Ένα ξεκάθαρο ΟΧΙ στην υποτέλεια και τους τυχοδιωκτισμούς της αστικής «μας» τάξης.
Αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση του λαού
Μερικές παρατηρήσεις πάνω σε ένα άρθρο του Λαϊκού Δρόμου
Αυτή πρέπει να είναι η κατεύθυνση του λαού
Μερικές παρατηρήσεις πάνω σε ένα άρθρο του Λαϊκού Δρόμου
Θα συμφωνήσω με την επισήμανση που γίνεται στο τελευταίο κεφάλαιο («Σχετικά με μερικές λανθασμένες απόψεις γύρω από ελληνοτουρκικά ζητήματα στο Αιγαίο») ενός ευρύτερου άρθρου του Λαϊκού Δρόμου (15/12/2018), ότι στα ζητήματα των ελληνοτουρκικών σχέσεων και αντιπαραθέσεων (και όχι μόνο για τα χωρικά ύδατα και την ΑΟΖ) υπάρχει αρκετή σύγχυση στο χώρο της αριστεράς και ανάγκη σοβαρής συζήτησης. Είναι άλλωστε ζητήματα που παίζουν καθοριστικό ρόλο στα πολιτικά πράγματα της χώρας με επιπτώσεις στο λαό και το μέλλον του.
Το άρθρο δίνει αρκετό βάρος στην πορεία διαμόρφωσης του δίκαιου της θάλασσας (παραβλέποντας όμως και υποβαθμίζοντας βασικές πλευρές και παράγοντες αυτής της πορείας) και σε άλλα «τεχνικά» θα έλεγα ζητήματα (για στενά, αβλαβή διέλευση, πόσες διόδους θα έχει η Τουρκία αν εφαρμοστούν τα 12 μίλια, σε ποιες περιοχές του πλανήτη έχουν διευθετηθεί αντίστοιχα θέματα κλπ), οπωσδήποτε ενδιαφέροντα, αλλά που δε νομίζω ότι παίζουν κάποιο ρόλο στη συγκρότηση άποψης μιας αριστερής δύναμης.
Θα ήταν ενδιαφέρον βέβαια να ασχοληθεί κανείς με τους όρους διαμόρφωσης και εφαρμογής των «διεθνών συνθηκών», νομίζω όμως ότι σίγουρα ένα από τα σημαντικά συμπεράσματα αυτής της ενασχόλησης θα είναι ότι, ανεξάρτητα από το βαθμό αποτύπωσης της ισχύος, των συμφερόντων και των συσχετισμών των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων σ’ αυτές τις συνθήκες, τελικά, οι ιμπεριαλιστές τις εφαρμόζουν, τις ερμηνεύουν, τις χρησιμοποιούν ή τις «γράφουν στα παλιά τους τα παπούτσια», στη βάσης της ισχύος τους έναντι των άλλων χωρών (εξαρτημένων, συμμάχων, ανταγωνιστών). Έτσι το διεθνές δίκαιο καταλήγει να είναι ένα «δίκαιο των ισχυρών», ή όπως τελικά λέει το άρθρο «Στη βασική του πλευρά δεν μπορεί να είναι σήμερα παρά ένα δίκαιο που αποτυπώνει την κυριαρχία του παγκόσμιου ιμπεριαλιστικού συστήματος» (για να συνεχίσει, παρόλα αυτά, ότι «αυτό δε σημαίνει …»).
Οι διεθνείς συνθήκες διαμορφώνουν (με τους όρους που προαναφέρθηκε) διακρατικές σχέσεις, αλλά όχι όρους κίνησης των λαϊκών μαζών. Το εργατικό και λαϊκό κίνημα και οι οργανώσεις που αναφέρονται σ’ αυτό καθορίζουν στόχους πάλης με βάση τα λαϊκά συμφέροντα και στη βάση αυτόνομης και αντιπαραθετικής προς τις κυρίαρχες τάξεις και τον ιμπεριαλισμό, συγκρότησής τους. Αυτή η κατεύθυνση, ιδιαίτερα στις σημερινές συνθήκες ήττας και αποσυγκρότησης του εργατικού επαναστατικού κομμουνιστικού κινήματος, είναι αποφασιστικός παράγοντας για την πορεία ανασυγκρότησης του κινήματος σε ταξική κατεύθυνση. Αλλιώς ελλοχεύει σοβαρός κίνδυνος (και ανεξαρτήτως προθέσεων) της «ενσωμάτωσής» του στο «εθνικό» αφήγημα.
Βρισκόμαστε σε μια περίοδο όπου οι δύο αστικές τάξεις Ελλάδας και Τουρκίας θεωρούν, η κάθε μία για τον εαυτό της, ότι παρουσιάζονται όροι (ευκαιρίες, αναγκαιότητες, πιέσεις, κίνδυνοι) που τις επιτρέπουν (ή τις ωθούν) να αναβαθμίσουν το ρόλο τους στην περιοχή, η μία σε βάρος της άλλης. Η αναζήτηση αυτής της αναβάθμισης έχει αναφορά κυρίως τον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό, οι δε «όροι» που θεωρούν ότι τους παρουσιάζονται, προσδιορίζονται από τον ιμπεριαλιστικό ανταγωνισμό που εκτείνεται σε όλη την άμεση περιοχή μας (αλλά και ευρύτερα) και έχει ανέβει σε επίπεδα παροξυσμού.
Ζητήματα που συμπυκνώνουν αυτόν τον ανταγωνισμό το τελευταίο διάστημα, είναι η αιγιαλίτιδα ζώνη (επέκταση σε 12 μίλια) και η ΑΟΖ (καθορισμός, οριοθέτηση). Με την εκτίμηση, από τη μια, της ελληνικής αστικής τάξης και της κυβέρνησης ότι η πλήρης υποταγή στις ΗΠΑ δίνει περιθώρια ρυθμίσεων που θα ευνοούν την «ελληνική πλευρά», θα αναβαθμίζουν το ρόλο της και θα ακυρώνουν τις τουρκικές φιλοδοξίες, και από την άλλη, με το «κάζους μπέλι» της Τουρκίας, τις προκλήσεις στην κυπριακή ΑΟΖ, τους αναθεωρητισμούς, τις επιδιώξεις της να παίξει ρόλο περιφερειακής δύναμης. Φυσικά αυτά τα ζητήματα μπλέκονται με κινήσεις και εξελίξεις στην Ανατολική Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και τα Βαλκάνια, ενώ χρησιμοποιούνται από τις ΗΠΑ (κυρίως) για τον έλεγχο τόσο της Ελλάδας, όσο και της Τουρκίας. Αυτός είναι ο ρόλος του αμερικάνικου ιμπεριαλισμού, να «κλείνει» το μάτι στην ελληνική αστική τάξη, την ίδια στιγμή που πιέζει και επιθυμεί την Τουρκία σαν οργανικό στοιχείο της όλης πολιτικής του στην περιοχή (αν δεν υπήρχε ο ελληνοτουρκικός ανταγωνισμός, μια χαρά θα τους βόλευε απέναντι στη Ρωσία, η επέκταση της αιγιαλίτιδας ζώνης μιας χώρας την οποία την έχουν στενά δεμένη στο άρμα τους).
Το ζήτημα που τίθεται επομένως δεν είναι εάν η επέκταση των χωρικών υδάτων είναι -γενικά- «κυριαρχικό δικαίωμα της Ελλάδας» και εάν προκύπτει αυτό το δικαίωμα από (δίκαιες ή άδικες) διεθνείς συνθήκες. Το ζήτημα είναι ποια τάξη, με ποιους όρους, κάτω από ποιες συνθήκες και με ποιες επιδιώξεις προχωράει στην υλοποίηση αυτού του «δικαιώματος». Εάν η άσκησή του θα αποβεί σε όφελος ή σε βάρος του λαού στη βάση του «σημερινού χρόνου» και των σημερινών δεδομένων, όπως αναφέρθηκαν παραπάνω. Αν, όπως λέει και το άρθρο, «παρέχει μεγαλύτερη ασφάλεια» για το λαό, ή κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση. Αν σα συνέπεια αυτής της «διεκδίκησης», παρέχονται ή όχι στους ιμπεριαλιστές περισσότερα εργαλεία χρησιμοποίησης του λαού και της χώρας στις αντιδραστικές τους επιδιώξεις. Και επίσης, και πιο σημαντικό, αν δημιουργούνται ή όχι, προϋποθέσεις περαιτέρω όξυνσης, θερμών επεισοδίων έως και ανοιχτών πολεμικών κινδύνων για το λαό. Η υπεράσπιση ή διεκδίκηση «κυριαρχικών δικαιωμάτων» από την πλευρά των λαϊκών δυνάμεων δεν τίθενται γενικώς, πολύ περισσότερο δεν τίθενται με τους όρους των κυρίαρχων εκμεταλλευτριών δυνάμεων. Τίθεται μόνο από τη σκοπιά των δικών τους συμφερόντων και της δικιάς τους προοπτικής.
Με αντίστοιχο τρόπο τίθεται και το ζήτημα των ΑΟΖ, μολονότι πρόκειται για διαφορετικού περιεχομένου «δικαίωμα». Ακόμη κι αν υποθέταμε ότι είναι προϊόν πίεσης των μικρών κρατών (αν και αφετηρία του δικαίου των θαλασσών στο ζήτημα αυτό είναι η Διακήρυξη Τρούμαν στις 28 Σεπτέμβρη του 1945), είναι πραγματικά «παράδοξο» και το λιγότερο, «προϊόν σύγχυσης» (για να χρησιμοποιήσουμε δύο εκφράσεις του άρθρου) να μην γίνεται κατανοητό το πώς οι ΑΟΖ γίνονται «ένα επιπλέον εργαλείο εκβιασμού και ελέγχου των εξαρτημένων χωρών από τις ιμπεριαλιστικές χώρες». Αλήθεια, επιβεβαιώνουν ή ακυρώνουν τον παραπάνω ισχυρισμό οι εξελίξεις γύρω από την κυπριακή ΑΟΖ; Πόσο αυτές βοήθησαν τη λαϊκή υπόθεση, την ενότητα και ανεξαρτησία του λαού της Κύπρου (ελληνοκυπρίων και τουρκοκυπρίων); Τι πραγματικά κατοχυρώνει αυτό το υποτιθέμενο «κυριαρχικό δικαίωμα» της Κυπριακής ελίτ, που το απομυζούν οι μεγάλες πετρελαϊκές πολυεθνικές, το… «περιφρουρούν» οι αμερικανικές στρατιωτικές δυνάμεις, γίνεται εργαλείο ενδοϊμπεριαλιστικού ανταγωνισμού και μέσο για ακόμη πιο αντιδραστικές «λύσεις» στο Κυπριακό;
Υπ’ αυτό το πρίσμα το πραγματικό ερώτημα που μπαίνει για το λαό μας και τις πολιτικές δυνάμεις που αναφέρονται σ’ αυτόν, είναι ένα και μοναδικό: με ποιον τρόπο, με ποιες θέσεις και με ποια αιτήματα θα αναπτυχθεί ένα ισχυρό, αντιπολεμικό αντιιμπεριαλιστικό κίνημα, ένα κίνημα χειραφετημένο από αστικές επιρροές, με ταξικό προσανατολισμό, που θα βάζει στο στόχαστρό του τους πραγματικούς εχθρούς του (ιμπεριαλιστές και εξαρτημένες-τυχοδιοκτικές αστικές τάξεις), που θα αντιτίθεται σε κάθε ενέργεια που φέρνει πιο κοντά τον πόλεμο και θα συγκροτεί την εργατική τάξη και τις λαϊκές δυνάμεις στην κατεύθυνση της αποτίναξης από επάνω τους του καθεστώτος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και της ιμπεριαλιστικής εξάρτησης. Ιδιαίτερα στους σημερινούς δυσμενείς ταξικούς συσχετισμούς είναι πιο επιτακτική η ανάγκη, αυτό το κίνημα να μην αφήνει ούτε μία χαραμάδα για να εισχωρήσει στη συνείδηση του λαού η ανοχή, η αποδοχή και πολύ περισσότερο η ανάγκη ένταξης στο «εθνικό αφήγημα».
Είναι σίγουρο ότι ο ΛΔ, και το Μ-Λ ΚΚΕ, συμφωνεί με τις παραπάνω επισημάνσεις. Ίσως γι αυτό δεν αποτολμά να προχωρήσει σε «εξειδίκευση» της πολιτικής του άποψης. Γιατί εδώ πραγματικά παρουσιάζεται μια «σύγχυση». Ή «τα 12 μίλια αιγιαλίτιδα ζώνη και οι ΑΟΖ γίνονται εργαλεία των ιμπεριαλιστών όταν τα κράτη τα κυβερνούν εξαρτημένες και υποτελείς στον ιμπεριαλισμό κυβερνήσεις» (όπως λέει το άρθρο) ή «πρόκειται για ένα κυριαρχικό δικαίωμα που προβάλλει έναν ελάχιστο φραγμό στην αρπαγή του παράκτιου πλούτου πολλών μικρότερων χωρών από τα μεγάλα κράτη και πρώτα απ’ όλα από τα ιμπεριαλιστικά κράτη» (στο ίδιο). Γιατί «δουλειά» μιας κομμουνιστικής οργάνωσης δεν είναι να κάνει γενικές διαπιστώσεις, οι οποίες κάπου, σε κάποιον χρόνο και σε κάποιες συνθήκες μπορούν να δώσουν ένα (α) αποτέλεσμα. «Δουλειά» της είναι να κάνει «συγκεκριμένη ανάλυση της συγκεκριμένης κατάστασης» και να προσδιορίζει συγκεκριμένες θέσεις - στόχους πάλης για το κίνημα. Αν τελικά η επέκταση των χωρικών υδάτων είναι «σήμερα» ένα δίκαιο αίτημα (όπως ισχυρίζεται), αν η οριοθέτηση της ΑΟΖ προστατεύει τη χώρα και το λαό από τις αρπακτικές ορέξεις των ιμπεριαλιστών, τότε αυτά τα αιτήματα (σαν γνήσια αντιιμπεριαλιστικά) θα πρέπει να μπουν στην ημερήσια διάταξη του κινήματος. Το σύνθημα «άμεση επέκταση των χωρικών υδάτων», όπως και «οριοθέτηση της ΑΟΖ τώρα», θα πρέπει να μπουν στις «σημαίες» του κινήματος, μαζί με την καταγγελία της αστικής τάξης, της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης σαν «ενδοτικές» που δεν προχωρούν στην υλοποίηση «κυριαρχικών μας δικαιωμάτων». Αλήθεια, θεωρεί το Μ-Λ ΚΚΕ ότι αυτοί οι στόχοι υπηρετούν την ανασυγκρότηση του εργατικού και λαϊκού κινήματος σε ταξική κατεύθυνση; Υπηρετούν την ανάγκη συγκρότησης του λαού σε αντιπολεμική αντιιμπεριαλιστική βάση; Μπορούν να τον οδηγήσουν σ’ εκείνο το επίπεδο συγκρότησης ώστε να είναι ικανός να πετύχει την ανεξαρτησία της χώρας του και την υπεράσπιση κάθε κυριαρχικού του δικαιώματος;
Νομίζω ότι είναι ξεκάθαρο πως τέτοιοι στόχοι, όχι μόνο δεν υπηρετούν τη λαϊκή υπόθεση, αντίθετα απονευρώνουν και αφοπλίζουν το λαό και εντάσσουν την όποια κίνησή του στο «εθνικό αφήγημα». Τα συμφέροντα και οι στόχοι του λαού για ειρήνη και ανεξαρτησία δεν έχουν καμία σχέση με τις «διεκδικήσεις» της αστικής «μας» τάξης. Γι αυτό είναι ανάγκη, τα αιτήματα πάλης του λαού να περιέχουν ένα ξεκάθαρο ΟΧΙ σε κάθε κίνηση ή ενέργεια που οδηγεί τον ελληνικό και τούρκικο λαό πιο κοντά στην πολεμική αντιπαράθεση. Ένα ξεκάθαρο ΟΧΙ τόσο στην υποτέλεια όσο και στον τυχοδιωκτισμό, στη βάση των οποίων η αστική τάξη ξεπουλάει το λαό και τη χώρα στους ιμπεριαλιστές, και ζητάει σαν αντάλλαγμα 12 μίλια, ΑΟΖ, ενεργειακούς αγωγούς και επιρροή στα βαλκάνια. Για να εκχωρήσει και αυτά τα «ανταλλάγματα» στους μεγάλους προστάτες της και να βάλει πρόσθετες θηλιές στο λαιμό του λαού.
Σ. Χατζησάββας
3 σχόλια:
"οι δηλώσεις του τέως υπουργού Εξωτερικών, Ν. Κοτζιά, την ώρα που παραιτούνταν από τη θέση του, για “έτοιμα προεδρικά διατάγματα κλιμακωτής επέκτασης της αιγιαλίτιδας ζώνης” της Ελλάδας και η επίσημη απάντηση του υπουργείου Εξωτερικών της Τουρκίας ... δείχνουν τη συνεχιζόμενη ένταση που επικρατεί στις ελληνοτουρκικές σχέσεις."
Από τη μιά το άρθρο φαίνεται να καταγγέλει τις δηλώσεις κοτζιά, για επέκταση κλπ, και από την άλλη ζητάει επέκταση !
Ο κοτζιάς βέβαια είπε τα πράγματα ξεκάθαρα: Μεγαλώσαμε την ελλάδα, με την επέκταση των χωρικών υδάτων στο ιόνιο,σε έκταση όσο η θεσσαλία, πράγμα που είχε να γίνει από την εποχή του βενιζέλου.
Το Μ-Λ ΚΚΕ και αντιφάσκει με το να καταγγέλει την επέκταση αλλά και την μή επέκταση, από την άλλη κανει ότι δεν καταλαβαίνει ότι επέκταση αιγιαλίτιδας ζώνης σημαίνει αλλαγή συνόρων.
Μπορείτε να μας πείτε και πως συγκεκριμένα θα καταγγελθεί και θα εμποδιστεί η ΑΟΖ για την Ελλάδα όταν ήδη η Τουρκία (και όχι μονο η Τουρκία) την έχει επεκτείνει στη Μαύρη Θάλασσα; Γιατί αν είναι να καταγγελθούν όλες οι επεκτάσεις ΑΟΖ και γενικά η ύπαρξη της ΑΟΖ. Αν η Τουρκία αύριο μας πει εφαρμόστε άμεσα αυτό που λέει η συνθήκη της Λωζάννης για τα αποστρατικοποιημένα νησιά του Β.Α Αιγαίου αλλιώς θα είναι casus belli τι θα πρέπει να πούμε. Πολύ ευχαρίστως να το κάνουμε γιατί έτσι θα υπερασπιστούμε την ειρήνη;
Δηλαδή τη συνθήκη της Λωζάννης, αν ισχύει αυτό που λέει ο 2:15 μ.μ. ο Ερντογάν δεν μπορεί να τη καταγγέλλει αλλά η Ελλάδα μπορεί να την καταπατά;
Δημοσίευση σχολίου