Συμπληρώνονται φέτος 7 χρόνια από το δημοψήφισμα της 5ης Ιουλίου του 2015. Τις εξελίξεις εκείνης της περιόδου πυροδότησε το αδιέξοδο στο οποίο οδηγήθηκε η διαπραγμάτευση που έκανε ο ΣΥΡΙΖΑ με τα ξένα κέντρα σε Ευρώπη και Αμερική, κατά το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησής του. Ήταν μια διαπραγμάτευση που καμία σχέση δεν είχε με τα συμφέροντα της εργατικής τάξης και των λαϊκών μαζών, αλλά, αντιθέτως, διεξαγόταν από την κυβέρνηση της «πρώτης φοράς αριστερά» για λογαριασμό της ντόπιας άρχουσας τάξης, η οποία την εποχή των μνημονίων βίωσε ένα έντονο οικονομικό στρίμωγμα -από δημοσιονομική άποψη, αλλά και με το περαιτέρω ψαλίδισμα των όποιων δυνατοτήτων ελέγχου της εσωτερικής της αγοράς- και μια απότομη γεωπολιτική υποβάθμιση.
Στη φάση εκείνη, το λεγόμενο «ελληνικό ζήτημα», δηλαδή η αντιπαράθεση των Ευρωπαίων και Αμερικάνων ιμπεριαλιστών για τον γεωπολιτικό και οικονομικό έλεγχο της χώρας, γνώρισε πρωτοφανέρωτη για τα τελευταία χρόνια όξυνση. Τα ντόπια κέντρα εξουσίας, που το προηγούμενο διάστημα είχαν συνταχθεί πίσω από τη διαπραγμάτευση του ΣΥΡΙΖΑ, επιζητώντας καλύτερη μεταχείριση από τους προστάτες τους, πράγματι θορυβήθηκαν μπροστά στο «σχέδιο Σόιμπλε», που περιελάμβανε κάποιας μορφής απομάκρυνση της χώρας από τη ζώνη του ευρώ. Φυσικά, και για προφανείς -κυρίως- γεωστρατηγικούς λόγους, το σχέδιο αυτό δεν προκρίθηκε, αλλά έπαιξε ρόλο στην ταχύτητα προσαρμογής του αστικού πολιτικού σκηνικού στις απαιτήσεις των ξένων αφεντικών και τη σύμπνοια που επιδείχθηκε κατά την ψήφιση του 3ου μνημονίου έναν μήνα περίπου μετά. Μέχρι και σήμερα αξιοποιείται, άλλωστε, στον δημόσιο λόγο, ο αντίκτυπος των γεγονότων αυτών, για να σταλεί το μήνυμα του μονόδρομου της συνέχισης της επίθεσης, όπως φάνηκε και από την πρόσφατη παρέμβαση Μητσοτάκη στο ευρωκοινοβούλιο.
Από τις εξελίξεις της περιόδου αυτής αναδείχθηκε σε όλη του την έκταση το ζήτημα της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης της Ελλάδας, του ποιοι πραγματικά κάνουν κουμάντο σε αυτόν τον τόπο, τι μέσα, μηχανισμούς και εκβιασμούς μπορούν να χρησιμοποιήσουν, για να χειραγωγήσουν τις τύχες μιας χώρας που είναι -οικονομικά, πολιτικά και στρατιωτικά- απόλυτα εκτεθειμένη στις ορέξεις τους. Και αυτό φάνηκε, μάλιστα, σε μια συνθήκη που η κυριαρχία τους στη χώρα, καθώς και η εξουσία της κεφαλαιοκρατίας, κάθε άλλο παρά αμφισβητούνταν από κάποιο επαναστατικό λαϊκό κίνημα.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν την υπερψήφιση του ΟΧΙ στο δημοψήφισμα, που εν μια νυκτί μετατράπηκε από σύσσωμο το αστικό πολιτικό προσωπικό σε ένα τεράστιο ΝΑΙ στις ιμπεριαλιστικές προσταγές, σηματοδότησαν το οριστικό κλείσιμο της περιόδου που ο ΣΥΡΙΖΑ πολιτευόταν ως ρεφορμιστικό κόμμα, δύναμη διαχείρισης και συνδιαλλαγής με το σύστημα μέσα στην αριστερά και το αμετάκλητο πέρασμά του στο αστικό στρατόπεδο των φορέων της επίθεσης ενάντια στις εργαζόμενες λαϊκές μάζες. Ήταν αυτή η εξέλιξη απρόσμενη και σε διάσταση με τον πραγματικό χαρακτήρα του δημοψηφίσματος; Κατά την άποψή μας, κατηγορηματικά όχι. Ίσα-ίσα, και σε πείσμα των αθεράπευτων ρεφορμιστικών φαντασιώσεων που μέχρι και σήμερα κυριαρχούν στην ποικιλώνυμη αριστερά, ο Τσίπρας δεν έκρυψε καμία στιγμή τον στόχο που έθετε με την προκήρυξη του δημοψηφίσματος: την κατοχύρωση της «λαϊκής βούλησης» ως διαπραγματευτικού χαρτιού για τη σύναψη συμφωνίας με τους ιμπεριαλιστές. Παράλληλα, ο ΣΥΡΙΖΑ μέσω του ΟΧΙ επεδίωξε και πέτυχε την εδραίωσή του ως πολιτικού πυλώνα του αστικού συστήματος, όπως αποτυπώθηκε στη δεύτερη διακυβέρνησή του που ακολούθησε, αλλά και στις σημερινές διεργασίες του πολιτικού σκηνικού.
Στην εξέλιξη αυτή συνέδραμαν, σπέρνοντας τις χειρότερες αυταπάτες, οι περισσότερες δυνάμεις της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς. Άλλες μέσα από τον ΣΥΡΙΖΑ (η ομάδα Λαφαζάνη που σήμερα βρίσκεται στη ΛΑΕ, καθώς και μια σειρά από τάσεις που στη συνέχεια αποχώρησαν) και άλλες έξω από αυτόν (η τότε ενιαία ΑΝΤΑΡΣΥΑ και άλλες οργανώσεις που σύρθηκαν πίσω από το ψευτοδίλημμα του Τσίπρα). Οι δυνάμεις αυτές, στη βάση του ρεφορμιστικού ιδεολογικού και πολιτικού τους φορτίου, μετατράπηκαν επί της ουσίας σε παραπλήρωμα της πρώτης διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ, διακρίνοντας σε αυτή την «ιστορική ευκαιρία» για την εφαρμογή του «μεταβατικού προγράμματος». Κατέληξαν, έτσι, να ξεδιπλώνουν στην πράξη την πραγματική θεώρησή τους για το εργατικό-λαϊκό κίνημα, για το οποίο επιφυλάσσουν ρόλο συμπληρώματος και παράγοντα πίεσης σε μια «αριστερή», «αντιφατική» κυβέρνηση, ώστε αυτή να οδηγηθεί στην εφαρμογή «ριζοσπαστικών τομών». Η μεταβατική αυταπάτη, όμως, συντρίφτηκε με πάταγο από τις εξελίξεις αυτές, ακόμα και αν οι φορείς της από τότε δεν έχουν καταθέσει ίχνος αυτοκριτικής για την πολιτική τους και τη ρυμούλκησή τους από τον ΣΥΡΙΖΑ.
Όσον αφορά το ΚΚΕ, που αρέσκεται να αυτοπροβάλλεται ως «καθαρό» από κυβερνητισμούς και αυταπάτες, την περίοδο του δημοψηφίσματος επέλεξε να απογειώσει τον εκλογικό κρετινισμό, συμμετέχοντας στο κάλπικο δημοψήφισμα, δήθεν με το «δικό του ερώτημα». Συνολικά, η μεγάλη πλειοψηφία των οργανώσεων της αριστεράς αποκάλυψε τα πραγματικά της χαρακτηριστικά, τη λογική αποθέωσης της ισχύος της ψήφου, τον μεταρρυθμισμό της, την πλήρη ανεμπιστοσύνη της στις δυνάμεις των λαϊκών μαζών.
Το ΚΚΕ(μ-λ), μέσα από τη ΛΑ-ΑΑΣ, έδωσε τότε την πολιτική μάχη της ΑΠΟΧΗΣ από το δημοψήφισμα-απάτη, επιχειρώντας να αποδεσμεύσει τον κόσμο από τους κυρίαρχους εκβιασμούς και τα ψευτοδιλήμματα. Θεωρούμε ότι αυτή η πολιτική στάση διαμόρφωσε μια σημαντική παρακαταθήκη, δείχνοντας ότι υπάρχει και άλλος δρόμος για την αριστερά, το κίνημα, την εργατική τάξη και τον λαό. Αυτός ο δρόμος, ο λιγότερο από όλες τις «εναλλακτικές» δοκιμασμένος και περπατημένος, ο δρόμος του ανυποχώρητου αγώνα, της συγκρότησης των λαϊκών δυνάμεων, της οικοδόμησης του Μετώπου Αντίστασης και Διεκδίκησης στην κατεύθυνση της Αναμέτρησης, επείγεται περισσότερο από ποτέ να ανοίξει στις σημερινές βάρβαρες συνθήκες, κόντρα στην ηττοπάθεια και την αναβίωση των αυταπατών.
Από τη στήλη Άποψη της Προλεταριακής Σημαίας
2 σχόλια:
Εμένα να μου επιτρέψετε να θεωρώ ότι αυτό ακριβώς το δημοψήφισμα, που ο πολιτικός απατεώνας Τσίπρας το οργάνωσε ή για να το ... χάσει ή για να φέρει ίσα βάρκα ίσα πανιά το όχι και το ναι,(λόγω της προπαγάνδας και των αφόρητων εκβιασμών του συστήματος στο λαό,) ώστε να έχει άλλοθι για το τρίτο μνημόνιο που είχε ήδη αποφασίσει να υπογράψει, αυτό το σχεδόν 62% όχι που έκανε τον μικρό αυτό νεοπαπατζή να τον λούσει κρύος ιδρώτας για το πώς θα μεθοδεύσει την κωλοτούμπα του, αυτό λοιπόν το δημοψήφισμα ήταν που ξεγύμνωσε ολότελα απέναντι στη λαϊκή συνείδηση την απατεωνιά της ηγεσίας του ψευτοαριστερού ΣΥΡΙΖΑ και που τον ξεσκέπασε ως μια ακόμη εφεδρεία του ξένου ιμπεριαλισμού και του ντόπιου καπιταλισμού. Αν η πραγματική αριστερά ήταν τότε ενωμένη, αν διαθέταμε ένα δυνατό, τουλάχιστον ένα ενιαίο, μ-λ κομμουνιστικό κόμμα και ένα λαϊκό μέτωπο γύρω από αυτό, η κωλοτούμπα του σαλτιμπάγκου αρχηγίσκου της ψευτοαριστεράς που πραξικοπηματικά μετέτρεψε ένα μεγάλο λαϊκό όχι σε νέο μνημόνιο και που για να το περάσει τον Αύγουστο του 2015 είχε απόλυτη ανάγκη τις ψήφους της δεξιοπασοκικής πολιτικής μαφίας, αυτή λοιπόν η αισχρή κωλοτούμπα θα γινόταν έναυσμα γενικού λαϊκού ξεσηκωμού, διαδηλώσεων, ακόμη και γενικής πολιτικής απεργίας ενάντια στην αντίδραση και στην υποτέλεια. Και θα είχε τη δύναμη μια τέτοια οργανωμένη κινητοποίηση της λαϊκής οργής να δημιουργήσει προϋποθέσεις για εντελώς διαφορετικές πολιτικές εξελίξεις, όχι μόνο στην Ελλάδα έτσι κι αλλιώς αδύνατο κρίκο της ευρωπαϊκής ιμπεριαλιστικής αλυσίδας τότε, αλλά και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Όμως τι καλοκαίρι του 2015 η ελληνική κομμουνιστική αριστερά όλων των αποχρώσεων βρέθηκε απελπιστικά μακριά από τις ανάγκες και τα αιτήματα των καιρών. Έτσι οι φελλοί του ΣΥΡΙΖΑ επέπλευσαν, ενώ μετά το φθινόπωρο του ίδιου χρόνου η αντιδραστική τους πολιτική οδήγησε στην πλήρη απελπισία και στην αδράνεια χιλιάδες ανθρώπους του λαού μας, κι έτσι πολύ γρήγορα παλινορθώθηκε ξανά η πιο μαύρη και εγκληματική δεξιά των τελευταίων πενήντα ετών. Συμπέρασμα: σε τέτοιες κρίσιμες συγκυρίες όπως του Ιούλη του 2015, όπου ο λαός διψούσε για λευτεριά, παρόλες τις εγκληματικές πιέσεις που του ασκούσε ο ιμπεριαλισμός κι η ντόπια ολιγαρχία, η σωστή θέση των κομμουνιστών δεν ήταν η αποχή, αλλά η ενεργός πάλη για ένα όχι που θα άγγιζε ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά αλλά που παράλληλα θα γινόταν ακόμα πιο συνειδητό όχι στην ΕΕ και αυτό θα μεταφραζόταν δε κίνημα διάρκειας του όχι στους δρόμους του αγώνα που θα προκαλούσε πολιτική κρίση στην προδοτική ψευτοαριστερή ομάδα του Τσίπρα και στην Πασοκοδεξιά και στα ξένα ιμπεριαλιστικά κοράκια. Το δημοψήφισμα δεν το είδε σωστά η επαναστατική αριστερά. Ήταν τεράστια πολιτική ευκαιρία για δράση με αποτελέσματα. Ήταν μια από εκείνες τις συγκυρίες που δεν εμφανίζονται κάθε μέρα, που ξυπνάνε συνειδήσεις και κατεβάζουν τεράστιες μάζες στον πολιτικό στίβο. Το ζητούμενο ήταν να πάρουν τότε αυτές τις μάζες οι κομμουνιστές με το μέρος τους και να τις οδηγήσουν στη σωστή κατεύθυνση, κι όχι να παρουσιάζονται μακριά τους και υπεράνω, για να μην απωλέσουν την ...ιδεολογική τους καθαρότητα και πέσουν σε ... ρεφορμισμό. Η αποχή εκείνη ήταν ένας κούφιος σεχταρισμός χωρίς κανένα ουσιαστικό αντίκρισμα. Ο μαρξιστικός- λενινιστικός χώρος το πλήρωσε πολύ ακριβά, με πολιτική συρρίκνωση, ενώ αμέσως μετά τις δευτέρες εκλογές του 2015 άρχισε η διαδικασία ταχύτατης διάλυσης της τόσο πολυπόθητης εκείνης πολιτικής συνεργασίας των Μ-Λ, που με τόσο κόπο είχε επιτευχθεί το 2012. Μαθήματα για το μέλλον...
Νίκο, γεια χαρά σου.
Αν είχαμε την Αριστερά που θα θέλαμε, αυτή που έχει ανάγκη ο λαός, δεν θα φτάναμε στο 2015, στη ψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ και στο δημοψήφισμα καν. Γιατί μια αριστερά, ένα κομμουνιστικό κίνημα, που εννοεί ότι η εργατική τάξη και ο λαός πρέπει να συγκροτηθούν, να οργανωθούν σε όλα τα επίπεδα, να παλέψουν, να συγκρουστούν και να ανατρέψουν πολιτικές και το ίδιο το σύστημα θα έβρισκε πολύ περισσότερες και σημαντικότερες ευκαιρίες να μετατρέψει την οργή του λαού σε αγώνα, να συμβάλει στο να έρθουν τα πάνω κάτω από το 2010 και μετά, για να μην πω νωρίτερα, όταν εργάτες, λαός και νεολαία ήταν συνεχώς στους δρόμους, απεργούσαν και διαδήλωναν μαζικά. Μια τέτοια αριστερά δεν θα είχε την ανάγκη κανενός δημοψηφίσματος - απάτη όπου το μοναδικό επίδικο ήταν αν θα γίνουν αποδεκτές οι προτάσεις της τρόικα χωρίς καν στο ερώτημα να υπάρχει η υπαρκτή και... λιγότερο μνημονιακή αντιπρόταση της κυβέρνησης και χωρίς σε τίποτα να αμφισβητείται η κυριαρχία της (της τρόικα και ότι αυτή εκπροσωπούσε). Μια τέτοια αριστερά δεν θα είχε την ανάγκη να φαντασιώνεται άλλου είδους δημοψηφίσματα καλώντας να ψηφίσει το όχι των ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ.
Το ποια είναι η αριστερά φαίνεται χαρακτηριστικά από τι "θυμάται" ο καθένας. Όλοι θυμούνται το δημοψήφισμα αλλά κανείς δεν θυμάται τις μεγάλες απεργίες, τις μεγάλες συγκεντρώσεις, τις συγκρούσεις και τις μάχες που έδινε ο λαός με τις δυνάμεις καταστολής. Κι όσοι τις θυμούνται -βλέπε ΚΚΕ- το κάνουν για να τις απαξιώσουν.
Η αριστερά δεν θα αλλάξει με την υποταγή στις κυρίαρχες αντιλήψεις φτιασιδώνοντάς τες σε κάτι άλλο αλλά με κόντρα σε αυτές. Το δημοψήφισμα ήταν η ταφόπλακα των αγώνων που έδινε ο λαός μας δείχνοντας τη δίψα του για λευτεριά επί χρόνια πριν και σε αυτό δεν θα μπορούσαμε να συμβάλουμε σε καμιά περίπτωση!
Ούτε απ' έξω είμασταν ούτε υπεράνω, την άποψή μας την παλεύαμε μέσα στις λαϊκές μάζες ενοχλώντας πολλούς (πολύ) πριν, κατά και μετά την άνοδο των ΣΥΡΙΖΑ ΑΝΕΛ στη κυβέρνηση.
Όσο για την Λαϊκή Αντίσταση, μέσα από την οποία δώσαμε τη μάχη για την αποχή, και την εκλογική συνεργασία των ΚΚΕ(μ-λ) και Μ-Λ ΚΚΕ δεν θεωρώ ότι η στάση στο δημοψήφισμα ήταν που οδήγησε στη μη συνέχισή τους. Άλλα ήταν τα ζητήματα που δεν άφηναν περιθώριο συνέχισης.
Δημοσίευση σχολίου