Του Ζαχίρ Ατχαρί
Ευχαριστώ για την πρωτοβουλία και την πρόσκληση. Είμαι ευτυχής που είμαι πίσω στην πόλη που αγαπώ, τη Θεσσαλονίκη. Πριν από 20 χρόνια ακριβώς, έπειτα από ένα εξουθενωτικό ταξίδι ως ένας αποκαλούμενος “παράνομος” αιτών ασύλου, έφτασα εδώ σε αυτή την όμορφη πόλη. Η πόλη, που με υποδέχτηκε με αλληλεγγύη, φροντίδα και συμπόνοια όταν ήμουν ευάλωτος. Η πόλη που με υποδέχτηκε σαν δικό της όταν ήμουν “παράνομος” ξένος/άλλος. Η πόλη που μου χαμογέλασε όταν ήμουν δυστυχισμένος και με αγκάλιασε όταν ήμουν μόνος. Ήταν στους δρόμους αυτής της πόλης που πρώτη φορά άκουσα συνθήματα όπως “Κανείς δεν είναι παράνομος! Όχι άλλο πόλεμος!” Οι φωνές που έμειναν στην καρδιά και το μυαλό μου, οι φωνές που πίστευα, οι αξίες που ακόμα απαιτούν τόσο αναγκαία πάλη για έναν καλύτερο κόσμο στο μέλλον. Όταν κοιτάω πίσω, πλέον, σκέφτομαι ότι εγώ, κάπως αναγεννήθηκα σε αυτή την πόλη, ανάμεσά σας, χάρη σε σας, αναγεννήθηκα σε μια καλύτερη, δυνατότερη εκδοχή του εαυτού μου. Επομένως, όπου κι αν βρίσκομαι, πάντα θα παραμένω Θεσσαλονικιός.
Πώς ένας κερδισμένος πόλεμος χάθηκε στο Αφγανιστάν;
Γιατί τα πράγματα έχουν πάει τόσο περίεργα στο Αφγανιστάν; Κάνουμε αυτή την ερώτηση, όλοι εμείς που σκεφτόμαστε το Αφγανιστάν αυτές τις μέρες, στους εαυτούς μας, στους φίλους μας, στις συζητήσεις και τις κουβέντες. Σήμερα θέλω να απαντήσω αυτή την ερώτηση, όχι από μια κοινή οπτική. Μπορείτε να διαβάσετε, να δείτε και να ακούσετε αυτές τις οπτικές στις εφημερίδες και τα μέσα. Όμως εγώ θα επικεντρωθώ σε τρεις βασικές αιτίες που πάντα ήταν εκεί, και κατά την άποψή μου έπαιξαν κρίσιμο ρόλο στην σοκαριστικά γρήγορη και δραματική συντριβή της κατάστασης.
Η πρώτη αιτία υπήρξαν οι πολέμαρχοι,
η δεύτερη, η απουσία μεταβατικής δικαιοσύνης,
η τρίτη σχετιζόταν με τις εθνοτικές σχέσεις.
Ξεκινάω με τους πολέμαρχους. Για να κατανοήσουμε τους πολέμαρχους, ποιοι είναι και γιατί έγιναν τόσο καταστροφικοί, θα πρέπει να κάνω μια αναδρομή 40 χρόνια πίσω, όταν η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στο Αφγανιστάν. Είμαι σίγουρος ότι υπάρχει καλό απόθεμα αμοιβαίας γνώσης προσβάσιμης εδώ ανάμεσά μας. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Σοβιετική Ένωση εισέβαλε στο Αφγανιστάν το 1979. Συνεπώς ξεκίνησε η ένοπλη αντίσταση ενάντια στην εισβολή. Δυστυχώς, σύντομα το εγχείρημα τζιχάντ της CIA κατέλαβε το κίνημα αντίστασης. Τώρα δεν είναι ισχυρισμός, αλλά γεγονός η γνώση ότι οι ΗΠΑ οργάνωσαν, εκπαίδευσαν και χρηματοδότησαν τους Μουτζαχεντίν, τους Ιερούς Πολεμιστές του Ισλάμ, για να πολεμήσουν ενάντια στη Σοβιετική Ένωση. Το Πακιστάν παρείχε βοήθεια και ασφαλές καταφύγιο για την καλλιέργεια του εξτρεμιστικού ισλαμισμού και οι ΗΠΑ ανέλαβαν τα υπόλοιπα. Τα περισσότερα από τα σχολεία του Κορανίου, τα οποία οι Ταλιμπάν ακόμα χρησιμοποιούν ως πηγές στρατολόγησης, ιδρύθηκαν τότε, 40 χρόνια πριν.
Για τις ΗΠΑ, το εγχείρημα πέτυχε. Το 1989, οι Σοβιετικοί αποσύρθηκαν και το καθεστώς που στηρίζονταν στις πλάτες τους κατέρρευσε δυο χρόνια αργότερα, το 1992. Οι άνθρωποι του Αφγανιστάν πλήρωσαν τόσο πολύ για τον πόλεμο, εκατοντάδες χιλιάδες ζωές χάθηκαν, τραυματίστηκαν, τόσα πολλά σπίτια καταστράφηκαν και 5 εκατομμύρια πρόσφυγες βρέθηκαν εκτός χώρας. Επομένως ο λαός περίμενε ως αντάλλαγμα στο τέλος του πολέμου να παραλάβει ειρήνη, ελευθερία και ανοικοδόμηση της χώρας. Για αυτό είχαν παλέψει, αυτός ήταν ο στόχος του κινήματος αντίστασης.
Συνέβη ακριβώς το αντίθετο, η κατάσταση αναπτυσσόταν προς μια ακόμη πιο καταστροφική περίοδο, έναν εμφύλιο πόλεμο, επειδή οι ομάδες των Μουτζαχεντίν δε μπορούσαν να μοιραστούν την εξουσία η μία με την άλλη αφού κέρδισαν τον πόλεμο. Τότε υπήρχαν τουλάχιστον οκτώ μεγαλύτερα ένοπλα κομμάτια, το καθένα με χιλιάδες πιστούς πολεμιστές, και πολλά μικρότερα ένοπλα κομμάτια.
Από την αρχή κιόλας, όταν οι Μουτζαχεντίν μπήκαν στην Καμπούλ, ξεκίνησαν να πλιατσικολογούν και να λεηλατούν τόσο τη δημόσια περιουσία και τους θεσμούς, όσο και τα σπίτια του κάθε ιδιώτη. Οι πόλεις, οι οποίες είχαν παραμείνει σχετικά ασφαλείς από τον πόλεμο μέχρι τότε, καταστράφηκαν ολοσχερώς. Δύο από τους πιο διαβόητους πολέμαρχους ήταν ο Γκουλμπουντίν Εχματυάρ και ο Αχμάντ Σαχ Μασούντ. Ο πρώτος αποκαλούνταν ο σφάχτης της Καμπούλ, εξαιτίας της βιαιότητάς του προς το λαό της Καμπούλ. Ο δεύτερος για τρία χρόνια βομβάρδιζε τα δυτικά της Καμπούλ και ήταν υπεύθυνος για τη σφαγή του Αφσάρ στην χιλιάδες Χαζάρα, περιλαμβανομένων γυναικών και παιδιών, έχασαν την ζωή τους.. Αποκαλούνταν ο φονιάς της Aφσάρ. Το 1993 σαν νέος ριζοσπαστικός αριστερός πήγα στην Καμπούλ και είδα μια πόλη-φάντασμα, όλα ήταν ερειπωμένα και λεηλατημένα. Έχω δει βιβλία από την πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη να πωλούνται φθηνότερα κι από το ξύλο ή το αέριο για θέρμανση και μαγείρεμα, και είδα τη μεγάλη γραμμή γυναικών με μαύρες μπούργκες στους δρόμους της Καμπούλ, να ζητιανεύουν. Οπότε ο λαός του Αφγανιστάν άρχισε να μισεί και να μην εμπιστεύεται τους Μουτζαχεντίν.
Σε τόσο δύσκολους καιρούς οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ αγνόησαν το Αφγανιστάν τελείως, παρ' όλο που παρακολουθούσαν τους Μουτζαχεντίν να διαπράττουν εγκλήματα πολέμου και εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Το πρόβλημα με τον καπιταλισμό γενικά είναι ότι απειλούν τους πάντες και τα πάντα όπως απειλούν τους υπαλλήλους τους και την περιουσία που έχουν. Όσο τους είσαι χρήσιμος, σε έχουν. Τη μέρα που σταματάει αυτό, σε αγνοούν λες και δε σε έχουν ξαναδεί. Το Αφγανιστάν ήταν σημαντικό για τις ΗΠΑ όσο μπορούσε να κρατήσει μακριά τους Σοβιετικούς. Όταν δεν υπήρχε πια Σοβιετική Ένωση, το Αφγανιστάν το “ξέχασαν” μέσα σε ένα βάρβαρο εμφύλιο πόλεμο.
Οι Ταλιμπάν αναδύθηκαν σε μια τέτοια κατάσταση το 1994 από μια πόλη που ονομαζόταν Κανταχάρ. Ξεκίνησαν μιλώντας για ειρήνη και τάξη, για σταμάτημα του πολέμου, για τον ερχομό του πραγματικού Ισλάμ κλπ. Ο λαός του Αφγανιστάν που είχε κουραστεί από τον πόλεμο, ήθελε ειρήνη και ασφάλεια, επομένως γύρισε τις πλάτες του στους πολέμαρχους Μουτζαχεντίν και έτσι οι τελευταίοι ηττήθηκαν από τους Ταλιμπάν. Οι Ταλιμπάν κατέλαβαν την πρωτεύουσα, την Καμπούλ, το 1996. Μέχρι το 2000 οι Μουτζαχεντίν έπαιρναν τις τελευταίες τους αναπνοές.
Αλλά οι Ταλιμπάν, όταν κατέλαβαν την εξουσία, αποδείχτηκαν ακόμη πιο σκληροί από τους Μουτζαχεντίν. Απαγόρευσαν στις γυναίκες να δουλεύουν και να σπουδάζουν, τις λιθοβολούσαν, έσφαξαν τους Χαζάρα στην Mαζάρι Σαρίφ και στη Μπαμιάν το 1998, και κατέστρεψαν το άγαλμα του Βούδα στη Μπαμιάν το 2001. Οι Ταλιμπάν έσυραν τελείως τη χώρα σε ένα μεσαιωνικό σκοτάδι. Οι Ταλιμπάν αποδείχτηκαν πολύ χειρότεροι από τους Μουτζαχεντίν.
Αλλά αυτό που το στενό και άπληστο ιμπεριαλιστικό σκεπτικό δε μπόρεσε να πιάσει, ήταν ότι τα απομεινάρια του τζιχαντιστικού εγχειρήματός τους εναντίον της Σοβιετικής Ένωσης, θα μπορούσε να βγει από τα αφγανικά σύνορα. Αυτό ήταν οι επιθέσεις της 11ης Σεπτεμβρίου. Οι ΗΠΑ ρίχτηκαν στον Μπιν Λάντεν, έναν ακόμα Μουτζαχεντίν, πρώην πράκτορα της CIA. Όταν οι Ταλιμπάν αρνήθηκαν να τον παραδώσουν στις ΗΠΑ, αυτές εισέβαλαν στο Αφγανιστάν.
Ο λαός του Αφγανιστάν, που υπέφερε τόσα πολλά από τους πολέμαρχους Μουτζαχεντίν και τον εξτρεμισμό των Ταλιμπαν, ήλπιζαν ότι αυτή τη φορά οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ ίσως τους έσωζαν και από τους δύο. Αλλά αυτό που έκαναν οι ΗΠΑ, φυσικά, δεν ήταν αυτό, παρά άλλαξαν το όνομα των πολέμαρχων από Μουτζαχεντίν σε Βόρεια Συμμαχία και τους επανέφεραν στην εξουσία. Αυτό δεν ήταν έκπληξη για εμάς που ξέραμε ότι οι ΗΠΑ ήταν πάντα στη σκοτεινή πλευρά της ιστορίας. Για να πάμε π.χ. στη Λατινική Αμερική. Ο Αμερικανός πρόεδρος Φράνκλιν Ρούζβελτ είχε πει κάποτε, αναφερόμενος στον αδίστακτο τύραννο της Νικαράγουα, Αναστάσιο Σομόζα: “Αυτός μπορεί να είναι πουτάνας γιος, αλλά είναι ο δικός μας πουτάνας γιος”!. Οι Μουτζαχεντίν ήταν οι πουτάνας γιοι των ΗΠΑ! Ο Αχμάντ Σαχ Μασούντ είχε δολοφονηθεί το 2001 σκοτώθηκε και ο σφαγέας της Καμπούλ ήταν ακόμα στα βουνά, πολεμώντας. Αλλά οι υπόλοιποι πολέμαρχοι επανήλθαν στην εξουσία. Για το λαό του Αφγανιστάν γενικά, αυτό ήταν απογοητευτικό, επειδή ήθελαν να απαλλαγούν και από τους Ταλιμπάν και από τους Μουτζαχεντίν. Και όλα αυτά ήρθαν σε αντίθεση με τον ψεύτικο ισχυρισμό του Τζορτζ Μπους και του Τόνι Μπλερ, οι οποίοι μιλούσαν ελευθερία, δημοκρατία και γυναικεία δικαιώματα κλπ.
Εμείς στην αριστερά, εμείς στα κινήματα αλληλεγγύης ήμασταν ενάντια στον πόλεμο εξ αρχής. Θυμάμαι τη διαδήλωση τότε στη Θεσσαλονίκη, χιλιάδες στους δρόμους διαδηλώνοντας ενάντια στον πόλεμο. Εμείς ξέραμε ότι αυτός ο πόλεμος δε θα τέλειωνε με ελευθερία, δημοκρατία και γυναικεία δικαιώματα στο Αφγανιστάν. Η άποψή μας ήταν απλά ότι η ειρήνη, η ελευθερία, η δημοκρατία και η δικαιοσύνη δε μπορούν να εγκαθιδρυθούν από τον εχθρό αυτών των αξιών. Ούτε οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ, ούτε οι πολέμαρχοι Μουτζαχεντίν έχουν καλό ιστορικό στην παροχή ειρήνης και δημοκρατίας. Αυτό είναι γεγονός, όχι ισχυρισμός.
Δυστυχώς, είχαμε δίκιο.
Το πρώτο απότοκο των πολέμαρχων όταν ήρθαν στην εξουσία ήταν η διαδικασία της μεταβατικής δικαιοσύνης, η οποία ήταν τότε εφικτή, και με την ύπαρξη των πολέμαρχων σε υψηλές θέσεις, η μετάβαση φάνηκε ότι έγινε αδύνατη. Τώρα είμαστε στο δεύτερο λόγο για τον οποίο τα πράγματα πήγαν τόσο λάθος.
Τι είναι η μεταβατική δικαιοσύνη;
Η μεταβατική δικαιοσύνη είναι μια διαδικασία “αναγνώρισης της αξιοπρέπειας των θυμάτων, η αποκατάσταση και αναγνώριση των παραβιάσεων και των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν, και ο στόχος αυτά να αποτραπούν από εδώ και πέρα”. Αυτή η διαδικασία περνάει μέσα από “την έρευνα και τη δίωξη των εγκλημάτων όπως γενοκτονία, εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας και εγκλήματα πολέμου, ως θεμελιώδεις λίθοι της μεταβατικής δικαιοσύνης”. Στο Αφγανιστάν από τη “σοβιετική εισβολή στους Μουτζαχεντίν και στους πολέμαρχους και στη διακυβέρνηση των Ταλιμπάν, συστηματικές και διαδεδομένες παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και του ανθρωπιστικού νόμου διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου, συμπεριλαμβανομένων δολοφονιών, βασανιστηρίων βιασμών, αυθαίρετων κρατήσεων, εξαναγκασμένων εξαφανίσεων και έμφυλων και εθνοτικών διακρίσεων.”
Η μεταβατική δικαιοσύνη ήταν μια ελπίδα μετά την εισβολή των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ. Ο λαός του Αφγανιστάν περίμενε ότι οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ θα στήριζαν τη μεταβατική δικαιοσύνη. Και οι πολέμαρχοι Μουτζαχεντίν φοβούνταν αυτή τη διαδικασία παρόλο που ήταν στην εξουσία, αλλά ακόμα ήταν πιθανό να δικαστούν για τα βάρβαρα εγκλήματα που διέπραξαν. Στην αρχή γίνονταν συζήτηση γι αυτό. Ένα βήμα προς τη μεταβατική δικαιοσύνη ήταν η ίδρυση της Αφγανικής Ανεξάρτητης Επιτροπής Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων. Σε αντίθεση με τα εκατομμύρια θύματα που περίμεναν μεταβατική δικαιοσύνη, οι Μουτζαχεντίν ηγέτες επέστρεψαν μέσα σε αλεξίσφαιρα SUV με εκατοντάδες βαριά οπλισμένους φρουρούς. Ξεκίνησαν να χτίζουν βασιλικά παλάτια, να κατάσχουν δημόσια περιουσία και να συνεχίζουν τα εγκλήματά τους. Έτσι ποιος θα τολμούσε να διερευνήσει τα εγκλήματα που είχαν διαπράξει παλιότερα, και ποιος θα αναγνώριζε την αξιοπρέπεια και τις φωνές των θυμάτων που ακόμα ήταν θύματα και καταπιεσμένοι;
Το 2007 οι πολέμαρχοι της αφγανικής εθνοσυνέλευσης πέρασαν νομοσχέδιο με το οποίο έδωσαν αμνηστία στους εαυτούς τους. Το νομοσχέδιο έλεγε πως όλα τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν μέχρι το 2007 δε θα διωχθούν. Έτσι, η μεταβατική δικαιοσύνη η οποία ήταν ελπίδα για τα θύματα, πέθανε πριν καν αναδυθεί. Η πραγματικότητα ήταν ότι η νέα αυτή εξέλιξη δεν ήταν μια έξοδος από το λαβύρινθο.
Το νομοσχέδιο διεύρυνε την αναξιοπιστία ανάμεσα στο λαό και το αμερικανοκίνητο κράτος, αλλά επίσης παρείχε πολύ περισσότερη αυτοπεποίθηση στους πολέμαρχους να κάνουν αυτό που ήθελαν. Αυτή η ασυλία παρείχε το υπόβαθρο για διαφθορά σε κάθε μορφή και κάθε επίπεδο του κράτους και της κυβέρνησης, από την κορυφή ως τα νύχια. Η διαφθορά δεν περιοριζόταν στη δωροδοκία, αλλά επίσης και στο διορισμό ακατάλληλων πιστών ακολούθων σε διαφορετικές δημόσιες υπηρεσίες και παραρτήματα, τα οποία χρειάζονταν υποψήφιους με υψηλή εκπαίδευση, προσόντα και δεξιότητες. Με αυτό τον τρόπο η μεταπολεμική ιδρυματοποίηση ήταν απλά στα λόγια και όχι στην πράξη. Παρόλο που το αφγανικό κράτος έμοιαζε με φυσιολογικό κράτος, επειδή η δομή ήταν εκεί, τα υπουργεία, οι δημόσιες υπηρεσίες και όλα, στην πραγματικότητα δε λειτουργούσε καθόλου, επειδή όλοι εκείνοι που κάθονταν σε αυτές τις θέσεις δε λειτουργούσαν καθόλου. Σύμφωνα με την εφημερίδα New York Times, το 2009 ο Ντέιβιντ Πετρέους, ο τότε διοικητής του αμερικανικού στρατού στο Αφγανιστάν, είπε στον Ομπάμα, ότι η κυβέρνηση Καρζάι, μοιάζει με εγκληματικό συνδικάτο. Ωστόσο, δε σήμαινε ότι οι ΗΠΑ δεν ήθελαν αυτό το εγκληματικό συνδικάτο να κυβερνάει το Αφγανιστάν. Φυσικά και ήθελαν. Ήταν οι ΗΠΑ που αναγέννησαν αυτό το εγκληματικό συνδικάτο που πέθαινε το 2001.
Παρ΄ όλα αυτά, λόγω της απουσίας της μεταβατικής δικαιοσύνης, τα θύματα γυρνούσαν την πλάτη στο κράτος, ενώ το εγκληματικό συνδικάτο απλά λεηλατούσε τα δισεκατομμύρια δολαρίων που έρχονταν ως βοήθεια για την ανοικοδόμηση.
Το τρίτο ζήτημα είναι οι σχέσεις των εθνοτήτων μεταξύ τους. Το Αφγανιστάν είναι μια πολυεθνική κοινωνία. Υπάρχουν οι Παστούν, οι Τατζίκοι, οι Χαζάρα, οι Ουζμπέκοι και πολλές ακόμα μικρότερες εθνικές ομάδες. Αλλά η εξουσία βρίσκεται στα χέρια των Παστούν τους τελευταίους τρεις αιώνες. Ο εκάστοτε ηγέτης των Παστούν που ήταν στην εξουσία δεν ήθελε να μοιραστεί την εξουσία με άλλες εθνοτικές ομάδες, αλλά ακόμη χειρότερα, καταπίεζε βίαια τις άλλες ομάδες. Για παράδειγμα, οι Χαζάρα βίωσαν μια γενοκτονία από το 1888 ως το 1893. Τότε όντας σκλαβωμένοι, όλες τους οι εκτάσεις κατασχέθηκαν και δόθηκαν στους Παστούν που ήταν στην εξουσία. Μέχρι το 1979, οι Χαζάρα δε μπορούσαν να μπουν στο στρατό, την αστυνομία, τις δημόσιες υπηρεσίες κλπ. Κατά τη διάρκεια της σοβιετικής εισβολής και της κατάρρευσης της παραδοσιακής μονοεθνικής πολιτικής, η κατάσταση άνοιξε και για τις άλλες εθνοτικές ομάδες ώστε να οργανωθούν κλπ.
Η δημιουργία του ψευδοκράτους μετά το 2001 ήταν προφανώς συμπεριληπτική, αλλά το πρόβλημα ήταν πως εκείνοι στην εξουσία από όλες τις εθνοτικές ομάδες ήταν πολέμαρχοι. Για παράδειγμα, από τους Χαζάρα, από τους Ουζμπέκους, από τους Τατζίκους, όλοι ήταν διαβόητοι πολέμαρχοι, επομένως το κράτος έμοιαζε περιληπτικό, αλλά ήταν έτσι μόνο για τους πολέμαρχους, μη εκπροσωπώντας το λαό και τα θύματα. Ακόμα όμως κι έτσι, ο πρόεδρος ήταν Παστούν. Υπήρχε ένα αφήγημα το οποίο λέει ότι ο πρόεδρος Ασράφ Γκάνι, συνεργάστηκε κάπως με τους Ταλιμπάν και συνέβαλε στη διάλυση του στρατού του και της κυβέρνησης εξαιτίας των εθνοτικών του διασυνδέσεων, επειδή οι Ταλιμπάν ήταν επίσης Παστούν.
Πιστεύω ότι αυτές οι τρεις σημαντικοί παράγοντες μπορούν να βοηθήσουν στο να εξηγήσουν τη δραματική κατάληψη της εξουσίας από τους Ταλιμπάν. Όχι με απλοϊκό τρόπο καθώς σε εμάς στη Δύση μας αρέσει συχνά να βρίσκουμε τους λόγους μιας αλλαγής στη μέρα που αυτή συμβαίνει, συχνά παραβλέποντας την ιστορική προοπτική. Αυτές οι κοινωνικές αλλαγές μπορούν να συμβούν μέσα σε μία μέρα ή σε μια σύντομη περίοδο, αλλά οι αιτίες, οι οποίες έχουν ως αποτέλεσμα αυτή την αλλαγή, υπήρχαν σίγουρα εκεί για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
Θα μπορούσαν οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ να κάνουν τα πράγματα αλλιώς, ώστε να μην είχαμε αυτή την καταστροφή; Θα μπορούσαν να μην είχαν κάνει το εγχείρημα τζιχάντ ενάντια στους Σοβιετικούς, θα μπορούσαν να μην είχαν συμμαχήσει με τους πολέμαρχους; Θα μπορούσαν να είχαν υποστηρίξει τη μεταβατική δικαιοσύνη και να αναγνωρίσουν την αξιοπρέπεια και τις φωνές των θυμάτων στο Αφγανιστάν; Θα μπορούσαν να μη συμμαχήσουν με το εγκληματικό συνδικάτο; Η απάντησή μου είναι όχι. Σε μια τέτοια περίπτωση οι ΗΠΑ και το ΝΑΤΟ δε θα ήταν αυτό που είναι, μια ιμπεριαλιστική πολεμική μηχανή χωρίς ηθικές αρχές.
Και τώρα τι; 20 χρόνια, δισεκατομμύρια δολάρια, χιλιάδες ζωές, όλα χαμένα. Όχι μόνο τα ψέματα για την οικοδόμηση της δημοκρατίας και των ανθρώπινων δικαιωμάτων στο Αφγανιστάν αποκαλύφθηκαν, αλλά επίσης ο αποκαλούμενος πόλεμος κατά της τρομοκρατίας απέτυχε οικτρά. Οι Ταλιμπάν έχουν πάλι την εξουσία, πιο ισχυροί από πριν. Το ISIS και η Αλ-Κάιντα είναι εκεί. Το Αφγανιστάν είναι ένα καταφύγιο για τρομοκράτες. Ένας πραγματικός κίνδυνος για τα δυτικά συμφέροντα. Ο πόλεμος κατά της τρομοκρατίας δεν ήταν μόνο ο μακρύτερος και ακριβότερος μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο όσον αφορά το ανθρώπινο και οικονομικό κόστος, αλλά επίσης απέτυχε τόσο ολοκληρωτικά, τόσο σκανδαλωδώς. Σκεφτείτε μόνο πόσοι έφυγαν από την Καμπούλ. Μέρος εκείνων των εικόνων στο αεροδρόμιο της Καμπούλ θα παραμείνουν για πάντα στο μυαλό μας ως σύμβολο της ανθρώπινης θλίψης και μιζέριας του 21ου αιώνα.
Ωστόσο η ελπίδα στο Αφγανιστάν υπάρχει σε μια γενιά που μεγάλωσε τα τελευταία αυτά 20 χρόνια. Τα νεαρά κορίτσια και αγόρια, μορφωμένα και έχοντας αρκετό κουράγιο να φέρουν αλλαγές. Βλέπουμε αυτές τις μέρες τις Αφγανές γυναίκες να συγκρούονται με τους Ταλιμπάν στους δρόμους της Καμπούλ και της Χεράτ. Αυτό απλά με γεμίζει συναισθήματα και ελπίδα. Εάν σταθούμε με τέτοιο τρόπο ενάντια στους ένοπλους Ταλιμπάν, τότε είμαστε μάλλον έτοιμοι να αλλάξουμε το Αφγανιστάν.
Όμως τι συμβαίνει με εμάς που οραματιζόμαστε και πολεμάμε για έναν καλύτερο κόσμο; Είναι ακόμα πιθανός, ενώ βλέπουμε ότι όλα χειροτερεύουν; Η απάντηση είναι ναι, ένας καλύτερος κόσμος είναι πιθανός, ως ένας σπουδαίος στόχος, αλλά ο δρόμος γι' αυτό απαρτίζεται από πολλά μικρότερα πράγματα που πρέπει να γίνουν. Αυτό που σκέφτομαι, σχετικά με έναν πιο ειρηνικό κόσμο, είναι ότι πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε τον πόλεμο όσο πιο ακριβό γίνεται για τους πλούσιους, για τους πολέμαρχους παγκοσμίως. Είναι πολύ εύκολο γι' αυτούς να κάνουν πόλεμο εφόσον καταφέρνουν να βρουν μια χώρα μακριά από τη δική τους. Δε θα έπρεπε να είναι έτσι. Ο πόλεμος θα έπρεπε να κοστίζει, στους πλούσιους, και θα έπρεπε να κοστίσει και σε αυτούς που επωφελούνται και από την παραγωγή και από την εμπορία όπλων. Τώρα κοστίζει μόνο για τους φτωχούς, όπως ο αφγανικός λαός, ο συριακός, ο λιβυκός, ο ιρακινός κλπ. Καθώς έχει υπάρξει μια συμβιωτική σχέση ανάμεσα στον πόλεμο και τους Αφγανούς πολέμαρχους, υπάρχει μια συμβιωτική σχέση ανάμεσα στους πολέμαρχους παγκοσμίως και στον πόλεμο.
Δεύτερον, υπάρχουν περισσότεροι από 80-90 εκατομμύρια πρόσφυγες ανά τον κόσμο. Κανείς από αυτούς δεν είναι πρόσφυγας αποκλειστικά και μόνο λόγω των τοπικών και εθνικών συγκρούσεων ή πολέμων. Σκεφτείτε τους Αφγανούς πρόσφυγες, τους Σύριους, τους Λιβύους. Οι λόγοι πίσω από τη φυγή κάθε πρόσφυγα από αυτές τις χώρες είναι τόσο εθνικοί όσο και διεθνείς. Δεν είναι πολύ ρομαντικό να σκεφτεί κανείς τους πρόσφυγες και τους αποκαλούμενους λαθρομετανάστες σαν ένα κίνημα για παγκόσμια ειρήνη και δικαιοσύνη. Αλλά αυτό που μεσολαβεί από την τωρινή κατάσταση στην οποία βρίσκονται οι πρόσφυγες μέχρι να γίνουν ένα κίνημα για κοινωνική παγκόσμια δικαιοσύνη και ειρήνη είναι ένας πολύ πιο δύσκολος δρόμος συγκριτικά με το εργατικό κίνημα όταν αυτό αναδύεται, το γυναικείο κίνημα, το ΛΟΑΤ κίνημα. Δύσκολος, αλλά όχι ακατόρθωτος.
Και φυσικά η υποστήριξη αυτών των γενναίων Αφγανών αντρών και γυναικών που στέκονται πρόσωπο με πρόσωπο με τους Ταλιμπάν στους δρόμους της Καμπούλ, τους δημοσιογράφους που έχουν χτυπηθεί και συλληφθεί, αλλά ακόμα παράγουν ειδήσεις στο τι συμβαίνει. Υπάρχει η ελπίδα, υπάρχει πάντα μια μέρα μετά τη νύχτα, ακόμα κι αν η νύχτα είναι μεγάλη σαν τις νύχτες του χειμώνα στη Νορβηγία. Έτσι κρατήστε τον αγώνα και το πνεύμα για έναν καλύτερο κόσμο!
• Το κείμενο αποτελεί την ομιλία του Ζαχίρ Ατχαρί στην εκδήλωση με θέμα «Αφγανιστάν. Υπάρχει τέλος στην τραγωδία;» που οργάνωσαν οι εκδόσεις «Εκτός των Τειχών» στην Θεσσαλονίκη στις 2 Οκτωβρίου 2021 στο Πολιτιστικό Κέντρο Τούμπας. Στο βίντεο που ακολουθεί η ομιλία του Ζαχίρ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου