Ελάχιστες είναι οι περιπτώσεις στον κόσμο αυτή τη στιγμή με τόσο έντονη πολιτική δραστηριότητα όπως είναι η Ινδία. Βέβαια, δε μιλάμε για απλά γεγονότα, αλλά για μια συνεχιζόμενη πάλη των τάξεων με διάφορες μορφές, μέχρι και με αντάρτικο που κρατάει ως σήμερα, του οποίου ηγείται το ΚΚ Ινδίας (μαοϊκό). Με φόντο αυτές τις μακρόχρονες εξελίξεις, που κρατούν από την απελευθέρωση της Ινδίας, περνώντας από τη ναξαλίτικη εξέγερση και φτάνοντας στο σήμερα, τα τελευταία δέκα χρόνια κυκλοφόρησαν τουλάχιστον τρεις ταινίες, πολύ δημοφιλείς στην Ινδία. Μάλιστα, οι δύο από αυτές κυκλοφόρησαν μόνο φέτος. Πρόκειται για τις ταινίες Chakravyuh (2012), Pada και Virata Parvam (2022). Η τελευταία μάλιστα παίζεται αυτές τις μέρες στις ινδικές αίθουσες.
Πολύ σύντομα για τις υποθέσεις. Η Chakravyuh περιγράφει τη ζωή δύο αδελφών, όπου ο ένας είναι αστυνομικός και ο άλλος για να τον βοηθήσει, παρεισφρέει σε μια μονάδα του αντάρτικου στρατού του ΚΚΙ (μαοϊκού). Τα προβλήματα, όμως, αρχίζουν όταν ο τελευταίος αρχίζει να πείθεται για τους σκοπούς του αγώνα, βλέποντας από πρώτο χέρι την πολιτική της κυβέρνησης. Η Pada περιγράφει την απαγωγή από τέσσερα μέλη της οργάνωσης Αγιανκάλι Πάντα (οργάνωσης μαοϊκών καταβολών), ενός τοπικού κυβερνήτη, επιθυμώντας να τον υποχρεώσουν να διαγράψει έναν πρόσφατα ψηφισμένο αντιαγροτικό νόμο, που στόχευε τις φτωχές κάστες και φυλές. Η υπόθεση αυτή, μάλιστα, είναι πραγματική, συνέβη στην Κεράλα το 1996. Τέλος, η Virata Parvam περιγράφει τον έρωτα μιας νεαρής γυναίκας με ένα συγγραφέα, αντάρτη των ναξαλιτών και την επιθυμία της να τον γνωρίσει. Η ίδια, αφού τον συναντάει και τον βοηθάει, αποφασίζει να ακολουθήσει την αντάρτικη ομάδα του.
Κάθε ταινία έχει τη δική της στάση απέναντι στα γεγονότα. Μπορεί κανείς να παρατηρήσει μια μέση στάση, για παράδειγμα, στην Chakravyuh, όπου οι σκοποί του πολέμου είναι δίκαιοι, αλλά άδικη η ίδια η τακτική του να πολεμάς, ενώ έως και φιλική στάση στους αγωνιστές της Αγιανκάλι Πάντα, για την υπεράσπιση της φτωχής αγροτιάς. Όμως, αυτό που παρατηρεί εύκολα κανείς είναι τα στοιχεία έντονης δράσης, που ενώ μοιάζουν αρκετά με αμερικανικές ταινίες (σε ορισμένες περιπτώσεις, κιόλας, τα σκηνικά παραείναι τραβηγμένα, δείχνοντας έντονα και το Bollywood στοιχείο), είναι σίγουρα ταιριαστά στην αποτύπωση μιας πραγματικότητας βίας από τη μεριά του ινδικού κράτους και επαναστατικής βίας από τη μεριά των ανταρτών. Βεβαίως, όμως, οι ταινίες δεν αναλώνονται στα σκηνικά δράσης, αφού οι πολιτικοί και ιδεολογικοί διάλογοι καταναλώνουν μεγάλο μέρος των ταινιών.
Γιατί, όμως, τέτοιο ενδιαφέρον τώρα; Για να είμαστε ειλικρινείς, δεν είναι η πρώτη φουρνιά ταινιών με θέμα τους αγροτικούς αγώνες και τις ένοπλες συγκρούσεις εξεγερμένων ομάδων και ινδικού κράτους. Όμως, δεδομένου ότι το αντάρτικο υπό την καθοδήγηση του ΚΚΙ (μαοϊκού) και του Λαϊκού Αντάρτικου Απελευθερωτικού Στρατού ξεκίνησε τη δράση του με τη σημερινή μορφή τη δεκαετία του 2000, τα πράγματα αρχίζουν και παίρνουν μια μορφή. Φυσικά, το κράτος της Ινδίας από την πρώτη στιγμή κήρυξε το αντάρτικο ως τη νούμερο 1 εσωτερική απειλή. Φυσικά το μόνο ζήτημα δεν είναι ότι ένας αντάρτικος στρατός είναι... στρατός, με ό,τι συνεπάγεται αυτό. Είναι και το ότι αντιτίθενται σε κάθε προσπάθεια απαλλοτρίωσης γης φτωχών αγροτών, εξώθηση φυλών από τη γη τους κ.λπ., και μάλιστα με ορατά αποτελέσματα. Η επιθυμία κάθε κράτους είναι να πολεμήσει ιδεολογικά τους κομμουνιστές. Τι καλύτερο όπλο από τις ταινίες;
Όμως τα πράγματα δεν έχουν μόνο αυτή τη διάσταση. Στην πορεία των αγώνων, καλλιτέχνες μπορούν και να πείθονται από την υπόθεση που εν προκειμένω υπερασπίζονται οι ναξαλίτες. Δεν μπορούμε να ξέρουμε το σκεπτικό πίσω από την κάθε παραγωγή (αν και στο Chakravyuh, όπως είπαμε, είναι εμφανής μια στάση κάπως ίσων αποστάσεων), όμως το κοινό προσέλαβε αυτές τις ταινίες πολύ θετικά. Ειδικά στις δύο τελευταίες, η χρονική συγκυρία παίζει τεράστιο ρόλο. Ποιος δεν θυμάται τις εικόνες «πανούκλας» με την ακραία έξαρση του COVID στην Ινδία; Το ακραίο της υπόθεσης ήταν ότι όχι μόνο η ευρεία μάζα του πληθυσμού δεν είχε πρόσβαση σε στοιχειώδη περίθαλψη, αλλά τα έξοδα κηδειών άφηναν τους συγγενείς των αποθανόντων υπερχρεωμένους. Και να σκεφτεί κανείς ότι αυτά τα γεγονότα είναι μόνο μέρος της εξαθλίωσης των λαών της Ινδίας. Λαμβάνοντας υπόψη όλα αυτά, οι επευφημίες κατά τις προβολές, αλλά και η αύξηση από την ινδική νεολαία αναζητήσεων στο διαδίκτυο για το πώς να έρθουν σε επαφή με το αντάρτικο κίνημα δείχνουν μια διάθεση, σε μια περίοδο που ακόμα και η επιχείρηση Πράσινο Κυνήγι (η διαδικασία εξάρθρωσης του αντάρτικου από μεριάς Κυβέρνησης) δε δείχνει να έχει τα θεμιτά αποτελέσματα και είναι θετικές προσλαμβάνουσες.
Κλείνοντας οφείλουμε να παραφράσουμε τα λεγόμενα του Fisher για το πολιτιστικό ρεύμα του καπιταλιστικού ρεαλισμού: ότι δηλαδή οι ταινίες ή σειρές (βλ. Squid Game) που καταγγέλλουν τον καπιταλισμό, όμως ταυτόχρονα αρνούνται να παρουσιάσουν μια συνεκτική εναλλακτική, πολύ εύκολα μπορούν πλέον να παρουσιάζονται από τα μέσα, ωθώντας τους λαούς απλά να προσπαθούν να μετριάσουν τα «συμπτώματα» του καπιταλισμού. Όμως στη συγκεκριμένη περίπτωση στην Ινδία, όχι μόνο στα δάση της Νταντακαράνυα αλλά και στις κινηματογραφικές αίθουσες, παρουσιάζονται έργα με σαφέστατη την εναλλακτική. Ακόμα κι αν προσπαθούν να ενσωματώσουν αντιδράσεις σε ασφαλή κανάλια, ο λαός, που υφίσταται την εκμετάλλευση και ταυτόχρονα βλέπει την εναλλακτική και στις ταινίες και στον λεγόμενο Κόκκινο Διάδρομο της Ινδίας, κάποια στιγμή θα διαλέξει ή την υποδούλωση ή τα όπλα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου