Πριν μερικά χρόνια, εκεί κάπου στα μέσα της δεκαετίας του ’70 όταν ήμουν 11 χρονών, βρέθηκα κάπου στη δυτική Μακεδονία, προς τα νότιά της, σ' ένα χωριό. Φιλοξενήθηκα σε μια οικογένεια που ότι την είχα γνωρίσει. Για αρκετές μέρες. Έκτοτε και μέχρι τα 15 μου πήγαινα συχνά. Και αργότερα, μέχρι σήμερα, αλλά πιο αραιά. Κάποια φορά, στις αρχές, άκουσα τη μάνα με τις κόρες της να μιλάνε κάτι παράξενα. Νόμιζαν ότι δεν τις άκουγα. Όταν το πήραν χαμπάρι μου ζήτησαν να μην το πω πουθενά ότι τις άκουσα να μιλάνε αυτή τη γλώσσα. Έμεινα με την απορία κι ως πιτσιρικάς μετά από μερικές μέρες τις ρώτησα. Δεν άντεχα, θα έσκαγα. Έτυχε να ‘ναι και πάλι οι τρεις τους. Οι κόρες έφυγαν ανήσυχες, για να μην πω τρομαγμένες, και τότε η μάνα μου εξήγησε.
Είμαστε ντόπιοι. Και τι σημαίνει αυτό; Ότι μιλάμε μια γλώσσα που τη μιλάνε μόνο εδώ. Τι γλώσσα δηλαδή; Σλάβικη που μοιάζει περισσότερο με τα σέρβικα παρά με τα βουλγάρικα. Και γιατί την μιλάτε κρυφά; Απαγορεύεται! Αυτή ήταν η πρώτη μου επαφή με τους ανύπαρκτους!
Στα 15 μου μπήκα στη ΚΝΕ, αργότερα και στο ΚΚΕ όπου παρέμεινα ως το '91. Όταν το έμαθε ο παππούς της οικογένειας χάρηκε και ανοίχτηκε κι άλλο. Το σόι μας είναι αγωνιστικό σόι. Κάποτε οι παππούδες μας όλοι οι Μακεδόνες, ντόπιοι (όπως μας λένε), Βλάχοι, Πόντιοι και μουσουλμάνοι πολεμήσαν κατά των Τούρκων, κατά της σκλαβιάς για μια ελεύθερη Μακεδονία, γιατί δεν αντέχαν πια το ζυγό. Και τι έγινε; Πέσανε πάνω τους ελληνικό, σερβικό και βουλγάρικο κράτος, μαζί και οι -κατά τα άλλα ορθόδοξες- εκκλησίες και τους διαίρεσαν. Έτσι μου τα έλεγε ο παππούς μου. Εμείς βρεθήκαμε απ’ εδώ, από Ελλάδα μεριά. Μας άρεσε γιατί δεν γουστάραμε ούτε τους Σέρβους, ούτε τους Βούλγαρους. Θέλαμε όμως να μπορούμε και να μιλάμε ελεύθερα τη γλώσσα μας, και να την γράφουμε, να μην αναγκαζόμαστε να κρυβόμαστε και να παριστάνουμε κάτι άλλο. Για λίγο καιρό μας επιτράπηκε, εγώ δεν το πρόλαβα μου είπε. Οι πατεράδες μας, συνέχισε να λέει, και τα αδέρφια μας, εγώ ήμουν μικρός, πολέμησαν κατά των Γερμανών και Βούλγαρων κατακτητών μέσα από τον ΕΛΑΣ και μετά κατά των Άγγλων και Αμερικάνων στο ΔΣΕ. Ήμουν κοντά όταν έπεφταν οι ναπάλμ, είδα την καταστροφή. Οι περισσότεροι δικοί μας βρέθηκαν στην εξορία, στις σοσιαλιστικές χώρες, στη Γιουγκοσλαβία.
Κάποιες φορές μάθαινα ότι ο παππούς έφευγε για τη Μακεδονία της Γιουγκοσλαβίας. Είχα την εντύπωση ότι πήγαινε γιατί του άρεσε το καθεστώς. Που να ‘ξερα! Ως συνήθως ρώτησα. (Αυτά μεγάλος πια και όντας μέλος του ΚΚΕ). Όχι από τον ίδιο, έμαθα ότι πήγαινε να δει τον αδερφό του και τα ξαδέρφια που ζούσαν εκεί. Αγωνιστές του ΔΣΕ που απαγορευόταν να επιστρέψουν, να έρθουν λίγα χιλιόμετρα πιο κάτω, ακόμη και ως επισκέπτες στα εδάφη που μεγάλωσαν και για λευτεριά των οποίων αγωνίστηκαν. Ούτε στους τάφους των γονιών τους δεν μπορούσαν να έρθουν στα φανερά! Σε αντίθεση με άλλους κατοίκους αυτής της μικρής χώρας που λόγω οικονομικών και εμπορικών σχέσεων ή ακόμη και για τουριστικούς λόγους, μπαινόβγαιναν στην Ελλάδα με μια σχετική άνεση.
Τη δεκαετία του ’80, τη δεκαετία δηλαδή της «αλλαγής» αλλά και της «εθνικής συμφιλίωσης», τότε που ο Βαφειάδης προσκυνούσε τον Τσακαλώτο, ελέω ΠΑΣΟΚ είχε ο παππούς μια ελπίδα ότι κάτι μπορεί να αλλάξει και να μπορέσουν, τουλάχιστον, να ταξιδεύουν ελεύθερα, πέρα από την αναγνώριση. Αμ, δε! Ούτε τότε! Το αποκορύφωμα; Η μεγάλη στεναχώρια που πήρε όταν άκουγε τον Φλωράκη να αναρωτιέται για ποιους σλαβομακεδόνες μιλάει το κράτος (το οποίο τους αναγνωρίζει μόνο όταν είναι να τους απαγορεύσει την επιστροφή στη πατρίδα). Να λέει το Κόμμα του, αυτό το οποίο συνέχιζε να στηρίζει παρ' όλα αυτά μέχρι τα τελευταία του, ότι δεν υπάρχει, ότι είναι ντόπιος και δίγλωσσος! Και ‘γω να βλέπω αυτόν τον άνθρωπο, να ανησυχώ μην πάθει τίποτα από τη μια και από την άλλη να έχω πάθει μπλακ άουτ γιατί ήμουν και μέλος του Κόμματος! Τι να του έλεγα του ανθρώπου; Σιώπησα!
Εδώ να κάνω μια παρένθεση. Για την πληθυσμιακή σύνθεση του χωριού. Τα χρόνια που συγκροτούνταν τα εθνικά κράτη, τότε που υποχρεωνόταν ο κόσμος να μεταφερθεί να ξεριζωθεί από τις εστίες του, Τούρκοι από εκεί - Έλληνες από εδώ και πάει λέγοντας, για να συγκροτηθεί το έθνος, στο χωριό αυτό μεταφέρθηκαν Πόντιοι, υπήρχαν και Βλάχοι αλλά ήταν λιγότεροι και έπρεπε να συμπληρωθούν! Η διαίρεση, τα στεγανά, ήταν μεγάλα μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του ’60 που άρχισαν αργά και δειλά να σπάνε. Χωριστά καφενεία, χωριστές γιορτές, χωριστά όλα όσο για σχέσεις κάθε είδους δεν το συζητάμε! Κι όλοι τους βέβαια ορθόδοξοι χριστιανοί και …Έλληνες επίσημα αναγνωρισμένοι! Κλείνω την παρένθεση.
Και έρχεται η δεκαετία του ’90. Είχα καιρό να τους δω και να τους ακούσω. Όταν ξέσπασε για πρώτη φορά το «μακεδονικό» τους πήρα ένα τηλέφωνο. Μίλησα με το γιό και θεώρησα, ανυποψίαστος και μάλλον ηλίθιος, ότι θα μπορούσα να κάνω πλάκα με όλα όσα συνέβαιναν. Τον ρώτησα αν νοιώθει Σλαβομακεδόνας ή Έλληνας!!! Αυτά που άκουσα πριν κλείσει το τηλέφωνο δεν μεταφέρονται. Μετά από κάμποσο καιρό που βρεθήκαμε στην Αθήνα και είχαν ηρεμήσει τα πνεύματα μου ζήτησε συγγνώμη (αντί να του ζητήσω εγώ!) αλλά μου εξήγησε ότι το κλίμα στο χωριό εκείνο το διάστημα ήταν βαρύ, φοβόντουσαν μην γυρίσουν σε παλαιότερες εποχές. Κάτι που ευτυχώς δεν έγινε από τους συγχωριανούς τους, πλην ελάχιστων εξαιρέσεων, αμελητέων περιπτώσεων. Συζητήσαμε αρκετά. Τον ρώτησα για την Ομόνοια και τι γνώμη είχε. Στην περιοχή του, στο νότο της δυτικής Μακεδονίας, η Ομόνοια δεν είχε καμιά επιρροή, αν και ανησυχούσε. Γιατί ήταν εθνικιστές, φασίστες και επικίνδυνοι. Ήλπιζε ότι, δεν θα αποκτήσουν μεγάλη επιρροή παρότι υπάρχει το έδαφος, το καλλιεργούσε με την ανοχή της Αριστεράς το ελληνικό κράτος για δεκαετίες τώρα. Πίστευε ότι δεν πρόκειται η μεγάλη πλειοψηφία των εδώ Σλαβομακεδόνων να τσιμπήσει, όπως τσίμπησαν πολλοί απόγονοι των πολιτικών προσφύγων και βρέθηκαν «μακεδονομάχοι» από την άλλη μπάντα, ανάμεσά τους και κάποια ξαδέρφια του!
Περάσαν πολλά χρόνια από τότε. Ο παππούς και η γιαγιά δεν υπάρχουν εδώ και πολύ καιρό πια. Με τα παιδιά τους έχουμε κύρια τηλεφωνική επαφή, οι επισκέψεις -λόγω και της… μοιραίας φτωχοποίησης που υπέστημεν αμφότεροι- περιορίστηκαν και τις σπάνιες φορές που βρισκόμαστε ή όποτε μιλάμε τέτοια ζητήματα δεν ανοίγονται ή έστω δεν έτυχε. Τα παιδιά εξακολουθούν να μιλούν τη γλώσσα τους …διακριτικά, άντε μόνο μπροστά σε όσους έχουν εμπιστοσύνη φανερά, τα εγγόνια ελάχιστα γνωρίζουν από την ιστορία τους, ελάχιστα έως και καθόλου τη γλώσσα των προγόνων τους. Είναι και αυτός ένας τρόπος αφανισμού, αργός, βασανιστικός και μάλλον πιο αποτελεσματικός από τη χατζάρα και τα ντουφέκια. Η στεναχώρια και η πίκρα είναι όμως φανερές, φαίνονται στα βλέμματα όταν παρακολουθούν ειδήσεις, στις σπόντες που πετιούνται.
Και η Αριστερά στο μεγαλύτερο και επισημότερο μέρος της; Εξακολουθεί να μην τους αναγνωρίζει. Στην καλύτερη περίπτωση να τους αναγνωρίζει ως οντότητα κάπου στο μακρινό 1920, άντε να υπήρχαν μέχρι και τη δεκαετία του ’40, τώρα έχουν διασπαρεί ανά την επικράτεια, έχουν ενσωματωθεί και πλέον δεν υπάρχουν. Έτσι λένε. Άλλωστε η αναγνώρισή τους εντάσσεται στα σχέδια του ιμπεριαλισμού για διαίρεση ή στα αλυτρωτικά σχέδια κατά της Ελλάδας των απ’ εκεί, μπορεί να δημιουργήσει διαιρέσεις και αλυτρωτισμούς, οπότε καλύτερα να τους θάψουμε …αντιιμπεριαλιστικά και αντιεθνικιστικά συντασσόμενοι με το ελληνικό κράτος και τα δικά του εθνικοπατριωτικά σχέδια. Στη καλύτερη και πάλι περίπτωση ο όρος Σλαβομακεδόνας αναγνωρίζεται μόνο για τους κατοίκους της πρώην ΠΓΔΜ και νυν Βόρειας Μακεδονίας. Κρύβονται αυτοί οι Αριστεροί, με ή χωρίς εισαγωγικά, πίσω από το παιχνίδι των λέξεων, πίσω από το δίλλημα «Σλαβομακεδόνας ή Μακεδόνας» για να κουκουλώσουν την υποταγή τους πίσω από το εθνικοπατριωτικό αφήγημα της ντόπιας αστικής τάξης η οποία μεταξύ άλλων δεν υπερασπίζεται όπως πρέπει τα εθνικά μας δίκαια. Εξού και το «Όχι στη συμφωνία Τσίπρα- Ζάεφ», μάλλον θα έπρεπε να υπάρξει κάποια άλλη καλύτερη κατά πως λέει και η Ν.Δ.. Έτσι μπορεί να σώσουμε ή και να έχουμε πιθανά και περισσότερο έδαφος όταν έρθει η ώρα να χτίσουμε και ΄μεις τον σοσιαλισμό!!! Εξακολουθούν όμως οι ανύπαρκτοι να είναι δίγλωσσοι και ντόπιοι. Κάπως πρέπει να τους πούμε εξάλλου! Αφού υπάρχουν!
Κλείνοντας σημειώνω και ένα άλλο μεγάλο επιχείρημα που ακούω και διαβάζω τώρα τελευταία από αριστερούς. Πόσοι είναι πια αυτοί; Αναρωτιούνται κάμποσοι μεγαλόψυχοι έτοιμοι να… υποχωρήσουν, ώστε να τους αναγνωρίσουν ως μειονότητα. Είναι χίλιοι, είναι 5 χιλιάδες, δεκαπέντε χιλιάδες, πόσοι; Έλα μου ντε! Ας μας που αυτοί με πόσους όριο αναγνωρίζουν την ύπαρξη μιας μειονότητας. Μήπως να μας λέγανε και πόσους μετανάστες χωρά αυτή η χώρα; Πόσους εργαζόμενους ή άνεργους ή συνταξιούχους σηκώνει; Μήπως να κάναμε και κανένα δημοψήφισμα για να αποφασίζαμε δημοκρατικά για το αν υπάρχουν; Τους ίδιους δεν χρειάζεται να τους ρωτήσουμε, σάματις ρωτάει κανείς εμάς για όλα όσα μας κάνουν; Να μας λέγανε μήπως όλοι αυτοί οι αριστεροί αν προβληματίζονται καθόλου για το πόσο πολύ μοιάζουν τα επιχειρήματά τους με αυτά των εθνικιστών, για να μην πω με αυτά των φασιστών και θιχτούν;
Δ.Ν.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δημοφιλεις αναρτησεις
ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ
λαϊκη αντισταση - Α.Α.Σ.
Αριστερα
Πολιτικη
Διεθνη
Εργαζομενοι
Μεταναστες - προσφυγες - πολιτικοι προσφυγες
Νεολαια
Δημοκρατια;
Κινηματα
Τοπικα
Μνημες
Πολιτισμος
Εκλογες
ΑΡΧΕΙΟΘΗΚΗ ΙΣΤΟΛΟΓΙΟΥ
Videos
Get this Recent Comments Widget
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου