Στις 29 Φλεβάρη και 1 Μάρτη του 1948 οι άοπλοι εξόριστοι στη Μακρόνησο δέχτηκαν μια δολοφονική επίθεση από τους ένοπλους αλφαμίτες. Η επίθεση εξελίχθηκε σε μια σφαγή εκατοντάδων εξορίστων. Το μοναδικό τους "παράπτωμα": ήταν ενταγμένοι στο ΕΑΜ και την ΕΠΟΝ την περίοδο της Κατοχής.
Το παρακάτω κείμενο δημοσιεύτηκε στην Προλεταριακή Σημαία (773) στις 27-2-2016
29 Φλεβάρη - 1 Μάρτη 1948. Η μεγάλη σφαγή στη Μακρόνησο
Στα τέλη Φλεβάρη του 1948 συντελέστηκε ένα από το πιο φρικιαστικά και αποτρόπαια εγκλήματα της ιστορίας του ελληνικού εμφυλίου πολέμου. Πάνω από 300 άοπλοι εξόριστοι φαντάροι και πολιτικοί κρατούμενοι στη Μακρόνησο δολοφονήθηκαν άνανδρα από το αμερικανοστήριχτο φασιστικό κράτος μόνο και μόνο επειδή δεν υπέγραφαν τις περιβόητες δηλώσεις μετάνοιας. Το ομαδικό αυτό έγκλημα προσπάθησαν οι επίσημες αρχές να το αποσιωπήσουν χωρίς να τα καταφέρουν. Τελικά διαστρεβλώνοντας τα γεγονότα έκαναν λόγο για 17 νεκρούς εξόριστους ρίχνοντας μάλιστα σ’ αυτούς την ευθύνη.
Η ίδρυση του κολαστηρίου
Λίγους μήνες μετά την έναρξη του εμφυλίου πολέμου, τον Απρίλη του 1947 εγκρίθηκε η έναρξη της λειτουργίας του μεγαλύτερου στρατοπέδου συγκέντρωσης εξόριστων στη Μακρόνησο. Στο νησί αυτό που είναι αδύνατον να κατοικηθεί, αφού είναι ένας τεράστιος βράχος μέσα στη θάλασσα, άνυδρος και χωρίς ούτε ένα δέντρο, έφτασαν το Μάη του 1947 οι πρώτοι αριστεροί φαντάροι. Τότε ιδρύθηκε το Α’ ΕΤΟ (Πρώτο Ειδικό Τάγμα Οπλιτών).
Στην ουσία πρόκειται για αριστερούς και κομμουνιστές που οι περισσότεροι πήραν μέρος στην Εθνική Αντίσταση με το ΕΑΜ και θεωρήθηκαν ύποπτοι για ενδεχόμενη συμμετοχή στον ΔΣΕ. Στο Μακρονήσι μεταφέρθηκαν άοπλοι και στόχος τής κυβέρνησης ήταν να «ανανήψουν» υπογράφοντας δηλώσεις μετάνοιας με τις οποίες θα αποκήρυσσαν την κομμουνιστική ιδεολογία. Επικεφαλής του «αναμορφωτικού έργου» της Μακρονήσου ήταν ο ταξίαρχος Γεώργιος Μπαϊρακτάρης.
Το Γενάρη του 1948 δημιουργείται και το Β’ ΕΤΟ - ΕΣΑΙ (Ειδικά Στρατόπεδα Αναμορφώσεως Ιδιωτών) όπου μεταφέρθηκαν πολιτικοί κρατούμενοι. Τέλος δημιουργήθηκε και το Γ’ ΕΤΟ, το τάγμα των βασανιστηρίων. Λίγο αργότερα (1/3/1948) μεταφέρθηκαν στη Μακρόνησο και οι ΣΦΑ (Στρατιωτικές Φυλακές Αθηνών) με διοικητή τον διαβόητοΑντώνη Βασιλόπουλο. Την ίδια χρονιά δημιουργήθηκε και το 4ο Τάγμα πολιτικών εξόριστων. Το 1950 εξορίστηκαν και περισσότερες από 1.000 γυναίκες (πολλές μαζί με τα παιδιά τους). Από το νησί πέρασαν συνολικά περίπου 100.000 εξόριστοι μέχρι το 1958, οπότε έφυγαν και οι τελευταίοι.
Φαίνεται ότι για το μοναρχοφασιστικό κράτος και τα υπερατλαντικά αφεντικά τους δεν έφταναν οι διώξεις, τα στρατοδικεία και οι εκτελέσεις αγωνιστών. Το φρόνημα του ελληνικού λαού δεν μπορούσαν να το λυγίσουν. Ήθελαν να απομονώσουν χιλιάδες από αυτούς στο ξερονήσι για να έχουν εξουσία ζωής και θανάτου επάνω τους, να αποσπούν με τη βία τις δηλώσεις για να τις περιφέρουν στις πόλεις και τα χωριά ως τρόπαια της «νίκης» τους. Τα βασανιστήρια, οι ξυλοδαρμοί μέχρι θανάτου ήταν καθημερινότητα για τη Μακρόνησο. Η πείνα και η δίψα μόνιμος σύντροφος των εξόριστων. Οι ατέλειωτες ώρες μέσα στην αφόρητη ζέστη, το μαρτύριο της πέτρας, ο εγκλεισμός στο «σύρμα» και οι εικονικές εκτελέσεις ήταν μερικά από τα μέσα που χρησιμοποιούσαν οι βασανιστές για να τσακίσουν την ψυχή των αγωνιστών. Άδικα όμως. Μετά από μήνες συστηματικών σωματικών και ψυχολογικών βασανιστηρίων και με επίσημα στοιχεία των αρχών του ελληνικού στρατού μόλις 700 στους 5.000 του Α’ ΕΤΟ υπέγραψαν δηλώσεις. Αυτός ήταν και ο ουσιαστικός λόγος που πάρθηκε η απόφαση για την ομαδική δολοφονία του 1948.
Η μεγάλη σφαγή του 1948
Στο Α’ ΕΤΟ σταδιακά μεταφέρθηκαν όλοι οι εξόριστοι που δεν δέχτηκαν να κάνουν δήλωση, οι «αμετανόητοι» όπως τους έλεγαν. Παρά τα αλλεπάλληλα βασανιστήρια, στη συντριπτική τους πλειοψηφία αρνούνταν να υπογράψουν. Έτσι στα τέλη του 1947 πάρθηκε η απόφαση για πιο δραστικά μέτρα. Μια ομαδική δολοφονία, μια μαζική σφαγή θεωρήθηκε η ενδεδειγμένη λύση που θα τρομοκρατούσε όλους τους εξόριστους και θα αποσπούσε από αυτούς την υπογραφή. Τις τελευταίες μέρες του 1947 οι απειλές προς τους εξόριστους ήταν κάτι παραπάνω από συγκεκριμένες. Τους έδιναν 2 μήνες ζωής!
Ετσι την Κυριακή 29 Φλεβάρη του 1948 στην πρωινή συγκέντρωση του Α’ ΕΤΟ ενώ όπως συνηθιζόταν δεν προσέρχονταν οι ασθενείς φαντάροι, οι αλφαμίτες τους έφεραν με τη βία και μπροστά στα μάτια των άλλων συγκεντρωμένων τους χτυπούσαν. Αυτό εξόργισε τους υπόλοιπους φαντάρους που αντέδρασαν με φωνές. Το σκηνικό ήταν στημένο και με τις πρώτες διαμαρτυρίες άρχισαν οι αλφαμίτες και οι αξιωματικοί να πυροβολούν με αποτέλεσμα να σκοτωθούν 5 και να τραυματιστούν πολλοί περισσότεροι.
Το μεγαλύτερο όμως έγκλημα έγινε την επόμενη μέρα όταν από νωρίς το πρωί έπλεε κοντά στις ακτή του Α’ ΕΤΟ ένα πλοίο του πολεμικού ναυτικού. Πολλοί αξιωματικοί με όπλα, μυδράλια μέχρι και κανόνια ήταν έτοιμοι για το σύνθημα ώστε να ξεκινήσουν τη νέα σφαγή. Ταυτόχρονα από τη στεριά εκατοντάδες αλφαμίτες με ρόπαλα και όπλα ήταν έτοιμοι να χιμήξουν στους άοπλους φαντάρους. Το σύνθημα δόθηκε από τον Μπαϊρακτάρη και όλοι μαζί, από στεριά και θάλασσα, επιδόθηκαν σε ένα όργιο δολοφονιών εναντίον των άοπλων φαντάρων. Ακόμη κι αυτοί που έπεσαν στη θάλασσα για να σωθούν βρήκαν τραγικό θάνατο από τις ριπές των πυροβόλων του πλοίου.
Ο Γιάννης Κοφινάς θυμάται: «Οι πρώτοι, βούτηξαν κιόλας, με το αναγάλλιασμα πως αντίκρισαν τη λύτρωση. Μα καθώς βρίσκονταν μέσα στο νερό, νάσου και φτάνει το πολεμικό 37. Έκοψε ταχύτητα και ζύγωσε κοντά - κοντά στα βράχια ίσαμε 20 μέτρα από μας. Στο κατάστρωμα κορδωτός, καμαρωτός, ο Μπαϊρακτάρης… την ίδια στιγμή ακούστηκε να δίνει κοφτή διαταγή: ανοίξατε πυρ. Τα τετράδυμα μυδράλια τύπου Έρλινγκτον κροτάλισαν δαιμονισμένα. Χτυπούν στη μάζα. Πανικός σε όλους μας. Καταιγιστικά τα πυρά. Κόλαση φωτιάς. Νεκροί στη θάλασσα, νεκροί στα βράχια». (Γελαδόπουλος σελ. 143)
Συνολικά σκοτώθηκαν περισσότεροι από 300 και τραυματίστηκαν εκατοντάδες. Το επίσημο κράτος, αναφερόμενο στα γεγονότα αυτά, έριξε την ευθύνη στους ίδιους τους φαντάρους που τους κατηγόρησε ότι στασίασαν, κάνοντας λόγο μόνο για 17 νεκρούς.
Υπάρχουν όμως δεκάδες μαρτυρίες που αναφέρουν ότι ο πραγματικός αριθμός των νεκρών ήταν περισσότεροι από 300. Μια πολύ σημαντική μαρτυρία είναι αυτή του γιατρού Λεωνίδα Γεωργιλάκου που αποκάλυψε ότι στις 2 Μάρτη του 1948 εξέτασε περισσότερα από 180 πτώματα: «Τρίτη 2 Μαρτίου 1948 πρωί, ώρα 8, εξέτασα εκατοντάδες πτώματα συνέταξα και υπέγραψα το πιστοποιητικό θανάτου των στρατιωτών του πρώτου τάγματος Σκαπανέων Μακρονήσου… Εν πρώτοις μας πήγαν στο λιμάνι, στο καΐκι και μας κατέβασαν στο αμπάρι. Ανατρίχιασα μ’ ό,τι είδα. Κάτω στο αμπάρι οι νεκροί ήταν περίπου τριάντα… Μέσα στο αμπάρι οι αλφαμίτες τοποθετούσαν τα πτώματα με τάξη…. Τέλος το αμπάρι γέμισε και κατόπιν τοποθετούσαν τα πτώματα επάνω στα καΐκι, στο κατάστρωμα… Σύνολο ήταν 180 νεκροί. Ο ανθυπολοχαγός κ. Αλιμπράντης συνέταξε το κείμενο που βεβαιώναμε τα 180 πτώματα και βάλαμε την υπογραφή μας…», (στο ίδιο σελ. 178-182).
Άλλη σημαντική μαρτυρία είναι αυτή του καπετάνιου του καϊκιού Μίμη Βρονταμίτη που αναφέρεται σε 350 νεκρούς: «Στο φοβερό ντουφεκίδι του Μάρτη του 1948, ο Σκαλούμπακας μου κόλλησε το πιστόλι στο κεφάλι και με απειλές με διέταξε να κουβαλάω σκοτωμένους φαντάρους, πέρα μακριά στο Κάβο Ντόρο, στο ξερόνησο Σαν Τζιόρτζιο… Σε ένα μόνο δρομολόγιο φορτώσαμε 185 νεκρούς φαντάρους… Εκεί στο Σαν Τζιόρτζιο περίμενε καράβι πολεμικό. Οι ναύτες παίρνανε τους σκοτωμένους φαντάρους και τους χώνανε μέσα σε συρμάτινα δίχτυα με βαρίδια και τους φουντάρανε στο βυθό της θάλασσα. Αυτό ξανάγινε… Οι νεκροί όλοι - όλοι ήταν 350 κοντά, τους μέτραγα έναν - έναν και ήταν 350 φαντάροι νεκροί». (στο ίδιο σελ. 190-191).
Όσες προσπάθειες έκαναν οι μετέπειτα κυβερνήσεις να αποκρύψουν τα γεγονότα του 1948 στη Μακρόνησο, την «εθνική κολυμπήθρα» και το «αναρρωτήριο ψυχών» του Κωνσταντίνου Τσάτσου, το «νέο Παρθενώνα» του Παναγιώτη Κανελλόπουλου, στη μνήμη του ελληνικού λαού το νησί αυτό θα μείνει ως το νησί της βαρβαρότητας, το μεγαλύτερο κολαστήριο που δημιούργησε το μοναρχοφασιστικό κράτος και οι Αμερικάνοι στην Ελλάδα αλλά ταυτόχρονα και ο τόπος που τα φρικτά βασανιστήρια δεν κατάφεραν να λυγίσουν χιλιάδες αγωνιστές που έζησαν ή πέθαναν με το κεφάλι ψηλά.
Βιβλιογραφία
1. Φίλιππα Γελαδόπουλου, «Μακρόνησος. Η μεγάλη σφαγή του 1948», εκδόσεις Αλφειός
2. Ν. Μάργαρη, «Ιστορία της Μακρονήσου», εκδόσεις Δωρικός, τόμοι Α και Β
3. «Σ.Φ.Α. Μακρόνησος Οχτώβρης 1948 - Μάης 1949», Βαρδής Βαρδινογιάννης, εκδόσεις Θεμέλιο
4. «Στο κολαστήριο της Μακρονήσου», Αντώνης Φλουντζής, εκδόσεις Φιλιππότη
5. «Το φαινόμενο Μακρόνησος. Ένα πρωτόγνωρο εγκληματικό πείραμα», Σταύρος Άβδουλος.
6. «Τόποι εξορίας», Γιώργος Φαρσακίδης, εκδόσεις Τυποεκδοτική
7. «Οι εξόριστοι», Π. Οικονομόπουλος, εκδόσεις Άρδην
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου