Βορρά και Νότο κατορθώσουν να συναντηθούν. Σε μια τέτοια περίπτωση ο ουκρανικός στρατός αποκόπτεται από τις βάσεις ανεφοδιασμού του και των όποιων εφεδρειών θα μπορούσαν να τον ενισχύσουν.

Απ’ εκεί και πέρα. Θα υπάρξει και πάλι πολιορκία πόλεων αλλά οι κυριότερες αναμετρήσεις θα γίνουν «επί αναπεπταμένου πεδίου». Σ’ αυτό το πεδίο ο ρωσικός στρατός δεν θα έχει κανένα πρόβλημα να προχωρήσει στην πιο μαζική χρήση της συντριπτικής υπεροχής που έχει σε δύναμη πυρός. (αεροπορία, πύραυλοι, πυροβολικό, τανκς). Αυτός είναι ένας παράγοντας πολύ διαφορετικός από τα όσα ίσχυαν στην πρώτη φάση αυτού του πολέμου.

Όσον αφορά την ουκρανική πλευρά, προφανώς έχουν επίγνωση αυτών των δεδομένων. Επιλέγοντας πολύ πριν τη ρωσική επέμβαση να παρατάξουν εκεί τις κύριες δυνάμεις τους, θα έχουν πάρει όπως ήδη ανέφερα τα ανάλογα μέτρα ενώ ταυτόχρονα θα προσπαθούν να αξιοποιήσουν τα όποια πλεονεκτήματά τους.

Διαπιστώσεις και ερωτήματα

Όσον αφορά τώρα το πόσο θα διαρκέσει αυτή η νέα φάση και ποια μπορεί να είναι η έκβαση των συγκρούσεων, ασφαλείς προβλέψεις δεν μπορούν και ούτε χρειάζεται να γίνονται. Θα μπορούσε να ειπωθεί ότι είναι σαφής η υπεροχή του ρωσικού στρατού, ωστόσο αυτό δεν διασφαλίζει  από τα πριν την έκβαση αυτής της αναμέτρησης. Μπορούν να γίνουν μόνο ορισμένες παρατηρήσεις πάνω στα διάφορα ενδεχόμενα.

Εάν και εφόσον ισχύουν οι εκτιμήσεις που γίνονται ως προς τον τρόπο που προτίθεται να κινηθεί ο ρωσικός στρατός αυτό σημαίνει ότι θα καταβάλλει κάθε προσπάθεια για να την φέρει σε επιτυχές πέρας. Ακόμη κι αν υποθέσουμε ότι οι επιχειρήσεις δεν δίνουν τα αποτελέσματα που θέλει, αυτό μπορεί να έχει μία και μόνο συνέπεια και συνέχεια. Το να ρίξει όλο και μεγαλύτερες δυνάμεις από αυτές που ήδη διαθέτει σε εφεδρεία και μέχρι να πετύχει τους στόχους του.

Όσον αφορά την ουκρανική πλευρά. Το να έχει ορισμένες αμυντικές επιτυχίες δεν είναι κάτι που μπορεί να αποκλειστεί. Με βάση ωστόσο το συνολικό συσχετισμό μπορούμε να αποκλείσουμε την πιθανότητα μιας νικηφόρας για τον ουκρανικό στρατό τελικής έκβασης. Έχει ωστόσο το νόημά της η μάχη που δίνει. Όσο περισσότερο κρατήσει, όσο μεγαλύτερα προβλήματα βάλει στη ρωσική πλευρά, τόσο περισσότερο θα μπορεί η ουκρανική πλευρά να βάζει και τους δικούς της όρους στις όποιες διαπραγματεύσεις. Αν αυτό είναι κάτι που μπορεί να το  κατανοήσει κανείς είναι πολύ διαφορετικό αυτό που χαρακτηρίζει τη στάση της Δύσης και κατά κύριο λόγο των ΗΠΑ.

Με το αίμα των άλλων

Έχοντας πλήρη επίγνωση των πραγματικών συσχετισμών, εκείνο που βασικά τους ενδιαφέρει και με απροκάλυπτο κυνισμό προωθούν, είναι η όσο γίνεται μεγαλύτερη παράταση των συγκρούσεων. Το ότι αυτές και όπως δείχνουν τα δεδομένα του πράγματος, θα προκαλέσουν πολύ μεγαλύτερες απώλειες απ’ όσες μέχρι τα σήμερα, πολύ λίγο τους απασχολεί. Εκείνο που τους ενδιαφέρει, η όσο γίνεται μεγαλύτερη παράταση αυτής της αναμέτρησης, η όσο γίνεται μεγαλύτερη φθορά (στρατιωτική, οικονομική, πολιτική, ηθική) της ρωσικής πλευράς. Όσο για το αίμα των «φίλων» Ουκρανών, έχουν διαθέσιμα πολλά κροκοδείλια δάκρυα να χύσουν.

Γνωρίζουν πολύ καλά ότι το ζήτημα Ουκρανία δεν πρόκειται να κλείσει στο ουκρανικό έδαφος, ότι έχει συνέχεια και πολύ ευρύτερες διαστάσεις και είναι αυτό για το οποίο προετοιμάζονται.

Β.Σ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: